ΔΕΔ 5180/2019 Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα ποσών διαγραφής απαίτησης – Προϋποθέσεις της παρ. 4 άρθρου 26 ΚΦΕ

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α’ 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β’ 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία – Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β’ / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 31/08/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία ” “, ΑΦΜ , εδρεύουσας στο Μαρούσι Αττικής, επί της οδού κατά της τεκμαιρόμενης (σιωπηρής) απόρριψης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών επί της από με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 – 30/09/2017) και της υπ’αριθμ /30-03-2018 Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος φορολογικού έτους από 2017 που υποβλήθηκε στις 30/03/2018 και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018/27-12-2018 υπόμνημα της προσφεύγουσας.

6. Το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018 ΕΜΠ/31-12-2018 υπόμνημα της προσφεύγουσας. 

7. Τις ως άνω πράξεις των οποίων ζητείται η επανεξέταση.

8. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών.

9. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 31/08/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία ………….., ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την πάροδο απράκτου τριμήνου από την υποβολή στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Αθηνών της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης της, περί τροποποίησης της φορολογικής δήλωσης της, με την έκπτωση των δαπανών που προκύπτουν από διαγραφές εμπορικών απαιτήσεων και αποτελούν μέρος των δηλωθέντων λογιστικών διαφορών της φορολογικής της αναμόρφωσης, συνολικής αξίας 783.364,39 €, για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 – 30/09/2017), απορρίφθηκε το αίτημα της προσφεύγουσας για έκπτωση των συγκεκριμένων δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα της.

Η προσφεύγουσα με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να αναγνωριστεί ότι η ζημία που προέκυψε από τη μείωση οφειλής πελάτη έπειτα από συμβιβασμό ή αναγνώριση οφειλής πρέπει να αναγνωριστεί προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, της προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

– Πληρούνται αθροιστικά οι προϋποθέσεις έκπτωσης επιχειρηματικής δαπάνης του άρθρου 22 του ν. 4172/2013.

– Σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1113/2015 η έννοια των δικαιολογητικών είναι ευρύτερη των φορολογικών στοιχείων και περιλαμβάνει κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως ενδεικτικά, στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, απολογιστικά στοιχεία (π.χ. αποσβέσεις), δήλωση στην περίπτωση ιδιοχρησιμοποίησης, κ.λπ.

– Η ΠΟΛ.1094/2016 έκρινε ότι η ζημία που προκύπτει από τη διαγραφή απαιτήσεων των επιχειρήσεων, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται αθροιστικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013.

– Το άρθρο 23 του ν.4172/2013 αναφέρεται στις μη εκπιπτόμενες δαπάνες που κατονομάζει περιοριστικά (ΠΟΛ.1113/2015) και αναγράφει μεταξύ άλλων ότι δεν εκπίπτουν οι προβλέψεις εκτός των περιπτώσεων του άρθ. 26 του ΚΦΕ.

– Η μη έκπτωση της δαπάνης που προκύπτει από διαγραφή απαίτησης της οδηγεί σε διπλή φορολόγηση του ίδιου εισοδήματος, καθώς ταυτόχρονα με τη διαγραφή ο ωφελούμενος αντισυμβαλλόμενος οφείλει να απαλείψει την αντίστοιχη υποχρέωση που απορρέει και να φορολογηθεί το εισόδημα που προκύπτει από την μείωση των δαπανών.

– Η ζημία που προκύπτει από τον διενεργούμενο συμβιβασμό, είναι φορολογικά εκπιπτόμενη στο σύνολό της και πρέπει να αναγνωριστεί προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της

– Η ζημία που προκύπτει από την μείωση της οφειλής, στο πλαίσιο συμφωνητικού αναγνώρισης οφειλής, είναι φορολογικά εκπιπτόμενη και πρέπει να αναγνωρίζεται πλήρως προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της με τις διατάξεις του άρθ. 22 ΚΦΕ.

– Η εταιρεία υφίσταται μία πραγματική και οριστική ζημία που πρέπει να εκπεστεί και το γεγονός αυτό προκύπτει από τα σχετικά αποδεικτικά (συμφωνητικά, παραστατικά κλπ) και τις εγγραφές στα βιβλία.

Η Υπηρεσία μας απέστειλε στην προσφεύγουσα στις 21/12/2018 το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2018 ΕΜΠ/21-12-2018 έγγραφο με θέμα την αποστολή στοιχείων λόγω ελλείψεων, προκειμένου η προσφεύγουσα να προσκομίσει επιπλέον δικαιολογητικά καθώς και τις σχετικές εγγραφές από τα βιβλία της, αποδεικνύοντας με κάθε πρόσφορο μέσον ότι ισχύουν οι προϋποθέσεις διαγραφής απαίτησης της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013. Σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου η προσφεύγουσα απέστειλε: τα α) με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ2018/27-12-2018 και β) με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ2018 ΕΜΠ/31-12-2018 υπομνήματα της προσκομίζοντας

I) σχετικά με τη διαγραφή της απαίτησης από την ύψους 701.220,37 € τα εξής:


-Εγγραφή Εσόδου αναφέροντας ότι έχει πραγματοποιηθεί στα βιβλία της εταιρείας με ΑΦΜ: , εταιρείας που κατείχε τον κλάδο υγείας πριν την μεταβίβαση του το 2016 στην προσφεύγουσα με ΑΦΜ: , η οποία πλέον είναι διάδοχος του συνόλου των δραστηριοτήτων του.

-Καρτέλα Πελάτη , όπου αποτυπώνεται το υπόλοιπο των 701.220,37 € το οποίο διαμορφώνεται από το τιμολόγιο Τ.Π. Α 96102 εκδόσεως 25.09.2008 αξίας 943.423,67 € μειούμενο από το ΠΤ Α 7437 αξίας 4.365,40 € καθώς και από πληρωμές συνολικής αξίας 237.837,90 €.

-Εγγραφή εισαγωγής της απαίτησης στα βιβλία της

-Εγγραφή διαγραφής της απαίτησης από τα βιβλία της

-Το Ιδιωτικό Συμφωνητικό Εξωδικαστικής Επίλυσης Διαφοράς και Τερματισμού της Δικαστικής Διαμάχης, όπου επιτυγχάνεται ο τελικός συμβιβασμός και κατάργηση των εκατέρωθεν ασκηθεισών προσφυγών με αποτέλεσμα την οριστική διευθέτηση των διαφορών.

-Το συμφωνητικό μεταβίβασης κλάδου καθώς και τη δήλωση χαρτοσήμου που κατατέθηκε στην Δ.Ο.Υ .

-Αγωγές της καθώς και της με ΑΦΜ:

-Καρτέλα Πελάτη , αναφέροντας ότι η ήγειρε αξιώσεις κατά της περί μη τήρησης συμβατικών υποχρεώσεων της κατά την ανάληψη κοινού έργου καθώς και περί μη παροχής υποστήριξης και συντήρησης λογισμικού του οποίου η προσφεύγουσα κατείχε τα δικαιώματα διάθεσης στην Ελλάδα. Για τις αξιώσεις αυτές η δεν είχε εκδώσει τιμολόγιο, ως εκ τούτου δεν υπήρχε λογιστικό έγγραφο προς καταχώριση στα βιβλία της προσφέυγουσας.

-Δήλωση Χαρτοσήμου καθώς και την πληρωμή του από την και από την , καθώς είχε συμφωνηθεί το χαρτόσημο να πληρωθεί εξ ημισείας.
Ν)σχετικά με τη διαγραφή της απαίτησης από την ύψους 52.144,02 € τα εξής:

-Εγγραφές εσόδων, αναφέροντας ότι αρκετές από τις εν λόγω απαιτήσεις προέρχονται από την εταιρεία Ιατρικές λύσεις και Μηχανήματα Διαγνωστικής Α.Ε με ΑΦΜ η οποία μαζί με την με ΑΦΜ απορροφήθηκαν από την με ΑΦΜ: και συνέστησαν την εταιρεία μετέπειτα

-Εγγραφές εισαγωγής των απαιτήσεων στα βιβλία της

-Εγγραφές διαγραφής των εν λόγω απαιτήσεων

-Το Ιδιωτικό Συμφωνητικό Αναγνώρισης Οφειλής και Διακανονισμού όπου επιτυγχάνεται η τελική διευθέτηση της οφειλής – διαφοράς . -Το ΦΕΚ σύστασης της

-Καρτέλες του πελάτη όπου φαίνεται η κατάθεση των συμφωνηθέντων ποσών.

Με τα ως άνω υπομνήματα η προσφεύγουσα προέβαλε επιπλέον τους κάτωθι ισχυρισμούς :

• Εφόσον η λύση του συμβιβασμού με την εταιρεία είναι τελεσίδικη και αμετάκλητη και ακολουθεί την ανάληψη όλων των νόμιμων ενεργειών από την προσφεύγουσα, καλύπτεται και η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013 της παρ.4 γ. παρέχοντας της το δικαίωμα διαγραφής της εν λόγω απαίτησης και της έκπτωσής της για φορολογικούς λόγους

• Εφόσον η λύση της αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού με την εταιρεία είναι τελεσίδικη και αμετάκλητη και ακολουθεί την ανάληψη όλων των νόμιμων ενεργειών από προσφεύγουσα, καλύπτεται και η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013 της παρ.4 γ. παρέχοντας της το δικαίωμα διαγραφής της εν λόγω απαίτησης και της έκπτωσής της για φορολογικούς λόγους.

• Με την υπ’ αριθμ. 1638/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε, ότι τα συμφωνητικά που υπογράφονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων είναι ισχυρά και νόμιμα, ακόμα και αν δεν υποβληθούν για θεώρηση στην αρμόδια εφορία. Επιπρόσθετα επισημαίνεται ότι το συμφωνητικό μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου.

• Τα ποσά των διαγραφών συμπεριλαμβάνονται στη κατάσταση αναμορφώσεων της προσφεύγουσας.

• Όσον αφορά την αναγνώριση οφειλής και τον διακανονισμό δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου καθώς η σύμβαση δεν αποτελεί συμβιβασμό, ο οποίος κατά το άρθρο 871 ΑΚ προϋποθέτει τη διάλυση φιλονικίας τους ή μίας αβεβαιότητας για κάποια έννομη σχέση (συμπεριλαμβανομένης και της επισφαλούς απαίτησης) με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Στην αναγνώριση οφειλής και διακανονισμό αυτής, εν προκειμένω, μόνο το ένα μέρος ( ) παραιτείται από κάποια απαίτηση διακανονίζοντας την όμως και εξασφαλίζοντας μέρος της συνολικής απαίτησης.

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι:

«Άρθρο 20
Δήλωση με επιφύλαξη

1. Όταν ο φορολογούμενος αμφιβάλλει σχετικά με την υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης, έχει δικαίωμα να υποβάλει φορολογική δήλωση με επιφύλαξη, η οποία πρέπει να είναι ειδική και αιτιολογημένη. Κάθε γενική ή αόριστη επιφύλαξη θεωρείται άκυρη και δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα.

Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να δεχθεί την επιφύλαξη και να διαγράψει το ποσό της φορολογητέας ύλης για την οποία διατυπώθηκε η επιφύλαξη εντός ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή της δήλωσης.

Σε περίπτωση απόρριψης της επιφύλαξης ή παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας απάντησης, ο φορολογούμενος μπορεί να προσφύγει στην Ειδική Διοικητική Διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 63 του Κώδικα…”

Επειδή σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1057/2018 “Τύπος και περιεχόμενο των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 και καθορισμός δικαιολογητικών που υποβάλλονται μ’ αυτές – Υποβολή με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013” : «…δ. Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του ν. 4174/2013, προσκομίζουν στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δ.Ο. Υ. εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών αντίγραφο της δήλωσης που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη..»

Επειδή η προσφεύγουσα υπέβαλε εμπρόθεσμα και ηλεκτρονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 – 30/09/2017) και στη συνέχεια και εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών προέβη στην υποβολή της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης της περί τροποποίησης της φορολογικής δήλωσης της με την έκπτωση των δαπανών που προκύπτουν από διαγραφές εμπορικών απαιτήσεων και αποτελούν μέρος των δηλωθέντων λογιστικών διαφορών της φορολογικής της αναμόρφωσης συνολικής αξίας 783.364,39 € για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 – 30/09/2017), προσκομίζοντας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών αντίγραφο της δήλωσης που είχε υποβληθεί ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη. Με την πάροδο απράκτου τριμήνου από την υποβολή στη της ως άνω αίτησης επιφύλαξης της απορρίφθηκε το αίτημα της προσφεύγουσας για έκπτωση των συγκεκριμένων δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα της.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013 με τίτλο “Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες”: «Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες: α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της, β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.»

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 με τίτλο «Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες»:

«Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν: α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά δάνεια, “διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες” κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος για την πλησιέστερη χρονική περίοδο πριν την ημερομηνία δανεισμού, β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, γ) οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, δ) προβλέψεις [για διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων] εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26, ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων, στ) η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα, ζ) ο φόρος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων του τέλους επιτηδεύματος και των έκτακτων εισφορών, που επιβάλλεται για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., καθώς και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ.Π.Α. εισροών…».

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013: «4. Απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο, β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.»

Επειδή στη ΠΟΛ.1056/2015 με θέμα “Φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) ” αναφέρεται ότι:

«…με βάση την αιτιολογική έκθεση του ν.4172/2013 προκύπτει ότι η προϋπόθεση της ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση δικαιώματος είσπραξης θέτει ένα ελάχιστο όριο για τη διεκδίκηση είσπραξης της απαίτησης, χωρίς να προσδιορίζει το μέσο για τη διεκδίκηση και κατά τούτο μπορεί να αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια για την είσπραξη, αρκεί να είναι πρόσφορη για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης. Σε κάθε περίπτωση ο κατάλληλος ή μη χαρακτήρας, ως θέμα πραγματικό, κρίνεται ad hoc με βάση το ύψος της απαίτησης, το φερέγγυο ή μη του καθ’ ου η απαίτηση, καθώς και από άλλους παράγοντες και εναπόκειται στην κρίση της ελεγκτικής αρχής. Ωστόσο οι όποιες ενέργειες, που εξαρτώνται από το ύψος της απαίτησης και την φερεγγυότητα του πελάτη, θα πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της.

Πέραν της άσκησης ένδικου βοηθήματος και της αίτησης για λήψη ασφαλιστικών ή αναγκαστικών μέτρων, κατάλληλες ενέργειες είναι η σφράγιση μίας επιταγής από την εκδότρια τράπεζα, η κατάθεση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κ.λπ.

Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της δεν διασφαλίζεται από ενέργειες όπως η ανάθεση διεκδίκησης της απαίτησης σε τρίτους (εισπρακτικές εταιρείες) ή η φραγή/διακοπή της παροχής υπηρεσιών στην περίπτωση εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, κ.λπ. Οι όποιες ενέργειες έχουν ήδη ληφθεί πριν την 01.01.2014 για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης και χαρακτηρίζονται ως κατάλληλες με βάση την παρούσα λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού και οι συγκεκριμένες ενέργειες δεν απαιτείται να επαναληφθούν.


Στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν προέβησαν σε κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, οι προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων δεν θα αναγνωρίζονται φορολογικά και η επιχείρηση θα πρέπει να προβαίνει στη σχετική φορολογική αναμόρφωση των λογιστικών αποτελεσμάτων….

…Προκειμένου για τη διαγραφή απαιτήσεων απαιτείται, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η σωρευτική πλήρωση των τριών (3) προϋποθέσεων που ορίζονται στις υπόψη διατάξεις. Ειδικότερα, όσον αφορά στην τρίτη προϋπόθεση με την οποία απαιτείται να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης, διευκρινίζεται ότι με αυτές πρέπει να αποδεικνύεται ότι η σχετική απαίτηση είναι ανεπίδεκτη είσπραξης, δηλαδή ότι ο οφειλέτης είναι πράγματι αφερέγγυος. Η αφερεγγυότητά του μπορεί να αποδεικνύεται ενδεικτικά από τα ακόλουθα: α) τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου με την οποία να υποχρεώνεται ο οφειλέτης σε εξόφληση, β) πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου από το οποίο να προκύπτει, κατά περίπτωση, η μη ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή τα υπάρχοντα τοιαύτα με τα τυχόν βάρη τους, γ) σε περίπτωση διενέργειας πλειστηριασμού σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη, είτε κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης είτε συνεπεία μη επιτεύξεως πτωχευτικού συμβιβασμού, αντίγραφο του πίνακα κατάταξης ή διανομής από συμβολαιογράφο που ορίστηκε για τον πλειστηριασμό της περιουσίας του οφειλέτη, από τον οποίο να προκύπτει η μη ικανοποίηση του δανειστή από το εκπλειστηρίασμα,

δ) τη συμφωνία εξυγίανσης που επικυρώνεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σύμφωνα με το έκτο Κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007), με την οποία προβλέπεται, μεταξύ άλλων, και η μείωση των απαιτήσεων των πιστωτών έναντι της επιχείρησης (προπτωχευτική διαδικασία), ε) σε περίπτωση επιχείρησης που κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης και από τους επίσημους ισολογισμούς της προκύπτει ότι η επιχείρηση αυτή δεν έχει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, πάγια, χρεόγραφα κλπ.) για να ικανοποιήσει τους οφειλέτες της. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της πτώχευσης. Επομένως, η κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώχευσης λόγω παύσης πληρωμών δεν επιφέρει από μόνη της απόσβεση της απαίτησης. στ) σε περίπτωση διακοπής εργασιών κεφαλαιουχικών εταιρειών. Τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά ούτως ώστε να μην αποκλεισθούν και άλλα τα οποία, είτε από μόνα τους, είτε σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν είναι δυνατή η είσπραξη της απαίτησης. Σε κάθε περίπτωση όμως η επιχείρηση, η οποία φέρει και το βάρος της απόδειξης για την απώλεια συγκεκριμένης απαίτησης, οφείλει όταν της ζητηθεί να προσκομίσει τα δικαιολογητικά εκείνα που διαθέτει στην αρμόδια για τον έλεγχό της φορολογική αρχή η οποία και θα κρίνει τελικά ως θέμα πραγματικό την επισφάλεια και το ανεπίδεκτο της είσπραξης. Βεβαιώσεις ή επιστολές δικηγόρων για την αδυναμία είσπραξης της απαίτησης δεν αποτελούν απόδειξη της αφερεγγυότητας του οφειλέτη. Ομοίως, η έκδοση ακάλυπτης επιταγής και η σχετική καταδίκη για την έκδοση αυτή δεν δημιουργούν μόνες τους ούτε αποδεικνύουν εξ αντικειμένου την αφερεγγυότητα του οφειλέτη..»

Επειδή από την εξέταση των λογιστικών εγγραφών και των δικαιολογητικών που προαναφέρθηκαν, τα οποία προσκομίστηκαν με τη κατάθεση της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής καθώς και των υπομνημάτων, προέκυψε ότι πληρούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 26 του 4172/2013, ήτοι οι υπό κρίση διαγραφείσες απαιτήσεις της προσφεύγουσας από τις εταιρείες και έχουν αρχικά εγγραφεί στα βιβλία της προσφεύγουσας ως έσοδο και στη συνέχεια έχουν διαγραφεί από τα βιβλία της.

Επειδή όσον αφορά την τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013, που αναφέρει να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης, από τον έλεγχο των προσκομισθέντων δικαιολογητικών, από την εξέταση των στοιχείων του φακέλου δεν προέκυψε θεώρηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. α)του ιδιωτικού συμφωνητικού συμβιβασμού μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας και β)του ιδιωτικού συμφωνητικού αναγνώρισης οφειλή και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι με την υπ’ αριθμ /2001 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε, ότι τα συμφωνητικά που υπογράφονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων είναι ισχυρά και νόμιμα, ακόμα και αν δεν υποβληθούν για θεώρηση στην αρμόδια εφορία και ότι όσον αφορά το συμφωνητικό μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , αυτό έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 16, του άρθρου 8, του Ν. 1882/1990, «Συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα. Κατ’ εξαίρεση, δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο, τις τράπεζες, τους οργανισμούς, τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τους δήμους και τις κοινότητες, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις που εκδίδουν κάρτες συναλλαγών και τις εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986»

Επειδή, σύμφωνα με την κρατούσα διοικητική και δικαστηριακή νομολογία, γίνονται δεκτά τα εξής: Ο ν.1882/1990 περί μέτρων για την περιστολή της φοροδιαφυγής στο υπό τον υπότιτλο “Διαδικασία υποβολής στοιχείων για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των επιτηδευματιών” άρθρο 8, παράγραφο 16 ορίζει ότι συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιαδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα ημέρες από την ημερομηνία καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα. Περαιτέρω, με το άρθρο Β, παράγραφο 2, ν.2386/1996 προστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην ως άνω παράγραφο, το οποίο ορίζει ότι κατ’ εξαίρεση δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο κ.λ.π. Με τη διάταξη αυτή δεν καθιερώνεται γενικώς το ανίσχυρο κάθε συμφωνητικού, δημόσιου ή ιδιωτικού, στο οποίο έχει καταχωριστεί σύμβαση μεταξύ εμπόρων ή άλλων επιτηδευματιών ή μεταξύ εκείνων και τρίτων, πλην Δημοσίου κ.λπ., είτε τούτο, βάσει άλλων διατάξεων, είναι συστατικό, είτε είναι αποδεικτικό της συμβάσεως, εφ’ όσον τούτο δεν έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα προς θεώρηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., αλλά η δυσμενής αυτή συνέπεια ισχύει μόνο έναντι της φορολογικής Αρχής. Ο σκοπός της από εξέταση διατάξεως είναι η περιστολή της φοροδιαφυγής και στα πλαίσια αυτά, αναφορικά με τους επιτηδευματίες ή τους συναλλασσόμενους με εκείνους, καθιέρωσε τις προαναφερόμενες συνέπειες, έτσι ώστε τα εν λόγω φορολογούμενα πρόσωπα να μη μπορούν να επικαλεστούν τέτοιο συμφωνητικό προς όφελός τους, π.χ. προς έκπτωση δαπανών από το φορολογητέο εισόδημά τους, έναντι της φορολογικής αρχής, αν προηγουμένως δεν το έχουν εμπροθέσμως υποβάλει προς θεώρηση από αυτή την αρχή (Α.Π. 260/1998,735/2001, 761/2001 ,1698/2001 και 90/2005 ).

Ακόμη ο νομοθέτης με τη διάταξη του άνω άρθρου 8 παρ. 16 του ν. 1882/1990 όπως ερμηνεύθηκε με την προσθήκη του άρθρου 8 παρ. 2 του ν. 2386/1996 θέλησε την υποβολή προς θεώρηση των συμφωνητικών που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών που συναλλάσσονται μεταξύ τους ή με τρίτους για να μη διαφεύγουν από την προβλεπομένη γι αυτά φορολογία ( ΕφΑθ 9385/1995, 5520/2001, 2807/2005)

Τέλος σύμφωνο με την άποψη ότι δεν καθιερώνεται ανίσχυρο κάθε συμφωνητικού, δημοσίου ή ιδιωτικού, στο οποίο έχει καταχωρισθεί σύμβαση μεταξύ εμπόρων ή άλλων επιτηδευματιών και μεταξύ εκείνων και τρίτων, εφόσον δεν έχει υποβληθεί εμπροθέσμως προς θεώρηση στη ΔΟΥ, αλλά η συνέπεια αυτή ισχύει μόνον έναντι της φορολογικής αρχής, χωρίς η ακυρότητα να επεκτείνεται μεταξύ των συμβαλλομένων είναι και το Στε. (ΣτΕ 280/2009)

Επειδή στο άρθρο 16 παρ 5 του ν. 2523/1997, ορίζεται ότι: «Τα έγγραφα που δεν είναι νόμιμα χαρτοσημασμένα είναι απαράδεκτα ενώπιον των δικαστηρίων και κάθε αρχής και εφόσον έχει παρέλθει η προθεσμία χαρτοσήμανσης τους πρέπει να προσκομιστούν ενώπιον της αρμόδιας φορολογικής αρχής για την κατά νόμο επιβολή του τέλους χαρτοσήμου και των νόμιμων κυρώσεων. Εφόσον το έγγραφο χαρτοσημανθεί με πράξη της φορολογικής αρχής, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τα δικαστήρια ή άλλη αρχή το νόμιμο της χαρτοσήμανσής του. Τα προσαγόμενα ενώπιον οποιασδήποτε αρχής αντίγραφα ιδιωτικών εγγράφων, που υπόκεινται κατά νόμο σε τέλος χαρτοσήμου, για να γίνουν αποδεκτά απαιτείται να φέρουν επίσημη βεβαίωση ότι το πρωτότυπο χαρτοσημάνθηκε νόμιμα. Αν ελλείπει η βεβαίωση αυτή, το προσαγόμενο αντίγραφο υποβάλλεται στο τέλος χαρτοσήμου και στον πρόσθετο φόρο ως πρωτότυπο.»

Επειδή όσον αφορά το ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής που υπογράφηκε μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου καθώς η σύμβαση δεν αποτελεί συμβιβασμό, καθώς εν προκειμένω, μόνο το ένα μέρος ( ) παραιτείται από κάποια απαίτηση διακανονίζοντας την όμως και εξασφαλίζοντας μέρος της συνολικής απαίτησης.

Επειδή στη σελίδα 8 του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού αναφέρεται ότι η προσφεύγουσα θα προβεί σε άφεση του εναπομείναντος υπολοίπου της Οφειλής (το οποίο ισούται με το ποσό που απομένει αφαιρούμενου του Μέρους της Οφειλής από την Οφειλή), ήτοι του συνολικού ποσού των τρακοσίων σαράντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων ΕΥΡΩ και δέκα τριών ΛΕΠΤΩΝ (346.444,13 €) σύμφωνα με το άρθρο 484 ΑΚ.

Για τη σύναψη της συμφωνίας άφεσης χρέους δεν απαιτείται κάποιος συγκεκριμένος τύπος. Η κατάρτιση της σύμβασης παρότι δεν καθίσταται υποχρεωτική κατά τον Αστικό Κώδικα, κρίνεται σκόπιμη η υπογραφή και κατάθεσή της στην αρμόδια οικονομική εφορία. Όπως κάθε σύμβαση, έτσι και εδώ για τη σύναψή της πρέπει ο οφειλέτης να αποδεχθεί την παραίτηση του δανειστή, και η πρόταση αυτή προς τον οφειλέτη πρέπει να είναι σαφής και αναμφίβολη. Η σύμβαση αυτή ως αυτοτελής πράξη υπόκειται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Τελών και Χαρτοσήμου σε χαρτόσημο 3% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε αστική σχέση και 2% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε εμπορική σχέση, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 13 παρ. 1α ή 15 παρ. 1α του Κώδικα Χαρτοσήμου. Η υποχρέωση για την καταβολή του τέλους χαρτοσήμου και το βάρος της δαπάνης αυτού, ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας, βαρύνει τον οφειλέτη κατά τον Α. Κ.

Επομένως εν προκειμένω το υπό κρίση συμφωνητικό υπόκειται σε χαρτόσημο 2% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε εμπορική σχέση.

Επειδή όσον αφορά το ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού (εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς και τερματισμού διαμάχης) που υπογράφηκε μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το συμφωνητικό αυτό έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου. Ωστόσο κι ενώ στη σελίδα 2 του συμφωνητικού ρητά αναφέρεται ότι καταβλήθηκε χαρτόσημο 2,4%, το οποίο υπολογίστηκε επί της μεγαλύτερης εκ των συμβιβαζόμενων απαιτήσεων μεταξύ των δύο εταιρειών, ωστόσο από τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά, ήτοι τις με γενικό αριθμό κατάθεσης /2013 και /2013 αγωγές από τις οποίες παραιτείται η εταιρεία , όπου αναφέρονται συνολικά ποσά απαίτησης ύψους 7.624.738,18 € και 3.458,591,66 € αντίστοιχα, καθώς και την με γενικό αριθμό κατάθεσης /2014 αγωγή από την οποία παραιτείται η προσφεύγουσα εταιρεία, όπου αναφέρεται συνολικό ποσό απαίτησης ύψους 705.585,77 € πλέον του νόμιμου τόκου υπερημερίας, δεν προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού της αξίας συναλλαγής της δήλωσης τελών χαρτοσήμου. Δεν προκύπτει δηλαδή ότι η αξία συναλλαγής που υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου ύψους 3.698,948,03 €, όπως αυτή αναφέρεται στη προσκομιζόμενη δήλωση απόδοσης τελών χαρτοσήμου, είναι η μεγαλύτερη εκ των συμβιβαζόμενων απαιτήσεων μεταξύ των δύο εταιρειών.

Επειδή από έρευνα που πραγματοποιήθηκε για τις εταιρείες και στα μηχανογραφικά συστήματα elenxis και taxis, διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για δύο φερέγγυες ενεργές εταιρείες, με μεγάλο κύκλο εργασιών, με κερδοφορία και με μηδενικά χρέη προς την εφορία. Ωστόσο από την εξέταση των στοιχείων του φακέλου δεν προκύπτει ότι από μέρους της προσφεύγουσας ελήφθησαν όλες οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος της είσπραξης των απαιτήσεων από τις ως άνω εταιρείες, όπως για παράδειγμα σφράγιση επιταγών, λήψη ασφαλιστικών μέτρων, κατάσχεση κινητής περιουσίας, κατάσχεση απαιτήσεων εις χείρας τρίτων κτλ.

Επειδή από τα προαναφερόμενα κι εφόσον
α) δεν ελήφθησαν όλες οι κατάλληλες ενέργειες από μέρους της προσφεύγουσας για τη διασφάλιση του δικαιώματος της είσπραξης των εν λόγω απαιτήσεων της,
β) δεν προκύπτει θεώρηση των υπό κρίση συμφωνητικών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και
γ) δεν έχει πληρωθεί χαρτόσημο για το ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , κρίνεται ότι δεν πληρείται η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013 για διαγραφή απαίτησης για φορολογικούς σκοπούς.

Αποφασίζουμε

την απόρριψη της με αριθ. πρωτ /31-08-2018 ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία ” “, ΑΦΜ , κατά της τεκμαιρόμενης (σιωπηρής) απόρριψης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών επί της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 – 30/09/2017) και της υπ’αριθμ /30- 03-2018 Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος φορολογικού έτους από 2017 που υποβλήθηκε στις 30/03/2018.

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Άρθρα Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταλογίζονται από το ΙΚΑ βάσει του ν. 2556/1997 για αποχωρήσαντες μισθωτούς, των οποίων η οικειοθελής αποχώρησής τους δεν είχε δηλωθεί στον ΟΑΕΔ , δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα – ΣΟΛ ΑΕ

ΕΡΩΤΗΜΑ

Με απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε το 2017 επιδικάστηκαν σε Α.Ε. κύριες ασφαλιστικές εισφορές περιόδου 01.01.1999 έως 31.12.2000 πλέον προσθέτων τελών. Ο καταλογισμός έγινε από τον έλεγχο του Ι.Κ.Α. και αφορούσε κύριες ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων οι οποίοι είχαν παύσει να εργάζονται στην επιχείρηση αλλά από υπαιτιότητα της εταιρείας δεν είχε αναγγελθεί η αποχώρηση τους στον ΟΑΕΔ ως όφειλε σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 2556/1997.

Οι επιδικασθείσες ασφαλιστικές εισφορές πλέον των προσθέτων τελών πληρώθηκαν στο Ι.Κ.Α. εντός του φορολογικού έτους 2018.

Εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του 2018 οι παραπάνω καταβληθείσες κύριες ασφαλιστικές εισφορές;

ΓΝΩΜΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η Γνώμη της Φορολογικής Επιτροπής σχετικά με τα παραπάνω ερωτήματα σας είναι η εξής:

Στην εγκ. 38/1.4.98/αρ.πρωτ. Ε40/48/ΙΚΑ, με την οποία κοινοποιούνται διατάξεις του Ν. 2556/1997 «Μέτρα κατά της εισφοροδιαφυγής – Διασφάλιση εσόδων ΙΚΑ» (και μεταξύ άλλων του άρθρου 2 παρ. 1 περιπτ. στ), αναφέρονται:

4. ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΟΝ Ο.Α.Ε.Δ. ΤΗΣ ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ (άρθρ. 2 παρ. 1 περίπτωση στ΄ Ν. 2556/1997)

Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 περ. στ του Ν. 2556/1997, καθιερώνεται υποχρέωση του εργοδότη για την αναγγελία στον Ο.Α.Ε.Δ., της οικειοθελούς αποχώρησης του μισθωτού εντός 8 ημερών, προκειμένου να είναι δυνατή η εξακρίβωση της ημερομηνίας της καθ΄ οιονδήποτε λόγο αποχώρησής του από την εργασία του και ρυθμίζεται το χρονικό σημείο διακοπής της ασφάλισης σε περίπτωση μη αναγγελίας της αποχώρησης του μισθωτού.

4.1 Σκοπός θέσπισης της κoινoπoιoύμεvης διάταξης

Στις νομοθετημένες υποχρεώσεις των εργοδοτών, έναντι του Ι.Κ.Α. και του Ο.Α.Ε.Δ., δεν περιλαμβανόταν υποχρέωσή τους να γνωστοποιούν την ημερομηνία της oικειοθελoύς αποχώρησης του εργαζομένου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η ημερομηνία διακοπής της εργασιακής σχέσης και κατ΄ επέκταση η ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης.

Η υποχρέωση αυτή του εργοδότη, που καθιερώνεται με τις κοινοποιούμενες διατάξεις σε συνδυασμό με την υποχρέωση τήρησης του ΕΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ, κρίθηκε απαραίτητο να θεσμοθετηθεί, ώστε να είναι δυνατή η εξακρίβωση του χρόνου ασφάλισης των εργαζομένων και παράλληλα να διασφαλίσουν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.

4.2 Έναρξη ισχύος της κοινοποιούμενης διάταξης

Οι κοινοποιούμενες διατάξεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 περ. στ΄ άρθρο 2 του ν. 2556/1997, έχουν εφαρμογή μετά την 1/4/1998.

4.3 Υποχρεώσεις εργοδοτών. Συνέπειες για τους εργοδότες που δεν τις τηρούv.
Ενέργειες Υπηρεσιών Εσόδων

Από το περιεχόμενο των κοινοποιούμενων διατάξεων, προκύπτει με σαφήνεια, ότι οι εργοδότες πρέπει ν΄ αναγγείλουν την αποχώρηση του μισθωτού στον Ο.Α.Ε.Δ. σε προθεσμία οκτώ (8) ημερών ανεξάρτητα από την αιτία αποχώρησής τους, (οικειοθελής αποχώρηση, κ.λ.π). Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν τηρήσει την υποχρέωσή του αυτή, η ημερομηνία απoχώρησης του εργαζομένου μπορεί να αποδειχθεί μόνο από επίσημα έγγραφα στοιχεία του ίδιου ή του εργαζομένου.

Επειδή, από τις κοινοποιούμενες διατάξεις, δεν ορίζονται ρητά τα επίσημα έγγραφα στοιχεία, από τα οποία μπορεί να αποδειχθεί η ημερομηνία αποχώρησης του εργαζομένου, οι εργοδότες θα πρέπει να αναγγέλλουν την καθοιοδήποτε λόγο αποχώρηση του εργαζομένου εντός της προθεσμίας των οκτώ (8) ημερών στον Ο.Α.Ε.Δ. και να μην στηρίζονται στην εκ των υστέρων απόδειξη της ημερομηνίας αυτής από άλλα στοιχεία. Ακόμη, πρέπει να τηρούν αντίγραφο της σχετικής δήλωσης προκειμένου να δικαιολογούν την διακοπή της ασφάλισης, όταν διενεργείται έλεγχος στην επιχείρηση τους από τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α..

Εάν οι εργοδότες δεν δηλώσουν στον Ο.Α.Ε.Δ. την αποχώρηση του μισθωτού και η ημερομηνία αυτής δεν αποδεικνύεται από επίσημα έγγραφα στοιχεία, οι μισθωτοί ασφαλίζονται, για όλη την χρονική περίοδο, από την ημερομηνία της πρόσληψης μέχρι την προηγούμενη της ημέρας του ελέγχου, κατά τον οποίο διαπιστώνεται η αποχώρηση, αφαιρούμενης της οκταήμερης προθεσμίας. Εξυπακούεται, ότι, κατά την ασφάλιση των προαναφερόμενων μισθωτών, επιβάλλονται στον εργοδότη όλες οι προβλεπόμενες κυρώσεις (Π.Ε.Ε., Π.Ε.Π.Ε.Ε., κ.λ.π).

Από τη διατύπωση της διάταξης, προκύπτει, ότι τα στοιχεία, τα οποία μπορούν να ληφθούν υπόψη σαν αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του μισθωτού, πρέπει να είναι έγγραφα, να έχουν εκδοθεί ή θεωρηθεί από Δημόσια Αρχή ή να έχουν κατατεθεί σε αυτή. Συμπεραίνεται, λοιπόν ότι, η Υπεύθυνη Δήλωση του εργοδότη ή του εργαζόμενου δεν μπορεί να θεωρηθεί επίσημο στοιχείο. Ενδεικτικά αναφέρουμε παρακάτω μερικά στοιχεία που μπορούν να θεωρηθούν επίσημα και να ληφθoύν υπόψη σαν αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του εργαζόμενου και της διακοπής της ασφάλισης.

α) Το ατομικό βιβλιάριο στρατευσίμου ή άλλο στρατολογικό έγγραφο, από το οποίο αποδεικνύεται, αποχώρηση του ασφαλισμένου λόγω στράτευσης.

β) Γνωμάτευση γιατρού του Ι.Κ.Α. ή υγειονομικής επιτροπής του Ι.Κ.Α. ή Νοσοκομείου, περί ανικανότητας εργασίας για το χρονικό διάστημα μετά την λήξη της υποχρέωσης του εργοδότη ν΄ ασφαλίσει τον ασθενή απασχολούμενο κι εφόσον αυτός δεν επέστρεψε στην εργασία του.

Οι αρμόδιοι. υπάλληλοι των υπηρεσιών εσόδων, κατά τη διενέργεια του ουσιαστικού ελέγχου, πρέπει να διαπιστώνουν και την ημερομηνία διακοπής της απασχόλησης, ελέγχοντας την ημερομηνία της σχετικής δήλωσης που έχει υποβάλλει ο εργοδότης στον Ο.Α.Ε.Δ.. Αντίγραφο της δήλωσης πρέπει να επισυνάπτεται στις μισθολογικές καταστάσεις και να αρχειοθετείται μαζί μ΄ αυτές στο φάκελο του εργοδότη στο Υποκατάστημα.

Από τις κoινoπoιoύμεvες διατάξεις, προβλέπεται ακόμη ότι, εάν ο εργοδότης δεν αναγγείλει την καθ΄ οιονδήποτε λόγο αποχώρηση του εργαζόμενου στον Ο.Α.Ε.Δ., η ημερομηνία της απoχώρησης μπορεί ν΄ αποδεικνύεται από άλλο έγγραφο επίσημο στοιχείο του εργοδότη ή του μισθωτού.

Κατά τη διενέργεια, λοιπόν, ουσιαστικού ελέγχου σε επιχείρηση κι εφόσον διαπιστωθεί, ότι ο εργοδότης δεν τηρεί στοιχεία αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του μισθωτού, θα καταλογίζονται εισφορές για την ασφάλισή του μέχρι την προηγούμενη του ελέγχου αφαιρούμενης της οκταήμερης προθεσμίας.

Στο άρθρο 31 παρ. 17 του ν. 2238/1994 (φορολογικού νόμου, που ήταν σε ισχύ κατά τη διενέργεια της παράβασης) αναφέρονται:

«…………………………………………17. Οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα , οι πρόσθετοι φόροι, οι προσαυξήσεις και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται για οποιονδήποτε λόγο σε βάρος επιχείρησης δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της.
…………………………………………………………».

Στο άρθρο 23 περ ε’ του ν. 4172/2013 (φορολογικού νόμου, που είναι σε ισχύ κατά τον χρόνο πληρωμή της ποινής) ορίζονται:

«Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:
…………………………………………………………..
ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων,
…………………………………………………………»

Στο άρθρο 22 του ν.4172/2013 ορίζονται τα εξής:

«Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,

γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.».

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι:

– η εταιρεία επιβαρύνθηκε με την ανωτέρω δαπάνη, επειδή δεν τήρησε τη νομοθετικά θεσμοθετημένη υποχρέωσή της να δηλώσει στον ΟΑΕΔ, την οικειοθελή αποχώρηση των μισθωτών της από την εργασία τους. Οι συνέπειες, που από το N. 2556/1997 επιβάλλονται, δεν εκπίπτουν κατά την πληρωμή τους ούτε με τον ισχύοντα σήμερα Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) ούτε και από τον προϊσχύοντα φορολογικό Ν. 2238/1994.

– οι επιδικασθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν αντιστοιχούν σε πραγματική απασχόληση των εργαζομένων, άρα δεν έγιναν προς το συμφέρον της εταιρείας και συνεπώς δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας.

Νομοθεσία – Νομολογία

Άρθρο 23 περ ε’ ν. 4172/2013
Άρθρο 31 παρ. 17 του ν. 2238/1994
Άρθρο 2 παρ. 1 περ στ’ ν. 2556/1997
Εγκύκλιος 38/1.4.98/αρ. πρωτ. Ε40/48/ΙΚΑ

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Άρειος Πάγος 895/2019 Σύμβαση ενεχύρου μετοχών – Ευθύνη ενεχυρούχου δανειστή – Εκποίηση ενεχυρασμένων μετοχών στο Χρηματιστήριο – Αναίρεση για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου – Περαιτέρω εκδίκαση της υπόθεσης

ΑΠ  895/2019

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1209, 1210, 1211 εδ. β’, 1218 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικώς προς τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 35 – 47 του ν.δ. 17-7/13-8-1923 “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών”, όταν το ενέχυρο συνιστάται προς ανώνυμη εταιρία, περιεχόμενο και σκοπός του ενεχύρου είναι η προνομιακή ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης από την αξία του ενεχυριασμένου πράγματος. Και τούτο γιατί το ενέχυρο είναι δικαίωμα αξίας, η οποία θα πάρει τη μορφή του πλειστηριάσματος όταν το πράγμα εκποιηθεί αναγκαστικά με πρωτοβουλία του δανειστή. Ενέχυρο μπορεί να συσταθεί και επί ανωνύμων τίτλων, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 1244 ΑΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις περί ενεχύρου κινητών, δηλαδή ως προς τη σύσταση του δικαιώματος του ενεχύρου, την ενεχυρική σχέση, την εκποίηση και την απόσβεση του ενεχύρου εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ περί ενεχύρου κινητών πραγμάτων, εκτός αν από ειδική διάταξη προκύπτει αντίθετη ρύθμιση. Εξάλλου, από τα άρθρα 297, 298, 330, 1224 εδ. α’ , 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1 και 1256 ΑΚ συνάγονται τα εξής: Ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να διαφυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί το ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση αυτής, αν δε από πταίσμα του προκαλέσει την εν λόγω απόσβεση ή αποδυνάμωση και εντεύθεν ζημία στον ενεχυραστή, αυτός δικαιούται αποζημίωση με βάση την ευθύνη από τη σύμβαση ενεχύρου. Εξάλλου, η υπαίτια (από δόλο ή αμέλεια) ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται μία σύμβαση και γεννιέται ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη, μπορεί, πέρα από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να θεμελιώσει ευθύνη και από αδικοπραξία, αν, και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη, θα ήταν καθεαυτή παράνομη, ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει το άρθρο 914 ΑΚ, να μη ζημιώνει κάποιος υπαιτίως άλλον (Ολ. ΑΠ 967/1973). Περαιτέρω, από τη διάταξη του τελευταίου αυτού άρθρου προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς και του αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας

Αριθμός 895/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2′ Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αβροκόμη Θούα, Γεώργιο Αποστολάκη, Θεόδωρο Κανελλόπουλο και Κωνσταντίνα Μαυρικοπούλου – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 28 Ιανουαρίου 2019, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “… A.E.”, πρώην με την επωνυμία “… A.E.” και τον διακριτικό τίτλο “…”, που εδρεύει στην …και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της …………… Του αναιρεσιβλήτου: Π. Α. του Π., κατοίκου …. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του …………..

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 18-10-2007 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2536/2010 του ίδιου Δικαστηρίου και 4609/2015 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 27-10-2017 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η πληρεξούσια της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

Κατά το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ ΑΠ 7/2006, ΑΠ 4/2005). Με τον ίδιο λόγο αναιρέσεως ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ’ ουσίαν (Ολ ΑΠ 27/1998 και ΑΠ 28/1998). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1209, 1210, 1211 εδ. β’, 1218 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικώς προς τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 35 – 47 του ν.δ. 17-7/13-8-1923 “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών”, όταν το ενέχυρο συνιστάται προς ανώνυμη εταιρία, περιεχόμενο και σκοπός του ενεχύρου είναι η προνομιακή ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης από την αξία του ενεχυριασμένου πράγματος. Και τούτο γιατί το ενέχυρο είναι δικαίωμα αξίας, η οποία θα πάρει τη μορφή του πλειστηριάσματος όταν το πράγμα εκποιηθεί αναγκαστικά με πρωτοβουλία του δανειστή. Ενέχυρο μπορεί να συσταθεί και επί ανωνύμων τίτλων, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 1244 ΑΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις περί ενεχύρου κινητών, δηλαδή ως προς τη σύσταση του δικαιώματος του ενεχύρου, την ενεχυρική σχέση, την εκποίηση και την απόσβεση του ενεχύρου εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ περί ενεχύρου κινητών πραγμάτων, εκτός αν από ειδική διάταξη προκύπτει αντίθετη ρύθμιση. Εξάλλου, από τα άρθρα 297, 298, 330, 1224 εδ. α’ , 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1 και 1256 ΑΚ συνάγονται τα εξής: Ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να διαφυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί το ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση αυτής, αν δε από πταίσμα του προκαλέσει την εν λόγω απόσβεση ή αποδυνάμωση και εντεύθεν ζημία στον ενεχυραστή, αυτός δικαιούται αποζημίωση με βάση την ευθύνη από τη σύμβαση ενεχύρου. Εξάλλου, η υπαίτια (από δόλο ή αμέλεια) ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται μία σύμβαση και γεννιέται ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη, μπορεί, πέρα από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να θεμελιώσει ευθύνη και από αδικοπραξία, αν, και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη, θα ήταν καθεαυτή παράνομη, ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει το άρθρο 914 ΑΚ, να μη ζημιώνει κάποιος υπαιτίως άλλον (Ολ. ΑΠ. 967/1973). Περαιτέρω, από τη διάταξη του τελευταίου αυτού άρθρου προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς και του αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας Ο χαρακτηρισμός της παραλείψεως ως παράνομης συμπεριφοράς προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρεώσεως για επιχείρηση της θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε. Τέτοια νομική υποχρέωση μπορεί να προκύψει είτε από δικαιοπραξία, είτε από ειδική διάταξη νόμου, είτε από την αρχή της καλής πίστεως είτε από την απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, όπως αυτές διαμορφώνονται κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, που απορρέει από τα άρθρα 281 και 288 ΑΚ. Αμέλεια, κατ’ άρθρο 330 ΑΚ, υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη στον κύκλο της αρμοδιότητας του, είτε υπάρχει προς τούτο σαφές νομικό καθήκον είτε όχι, αρκεί να συμπεριφέρθηκε κατά τρόπο αντίθετο από εκείνο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις (ΑΠ 96/2018, ΑΠ 1653/2010, ΑΠ 1500/2002). Υπάρχει δε η αιτιώδης αυτή συνάφεια, όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (αρθρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως (άρθρ. 298 ΑΚ) ήταν επαρκώς ικανή (πρόσφορη) να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα, επέφερε δε πράγματι τούτο στη συγκεκριμένη περίπτωση. Από τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, στην οποία ορίζεται ότι “όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει” προκύπτει ότι κύριο γνώρισμα της προβλεπόμενης από αυτήν αδικοπραξίας, η οποία μπορεί να συνιστά και αδικοπραξία του άρθρου 914 ΑΚ, είναι η προσβολή των χρηστών ηθών από την πράξη του υπαιτίου, που επιχειρείται από πρόθεση, ή και από την παράλειψη αυτού. Η αντίθεση προς τα χρηστά ήθη, η έννοια των οποίων είναι νομική ως προς το επιτρεπτό του επιδιωχθέντος σκοπού και των χρησιμοποιηθέντων μέσων, εξετάζεται αντικειμενικά και σύμφωνα με την αντίληψη του υγιούς κατά το δίκαιο σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Όσον αφορά την πρόθεση δεν απαιτείται το πρόσωπο να ενήργησε τη ζημιογόνο πράξη ή παράλειψη προς τον αποκλειστικό σκοπό της βλάβης τρίτου, αλλά αρκεί και η περί της επελθούσας ζημίας θέλησή του, δηλαδή είναι επαρκές ότι τελούσε σε γνώση περί του ότι η εκδηλωθείσα συμπεριφορά του ήταν δυνατόν να προκαλέσει ζημία και παρόλα αυτά δεν απέσχε της πράξης ή παράλειψης από την οποία επήλθε η ζημία (Ολ. ΑΠ 10/1991, ΑΠ 212/2018, ΑΠ 419/2018). Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί του εάν τα ανελέγκτως και κυριαρχικώς διαπιστωθέντα από αυτό πραγματικά περιστατικά, γενικά και αφηρημένα λαμβανόμενα, επιτρέπουν το συμπέρασμα, ότι η πράξη ή παράλειψη εκείνη μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικά ως πρόσφορη αιτία του παραχθέντος αποτελέσματος, αφού σχηματίζεται με τη χρησιμοποίηση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την υπαγωγή των διαπιστωθέντων πραγματικών περιστατικών στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ για ευθεία ή εκ πλαγίου παραβίαση των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου, καθώς και για παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας. Αντιθέτως, η περαιτέρω κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, περί του ότι στη συγκεκριμένη (ένδικη) περίπτωση η πράξη ή παράλειψη εκείνη αποτέλεσε ή δεν αποτέλεσε την αιτία του επιζήμιου αποτελέσματος, περί του ότι δηλαδή το ζημιογόνο γεγονός σε σχέση με τη ζημία βρίσκεται ή δεν βρίσκεται σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 1298/2017). Από την παραδεκτή κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ επισκόπηση της ένδικης αγωγής προκύπτει ότι ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος εκθέτει σ’ αυτήν ότι με την εναγομένη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “… Ανώνυμη Εταιρεία” σύναψε στις 25-7-2000, σύμβαση παροχής πιστώσεως με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό αορίστου διαρκείας, με βάση την οποία η εναγομένη-αναιρεσείουσα του χορήγησε πίστωση με ανοιχτό λογαριασμό ύψους 10.000.000 δρχ. (ισότιμου με 29.347,02 ευρώ) καθώς και σύμβαση παροχής ενεχύρου επί αξιογράφων εις ασφάλεια πιστοδοτήσεως, με βάση την οποία παραχώρησε στην εναγομένη το δικαίωμα ενεχύρου επί των μετοχών που αναφέρονται στην αγωγή συνολικού ποσού 19.479.000 δρχ. (ισότιμου με 57.165,07 ευρώ), προς εξασφάλιση της απαιτήσεως της από τον ως άνω αλληλόχρεο λογαριασμό. Ότι στις 22-10-2003 η εναγομένη τον ενημέρωσε ότι ο αλληλόχρεος λογαριασμός έκλεισε στις 2-10-2003 και του γνωστοποίησε ότι το ύψος του χρεωστικού υπολοίπου του ανερχόταν στο ποσό των 43.953,26 ευρώ, για το μέγεθος του οποίου ο ενάγων δεν είχε καμία προγενέστερη ενημέρωση ή όχληση από την εναγομένη. Ότι εκδόθηκε σε βάρος του η με αριθμό 1750/2004 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία επιτασσόταν αυτός (ενάγων) να καταβάλλει στην εναγομένη το ως άνω ποσό των 43.953,26 ευρώ με τους τόκους και τα δικαστικά έξοδα, και στη συνέχεια, στο πλαίσιο της εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής, αυτή (εναγομένη) ενέγραψε προσημείωση σε διαμέρισμα του ευρισκόμενο στην …. Ότι κατά την ημερομηνία κλεισίματος του αλληλόχρεου λογαριασμού (2-10-2003) η αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών ανερχόταν στο ποσό των 13.141 ευρώ, με αποτέλεσμα ο ενάγων να μην μπορεί να καλύψει από τη ρευστοποίηση τους ούτε μικρό τμήμα του ως άνω χρεωστικού υπολοίπου ενώ σε περίπτωση που η εναγομένη είχε κλείσει τον αλληλόχρεο λογαριασμό στις 25-1-2002, ήτοι μετά 18μήνο από τη σύναψη του, το χρεωστικό του υπόλοιπο θα ανερχόταν στο ποσό των 36.106,69 ευρώ και η αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών στο ποσό των 23.570 ευρώ και συνεπώς μετά τη ρευστοποίηση τους, θα όφειλε στην εναγομένη το ποσό των (36.106.69 – 23.570) 12.536.69 ευρώ και, κατ’ επέκταση, λόγω του μικρού ύψους της οφειλής του θα είχε αποφευχθεί η αναγκαστική εκτέλεση επί του προαναφερθέντος περιουσιακού στοιχείου του. Ότι η εναγομένη, παρέλειψε να προβεί σε ειδοποίηση ή ενημέρωση του ενάγοντος σχετικά με την αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών και να προβεί στο κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού στις 25-1-2002 με ταυτόχρονη ρευστοποίηση των μετοχών αυτών υπαιτίως και κατά παράβαση της καλής πίστης, των συναλλακτικών ηθών, του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος καθώς και των χρηστών ηθών. Ότι η ζημία που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας των ως άνω παραλείψεων της εναγομένης ανέρχεται στο ποσό των (43.952,26 – 12.536,69) 31.415,59 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά από μετατροπή του αιτήματος της αγωγής του σε αναγνωριστικό ζητούσε ο ενάγων να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλλει το προαναφερθέν ποσό των 31.415,57 ευρώ, νομιμοτόκως από 25-1-2002, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής, καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προαναφερθείσα εις βάρος του παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η ένδικη αγωγή δεν είναι νόμιμη. Ειδικότερα, δεν συνιστά παράνομη πράξη ούτε άλλωστε συμπεριφορά αντίθετη στην καλή πίστη, στα συναλλακτικά ήθη, στον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματός της καθώς και στα χρηστά ήθη εκ μέρους της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας το γεγονός ότι αυτή, ως ενεχυρούχος δανείστρια, δεν εκποίησε στις 25 Ιανουαρίου 2002 τις μετοχές των εταιρειών …, … και …, που τις είχε ενεχυράσει ο αναιρεσίβλητος, ως κύριος των μετοχών τούτων, παρά την υποχρέωσή της να κλείσει τον αλληλόχρεο λογαριασμό λόγω παρόδου 18μηνου από την κατάρτιση της μεταξύ τους συμβάσεως, άλλως στα πλαίσια του Κώδικα Δεοντολογίας σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών ενεργώντας έτσι αντίθετα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και συνακόλουθα δεν θεμελιώνεται ευθύνη αυτής προς αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη ο ίδιος, συνιστάμενη στη σημαντική μείωση της αξίας των μετοχών του στις 2 Οκτωβρίου 2003 και στη μη απομείωση του χρέους του προς την αναιρείουσα – εναγομένη κατά το ισόποσο του προϊόντος εκποιήσεως των μετοχών, αν είχε εκπληρώσει τις συμβατικές και τις κατά νόμο υποχρεώσεις της. Πράγματι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις που αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να φυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά του τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση της απαιτήσεως, και μόνο εφόσον απειλείται ουσιώδης μείωση της αξίας του ενεχύρου (πράγματος ή απαιτήσεως) παρέχεται το δικαίωμα και δεν δημιουργείται υποχρέωση στον εκάστοτε ενεχυρούχο δανειστή να ζητήσει από το δικαστήριο να του παρασχεθεί η άδεια να πωλήσει το ενέχυρο με πλειστηριασμό, εκτός αν ο ενεχυραστής οφειλέτης συμπληρώσει την ασφάλεια μέσα στην εύλογη προθεσμία που του τάσσεται. Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχτηκε εν μέρει την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγομένης – αναιρεσείουσας να καταβάλλει ως αποζημίωση στον ενάγοντα – αναιρεσίβλητο με βάση τις διατάξεις των άρθρων 914-919 ΑΚ το ποσό των 18.274,57 ευρώ με το νόμιμο τόκο καθώς και το ποσό των 4.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης δεδομένου ότι η συμπεριφορά της που συνιστά υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος μπορεί να θεμελιώσει αξίωση αποζημίωσης από αδικοπραξία. Ειδικότερα το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφαση του δέχτηκε ότι η επιλογή της αναιρεσείουσας να ικανοποιηθεί από τη βασική σχέση, και όχι από την εκποίηση των μετοχών του δυνάμει της συμβάσεως ενεχύρου συνιστά παράνομη πράξη και αξίωσε απ’ αυτήν να έχει προβεί σε καταγγελία της συμβάσεως πιστώσεως σε συγκεκριμένη ημερομηνία και σε αυθημερόν εκποίηση των ενεχυρασμένων μετοχών στο Χρηματιστήριο Αξιών …., εσφαλμένα ερμήνευσε τις διατάξεις 281, 288, 361, 297, 298, 330, 914, 919, 1224 εδ. α’, 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1, 1256 ΑΚ, 112 ΕισΝΑΚ, 35 επ., 41-47 και 64-67 του ν.δ. “Περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών” της 17.7/13.8.1923 και άρθρ. 1 επ. 2843/2000. Επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Εφετείο την από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ πλημμέλεια για εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων περί ενεχύρου και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά το άρθρο 580 § 3 Κ.Πολ.Δικ “αν ο ʼρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές”. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη και με την διάταξη της § 4 του ίδιου άρθρου, η οποία ορίζει ότι “οι αποφάσεις της ολομέλειας και των τμημάτων του Αρείου Πάγου δεσμεύουν τα δικαστήρια που ασχολούνται με την ίδια υπόθεση ως προς τα νομικά ζητήματα που έλυσαν” συνάγεται, ότι οσάκις μετά την αναίρεση της απόφασης δεν υπάρχει δικονομικώς έδαφος για “περαιτέρω εκδίκαση” της υποθέσεως αλλά υπολείπεται μόνο η διατύπωση του διατακτικού της αποφάσεως, με βάση το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως και την έκταση της αναιρέσεως αυτής, η παραπομπή, κατά την παραπάνω διάταξη, σε ισόβαθμο δικαστήριο ουσίας δεν αποτελεί υποχρεωτικό στάδιο δίκης, αλλά μπορεί η τελειωτική επί της υποθέσεως απόφαση να εκδοθεί και από τον ʼρειο Πάγο (Ολ ΑΠ 42/2005, ΑΠ 25/2001, ΑΠ 352/2018). Έτσι, στην προκείμενη περίπτωση, εφόσον ο ʼρειος Πάγος κρίνει δεσμευτικά για το δικαστήριο της παραπομπής ότι η αγωγή του αναιρεσίβλητου είναι μη νόμιμη, δεν υπάρχει στάδιο “περαιτέρω εκδικάσεως” της υποθέσεως. Γι’ αυτό παρέλκει η παραπομπή και για λόγους οικονομίας της δίκης επιβάλλεται να γίνει δεκτή η από 4-7-2013 έφεση της αναιρεσείουσας να εξαφανισθεί η υπ’ αριθμ. 2536/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και να απορριφθεί η από 18-10-2007 αγωγή του αναιρεσιβλήτου. Τέλος τα δικαστικά έξοδα για όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων (ΚΠολΔ 179, 183), λόγω του ότι η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου ήταν ιδιαίτερα δυσχερής. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στην αναιρεσείουσα άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 4609/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.

Δέχεται την από 4-7-2013 έφεση της αναιρεσείουσας.

Εξαφανίζει την υπ’ αριθμ. 2536/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

Απορρίπτει την από 18-10-2007 αγωγή.

Διατάσσει την επιστροφή στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που κατέθεσε για την άσκηση αναιρέσεως. Και

Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα τόσο για την αναιρετική όσο και την κατ’ έφεση δίκη.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2019.

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Άρειος Πάγος 445/2019 Σύμβαση είναι και η εκπόνηση μελέτης ή επίβλεψη συγκεκριμένου οικοδομικού έργου από μηχανικό – Πότε είναι καταβλητέα η αμοιβή του μηχανικού – Άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου

Αριθμός 445/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2′ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Τζανάκη, Νικόλαο Πιπιλίγκα – Εισηγητή, Αντιγόνη Καραΐσκου – Παλόγου και Λουκά Μόρφη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 11 Δεκεμβρίου 2018, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Των αναιρεσείοντων: 1)Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία “ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ” που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρό αυτού, 2)Σ. Ν., κατοίκου … και 3)Σ. Π., κατοίκου …. Το πρώτο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ………….., που δεν κατέθεσε προτάσεις, η δεύτερη παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ……………… και ο τρίτος εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο του …………….., που κατέθεσε προτάσεις. Της αναιρεσίβλητης: “…” που εδρεύει στα … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της …………… και ……………., που κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 11/12/2009 αγωγή του ήδη 1ου αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1/2011 του ίδιου Δικαστηρίου και 94/2017 του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 16/11/2017 αίτησή τους και τους από 8/8/2018 προσθέτους λόγους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των αναιρεσειόντων ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων, οι πληρεξούσιοι της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη τους.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ


Με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 ισχύοντος από 2.4.2012 κατά το άρθρο 113 αυτού, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 93 παρ. 1 του Ν. 4139/2013, και η οποία αναριθμήθηκε σε παρ. 3 με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 μετά την αναδιατύπωση του εν λόγω άρθρου, ισχύοντος από 1.1.2016 [κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του τελευταίου αυτού νόμου], προβλέπεται η καταβολή παραβόλου από εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης (και επί περισσοτέρων ομοδίκων ενός παραβόλου), το οποίο ανέρχεται στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ για την περίπτωση της αναίρεσης, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, με κύρωση, σε περίπτωση μη καταβολής αυτού, την απόρριψη του ενδίκου μέσου ως απαράδεκτου από το Δικαστήριο. Σύμφωνα όμως με το τελευταίο εδάφιο της διάταξης αυτής, η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις διαφορές, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 614 παρ. 5 του ιδίου Κώδικα (διαφορές για αμοιβές, μεταξύ άλλων, μηχανικών – προηγουμένως άρθ. 677 επ. του ΚΠολΔ). Στην προκειμένη περίπτωση κατά την κατάθεση της ένδικης από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθεσης 35/16.11.2017 αίτησης αναίρεσης κατά της υπ’ αριθ. 94/2017 απόφασης του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου, με αντικείμενο διαφορά αφορώσα την καταβολή αμοιβής μηχανικού, οι αναιρεσείοντες προέβησαν στην επισύναψη του υπ’ αριθ. 174564849958 0115 0053 ηλεκτρονικού παραβόλου, ύψους τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ για την άσκηση της αναίρεσης. Η ως άνω διαφορά όμως, ως διαφορά για την καταβολή αμοιβής σε μηχανικό, απαλλάσσεται της καταβολής παραβόλου για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης και κατά συνέπεια το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στους αναιρεσείοντες, ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης επί της ως άνω αίτησης αναίρεσης (ΑΕΔ 3, 4/2014).

Με την από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθεσης 35/16.11.2017 αίτηση αναίρεσης και τους από 8.8.2018 και με αριθ. κατάθ. 64/8.8.2018 δι’ ιδίου δικογράφου ασκηθέντες πρόσθετους λόγους αναίρεσης, προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας υπ’ αριθ. 94/14.6.2017 απόφαση του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου. Με την προσβαλλομένη απόφαση έγιναν τυπικά δεκτές και απορρίφθηκαν κατ’ ουσία οι συνεκδικασθείσες: α) από 8.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 23/11.7.2011 έφεση του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία “ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ”, ως κατά νόμο υποκατάστατου για την καταβολή της οφειλομένης σε μηχανικούς αμοιβής, β) από 7.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 24/11.7.2011 έφεση των προσθέτως κατά την ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου δίκη παρεμβάντων μηχανικών υπέρ του άνω ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. και ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων και γ) με ίδιο δικόγραφο ασκηθέντες πρόσθετοι λόγοι έφεσης των ως άνω εκκαλούντων – προσθέτως παρεμβάντων κατά της με αριθ. 1/13.1.2011 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου. Με την εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που επικυρώθηκε κατά τ’ ανωτέρω με την προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου μετά από αντικατάσταση των αιτιολογιών, είχαν απορριφθεί ως κατ’ ουσία αβάσιμες: α) η από 11.12.2009 και με αριθ. κατάθ. 803/15.12.2009 αγωγή του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία “ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ”, κατά της πρώτης των εκεί εναγομένων και ήδη αναιρεσίβλητης …, νομίμως εκπροσωπουμένης από τον …………………………, με την οποία ζητείτο η επιδίκαση στο ως άνω Ν.Π.Δ.Δ., ως υποκατάστατο των μηχανικών Σ. Ν. και Σ. Π., των χρηματικών ποσών των 343.986,43 και 349.945,10 ευρώ αντίστοιχα, ως οφειλομένη σε αυτούς αμοιβή από σύμβαση έργου. Με την ίδια απόφαση απορρίφθηκε ως παθητικώς ανομιμοποίητη η αγωγή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του δευτέρου των εναγομένων, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης …, μη διαδίκου στις επόμενες της πρωτοβαθμίου δίκες και β) η ασκηθείσα κατά τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με προφορική δήλωση στο ακροατήριο καταχωρηθείσα στα πρακτικά συνεδρίασης δίκης, πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. των ως άνω μηχανικών Σ. Ν. και Σ. Π., ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2017, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση επί αντιγράφου αυτής της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ο. Δ., η δε αίτηση αναίρεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 16 Νοεμβρίου 2017 (άρθ. 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 1, 566 παρ.1, 144 του ΚΠολΔ). Επίσης οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης των δευτέρου και τρίτης των αναιρεσειόντων ασκήθηκαν παραδεκτά με κατάθεση του οικείου δικογράφου στη γραμματεία του Αρείου Πάγου στις 8 Αυγούστου 2018 (αρ. κατ. 64/8.8.2018) και επίδοση αυτού στις 7 Σεπτεμβρίου 2018 στην αναιρεσίβλητη, όπως προκύπτει από την μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένη με αριθμό ….40/7.9.2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Α. Δ., ήτοι περισσότερες από τριάντα ημέρες πριν την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 11ης Δεκεμβρίου 2018 (άρθ. 569 παρ.2 του ΚΠολΔ), οπότε συζητήθηκε η υπόθεση. Είναι συνεπώς παραδεκτοί (άρθ. 577 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των διαλαμβανομένων στα άνω δικόγραφα λόγων αναίρεσης (άρθ. 577 παρ. 3 του ΚπολΔ).

Από τη διάταξη του άρθρου 681 του ΑΚ με την οποία ορίζεται ότι με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή, προκύπτει ότι και η σύμβαση με την οποία ανατίθεται σε μηχανικό η εκπόνηση μελέτης ή / και η επίβλεψη συγκεκριμένου οικοδομικού έργου, φέρει το χαρακτήρα μίσθωσης έργου. Με τη σύμβαση αυτή ο μηχανικός αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο εκπονώντας την αναληφθείσα μελέτη ή / και επιβλέποντας την κατασκευή του έργου, δικαιούται δε, παραδίδοντας τούτο (άρθ. 694 ΑΚ), να λάβει τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Σύμφωνα δε με τα όσα ίσχυαν κατά το κρίσιμο χρόνο, πριν την κατάργηση των υποχρεωτικών ελαχίστων ορίων αμοιβής των μηχανικών με το άρθρο 7 του Ν. 3919/2011, η αμοιβή αυτή δεν επιτρεπόταν να είναι κατώτερη από τα ελάχιστα όρια της νόμιμης αμοιβής που καθορίζονται από τις διατάξεις του Π. Δ/τος 696/1974 “Περί αμοιβών μηχανικών διά σύνταξιν μελετών, επίβλεψιν, παραλαβήν κλπ” (ΦΕΚ Α 301), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Π.Δ/μα 515/1989 (ΦΕΚ Α 219), που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 59 του Ν. Δ/τος της 17.7/16.8.1923 “περί σχεδίων πόλεων κλπ” και του άρθρου μόνου του Ν. Δ/τος 2726/1953, το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 46 περ. δ` του Ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α 42) (ΑΠ 82/2016, ΑΠ 77/2011, ΑΠ 648/2010). Την ως άνω αμοιβή δύναται να αξιώσει είτε το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, ως υποκαθιστάμενο στα δικαιώματα του μηχανικού κατά τις διατάξεις του Β. Δ /τος 30/31.5.1956, είτε ο ίδιος ο μηχανικός (ΑΕΔ 26/1993).

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 104 παρ. 2 εδ. 1 του εν λόγω Π.Δ/τος “Δια τα ιδιωτικά έργα η πλήρης αμοιβή της μελέτης δέον να κατατίθεται, κατά τας κειμένας διατάξεις, προ της υποβολής της συνταχθείσης μελέτης προς έγκρισιν ή έκδοσιν της τυχόν απαιτουμένης αδείας”. Με την διάταξη αυτή, για την πληρωμή της αμοιβής του μηχανικού, εισάγεται παρέκκλιση από την από το άρθρο 694 ΑΚ καθιερωμένη αρχή, κατά την οποία η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται συγχρόνως με την παράδοση του έργου, και ορίζεται ότι η καταβολή της αμοιβής του μηχανικού για την εκπόνηση μελέτης προς έκδοση αδείας ανεγέρσεως οικοδομής γίνεται μόλις ολοκληρωθεί η μελέτη και πριν αυτή υποβληθεί στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία προς έκδοση της άδειας. Δεν καταβάλλεται μάλιστα αυτή (αμοιβή) στα χέρια του μηχανικού, αλλά κατατίθεται στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος για λογαριασμό του, μετά την κατάθεση δε αυτής ο μηχανικός υποβάλλει το φάκελο, μαζί με την απόδειξη προκατάθεσης της αμοιβής του, στην Πολεοδομική Υπηρεσία. Εάν δεν προσκομίσει την απόδειξη αυτή ο φάκελος θεωρείται ελλιπής και δεν επιτρέπεται να εκδοθεί άδεια.

Συνεπώς, η αμοιβή του μηχανικού είναι καταβλητέα μόλις αυτός ολοκληρώσει τη μελέτη, η ολοκλήρωση δε της παράδοσης αυτής (του έργου) γίνεται με την υποβολή της μελέτης στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία για την έκδοση της άδειας (ΑΠ 686/2007, ΑΠ 551/2007, ΑΠ 225/2003).

Αυτονόητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης αυτής είναι η εκπόνηση της μελέτης από τον μηχανικό στον οποίο είχε ανατεθεί από τον εργοδότη το έργο αυτό. Εξάλλου στη μεταξύ του εργολάβου – μηχανικού και του εργοδότη σύμβαση έργου εφαρμόζονται και οι λοιπές διατάξεις των άρθρων 681 επόμ. του ΑΚ, μεταξύ των οποίων και η διάταξη του άρθρου 686 του ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι: “Αν ο εργολάβος δεν αρχίσει εγκαίρως την εκτέλεση του έργου, ή αν, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, επιβραδύνει την εκτέλεση στο σύνολό της ή εν μέρει με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του έργου, ο εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει το χρόνο της παράδοσης του έργου. Όταν υπάρχει υπερημερία του εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα που έχει ο εργοδότης εξαιτίας της”.

Όπως προκύπτει από την άνω ρύθμιση του άρθρου 686 εδ. α` του ΑΚ για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου εκ μέρους του εργοδότη δεν απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων της υπερημερίας του εργολάβου, ούτε η ύπαρξη υπαιτιότητας του εργολάβου στην καθυστέρηση, η οποία μπορεί να οφείλεται και σε αντικειμενικές δυσχέρειες, όπως σε ευθύνη τρίτου ή ακόμη και σε ανώτερη βία. Επίσης δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεων των άρθρων 383 επ. του ΑΚ, γιατί πρόκειται για υπαναχώρηση που παρέχεται ευθέως από το νόμο και σε αυτήν εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 389 έως 396 του ΑΚ (ΑΠ 77/2011, ΑΠ 1035/2010).

Ειδικότερα επί οικοδομικού έργου, η χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη παράλειψη έκδοσης από τον εργολάβο – μηχανικό της κατά νόμο απαιτουμένης οικοδομικής αδείας για την ανέγερση της οικοδομής ή η παράλειψη αναθεώρησης αυτής, οσάκις τούτο απαιτείται, με συνέπεια την καθυστέρηση στην έναρξη ή στην ολοκλήρωση των εργασιών, παρέχει στον εργοδότη το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση έργου κατ’ εφαρμογή του εν λόγω άρθρου 686 εδ. α του ΑΚ (ΑΠ 77/2011).

Από δε τις συνδυασμένες διατάξεις των ως άνω άρθρων 686 εδ. α, 387 παρ. 2, 389 και 390 ΑΚ προκύπτει ότι, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, με την κατά τη διάταξη αυτή δήλωση του εργοδότη προς τον εργολάβο ότι υπαναχωρεί από τη σύμβαση της μίσθωσης έργου, η σύμβαση αυτή καταργείται από τη στιγμή της κατάρτισής της (
ex tunc), η νομική σχέση ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργολάβο διαλύεται αυτοδικαίως και αναδρομικά, επέρχεται απόσβεση όλων των υποχρεώσεων αυτών για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και δημιουργείται υποχρέωσή τους να αποδώσουν αμοιβαίως τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθ. 904 επ. του ΑΚ), για αιτία που έληξε (ΑΠ 997/2010, ΑΠ 1031/2004). Στην περίπτωση δε αδυναμίας της αυτούσιας απόδοσης του ληφθέντος αντικειμένου ο οφειλέτης αποδίδει το γι’ αυτό ληφθέν αντάλλαγμα. Επί παροχής έργου αντάλλαγμα είναι η κατά το χρόνο της παροχής αξία του μέρους του έργου που εκτελέστηκε και παραδόθηκε. Η αξία αυτή δεν αποτελεί αμοιβή, αλλά ωφέλεια κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ (ΑΠ 77/2011). Η δήλωση του εργοδότη ότι υπαναχωρεί από την σύμβαση είναι απρόθεσμη και δεν υπόκειται σε παραγραφή, για την εγκυρότητα δε αυτής είναι αδιάφορο αν κατά το χρόνο που αυτή έλαβε χώρα έχει εκτελεσθεί ένα μεγάλο μέρος του ανατεθέντος έργου. Είναι τελείως διαφορετικό ότι στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης έχει κατά τη διακριτική του ευχέρεια το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από το τμήμα του έργου που δεν έχει εκτελεσθεί κατά το χρόνο της υπαναχώρησης, οπότε ο εργοδότης οφείλει στον εργολάβο μόνο την αντίστοιχη αμοιβή για το μέχρι τότε εκτελεσθέν έργο με βάση τη σύμβαση (ΑΠ 1035/2010) και να μην υπαναχωρήσει από την όλη σύμβαση.

Το παρεχόμενο με το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ δικαίωμα υπαναχώρησης μπορεί να ασκηθεί και μετά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης του έργου, αν δεν πληρώθηκαν μέχρι τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης αυτού οι από το άρθρο 686 εδ.α του ΑΚ υποχρεώσεις του εργολάβου για την έγκαιρη έναρξη και για τη μη επιβράδυνση των εργασιών εκτέλεσης του έργου κατά τρόπο, που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση αυτού, αφού κατ’ εξοχή στην περίπτωση αυτή προκύπτει ότι είναι ανέφικτη η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του έργου (ΑΠ 652/2008, ΑΠ 1619/1996). Για τη θεμελίωση του προβλεπομένου από τη διάταξη του άρθρου 686 εδ. α του ΑΚ δικαιώματος υπαναχώρησης του εργοδότη από την εργολαβική σύμβαση, απαιτείται α) αντισυμβατική καθυστέρηση έναρξης της εκτέλεσης του έργου ή αντισυμβατική επιβράδυνση εκτέλεσης του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη και β) αδυναμία έγκαιρης αποπεράτωσης του έργου, εξαιτίας της καθυστέρησης έναρξης ή της επιβράδυνσης της εκτέλεσης.

Περαιτέρω στην περίπτωση που η μη έγκαιρη έναρξη του έργου ή η επιβράδυνση των εργασιών οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, τότε τα δικαιώματα του εργοδότη από την υπερημερία του εργολάβου διατηρούνται ακέραια, σύμφωνα με το εδάφιο β της πιο πάνω διάταξης του άρθρου 686 του ΑΚ και κατά συνέπεια κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 686 εδ. β, 343 παρ.2, 383, 385, 389 παρ.2 και 390 του ΑΚ ο εργοδότης μπορεί και πάλι να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση έργου (ΑΠ 1378/2010) και μάλιστα χωρίς να τάξει στον υπερήμερο εργολάβο εύλογη προθεσμία για την εκπλήρωση της παροχής, αν από την όλη στάση του τελευταίου προκύπτει ότι το μέτρο αυτό θα ήταν άσκοπο ή αν ο εργοδότης δεν έχει πλέον συμφέρον στην εκτέλεση της σύμβασης. Οι σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπαναχώρηση εκ μέρους του δικαιούχου συνιστά μονομερή απευθυντέα δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, η δε δήλωση αυτής, ρητή ή και σιωπηρά, δεν υπόκειται σε τύπο, είναι απρόθεσμη και μπορεί να γίνει και με την άσκηση αγωγής (ΑΠ 1759/2009).

Διάφορη της κατά τα ανωτέρω υπαναχώρησης συνιστά η κατά τη διάταξη του άρθρου 700 του ΑΚ καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης έργου, κατά την οποία ο εργοδότης έχει δικαίωμα μέχρι την αποπεράτωση του έργου να καταγγείλει οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο τη σύμβαση, οπότε αυτή λύεται για το μέλλον (
ex nunc), αυτός δε οφείλει να καταβάλει στον εργολάβο τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Η κρίση δε του δικαστηρίου της ουσίας ότι η δήλωση βουλήσεως του εργοδότη συνιστά υπαναχώρηση κατά το άρθρο 686 του Α.Κ. ή καταγγελία κατά το άρθρο 700 του Α.Κ. υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, με βάση τα κατ` ουσία γενόμενα δεκτά ανελέγκτως πραγματικά περιστατικά (ΑΠ 121/2014, ΑΠ 1376/2012).

Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 παρ.1 εδ. α του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται μόνο, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ’ αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2016, ΟλΑΠ 2/2013, ΟλΑΠ 7/2006). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην τελευταία δε περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικώς και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (ΑΠ 130/2016, ΑΠ 1420/2013). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά “έλλειψη αιτιολογίας”, ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της “ανεπαρκής αιτιολογία”, ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους “αντιφατική αιτιολογία” (ΟλΑΠ 1/1999). Ειδικότερα αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που αναγράφονται σε αυτήν και στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της συγκεκριμένης ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Αντίστοιχα ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι όμως όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006). Το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα δε του δικαστηρίου που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστούν παραδοχές επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν “αιτιολογία”, ώστε στο πλαίσιο της διάταξης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ να επιδέχονται μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια. Ούτε εξ άλλου ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ εξ αιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικά τα μη συνιστώντα αυτοτελείς ισχυρισμούς επιχειρήματα των διαδίκων (ΑΠ 1420/2013, ΑΠ 1703/2009, ΑΠ 1202/2008, ΑΠ 520/1995). Επί πλέον από τη διάταξη του άρθρου 561 παρ.1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας των πραγματικών περιστατικών και ιδιαίτερα του περιεχομένου εγγράφων, εφόσον δεν παραβιάσθηκαν με αυτά κανόνες ουσιαστικού δικαίου, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί, ή εφόσον η εκτίμησή τους δεν ιδρύει λόγους αναίρεσης από τους αριθμούς 19 και 20 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, είναι αναιρετικά ανέλεγκτη, ο δε αντίστοιχος λόγος αναίρεσης, από το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει ότι δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερθείσες εξαιρετικές περιπτώσεις, απορρίπτεται ως απαράδεκτος, αφού πλέον πλήττεται η ουσία της υπόθεσης που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο από το δικαστήριο του Αρείου Πάγου.

Στην προκειμένη περίπτωση, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλομένη απόφασή του δέχθηκε, μετά από εκτίμηση των προσκομισθέντων με επίκληση από τους διαδίκους αποδεικτικών στοιχείων, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα: “Δυνάμει του από 9.8.1996 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης έργου, που καταρτίσθηκε μεταξύ της εναγομένης … [ήδη αναιρεσίβλητης], που εκπροσωπείται νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονικού Δικαίου της Καθολικής Εκκλησίας, από τον Σεβασμιώτατο Φ. Π., καθολικό Επίσκοπο ………………… και των υποκαθισταμένων μελών του ενάγοντος Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος [ήδη πρώτου των αναιρεσειόντων], αρχιτέκτονος μηχανικού Σ. Ν. και πολιτικού μηχανικού Σ. Π. [ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων αντίστοιχα], η εναγομένη ανέθεσε στους υποκαθισταμένους μηχανικούς την εκπόνηση μελέτης και την επίβλεψη του έργου σχετικά με α) την ανέγερση νέας ισόγειας οικοδομής, επιφανείας 399,48 τμ και β) την αναστύλωση παλαιών κτισμάτων, ήτοι την ανακατασκευή παλαιών ερειπωμένων μοναστηριών, τα οποία είχαν παραχωρηθεί στην …, ήτοι Κτίριο διαμονής ιερέων, Πτέρυγα Μονής ………….., Κτίριο Εστιατορίου της Μονής ………………, κτίριο επονομαζόμενο ….. και Κτίριο ….., τα οποία είχαν καταστραφεί από τους σεισμούς του 1956, ώστε να λάβουν τη μορφή που είχαν στο παρελθόν, αποτελουμένων εκ δύο ορόφων, συνολικής επιφάνειας 3.736,15 τμ. Το όλο έργο θα κατασκευαζόταν επί δύο εφαπτόμενων ακινήτων ιδιοκτησίας της εναγομένης στα …, προκειμένου να στεγαστεί στο νέο κτίριο οίκος ευγηρίας. Πράγματι σε εκτέλεση της άνω σύμβασης, οι υποκαθιστάμενοι – προσθέτως παρεμβαίνοντες μηχανικοί προέβησαν στη σύνταξη όλων των απαιτουμένων μελετών (αρχιτεκτονική, θερμομόνωσης, φέροντος οργανισμού κλπ), τις οποίες υπέβαλαν στις 19.12.1996 στο Πολεοδομικό Γραφείο Θήρας προς έκδοση των απαιτούμενων οικοδομικών αδειών και επί των αιτήσεων αυτών εκδόθηκαν αντίστοιχα οι υπ’ αριθ. 50/1997 οικοδομική άδεια (για την ανέγερση του νέου ισογείου κτίσματος) και υπ’ αριθ.51/1997 (για την αναστύλωση του υπάρχοντος) οικοδομική άδεια. Περαιτέρω απεδείχθη ότι η εναγομένη, δυνάμει προφορικής συμβάσεως έργου ανέθεσε την επίβλεψη και τον συντονισμό του όλου έργου στον πολιτικό μηχανικό Ά. Δ., ενώ στη συνέχεια δημοπράτησε το όλο έργο, την ανέγερση του οποίου ανέλαβε ο εργολάβος Π. Ο. δυνάμει των από 5.11.1999, 15.11.2001 και 5.11.2002 ιδιωτικών συμφωνητικών, το πρώτο εκ των οποίων αφορούσε την εκτέλεση του έργου των χονδροκατασκευών στα κτίρια των Ιερέων και της πρώην Σχολής [ενν. Μονής] ……, το δεύτερο στην εκτέλεση του έργου των χονδροκατασκευών στα κτίρια …., …. και …. και το τρίτο την εκτέλεση του πρόσθετου έργου κατασκευής οροφής τραπεζαρίας, ευρισκομένης στο Κτίριο του Μαγειρείου. Στα ανωτέρω ιδιωτικά συμφωνητικά, τα οποία υπογράφηκαν για λογαριασμό της εναγομένης, από τον τοπικό ιερέα Ν. Κ., καθοριζόταν ο ακριβής χρόνος παραδόσεως του κάθε επί μέρους έργου, ενώ σε περίπτωση υπερημερίας του εργολάβου, προβλεπόταν η εκ μέρους του καταβολή χρηματικού ποσού ως ποινικής ρήτρας, καθώς και δυνατότητα της εναγομένης να τον κηρύξει έκπτωτο. Έτσι με βάση το από 5.11.1999 ιδιωτικό συμφωνητικό το κτίριο των Ιερέων έπρεπε να παραδοθεί στις 25.1.2000, το κτίριο των …… στις 25.2.2000, με βάση το από 25.11.2001 ιδιωτικό συμφωνητικό το κτίριο του …… έπρεπε να παραδοθεί στις 25.1.2002, το κτίριο του …….. στις 25.2.2002, το κτίριο του …. στις 25.1.2002 και τέλος, με το από 5.11.2002 ιδιωτικό συμφωνητικό ο όροφος τραπεζαρίας έπρεπε να παραδοθεί στις 5.5.2003. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης των άνω οικοδομικών αδειών η εντολή του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης Επισκόπου Φ. Π. προς τους δύο υποκαθισταμένους μηχανικούς ήταν η ταχεία εκτέλεση του έργου στα πλαίσια της νομιμότητας, λόγω της διαφύλαξης του κύρους της Καθολικής Εκκλησίας στο νησί της …. Περί αυτής της εντολής είναι ενδεικτική η από 25.8.1997 επιστολή του άνω Επισκόπου προς το τεχνικό γραφείο της Σ. Ν., στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει ” … η έκπληξή μου είναι μεγάλη, όταν μου παρουσιάσατε σχέδια εφαρμογής που δεν ήταν εγκεκριμένα … κάθε αλλαγή στην εκτέλεση των εγκεκριμένων σχεδίων μπορεί να θεωρηθεί παράβαση … από την πλευρά μας δεν θέλουμε να δίνουμε αφορμές για το παραμικρό.” Στη συνέχεια, απεδείχθη ότι κατά τη διάρκεια των εκσκαφών προέκυψαν διάφοροι μη προβλεπτοί παράγοντες και δη ανακαλύφθηκαν υπόσκαφες στοές στο υπέδαφος της θεμελιώσεως των κτιρίων, υδαταποθήκες και χαλαρότητα του εδάφους επί των οποίων είχαν θεμελιωθεί τα παλαιά κτίρια, με αποτέλεσμα να απαιτούνται νέες μελέτες προς αντιμετώπιση των ευρημάτων και αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, προκειμένου να αναπροσαρμοστούν οι νέες κατασκευές με τα δεδομένα αυτά. Κατόπιν αυτών η εναγομένη έδωσε εντολή στους υποκαθιστάμενους μηχανικούς να προβούν σε αναθεώρηση των αδειών, με εκπόνηση νέων μελετών, ώστε να συνεχιστεί και να περατωθεί νομίμως το όλο έργο. Εξάλλου, απεδείχθη ότι οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί κατέθεσαν στο Πολεοδομικό Γραφείο … τις με αριθ. πρωτ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεις για την αναθεώρηση των υπ’ αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών, χωρίς παράλληλα να επισυνάψουν στις αιτήσεις αυτές τα σχετικά σχέδια και μελέτες που απαιτούνταν για την έγκριση των αναθεωρήσεων, αφού αυτοί δεν είχαν εκπονήσει οριστικά σχέδια, αλλά ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών προέβαιναν σε συνεχείς αλλαγές και μετατροπές των σχεδίων και μελετών τους. Οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί σχετικά με το ζήτημα της υποβολής των μελετών ισχυρίζονται ότι οι μελέτες και τα σχεδιαγράμματα υποβλήθηκαν μαζί με τις αιτήσεις, πλην όμως οι αναθεωρήσεις των αδειών δεν εγκρίθηκαν, λόγω της άρνησης της εναγομένης να καταβάλει στην Τράπεζα και στα αρμόδια Ταμεία τις από το νόμο προβλεπόμενες αμοιβές τους και σε κάθε περίπτωση είχαν παραδώσει στην εναγομένη τα νέα σχέδια και τις μελέτες τους, ενώ αντίθετα η εναγομένη ισχυρίζεται ότι ουδέποτε κατατέθηκαν στην Πολεοδομία …. οι μελέτες με τα σχεδιαγράμματα, ούτε παραδόθηκαν σε αυτήν σχέδια και μελέτες, ότι το έργο παρουσίασε σημαντικές καθυστερήσεις και η συνέχιση του έργου, λόγω μη έγκρισης των αναθεωρήσεων αυτών, κατέστησε το έργο αυθαίρετο, σε αντίθεση με όσα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών τόσο ως προς το χρόνο ολοκλήρωσης του έργου αλλά και ως προς τη νομιμότητά του. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών περί υποβολής των μελετών στην Πολεοδομία και περί παράδοσής τους στην εναγομένη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον σχετικοί φάκελοι με μελέτες και σχεδιαγράμματα δεν βρέθηκαν στην Πολεοδομία …., παρά τον μεταγενέστερο έλεγχο που συνέβη και το Δικαστήριο κρίνει ότι οι φάκελοι δεν βρέθηκαν για το λόγο ότι ουδέποτε είχαν υποβληθεί μαζί με τις αιτήσεις. Η κρίση του Δικαστηρίου περί των ανωτέρω ενισχύεται: α) από την από 11.11.2004 επιστολή του γενικού επιβλέποντος το έργο πολιτικού μηχανικού Α. Δ. προς την εναγομένη, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει εννέα μήνες μετά την υποτιθέμενη κατάθεση των φακέλων “… από την αρχιτέκτονα Σ. Ν. ετοιμάζονται τα σχέδια για την αναθεώρηση ή την ενημέρωση των φακέλων των αδειών κατά περίπτωση”, απ’ όπου με σαφήνεια προκύπτει ότι σχέδια για αναθεώρηση των αδειών δεν είχαν υποβληθεί. Η ενημέρωση των φακέλων αφορά διάφορα άλλα έγγραφα, αλλά όχι τις αρχικές μελέτες για αναθεώρηση των αδειών. Μάλιστα ο Ά. Δ. στην ανωτέρω επιστολή του παραδέχεται ότι οι εργολάβοι λόγω της απασχόλησής του[ς] και με άλλα έργα στο νησί δεν μπόρεσαν ν’ ανταποκριθούν στην έγκαιρη εκτέλεση του έργου, με αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις και επιβάρυνση του κόστους, η δε εκπόνηση νέων μελετών δεν έγινε για να μην καθυστερήσει περαιτέρω το έργο και προτιμήθηκε το έργο να προχωρήσει με παροχή τμηματικών οδηγιών στους εργολάβους, β) από την από 19.2.2006 επιστολή του ίδιου πολιτικού μηχανικού Α. Δ. προς τον Επίσκοπο Φ. Π., στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει “…Σας έχω ενημερώσει ότι μέχρι σήμερα οι αναθεωρήσεις των μελετών δεν έχουν συντελεστεί και ότι οι μελέτες ανασυντάσσονταν συνεχώς ανάλογα με τα ευρήματα που ανέκυπταν σε κάθε κτίριο και επέβαλλαν κάθε φορά διαφορετικές αλλαγές στη λειτουργία, άρα και στο περιεχόμενο των κτιρίων… “, απ’ όπου με σαφήνεια προκύπτει ότι δεν υπήρχαν μελέτες που είχαν υποβληθεί τον Φεβρουάριο του 2004, γιατί αυτές άλλαζαν ανάλογα με τα ευρήματα των εκσκαφών, γ) από την από 15.5.2013 εισηγητική έκθεση της αρχιτέκτονος μηχανικού Φ. Π. – Π. ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, στην οποία αναγράφονται οι πειθαρχικές παραβάσεις των υποκαθισταμένων μηχανικών και πιο συγκεκριμένα η εκ των υστέρων εκπόνηση των σχεδιαγραμμάτων (το έτος 2006) αντί του έτους 2004, σε συνδυασμό με την παραβίαση των πολεοδομικών διατάξεων, λόγω συνέχισης οικοδομικών εργασιών χωρίς αναθεώρηση της άδειας. Σημειώνεται ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο με την υπ’ αριθμ. 49/2013 απόφασή του αποφάσισε τη θέση στο αρχείο της υπόθεσης, λόγω παραγραφής, δ) από το πόρισμα της διενεργήσασας την ΕΔΕ στην Πολεοδομία Θήρας σχετικά με την απώλεια των φακέλων αναθεώρησης Α. Συμεοπούλου, στο οποίο, αφού έγινε εξέταση των υπαλλήλων της Πολεοδομίας σχετικά με την απώλεια φακέλων, διαπιστώνεται ότι η λειτουργία της Υπηρεσίας αυτής ήταν εντελώς ανεπαρκής, αφού δεν γινόταν προέλεγχος των εισερχομένων εγγράφων, δεν γινόταν έλεγχος των συνημμένων αν υπάρχουν ή όχι, δεν χρεώνονταν από τον Προϊστάμενο οι φάκελοι ώστε να υπάρχει υπάλληλος υπεύθυνος για κάθε φάκελο, ενώ οι φάκελοι διακινούνταν από τους ιδιώτες μηχανικούς κατά βούληση. Μάλιστα από την αρμόδια υπάλληλο του πρωτοκόλλου Συριανού και τον Προϊστάμενο …………., προέκυψε ότι ήταν δυνατή η υποβολή μόνο αιτήσεων χωρίς φακέλους, ενώ όσες είχαν συνημμένα φακέλους διακινούνταν από τους ιδιώτες μηχανικούς. Το συμπέρασμα της ΕΔΕ είναι ότι υπάρχουν τρεις εκδοχές για τη μη ανεύρεση των φακέλων. Ή δεν κατατέθηκαν ποτέ σχέδια αναθεώρησης παρά μόνο αιτήσεις, ή αυτά τα υπεξαίρεσε η Καθολική Εκκλησία μέσω των συμβούλων της ή αυτά παράπεσαν και χάθηκαν, ε) από την πρώτη σελίδα της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα Γ. Κ., όπου υπό τον τίτλο, σύντομο ιστορικό του έργου, αναφέρει μεταξύ άλλων “…Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 12.11.2009 στο ΤΕΕ, παρουσία των δικηγόρων του ΤΕΕ, των μηχανικών και του πραγματογνώμονα, ο Σ. Π. και οι δικηγόροι του παρείχαν τη διαβεβαίωση ότι έχουν τα σχέδια και τις μελέτες αναθεώρησης και δεσμεύτηκαν να τις χορηγήσουν στην Καθολική Επισκοπή εντός προθεσμίας 3 – 4 ημερών. Ο Σ. Π. μάλιστα προθυμοποιήθηκε να φωτοτυπήσει τις μελέτες και τα σχέδια και να τα χορηγήσει στην Καθολική Επισκοπή, πλην όμως μετά πάροδο 15 ημερών δεν είχε λάβει η Επισκοπή τα αντίγραφα και ο εκπρόσωπός της ζήτησε να καθορισθεί ημερομηνία παραλαβής των αντιγράφων, τα οποία τελικά ουδέποτε παραδόθηκαν”. Από την άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης σαφώς προκύπτει ότι οι φάκελοι των αναθεωρήσεων δεν είχαν παραδοθεί ποτέ στην εναγομένη μέχρι το 2009, όπου και αυτή αναζητούσε τις μελέτες, οι οποίες παρά την υπόσχεση του υποκαθισταμένου μηχανικού δεν χορηγήθηκαν, στ) από την από 2.3.2006 επιστολή του Επισκόπου Φ. Π. προς τον γενικό επιβλέποντα το έργο Α. Δ., στον οποίο ο ανωτέρω νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης παραπονείται ότι “…από το καλοκαίρι του 2003 ζητώ μία ολοκληρωμένη σειρά σχεδίων για να ζητήσω μία επιχορήγηση είτε από κάποιο κρατικό φορέα, είτε από κάποιον Οργανισμό της Καθολικής Εκκλησίας … πρέπει να τακτοποιηθούν όλα τα νομικά θέματα που εκκρεμούν ώστε η οικοδομή να είναι νόμιμη σε όλα, πρέπει να πάρουμε αναθεώρηση της άδειας … θέλω να μου παρουσιάσετε τις τεχνικές μελέτες, οι οποίες υπάρχουν, σύμφωνα με όσα μου έγραψες, αλλά δεν τις είδα ποτέ”. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από το υπ’ αριθ. 3581/2008 έγγραφο της Πολεοδομίας …, στο οποίο αναγράφεται ότι “Σε απάντηση του σχετικού, σας γνωρίζουμε ότι ύστερα από έλεγχο στο πρωτόκολλο της Υπηρεσίας μας, έχουν κατατεθεί φάκελοι αναθεώρησης με αριθ. πρωτ. 405 και 406/27.2.2004 …”, καθόσον η συντάξασα το έγγραφο αυτό Μ. Κ. στην άνω ΕΔΕ κατέθεσε ότι το έγγραφο αυτό εξεδόθη χωρίς να γίνει ιδιαίτερη έρευνα στο αρχείο της υπηρεσίας, απλά με την επίδειξη του βιβλίου του πρωτοκόλλου, ούτε από το υπ’ αριθμ. 840/7.4.2009 έγγραφο της Πολεοδομίας, στο οποίο αναγράφεται ότι “… κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης, που φαίνεται να μην έχουν χρεωθεί για ενέργειες σε κάποιον υπάλληλο της πολεοδομίας…”, αφού όπως εκτέθηκε ήταν δυνατή η κατάθεση μόνο αίτησης και η διακίνηση των φακέλων γινόταν από τους ιδιώτες μηχανικούς κατά τρόπο αντιδεοντολογικό, σύμφωνα με την ανωτέρω ΕΔΕ. Ομοίως δεν αναιρούνται από το υπ’ αριθμ. 3478/4.11.2010 έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Θήρας, το οποίο αναφέρεται ότι έχουν κατατεθεί αιτήσεις ανασύστασης φακέλων και δεν αφορά στους φακέλους που δεν έχουν ανευρεθεί, ούτε από το υπ’ αριθμ 1489/2009 και 1451/2009/14.7.2009 έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Θήρας, στο οποίο αναγράφεται ότι έχουν κατατεθεί στην Πολεοδομία αιτήσεις και αναγράφει επιπλέον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την έκδοση οικοδομικής αδείας, αλλά ούτε και από το υπ’ αριθμ. 35/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, που απεφάνθη να μην γίνει κατηγορία κατά των υποκαθισταμένων μηχανικών για απόπειρα απάτης στο Δικαστήριο, αφού αυτό δεν έκρινε επί της ουσίας της υπόθεσης, αλλά μόνο επί εσφαλμένης εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 386 ΠΚ σχετικά με ασάφειες του προσβαλλομένου υπ’ αριθμ. 45/2014 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημ/κών Νάξου. Επιπλέον η κατάθεση της συνεργάτιδος της Σ. Ν. Χ. Κ. στην υπ’ αριθμ, 2425/2010 ένορκη βεβαίωση της περί παράδοσης φακέλων των αναθεωρήσεων στον ιερέα Ν. Κ. δεν κρίνεται πειστική, αφού έρχεται σε αντίθεση με όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία και δόθηκε πολύ αργότερα (6 έτη μετά την υποτιθέμενη παράδοση των φακέλων προς διευκόλυνση της συνεργάτιδός της μηχανικού. Επομένως με βάση όλα τα ανωτέρω εκτεθέντα, σαφώς προκύπτει ότι οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί ουδέποτε κατέθεσαν ολοκληρωμένες και πλήρεις μελέτες για την αναθεώρηση των άνω οικοδομικών αδειών, ούτε βεβαίως είχαν παραδώσει τέτοιες μελέτες στον Επίσκοπο Φ. Π., αλλά αντίθετα αυτοί εκτελούσαν το έργο με αργούς ρυθμούς, παρά τα προβλήματα τεχνικής φύσεως που είχαν ανακύψει, και έδιναν εντολές στον εργολάβο ………….. για συνέχιση εργασιών με μελέτες και οδηγίες που διαρκώς μεταβάλλονταν, όπως στην ανωτέρω επιστολή του ανέφερε ο Ά. Δ.. Περαιτέρω, πλήρως απεδείχθη ότι το έργο καθυστέρησε χωρίς υπαιτιότητα της εναγομένης, και παρά το γεγονός ότι μέχρι και το τέλος περίπου του έτους 2004 είχε καταβάλει για την ολοκλήρωση του έργου ένα σημαντικό ποσό και επιθυμούσε την ολοκλήρωσή του. Η καθυστέρηση αυτή φαίνεται και στην από 2.12.2002 επιστολή του Φ. Π. προς τον Ά. Δ., όπου αναφέρει ότι “πέρασε ένας χρόνος από τότε που ανακαλύψατε τη ρωγμή του εδάφους και έπρεπε να κάνετε μετατροπές. Ο δον Ν. με πληροφορεί ότι οι εργασίες έχουν σταματήσει και περιμένουν σχέδιο …”. Εξάλλου απεδείχθη ότι από τον Φεβρουάριο του 2004, οπότε υποβλήθηκαν οι ως άνω αιτήσεις αναθεώρησης, μέχρι το τέλος του 2004, οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί συνέχισαν τις εργασίες, χωρίς εμπεριστατωμένη μελέτη, αλλά με συνεχώς μεταρρυθμιζόμενα σχέδια και χωρίς ν’ αναμένουν την αναθεώρηση των αδειών, ώστε η όλη οικοδομή να είναι [ενν. μη] νόμιμη, παρά τη ρητή εντολή της εναγομένης περί τήρησης της νομιμότητας εκ μέρους της. Περί τα τέλη του 2004 οι σχέσεις των δύο πλευρών κλονίσθηκαν, λόγω του αργού ρυθμού των εργασιών, σε συνδυασμό με το αυξημένο κόστος κατασκευής για το [ενν. έργο των] εκσκαφών, για το οποίο υπήρξαν αντιρρήσεις της εναγομένης, αλλά και της μη αναθεώρησης των αδειών για να προχωρήσει το έργο νόμιμα. Τα ανωτέρω τα δέχεται ακόμα και ο εξετασθείς στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο μάρτυς του ενάγοντος Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε μεταξύ άλλων ότι “… Τον Οκτώβρη 2004 η εναγομένη σταμάτησε να τους πληρώνει… Η Καθολική Επισκοπή ισχυριζόταν ότι οι τιμές των εκσκαφών ήταν μεγαλύτερες από αυτές που η ίδια είχε βρει…”. Ο επίσκοπος Φ. Π., προκειμένου να διαπιστώσει εάν οι παραπάνω υποψίες του ήταν βάσιμες και κυρίως εάν τηρήθηκε η νομιμότητα σε σχέση με τα προβλεπόμενα στις υπ’ αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικές άδειες, απευθύνθηκε περί το Νοέμβριο του 2005 σε ομάδα εμπειρογνωμόνων, τελούσα υπό τη καθοδήγηση του Ι. Σ., αρχιτέκτονα – μηχανικού και μέλη τους μηχανικούς Σ. Π. – Φ. και Ε. Κ., η ομάδα δε αυτή, αφού μελέτησε τους φακέλους των υπ’ αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών, έκανε αυτοψία του χώρου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η “νέα ισόγειος οικοδομή” διέφερε από την εγκεκριμένη με την υπ’ αριθ. 50/1977 οικοδομική άδεια ως προς τη θέση του κτιρίου, τις διαστάσεις και το εμβαδόν, το σχήμα και τις πλάγιες αποστάσεις, με αποτέλεσμα το κτίριο να καθίσταται εξ ολοκλήρου αυθαίρετο. Οι ανωτέρω αυθαίρετες κατασκευές επιβεβαιώνονται από την υπ’ αριθ. πρωτ. 2255/2010 έκθεση αυτοψίας της Πολεοδομίας, όπου εμφαίνονται οι οικοδομικές δραστηριότητες καθ’ υπέρβαση των οικοδομικών αδειών κατά παράβαση του άρθρου 22 ΓΟΚ και επιβάλλεται στην εναγομένη πρόστιμο ανέγερσης 314.734,40 ευρώ, καθώς και ετήσιο πρόστιμο διατήρησης 157.008,68 ευρώ. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και η πραγματογνωμοσύνη του Γ. Κ., κατά την οποία παρατηρήθηκαν υπερβάσεις των οικοδομικών αδειών για λόγους ασφαλούς έδρασης του ακινήτου. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών – προσθέτως παρεμβαινόντων ότι η αναθεώρηση των οικοδομικών αδειών δεν εκδόθηκε, λόγω της μη καταβολής της αμοιβής τους από την εναγομένη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η αναθεώρηση των οικοδομικών εργασιών δεν έγινε ποτέ λόγω μη υποβολής των μελετών και σε κάθε περίπτωση αυτοί, ως μηχανικοί, όφειλαν να μην προβούν σε παράβαση του άρθρου 22 του ΓΟΚ, δημιουργώντας αυθαίρετες κατασκευές, αλλά όφειλαν πρώτα να λάβουν την αναθεώρηση των αδειών και κατόπιν να προχωρήσουν την κατασκευή του οικοδομήματος, επί πλέον δε, είναι παράλογο να έχει ήδη ξοδευτεί ένα πολύ μεγάλο ποσό για την μέχρι τότε εκτέλεση του έργου από την εναγομένη, η οποία επιθυμούσε διακαώς την αποπεράτωσή του και την τήρηση της νομιμότητας και να μην καταβάλλει το απαιτούμενο για την έκδοση των αναθεωρήσεων ποσό αμοιβής τους. Μετά τη διαπίστωση εκ μέρους της εναγομένης των αυθαίρετων κατασκευών του ακινήτου, παρά τη ρητή εντολή της για το αντίθετο, της καθυστέρησης των εργασιών και του αυξημένου κόστους, για το οποίο ο επιβλέπων μηχανικός δεν έδωσε λύση, η εναγομένη αποφάσισε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, αποστέλλοντας στους υποκαθιστάμενους μηχανικούς την από 16.2.2008 δήλωση υπαναχώρησης που κοινοποιήθηκε σ’ αυτούς στις 14.3.2008 (βλ. υπ’ αριθμ. …70/14.3.2008 και ….798/3.3.2008 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητριών στο Πρωτοδικείο Νάξου και Αθηνών αντίστοιχα Ι. Φ. και Ο. Δ.). Στις ανωτέρω δηλώσεις υπαναχώρησης η εναγομένη εκθέτει ότι υπαναχωρεί των συμβάσεων, λόγω καθυστέρησης του έργου (όφειλε να έχει αποπερατωθεί τον Φεβρουάριο του 2002), για το οποίο δεν είχαν συνταχθεί τα κατάλληλα σχέδια, ούτε έχουν παραδοθεί σ’ αυτήν. Η άνω υπαναχώρηση της εναγομένης, η οποία δεν συνιστά την εκ του άρθρου 700 ΑΚ προβλεπομένη καταγγελία, έχει ως αποτέλεσμα την αναδρομική λύση της σύμβασης και την υποχρέωση απόδοση[ς] των εκατέρωθεν παροχών, που τυχόν έχουν εκτελεσθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών – προσθέτως παρεμβαινόντων περί καταχρηστικότητας της άνω υπαναχώρησης, που καθ’ υποφοράν εκθέτουν στην αγωγή τους, αλλά και με τις προτάσεις τους σε αντίκρουση της προβληθείσας από την εναγομένη ένστασης υπαναχώρησης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι πλήρως απεδείχθη ότι οι εναγόμενοι [ενν. οι προσθέτως παρεμβαίνοντες] αθέτησαν τη συμβατική τους υποχρέωση έγκαιρης αποπεράτωσης του έργου, έστω και αν αυτό δεν οφείλεται σε αποκλειστικό πταίσμα τους, δεν συνέταξαν και ουδέποτε παρέδωσαν στην εναγομένη ολοκληρωμένα τοπογραφικά και μελέτες αναθεώρησης των άνω οικοδομικών αδειών, επί πλέον δε κατέστησαν την εναγομένη κύριο αυθαίρετου κτίσματος με κίνδυνο επιβολής σ’ αυτήν σημαντικών προστίμων. Επομένως η εναγομένη δεν έχει υποχρέωση από τη σύμβαση έργου προς καταβολή της αμοιβής των άνω μηχανικών (που περιλαμβάνει εκτός από την αμοιβή για τις μελέτες, την αμοιβή για την επίβλεψη και την επιμέτρηση του έργου) λόγω της υπαναχώρησής της, αυτοί δε έχουν αξίωση για αμοιβή μόνο από το άρθρο 904 ΑΚ για την ωφέλεια που αποκόμισε η εναγομένη για το τμήμα του έργου που εκτελέσθηκε υπό την επίβλεψή τους μέχρι την υπαναχώρηση και μπορεί να χρησιμοποιηθεί νόμιμα. Ενόψει όλων αυτών η υπό κρίση αγωγή, με την οποία οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί επιδιώκουν την είσπραξη της αμοιβής τους με βάση τη σύμβαση έργου, που κατήρτισαν με την εναγομένη είναι απορριπτέα ως αβάσιμη. Σημειώνεται ότι επί όμοιας αγωγής του γενικού επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ. κατά της εναγομένης, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 105/2013 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αιγαίου (έχει ήδη εκδοθεί εισήγηση του Εισηγητή Αρεοπαγίτη περί απόρριψης αιτήσεως αναιρέσεως κατ’ αυτής, αλλά δεν προσκομίζεται απόφαση του Αρείου Πάγου), η οποία έκρινε ότι δεν παραδόθηκαν μελέτες με τις αιτήσεις αναθεώρησης των οικοδομικών αδειών και νομίμως υπαναχώρησε από τη σύμβαση η εναγομένη. Είναι βέβαια αληθές ότι οι ως άνω υποκαθιστάμενοι μηχανικοί αθωώθηκαν κατά πλειοψηφία αμετάκλητα με την υπ’ αριθ. 128/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημ/των Αιγαίου για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, που αφορούσε την κατάθεση φακέλων στην Πολεοδομία, πλην όμως από την άνω αθωωτική γι’ αυτούς απόφαση δεν δημιουργείται για την εναγομένη δεσμευτικό για το παρόν πολιτικό Δικαστήριο δεδικασμένο (ΑΠ 874/2015 δημ. ΝΟΜΟΣ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται με την παρούσα, δεν έσφαλλε κατ’ αποτέλεσμα και συνεπώς οι λόγοι έφεσης του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και των προσθέτως παρεμβαινόντων μηχανικών και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης περί επιδίκασης αμοιβής για την επίβλεψη και τις επιμετρήσεις, καθώς και περί επιδίκασης αμοιβής για τη μελέτη των σχεδίων λόγω παράδοσής τους στην εναγομένη και υποβολής τους στην Πολεοδομία, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι”. Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμες κατ’ ουσία α) την από 8.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 23/11.7.2011 έφεση του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία “ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ”, ως κατά νόμο υποκατάστατου για την καταβολή της οφειλομένης σε μηχανικούς αμοιβής, β) την από 7.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 24/11.7.2011 έφεση των προσθέτως παρεμβάντων μηχανικών υπέρ του άνω ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. και ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων και γ) τους με ίδιο δικόγραφο ασκηθέντες πρόσθετους λόγους έφεσης των ως άνω εκκαλούντων – προσθέτως παρεμβάντων, τις οποίες συνεκδίκασε, κατά της οριστικής απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, επικυρώνοντας έτσι την ομοίως κατ’ αποτέλεσμα αποφανθείσα με (εν μέρει) διαφορετική αιτιολογία ως άνω οριστική απόφαση, της οποίας αντικατέστησε κατά το άρθρο 534 του ΚΠολΔ τις αιτιολογίες.

Με την κρίση του αυτή το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου τις διατάξεις των άρθρου 681, 686 εδ. α, 389 παρ.2 αναλόγως εφαρμοζομένη, 694 του ΑΚ και 104 παρ.2 του Π.Δ/τος 696/1974, τις οποίες αντιθέτως ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθώς δεν εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 700 του ΑΚ που δεν ήταν εφαρμοστέα στην ένδικη υπόθεση, παραλλήλως δε διέλαβε πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις ή ενδοιαστικές κρίσεις αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, σχετικά με την έλλειψη υποχρέωσης καταβολής αμοιβής εκ μέρους της αναιρεσίβλητης … προς το πρώτο των αναιρεσειόντων Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, ως εκ του νόμου υποκατάστατο των δεύτερης και τρίτου αναιρεσειόντων μηχανικών, με βάση την επικαλουμένη από αυτούς σύμβαση έργου, καθότι, κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης, ως προς μεν την ανάθεση της εκπόνησης της μελέτης αναθεώρησης των εκδοθεισών με αριθ. 50 και 51/1997 αδειών οι δεύτερος και τρίτη των αναιρεσειόντων ουδέποτε προέβησαν στην εκπόνηση των οριστικών σχεδίων και μελετών αναθεώρησης των πιο πάνω αδειών, ούτε παρέδωσαν αυτά ποτέ στην αναιρεσίβλητη ή συνυπέβαλλαν αυτά με τις με αριθ. 405 και 406/24.2.2002 αιτήσεις αναθεώρησης προς το Πολεοδομικό Γραφείο … και κατά συνέπεια δεν δικαιούνται να λάβουν αμοιβή για το έργο αυτό, ως προς δε την επίβλεψη και επιμέτρηση του κατασκευαζομένου οικοδομικού έργου η εργοδότρια … νομίμως υπαναχώρησε της (όλης) σύμβασης έργου για τους εκτιθέμενους στην προσβαλλόμενη απόφαση λόγους πριν την ολοκλήρωσή του και αφού είχε προ πολλού παρέλθει ο συμβατικός χρόνος ολοκλήρωσης των οικοδομικών εργασιών. Ειδικότερα: Α) με τον από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ τέταρτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 104 παρ.2 του Π.Δ/τος 696/1974, καθότι, όπως προέκυψε από το αποδεικτικό υλικό, οι δεύτερος και τρίτος εξ αυτών εκπόνησαν τις αναγκαίες μελέτες για την αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, παρέδωσαν αυτές στην αναιρεσίβλητη … που έλαβε γνώση του περιεχομένου αυτών και υπέβαλαν αυτές στην Πολεοδομία …. με τις αιτήσεις αναθεώρησης, η δε σχετική διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε λόγω της άρνησης της αναιρεσίβλητης να προβεί στην πληρωμή της αμοιβής τους που κατέστησε μη δυνατή τη συμπλήρωση των οικείων φακέλων και ότι σε κάθε περίπτωση δικαιούνται αμοιβής για την εκπόνηση των μελετών, καθότι εκπόνησαν αυτές. Ο λόγος αυτός πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, που επί της ουσίας δέχθηκε τ’ αντίθετα (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Β) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια της ύπαρξης αντιφατικών αιτιολογιών μεταξύ της παραδοχής της προσβαλλόμενης απόφασης ότι δεν συντάχθηκαν μελέτες για την αναθεώρηση των αδειών και της παραδοχής ότι κατασκευάσθηκαν αυθαίρετα οικοδομήματα, στα οποία όφειλαν να μην προβούν οι δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων, παραβιάζοντας έτσι τον ΓΟΚ. Μεταξύ των εν λόγω παραδοχών δεν υφίσταται αντίφαση, διότι ακριβώς οι διενεργούμενες οικοδομικές εργασίες, παρά την παράλειψη έκδοσης της τυχόν απαιτουμένης αδείας αναθεώρησης, επάγονται εκ του πράγματος την κατασκευή αυθαιρέτου οικοδομής, εφόσον η τελευταία οικοδομείται κατά παρέκκλιση των όρων της αρχικά εκδοθείσας οικοδομικής άδεια ή μετά την λήξη αυτής. Ούτε άλλωστε η προσβαλλομένη απόφαση όφειλε για την επάρκεια της αιτιολογίας της να διαλάβει περαιτέρω παραδοχές περί της δυνατότητας ή μη νομιμοποίησης των εν λόγω αυθαιρέτων κατασκευών εκ μέρους της αναιρεσίβλητης και τελικά περί της νομιμοποίησης ή μη αυτών από την αναιρεσίβλητη, για την ολοκλήρωση του ανατεθέντος από την τελευταία σε αυτούς έργου. Κατά συνέπεια ο περί του αντιθέτου πέμπτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Γ) Με τον από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ έκτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι με το να δεχθεί ότι οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων οφείλονταν (και) σε άλλους παράγοντες, όπως στις ενέργειες του επιβλέποντος αυτούς μηχανικού Ά. Δ. και όχι (μόνο) σε δική τους αποκλειστική υπαιτιότητα, παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 686 και 700 του ΑΚ. Σε συνάρτηση και σε συνάφεια με τον λόγο αυτό, με τον τέταρτο από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρόσθετο λόγο αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες διαλαμβάνουν σε αυτόν ότι η επιβράδυνση της εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών δεν οφειλόταν στη μη εκπόνηση των σχεδίων από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων για την αναθεώρηση των αδειών, αλλά σε καθυστερήσεις στην ανακατασκευή των ερειπομένων μοναστηριών και την κατασκευή του νέου κτηρίου από τον εργολάβο Π. Ο., ως και στις αναγκαίες τροποποιήσεις των αρχικών σχεδίων που απαιτούσε ο γενικός επιβλέπων το έργο Ά. Δ., μηχανικός, τον οποίο είχε ορίσει η αναιρεσίβλητη, με συνέπεια, με βάση την αρχή της σχετικότητας των ενοχών, η αναιρεσίβλητη να μην έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει κατά το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ από τη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση έργου, εξαιτίας των καθυστερήσεων αυτών στην εκτέλεσή του. Συνακόλουθα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με το να κρίνει νόμιμη την από 16.2.2018 υπαναχώρηση, παραβίασε τη διάταξη αυτή, υποπίπτοντας στην από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια. Περαιτέρω ισχυρίζονται στον ίδιο πρόσθετο αναιρετικό λόγο ότι με το ν’ αναφερθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στις ρυθμίσεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού παραβίασε εκ πλαγίου τη διάταξη του άρθρου 904 του ΑΚ. Τέλος προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ ίδιο (τέταρτο) πρόσθετο αναιρετικό λόγο την περαιτέρω πλημμέλεια ότι η προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνει ανεπαρκείς αιτιολογίες, καθότι μέχρι την υπαναχώρηση (16.2.2008) δεν είχε επιληφθεί των αυθαιρεσιών η πολεοδομία, την εμπλοκή της οποίας προκάλεσε η ίδια η αναιρεσίβλητη, και έτσι το έργο δεν είχε κριθεί μέχρι τότε αυθαίρετο, ούτως ώστε να δικαιολογείται η υπαναχώρηση, πέραν του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν καθορίζει το τμήμα του κατασκευασθέντος έργου που είχε κριθεί αυθαίρετο. Οι λόγοι αυτοί δεν είναι βάσιμοι. Και τούτο διότι αφενός μεν κατά το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ η επιβράδυνση στην εκτέλεση του έργου και μάλιστα πέραν των χρονικών ορίων που συμφωνήθηκαν για την περάτωσή του συνιστά αντικειμενικό λόγο που δικαιολογεί την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης εκ μέρους του εργοδότη, ανεξαρτήτως του εάν η επιβράδυνση αυτή οφείλεται σε υπαιτιότητα τρίτων προσώπων (ακόμη και αποκλειστική) ή σε λόγους ανωτέρας βίας, υπό τον όρο να μην ευθύνεται για την επιβράδυνση αυτή ο εργοδότης [τοιαύτη ευθύνη για την καθυστέρηση εκ μέρους της αναιρεσίβλητης δεν δέχθηκε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι συνέτρεξε], αφετέρου δε κατά το εδάφιο β της ίδιας διάταξης σε περίπτωση υπαίτιας εκ μέρους του εργολάβου μηχανικού επιβράδυνσης ο εργοδότης δικαιούται και πάλι να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και μάλιστα χωρίς ν’ απαιτείται να θέσει προηγουμένως εύλογη προθεσμία για την ολοκλήρωση του έργου, εάν το μέτρο αυτό θα ήταν όλως άσκοπο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μακροχρόνιας, ως εν προκειμένω, διακοπής της συνέχισης των οικοδομικών εργασιών [τοιαύτη συνυπαιτιότητα για την καθυστέρηση εκ μέρους της δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων δέχθηκε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι συνέτρεξε]. Δεν απαιτείτο δε για την εγκυρότητα της υπαναχώρησης να έχουν χαρακτηρισθεί κατά το χρόνο αυτής με πράξη της αρμόδιας διοικητικής αρχής αυθαίρετες οι γενόμενες από τον Π. Ο. κατασκευές, που έλαβαν χώρα υπό την επίβλεψη και επιμέτρηση των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων (για την οποία αξιώνεται από αυτούς αμοιβή), αφού την ιδιότητα του αυθαιρέτου έφερε το οικοδομικό έργο από την κατασκευή του και λόγω αυτής, συνεπεία της έλλειψης της κατά νόμο απαιτουμένης άδειας αναθεώρησης, ούτε απαιτείτο για την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης η αναφορά του τμήματος του οικοδομικού έργου που είχε κατασκευασθεί αυθαίρετα. Μάλιστα η προσβαλλομένη απόφαση δέχθηκε ανελέγκτως ότι εξαιτίας (προφανώς) της μεταβολής της θέσης του νέου κτηρίου, αυτό ήταν “εξ ολοκλήρου” αυθαίρετο. Ούτε επίσης το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εκ πλαγίου παραβίασε τη διάταξη του άρθρου 904 του ΑΚ, την οποία άλλωστε δεν εφάρμοσε, αλλά παρεμπιπτόντως και πλεοναστικώς διέλαβε αυτήν στο σκεπτικό του, ως διάταξη στην οποία μπορεί να στηριχθούν τυχόν αξιώσεις των συμβαλλομένων μετά την εξ υπαρχής (ex tunc) ανατροπή της συμβατικής σχέσης, λόγω υπαναχώρησης από αυτήν κάποιου εκ των συμβληθέντων μερών. Εξ άλλου η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη με την από 16.2.2008 εξώδικη δήλωσή της προς τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων υπαναχώρησε από την μεταξύ τους σύμβαση έργου για τους εκτιθέμενους σε αυτήν λόγους (αυθαίρετες κατασκευές, καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του έργου και αύξηση του κόστους) και δεν δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη κατήγγειλε τη μεταξύ τους σύμβαση κατά το άρθρο 700 του ΑΚ, την εφαρμογή του οποίου ρητώς απέκρουσε, διαλαμβάνοντας μάλιστα στο σκεπτικό της ότι “Η ως άνω υπαναχώρηση της εναγομένης, η οποία δεν συνιστά την εκ του άρθρου 700 του ΑΚ καταγγελία …”.Τέλος το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν ταύτισε και μάλιστα “απαραδέκτως” τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με τα όσα έγιναν δεκτά με την με αριθ. 105/2013 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αιγαίου επί ανάλογης κατά περιεχόμενο αγωγής του Ά. Δ. κατά της αναιρεσίβλητης, αλλά κατά την εκτίμηση του ενώπιον της προσβαλλομένης απόφασης προσκομισθέντος αποδεικτικού υλικού συνεκτίμησε αυτήν, ως όφειλε κατά τα άρθρα 340 και 346 του ΚΠολΔ, ως δικαστικό τεκμήριο και συνεπώς ο έκτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου κατά το μέρος αυτό είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθότι αφορά την επί της ουσίας αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Κατά τα λοιπά, οι ως άνω περί του αντιθέτου από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ έκτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και τέταρτος πρόσθετος λόγοι αναίρεσης είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Δ) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρώτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, οι περαιτέρω πλημμέλειες: α) ότι δεν διαλαμβάνει με επάρκεια τους λόγους για τους οποίους κατέληξε σε αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με το αποδεικτικό πόρισμα της με αριθ. 128/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, που αθώωσε τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων δεχόμενο ως κατ’ ουσίαν βάσιμους τους αντιθέτους ισχυρισμούς αυτών, β) ότι δεν εξηγεί κατά ποίο τρόπο συνεχίζονταν οι οικοδομικές εργασίες, χωρίς να έχουν κατατεθεί προηγουμένως σχέδια μελετών που υποβλήθηκαν με τις αιτήσεις αναθεώρησης, γ) ότι δεν δικαιολογείται η αυξημένη αξιοπιστία του γενικώς επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ., ο οποίος εκπροσωπούσε την αναιρεσίβλητη, σε σχέση με το περιεχόμενο δημοσίων εγγράφων, δ) ότι η δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων είχαν πλήρως ανταποκριθεί στα καθήκοντά τους, τελώντας υπό την εποπτεία του Ά. Δ. και ε) ότι δεν εξηγούνται οι λόγοι για την καθυστερημένη άσκηση της υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου εκ μέρους της αναιρεσίβλητης (2008) σε σχέση με τον επικαλουμένο από την τελευταία λόγο της μη εκπόνησης των αναγκαίων μελετών (2004). Επίσης με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η περαιτέρω πλημμέλεια της ύπαρξης αντιφατικής αιτιολογίας καθότι ενώ δέχεται ότι γενικώς επιβλέπων του όλου έργου ήταν ο Ά. Δ., υπό την επίβλεψη, οδηγίες και έγκριση αυτού συντάσσονταν από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων τα αναγκαία σχέδια, δεν αιτιολογεί πως ολοκληρώθηκαν τα οικοδομικά έργα σε μεγάλο ποσοστό χωρίς να υπάρχουν σχέδια, αφού η προσβαλλομένη απόφαση δεν δέχθηκε ότι αυτά έφεραν κατασκευαστικά ελαττώματα. Οι επικαλούμενες ως άνω αιτιάσεις δεν αφορούν ως εκ του περιεχομένου τους αντιφάσεις ή ανεπάρκειες των παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά πραγματικά επιχειρήματα υπέρ των απόψεων των αναιρεσειόντων και συνεπώς δεν ιδρύουν αναιρετικό λόγο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ. Επισημαίνεται πάντως ότι αφενός μεν η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει αναλυτικές και σαφείς αιτιολογίες με βάση το προσκομισθέν αποδεικτικό υλικό, που δικαιολογεί το αντίθετο σε σχέση με την με αριθ. 128/2015 ποινική απόφαση αποδεικτικό της πόρισμα, αφετέρου δε ότι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, η άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης είναι απρόθεσμη και μπορούσε να γίνει οποτεδήποτε πριν την ολοκλήρωση του έργου, όπως συνέβη στην ένδικη υπόθεση με βάση τις παραδοχές του Εφετείου. Ε) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδονται κατά τα λοιπά στην προσβαλλόμενη απόφαση οι περαιτέρω πλημμέλειες της ύπαρξης αντιφατικών αιτιολογιών: α) ότι, ενώ προέκυψε από τις αποδείξεις ότι για κάθε τμηματική παράδοση συντάσσονταν από τον εργολάβο Π. Ο. χωριστός λογαριασμός με βάση σχετικές επιμετρήσεις, δεν αιτιολογείται για ποίο λόγο οι ίδιοι δεν πληρώθηκαν, αφού τα κτήρια κατασκευάσθηκαν με βάση τα δικά τους σχέδια και β) ότι, ενώ προέκυψε από το αποδεικτικό υλικό ότι οι γενόμενες υπερβάσεις στην κατασκευή των κτιρίων οφείλονταν σε απρόβλεπτα προβλήματα (υπόσκαφα, γεωλογικά ρήγματα κλπ) που καθιστούσαν αναγκαίες τις αλλαγές σχέση με τα προβλεπόμενα στις με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικές άδειες, οι οποίες δεν μπορούσαν να εφαρμοσθούν και μάλιστα οι σχετικές υπερβάσεις έγιναν για λόγους ασφαλούς θεμελίωσης των κτιρίων και ότι η μη έκδοση των αναθεωρήσεων των ως άνω αρχικών αδειών οφειλόταν στην άρνηση της αναιρεσίβλητης να προκαταβάλει την αμοιβή των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσίβλητων προς συμπλήρωση των φακέλων, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αρνήθηκε να επιδικάσει την οφειλόμενη σε αυτούς αμοιβή, παρόλο που κατά νόμο αμοιβή οφείλεται ακόμη και εάν το παραδοθέν έργο έχει ελαττώματα, για τα οποία ο εργοδότης έχει τα εκ των άρθρων 688 – 690 του ΑΚ δικαιώματα. Ο λόγος αυτός, κατά το μέρος που υπό την επίφαση συνδρομής αναιρετικού λόγου πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη αντίθετη κρίση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου με αναφορά μάλιστα στις αποδείξεις είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Κατά το μέρος δε που ο λόγος αυτός αναφέρεται στην υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλει στον εργολάβο την οφειλομένη αμοιβή κατά την παράδοση του έργου, έστω και αν αυτό έχει ελαττώματα, πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος, καθότι ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε ότι πριν την ολοκλήρωση του έργου η αναιρεσίβλητη υπαναχώρησε από την σύμβαση με συνέπεια την εξ υπαρχής (ex tunc) ανατροπή της και επομένως δεν δέχθηκε το όλο έργο της επίβλεψης και επιμέτρησης είχε ήδη εκτελεσθεί από την δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων και παραδοθεί στην αναιρεσίβλητη (ΑΠ 1243/2005) μέχρι το χρόνο αυτό, ούτε δέχθηκε ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μερών η τμηματική καταβολή της αμοιβής των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων εκ μέρους της αναιρεσίβλητης, με αποτέλεσμα οι επικαλούμενες διατάξεις να μην ευρίσκουν έδαφος εφαρμογής. Kατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περίπτ. γ του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και εάν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από δε τις διατάξεις των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να διαγνώσει την αλήθεια των πραγματικών ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι. Δεν επιβάλλεται όμως η διενέργεια ειδικής μνείας ή ξεχωριστής αξιολόγησης ενός εκάστου αποδεικτικού στοιχείου στην δικαστική απόφαση. Δεν αποκλείεται βεβαίως το δικαστήριο της ουσίας να μνημονεύσει και εξάρει μερικά από τα αποδεικτικά μέσα, λόγω της κατά την ελεύθερη κρίση του μεγαλύτερης σημασίας τους, αρκεί για τον αναιρετικό έλεγχο να προκύπτει με βεβαιότητα το ότι από τη γενική, κατ’ είδος αναφορά στα αποδεικτικά μέσα, καθίσταται βέβαιο ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που υποβλήθηκαν στη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, χωρίς κανένα να παραληφθεί (ΟλΑΠ 8/2016, ΟλΑΠ 42/2002). Για να ιδρυθεί ο ανωτέρω λόγος αρκεί, παρά τη βεβαίωση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου ότι λήφθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα (στα οποία περιλαμβάνονται οι ένορκες βεβαιώσεις και τα έγγραφα), να καταλείπονται με βάση το όλο περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης αμφιβολίες για το αν το συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο λήφθηκε και συνεκτιμήθηκε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις για το σχηματισμό δικανικής πεποίθησης επί ενός ουσιώδους ισχυρισμού (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 322/2011, ΑΠ 371/2009). Ειδικότερα οι γνωμοδοτήσεις προσώπων με ειδικές γνώσεις (άρθ. 390 του ΚΠολΔ), όπως είναι οι τεχνικές εκθέσεις ιδιωτικής πραγματογνωμοσύνης, δεν συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, αλλά έγγραφο με ειδική ρύθμιση από το νόμο, το οποίο εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο της ουσίας, και κατά συνέπεια δεν απαιτείται να μνημονεύεται ειδικά από το εν λόγω δικαστήριο, ούτε ν’ αντιδιαστέλλεται από τα άλλα αποδεικτικά έγγραφα και γενικότερα από τα άλλα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη για το σχηματισμό της κρίσης αυτού (ΟλΑΠ 848/1981, ΑΠ 1114/2008, ΑΠ 996/2007), σε αντίθεση προς τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που διατάχθηκαν από το δικαστήριο στο πλαίσιο της ανοιγείσας δίκης (άρθ. 368 επ. του ΚΠολΔ), που συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο και πρέπει να μνημονεύονται ειδικά (ΑΠ 145/2008, ΑΠ 1594/2007). Πολλώ δε μάλλον, εάν τυχόν έγινε ειδική μνεία της προσκομισθείσας με επίκληση ιδιωτικής γνωμοδότησης στην προσβαλλόμενη απόφαση, από καμία διάταξη δεν συνάγεται ότι απαιτείται επί πλέον να διευκρινίζεται σε αυτήν ότι δεν πρόκειται περί δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, ούτε άλλωστε η παράλειψη της πιο πάνω διευκρίνισης ιδρύει αναιρετικό λόγο. Τέλος οι ένορκες βεβαιώσεις στον ειρηνοδίκη ή στον συμβολαιογράφο αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο σε σχέση με τους μάρτυρες και τα έγγραφα, και επομένως πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη, η έλλειψη δε της μνείας αυτών δεικνύει ότι αυτές δεν λήφθηκαν υπόψη (ΑΠ 1105/2015, ΑΠ 767/2011, ΑΠ 1690/2010, ΑΠ 1901/2009, ΑΠ 2178/2009). Για την αναφορά της λήψης υπόψη συγκεκριμένης ένορκης βεβαίωσης από το δικαστήριο της ουσίας αρκεί η αναγραφή των στοιχείων αυτής στην προσβαλλόμενη απόφαση με μνεία του αριθμού αυτής, του οργάνου ενώπιον του οποίου αυτή έγινε και της κλήτευσης του αντιδίκου του προσκομίσαντος με επίκληση αυτήν διαδίκου, ενώ δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο προσδιοριστικό αυτής η αναγραφή του ονοματεπωνύμου του μάρτυρος που έδωσε την ένορκη βεβαίωση. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο από τον αριθμό 11 περ. γ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι δεν προκύπτει αδιαστίκτως ότι αυτή έλαβε υπόψη της: α) την με αριθμό 128/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου (της οποίας μάλιστα παραθέτουν στο αναιρετήριο το σκεπτικό της πλειοψηφίας), με την οποία αθωώθηκαν οι προσθέτως παρεμβαίνοντες μηχανικοί και ήδη δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων των αξιοποίνων πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρα που τους είχαν αποδοθεί, καθότι κρίθηκε από το ποινικό δικαστήριο ότι αυτοί κατά την υποβολή στην Πολεοδομία … των με αριθ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης των με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών είχαν συνυποβάλλει αρχιτεκτονικά και στατικά σχέδια και ότι η μη αναθεώρηση των αδειών οφειλόταν στο ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης Επίσκοπος Φ. Π., μολονότι γνώριζε περί των φακέλων αναθεώρησης και παρόλο που είχε ενημερωθεί προφορικά από τους άνω μηχανικούς [εκεί κατηγορουμένους] περί της ανάγκης καταβολής της αμοιβής και των σχετικών φορολογικών υποχρεώσεων προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία αναθεώρησης, δεν προέβη στις σχετικές ενέργειες, με συνέπεια να μην προχωρήσει η διαδικασία για την έκδοση των αδειών αναθεώρησης, εξαιτίας του κλονισμού της εμπιστοσύνης του λόγω της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση του έργου και υπέρβασης του κόστους κατασκευής, ιδίως των εκσκαφών, με συνέπεια τη διακοπή των πληρωμών του εργολάβου τον Οκτώβριο του 2004 και β) την με αριθμό 1166/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση αναίρεσης κατά της πιο πάνω με αριθ. 128/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, καθότι κρίθηκε ότι αυτή είχε την απαιτουμένη από το νόμο πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, έγγραφα τα οποία οι αναιρεσείοντες είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει με τις προτάσεις τους κατά την ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου δίκη. Περαιτέρω με τον τρίτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και υπό την επίκληση αναιρετικής πλημμέλειας εκ του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι από τη ρητή αναφορά στα κατ’ είδος αποδεικτικά μέσα, και της “έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Γ. Κ.” δημιουργείται ασάφεια σχετικά με το εάν πρόκειται για έκθεση πραγματογνωμοσύνης μετά από δικαστική απόφαση ή για ιδιωτική έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όπως συμβαίνει εν προκειμένω. Τέλος με τον από τον αριθμό 11 περ. γ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ τρίτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι, ενώ μεταξύ των αποδεικτικών μέσων που έλαβε υπόψη της αναγράφονται και οι υπ’ αριθ. ….25/15.11.2010 και ….26/15.11.2010 ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Ό. Α. (των ιδίων), ως και η υπ’ αριθ. ….76/16.9.2010 ένορκη βεβαίωση της συμβολαιογράφου Σ. Κ. (της αντιδίκου των), δεν αναφέρονται και τα ονοματεπώνυμα των μαρτύρων που έδωσαν τις πιο πάνω ένορκες βεβαιώσεις, μη αρκούσης μόνο της αναφοράς του αριθμού αυτών και του συντάξαντος αυτές συμβολαιογράφου, με συνέπεια να μην καθίσταται αδιαστίκτως βέβαιο ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε αυτές υπόψη του και ιδίως ότι έλαβε υπόψη του την κατάθεση του μάρτυρός των Ά. Δ.. Από τη βεβαίωση όμως που περιέχεται στην προσβαλλομένη απόφαση (σελ. 9η) ότι λήφθηκαν υπόψη (μεταξύ άλλων αποδεικτικών στοιχείων) τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, καθώς και οι υπ’ αριθμ. …25/15.11.2010 και …26/15.11.2010 ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Ό. Α., που λήφθηκαν υπόψη μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της άλλης πλευράς και η υπ’ αριθ. …76/16.9.2010 ένορκη βεβαίωση της συμβολαιογράφου Σ. Κ. που λήφθηκε υπόψη μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της άλλης πλευράς (με αναφορά των σχετικών εκθέσεων επίδοσης των δικαστικών επιμελητριών στο Πρωτοδικείο Νάξου Ι. Φ. – οι δύο πρώτες και Αθηνών Ο. Δ. – η τελευταία) σε συνδυασμό αφενός μεν με τη ρητή μνεία στο σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης της με αριθ. 128/2015 αθωωτικής κατά πλειοψηφία απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου με αναφορά μάλιστα στο ότι η (αντίθετη) κρίση του εν λόγω ποινικού Δικαστηρίου δεν δεσμεύει το παρόν πολιτικό Δικαστήριο, ως μη δημιουργούσα δεδικασμένο, αλλά και τον χαρακτηρισμό αυτής ως “αμετάκλητης”, αφετέρου δε με το πλήρες και χωρίς αντιφάσεις και κενά ανωτέρω περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έλαβε υπόψη του α) τις ως άνω δικαστικές αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων και β) τις ως άνω ένορκες βεβαιώσεις, τις οποίες συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα. Από καμία διάταξη δεν απαιτείτο, πλην της μνείας του αριθμού των ενόρκων βεβαιώσεων, του οργάνου ενώπιον του οποίου αυτές έγιναν και της κλήτευσης του αντιδίκου του προσκομίσαντος με επίκληση αυτές διαδίκου, η περαιτέρω αναγραφή στην προσβαλλόμενη απόφαση του ονοματεπωνύμου των μαρτύρων που έδωσαν αυτές. Τέλος δεν απαιτείτο η περαιτέρω μνεία ότι η αναφερθείσα στα κατ’ είδος αποδεικτικά μέσα από την προσβαλλόμενη απόφαση “έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Γ. Κ.” ήταν ιδιωτική, καθότι το μεν η επικαλουμένη παράλειψη δεν ιδρύει λόγο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, το δε η ειδική αναφορά αυτής από την προσβαλλόμενη απόφαση ήταν πλεοναστική και θα μπορούσε να είχε παραληφθεί.
Από τη διάταξη του αριθμού 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, κατά την οποία αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων, προκύπτει ότι ιδρύεται στην τελευταία αυτή περίπτωση λόγος αναίρεσης, και όταν το δικαστήριο προσέδωσε σε αποδεικτικό μέσο αυξημένη δύναμη, που δεν την είχε κατά νόμο ή αρνήθηκε να αναγνωρίσει τέτοια δύναμη σε αποδεικτικό μέσο που δεσμευτικά ορίζει ο νόμος. Τέτοια περίπτωση συντρέχει εάν το δικαστήριο της ουσίας δεν προσέδωσε στη δικαστική ομολογία ή στα δημόσια έγγραφα την αυξημένη αποδεικτική δύναμη που τους προσδίδει ο νόμος (ΑΠ 573/2018, ΑΠ 412/2011, ΑΠ 444/2009, ΑΠ 1517/2008, ΑΠ 961/2007, ΑΠ 648/1999). Αντίθετα δεν ιδρύεται ο λόγος αυτός στην περίπτωση που το δικαστήριο, συνεκτιμώντας ελεύθερα, κατά το άρθρ. 340 ΚΠολΔ, ίδιας αποδεικτικής δύναμης αποδεικτικά μέσα αποδίδει μικρότερη ή μεγαλύτερη βαρύτητα ή αξιοπιστία σε κάποιο ή κάποια από αυτά ή από εκείνη που ο αναιρεσείων θεωρεί ότι έχουν, αφού τότε η εκτίμηση αφορά την ουσία των πραγμάτων και είναι συνεπώς κατά το άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ αναιρετικά ανέλεγκτη (ΑΠ 1596/2014, ΑΠ 430/2016, ΑΠ 173/2016, ΑΠ 128/2014, ΑΠ 893/2012, ΑΠ 412/2011, ΑΠ 1531/2010, ΑΠ 109/2008). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 438 του ΚΠολΔ έγγραφα που έχουν συνταχθεί κατά τους νόμιμους τύπους από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσωπο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία, αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται στο έγγραφο ότι έγιναν από το πρόσωπο που συνέταξε το έγγραφο η ότι έγιναν ενώπιόν του, αν το πρόσωπο αυτό είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να κάνει αυτή τη βεβαίωση και ανταπόδειξη επιτρέπεται μόνο με προσβολή του εγγράφου ως πλαστού, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 440 του ιδίου Κώδικα τα έγγραφα που αναφέρονται στα άρθρα 438 και 439 αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται σ’ αυτά, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο, επιτρέπεται όμως ανταπόδειξη. Η τελευταία αυτή διάταξη του άρθρου 440 του ΚΠολΔ είναι συμπληρωματική της πρώτης και ρυθμίζει τις περιπτώσεις εκείνες που βεβαιώνεται στο δημόσιο έγγραφο ορισμένο γεγονός, την αλήθεια του οποίου όφειλε να διαπιστώσει εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο, οπότε ναι μεν υπάρχει και πάλι πλήρης απόδειξη, πλην όμως επιτρέπεται ανταπόδειξη, χωρίς ν’ απαιτείται να προσβληθεί το δημόσιο έγγραφο για πλαστότητα, όπως αντιθέτως συμβαίνει επί ενεργειών στις οποίες προέβη εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο ή περί γεγονότων που έλαβαν χώρα ενώπιον του (ΑΠ 883/2013). Τοιαύτη επομένως περίπτωση υπαγομένη στο ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 440 του ΚΠολΔ συνιστά και η βεβαίωση της αρμοδίας υπαλλήλου της πολεοδομικής υπηρεσίας ότι κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης οικοδομικής αδείας κατά την πρωτοκόλληση της αίτησης αναθεώρησης, οσάκις κατά την κείμενη νομοθεσία ο αρμόδιος για τη λήψη της αίτησης αναθεώρησης υπάλληλος όφειλε να προβεί στον έλεγχο της πληρότητας των φακέλων ως προς την συνυποβολή των αναγκαίων αρχιτεκτονικών, στατικών και λοιπών σχεδίων. Στην περίπτωση αυτή είναι επιτρεπτή η ανταπόδειξη, η οποία μπορεί να λάβει χώρα με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, όπως μάρτυρες, ιδιωτικά έγγραφα, αλλά και δικαστικά τεκμήρια (ΑΠ 361/2004, ΑΠ 455/1993). Η ανταπόδειξη δεν συνιστά κύρια απόδειξη και κατά συνέπεια δεν απαιτείται ν’ αποδειχθεί το αντίθετο του αποδεικνυομένου με το δημόσιο έγγραφο, αλλά αρκεί να κλονισθεί η πεποίθηση του δικαστή για την αλήθεια του περιστατικού. Εξ άλλου από τις διατάξεις των άρθρων 339, 432 επ. και 440 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι η απόφαση που εκδόθηκε επί ποινικής δίκης έχει, ως δημόσιο έγγραφο, πλήρη δεσμευτική αποδεικτική δύναμη μόνο κατά το μέρος που προσκομίζεται προς απόδειξη γεγονότων, όπως οι βεβαιώσεις πραγμάτων που έλαβαν χώρα κατά την ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου διεξαχθείσα διαδικασία και ως προς τις διατάξεις που περιέχει (ΑΠ 1447/2017, ΑΠ 1276/2017, ΑΠ 1056/2014, ΑΠ 359/1993). Δεν είναι, όμως δημόσιο έγγραφο, αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τις αιτιολογίες της ποινικής υπόθεσης επί της οποίας έκρινε, διότι, μεταξύ άλλων, τα βεβαιούμενα υπ` αυτής περιστατικά δεν συνέβησαν κατά την παρά του δικαστικού λειτουργού σύνταξή της, ως δημοσίου εγγράφου (ΑΠ 1669/2008, ΑΠ 358/2007, ΑΠ 432/1985). Στην προκειμένη περίπτωση: Α) με τον πρώτο κατά το τελευταίο αυτού σκέλος λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και τον συναφή έκτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου τους, αληθώς από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ [και όχι από τον επικαλούμενο από τους αναιρεσείοντες αριθμό 20 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγο περί παραμόρφωσης εγγράφου που με βάση τα αμέσως κατωτέρω εκτιθέμενα δεν ιδρύεται εν προκειμένω], οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι με το δεχθεί ότι δεν δημιουργείται δεδικασμένο από την με αριθ. 128/2015 αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου και στη συνέχεια να συναγάγει αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα με βάση το αναφερόμενο σε αυτήν αποδεικτικό υλικό σε σχέση με τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά γεγονότα που η ποινική απόφαση δέχθηκε ότι έλαβαν χώρα και που είχαν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της ανοιγείσας πολιτικής δίκης, παραβίασε τους ορισμούς του νόμου για την αποδεικτική δύναμη διαδικαστικών εγγράφων, όπως είναι οι ποινικές αποφάσεις. Οι λόγοι αυτοί είναι αβάσιμοι, καθότι οι αιτιολογίες της ως άνω με αριθ. 128/2015 αθωωτικής για τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων, ως κατηγορουμένων για την αξιόποινη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, ήδη αμετάκλητης ποινικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, ως προς την ενώπιον αυτού αχθείσα ποινική υπόθεση δεν αποτελούν πλήρη απόδειξη για την πολιτική δίκη ως προς τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων αυτή έκρινε ότι έλαβαν χώρα, αλλά συνεκτιμώνται ελευθέρως μαζί με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Σημειώνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε στο σκεπτικό της αναλυτικά αιτιολογία των λόγων και στοιχείων που την οδήγησαν σε αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με την κρίση της ως άνω ποινικής απόφασης. Β) με τον δεύτερο λόγο του κυρίως δικογράφου και τον συναφή δεύτερο πρόσθετο λόγο από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι παραβίασε τους ορισμούς του νόμου για την αποδεικτική δύναμη των αποδεικτικών μέσων και συγκεκριμένα των προσκομισθέντων με επίκληση δημοσίων εγγράφων, χωρίς αυτά να προσβληθούν ως πλαστά. Συγκεκριμένα, ενώ α) στο υπ’ αριθ. 3581/13.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας … βεβαιωνόταν η κατάθεση φακέλων αναθεώρησης με αριθ. 405 και 406/27.2.2004, β) στο υπ’ αριθ. 840/7.4.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας … βεβαιωνόταν ότι διαπιστώθηκε η κατάθεση φακέλων αναθεώρησης με αριθ. 405 και 406 της 27.2.2004, χωρίς όμως να διαπιστώνεται η χρέωση αυτών σε υπάλληλο της Υπηρεσίας και χωρίς να καταστεί η ανεύρεσή τους, γ) στο από 14.2.2009 έγγραφο της αυτής Υπηρεσίας, με το οποίο γνωστοποιήθηκε στην αναιρεσίβλητη η πληρότητα των φακέλων κατά το χρόνο κατάθεσης, αφού διαφορετικά αυτοί δεν θα είχαν γίνει δεκτοί από την εν λόγω Υπηρεσία και θα επιστρέφονταν κατά τους όρους του Π.Δ. της 8.7.1993 και δ) στο αντίγραφο από το βιβλίο πρωτοκόλλου, όπου είχε αναγραφεί στους αριθμούς 405 και 406 της 27.2.2004 ότι κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης, ήτοι ενώ βεβαιώνονταν τ’ ανωτέρω σε δημόσια έγγραφα που είχαν συντάξει οι κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμόδιοι υπάλληλοι και που δεν είχαν προσβληθεί ως πλαστά και απ’ όπου, συνακόλουθα, προέκυπτε η συνυποβολή των απαραίτητων μελετών και σχεδίων για την αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή του ότι δεν είχαν συνυποβληθεί οι αναγκαίες μελέτες και σχέδια από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων μηχανικών κατά την κατάθεση των με αριθ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης, έκρινε δηλαδή αντιθέτως με το περιεχόμενο των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, τα οποία αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τα εις αυτά βεβαιούμενα, μη επιτρεπομένης ανταπόδειξης, ει μη μόνο με την προσβολή αυτών ως πλαστών. Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Και τούτο διότι, από το επικαλούμενο ως άνω περιεχόμενο των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, δεν βεβαιώνεται αρμοδίως η πληρότητα των φακέλων αναθεώρησης των με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών με τα απαιτούμενα σχέδια και μελέτες, που όφειλαν να έχουν εκπονήσει και επισυνάψει οι δεύτερος και τρίτος των αναιρεσειόντων στους οικείους φακέλους κατά το χρόνο υποβολής των με αριθ. 405 και 406/24.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης, πέραν του ότι από την επισκόπηση από τον Άρειο Πάγο των υπό στοιχείο (α) και (β) δημοσίων εγγράφων (τα λοιπά δεν προσκομίζονται) προκύπτει ότι η επικαλούμενη βεβαίωση της κατάθεσης φακέλων αναθεώρησης προκύπτει “ύστερα από έλεγχο του πρωτοκόλλου της Υπηρεσίας”. Σε κάθε δε περίπτωση, επειδή πρόκειται για έλεγχο της πληρότητας των φακέλων, στον οποίο όφειλε κατά την κείμενη νομοθεσία να προβεί ο αρμόδιος δημόσιος υπάλληλος και ο οποίος (έλεγχος) κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης δεν γινόταν, λόγω πλημμελούς λειτουργίας της υπηρεσίας πολεοδομίας της νήσου …., αφού δεν γινόταν ούτε προέλεγχος των αιτήσεων, ούτε έλεγχος των συνημμένων εάν υπήρχαν ή όχι, ούτε χρέωση των φακέλων σε υπάλληλο της πολεοδομίας από τον Προϊστάμενο, οι δε φάκελοι διακινούνταν κατά βούληση από τους ιδιώτες μηχανικούς, τα όσα ανωτέρω βεβαιώνονται στα έγγραφα αυτά, ως μη γενόμενα από τον ίδιο τον αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο που υπογράφει αυτά ή ενώπιον του, είναι δεκτικά ανταπόδειξης, χωρίς ν’ απαιτείται η προσβολή των πιο πάνω εγγράφων ως πλαστών. Ο ίδιος δεύτερος πρόσθετος λόγος κατά το σκέλος που προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι προς αντίκρουση του περιεχομένου των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων η προσβαλλομένη απόφαση έλαβε υπόψη της αποδεικτικά στοιχεία μικρότερης αποδεικτικής ισχύος, όπως τις ιδιωτικές επιστολές του γενικώς επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ. προς την αναιρεσίβλητη και με τον τρόπο αυτό ανεπιτρέπτως απέκρουσε την πλήρη αποδεικτική δύναμη των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, είναι αβάσιμος, καθότι η κατά το άρθρο 440 του ΚΠολΔ ανταπόδειξη μπορεί να γίνει με κάθε αποδεικτικό μέσο. Επομένως οι ως άνω δεύτερος λόγος του κυρίως δικογράφου και δεύτερος πρόσθετος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Γ) με τον πρώτο και υπό την επίκληση του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρόσθετο κατά τα λοιπά λόγο αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση τις πλημμέλειες: α) ότι χωρίς επαρκή αιτιολογία και με επίκληση μεταγενεστέρων εγγράφων απέκρουσε τα όσα ανωτέρω βεβαιώνονται στο υπ’ αριθ. 3581/13.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας …., β) ότι έδωσε μεγαλύτερα αξιοπιστία σε έξι ιδιωτικά έγγραφα, ως αποδεικτικά στοιχεία που αφορούσαν τη σχέση μεταξύ του Ά. Δ. και της αναιρεσίβλητης προς αντίκρουση των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων και γ) ότι προς αντίκρουση των ισχυρισμών τους ότι είχαν εκπονήσει και συνυποβάλλει τα’ αναγκαία σχέδια και μελέτες έλαβε υπόψη και έγγραφα, όπως την ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ) στην πολεοδομία … ή την σε βάρος τους πειθαρχική διαδικασία από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) που συντάχθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο της υπαναχώρησης εκ μέρους της αναιρεσίβλητης, που ως αποδεικτικά στοιχεία είναι ανεπαρκή προς αντίκρουση των αξιώσεών τους. Ο λόγος αυτός κατά το πιο πάνω μέρος του πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, αναφορικά με την εκτίμηση των προσκομισθέντων ενώπιον του αποδεικτικών στοιχείων. Συνακόλουθα είναι απαράδεκτος (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ) και ως εκ τούτου απορριπτέος. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η αίτηση αναίρεσης και οι δι’ ιδίου δικογράφου ασκηθέντες πρόσθετοι λόγος αναίρεσης. Τέλος πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης … που παρέστη και κατέθεσε προτάσεις, λόγω της ήττας των (άρθ. 176, 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου ύψους τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ στους αναιρεσείοντες.

Απορρίπτει την από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθ. 35/16.11.2017 αίτηση αναίρεσης και τους δι’ ιδίου δικογράφου ασκηθέντες από 8.8.2018 και με αριθ. κατάθ. 64/8.8.2018 πρόσθετους λόγους αναίρεσης της υπ’ αριθ. 94/14.6.2017 απόφασης του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου.

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1800) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 3 Απριλίου 2019

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΑΠ 906/2019 Ανώνυμες εταιρίες – Ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων – Αναίρεση για έλλειψη νόμιμης βάσης

Η κατά την έννοια των άρθρων 35, 36, 39 και 44 ν. δ/τος 17-7/13-8-1923 “περί ειδικών διατάξεων ανωνύμων εταιρειών”, που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 41 ΕισΝΑΚ, ενεχύραση απαιτήσεως του οφειλέτη της πιστώτριας εταιρείας κατά τρίτου προς εξασφάλιση προγενέστερης απαιτήσεως αυτής λόγω δανείου, απλού ή υπό ανοικτό λογαριασμό, συνεπάγεται την εκ του νόμου εκχώρηση της απαιτήσεως από τον οφειλέτη προς την πιστώτρια (άρθρα 455 επ. ΑΚ), η οποία δικαιούται να την εισπράξει ως εκδοχέας, το δε μετά την εξόφληση τυχόν υπόλοιπο οφείλει να το αποδώσει στον ενεχυραστή (ΑΠ 1168/2015) από την επίδοση δε αντιγράφου της συμβάσεως ενεχυράσεως στον τρίτον η τράπεζα θεωρείται όχι οιονεί νομέας, αλλά νομέας αυτής της απαιτήσεως, η οποία και της μεταβιβάζεται από εκείνον (βλ. ΟλΑΠ 38/1988). Με τις διατάξεις αυτές, εισήχθη ως προς την ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων προς εξασφάλιση απαιτήσεων ανωνύμων εταιρειών από δάνειο, απλό ή με ανοικτό λογαριασμό ή προγενέστερων απαιτήσεών τους εξαιρετικό δίκαιο και ως εκ τούτου οι γενικές διατάξεις των άρθρων 1247-1256 ΑΚ εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικώς για θέματα μη ρυθμιζόμενα από τις ειδικές διατάξεις του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος. Με την πρώτη από αυτές καθιερώνεται είδος καταπιστευτικής, και δη εξασφαλιστικής εκχωρήσεως, με αποτέλεσμα η μεν ενεχυρούχος δανείστρια να γίνεται πραγματικός και μοναδικός δικαιούχος της ενεχυρασμένης απαιτήσεως, ο δε ενεχυραστής να έχει δικαίωμα, αν αποσβεσθεί το χρέος, να απαιτήσει την επανεκχώρηση της απαιτήσεως σ’ αυτόν, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1232 ΑΚ. Επομένως, με τη σύσταση ενός τέτοιου ενεχύρου, σε συνδυασμό με την εκ του νόμου εκχώρηση της ενεχυρασμένης απαιτήσεως προς τον ενεχυρούχο δανειστή ο τελευταίος καθίσταται ειδικός διάδοχος του οφειλέτη (ΑΠ 1447/2018).


 

Αριθμός 906/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2′ Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αβροκόμη Θούα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Γεώργιο Αποστολάκη, Θεόδωρο Κανελλόπουλο, Κυριάκο Οικονόμου – Εισηγητή και Αναστασία Περιστεράκη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 8 Απριλίου 2019, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “… Α.Ε.”, που εδρεύει στην …. και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τις πληρεξούσιες δικηγόρους της: 1) Ζ. Ε. και 2) Λ. Β.. Της αναιρεσίβλητης: ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “…”, που εδρεύει στο ….. και εκπροσωπείται νόμιμα. Παραστάθηκε με τους νομίμους εκπροσώπους της Α. Χ. και Ι. Χ., οι οποίοι διόρισαν πληρεξούσιο δικηγόρο τον Ανδρέα Μακρή.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις δύο από 9-10-2012 ανακοπές της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4225/2013 του ίδιου Δικαστηρίου και 1215/2018 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 31-5-2018 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιες της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

Συμφώνως προς την παρ. 4 του άρθρου 562 ΚΠολΔ – όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 – ο ‘Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως λόγο αναιρέσεως από εκείνους που αναφέρονται στους αριθ. 1,4, 14, 16,17 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. “. Η αυτεπάγγελτη εξέταση λόγων αναιρέσεως προϋποθέτει, αφ’ ενός ότι δεν προσκρούει σε δικονομικά απαράδεκτα της αναιρετικής διαδικασίας και αφ’ ετέρου ότι υπάρχουν στην προσβαλλόμενη απόφαση διαπιστωμένες παραβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των αναφερομένων στην ιδία παράγραφο λόγων αναιρέσεως (ΑΠ 287/2008). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α του Συντάγματος που επιτάσσει ότι κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένη, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία), ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (ΟλΑΠ 1/1999). Ειδικότερα αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που αναγράφονται σε αυτήν και στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της αποφάσεως για την υπαγωγή η μη της συγκεκριμένης ατομικής περιπτώσεως στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περιπτώσεως. Αντιστοίχως ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της εφαρμοσθείσας διατάξεως ουσιαστικού δικαίου, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι όμως όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφ’ όσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006). Το κατά νόμον αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος προτάσεως προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα δε του δικαστηρίου που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστούν παραδοχές επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν “αιτιολογία”, ώστε στο πλαίσιο της διάταξης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ να επιδέχονται μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια. Ούτε εξ άλλου ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ εξ αιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικώς τα μη συνιστώντα αυτοτελείς ισχυρισμούς επιχειρήματα των διαδίκων( ΑΠ 1625/2018). Περαιτέρω, η κατά την έννοια των άρθρων 35, 36, 39 και 44 ν. δ/τος 17-7/13-8-1923 “περί ειδικών διατάξεων ανωνύμων εταιρειών”, που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 41 ΕισΝΑΚ, ενεχύραση απαιτήσεως του οφειλέτη της πιστώτριας εταιρείας κατά τρίτου προς εξασφάλιση προγενέστερης απαιτήσεως αυτής λόγω δανείου, απλού ή υπό ανοικτό λογαριασμό, συνεπάγεται την εκ του νόμου εκχώρηση της απαιτήσεως από τον οφειλέτη προς την πιστώτρια (άρθρα 455 επ. ΑΚ), η οποία δικαιούται να την εισπράξει ως εκδοχέας, το δε μετά την εξόφληση τυχόν υπόλοιπο οφείλει να το αποδώσει στον ενεχυραστή (ΑΠ 1168/2015) από την επίδοση δε αντιγράφου της συμβάσεως ενεχυράσεως στον τρίτον η τράπεζα θεωρείται όχι οιονεί νομέας, αλλά νομέας αυτής της απαιτήσεως, η οποία και της μεταβιβάζεται από εκείνον (βλ. ΟλΑΠ 38/1988). Με τις διατάξεις αυτές, εισήχθη ως προς την ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων προς εξασφάλιση απαιτήσεων ανωνύμων εταιρειών από δάνειο, απλό ή με ανοικτό λογαριασμό ή προγενέστερων απαιτήσεών τους εξαιρετικό δίκαιο και ως εκ τούτου οι γενικές διατάξεις των άρθρων 1247-1256 ΑΚ εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικώς για θέματα μη ρυθμιζόμενα από τις ειδικές διατάξεις του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος. Με την πρώτη από αυτές καθιερώνεται είδος καταπιστευτικής, και δη εξασφαλιστικής εκχωρήσεως, με αποτέλεσμα η μεν ενεχυρούχος δανείστρια να γίνεται πραγματικός και μοναδικός δικαιούχος της ενεχυρασμένης απαιτήσεως, ο δε ενεχυραστής να έχει δικαίωμα, αν αποσβεσθεί το χρέος, να απαιτήσει την επανεκχώρηση της απαιτήσεως σ’ αυτόν, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1232 ΑΚ. Επομένως, με τη σύσταση ενός τέτοιου ενεχύρου, σε συνδυασμό με την εκ του νόμου εκχώρηση της ενεχυρασμένης απαιτήσεως προς τον ενεχυρούχο δανειστή ο τελευταίος καθίσταται ειδικός διάδοχος του οφειλέτη (ΑΠ 1447/2018).



Εν προκειμένω, από την επισκόπηση της προσβαλλομένης εφετειακής αποφάσεως (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) προκύπτει ότι, εκτιμώντας αυτή το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, που παραδεκτώς επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, δέχθηκε, μεταξύ άλλων, ως προς την ουσία της υποθέσεως και κατά το ενδιαφέρον τον προκείμενο λόγο τμήμα της, τα ακόλουθα: ”…Η ανακόπτουσα, εταιρεία υπό την επωνυμία “…”, επέσπευσε κατά του οφειλέτη της Μ. Δ. του Α. αναγκαστική εκτέλεση των διαταγών πληρωμής 519/2012 και 328/ΠΙΤ/345/2012 των Δικαστών των Μονομελών Πρωτοδικείων Χανιών και Ρεθύμνου, αντιστοίχως, δι’ επιδόσεως των από 20-7-20-12 και 19.7.2012 επιταγών προς εκούσια συμμόρφωση που είναι γραμμένες κάτω από επικυρωμένα αντίγραφα των πρώτων εκτελεστών απογράφων των διαταγών αυτών, με τις οποίες τον επέταξε να της καταβάλει τα επιδικασθέντα υπέρ αυτής και εις βάρος εκείνου χρηματικά ποσά των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ, αντιστοίχως, ακολούθως δε με τα από 3.9.2012 κατασχετήρια έγγραφα, που επέδωσε στον καθού η εκτέλεση και στην καθής η ανακοπή την 6.9.2012, κατάσχεσε αναγκαστικά εις χείρας της καθής οι ανακοπές ως τρίτης, για τα ανωτέρω επιταχθέντα χρηματικά ποσά των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ, αντιστοίχως, τις απαιτήσεις του καθού η εκτέλεση που απορρέουν από χρηματικές καταθέσεις του που τηρούσε σε αυτήν. Η καθής οι ανακοπές, με τις υπ’ αριθμούς 38146/11.9.2012 κοα 38147/11.9.2012 δηλώσεις της που κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, δήλωσε μεν ότι ο καθού η εκτέλεση είχε ανοίξει και τηρούσε στα καταστήματα της …. και …. κοινούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου με υπόλοιπα 16.121,32 ευρώ, 24,10 ευρώ, 9,32 ευρώ, 7,06 λιρών Αγγλίας και 751,81 δολαρίων ΗΠΑ, παρέλειψε ωστόσο να δηλώσει και την υπ’ αριθμόν ….430 προθεσμιακή κατάθεση ποσού 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ που αυτός είχε ανοίξει και τηρούσε στο επί της Πλατείας 1866 κατάστημά της στα Χανιά. Την έναντι της καθής οι ανακοπές πιο πάνω απαίτησή του ο καθού η εκτέλεση την είχε ενεχυράσει υπέρ αυτής με την από 30.9.2009 σύμβαση ενεχύρασης προθεσμιακής κατάθεσης, την οποίαν και της επέδωσε την 12.1.2010 με δικαστικό επιμελητή, προς εξασφάλιση των έναντι αυτού απαιτήσεών της από την υπ’ αριθμόν 262/16.4.1996 σύμβαση πιστώσεως με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό και των μεταγενέστερων αυξητικών αυτής, με τις οποίες του είχε χορηγήσει πίστωση μέχρι του ποσού των 2.200.000 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 36 και 39 του ν. δ. 17.7/13.8.1923. Στην ενεχύραση υπήχθη και ο συνδεδεμένος με την προθεσμιακή κατάθεση υπ’ αριθμόν … – 109 λογαριασμός ταμιευτηρίου σε συνάλλαγμα, που ο καθού η εκτέλεση τηρούσε στην καθής οι ανακοπές, στον οποίο, κατά τους όρους της ενεχυρικής σύμβασης, θα πιστωνόταν το ποσό της προθεσμιακής κατάσχεσης κατά την ημέρα της λήξης της. Την ύπαρξη της προθεσμιακής αυτής κατάσχεσης γνωστοποίησε στην ανακόπτουσα ο ίδιος ο καθού η εκτέλεση, για να την πείσει ότι ήταν φερέγγυος με απώτερο σκοπό τη συνέχιση της συνεργασίας τους στον τομέα του τουρισμού, πλην όμως η καθής οι ανακοπές δεν την συμπεριέλαβε στις πιο πάνω υπ’ αριθμούς 38146/11.9.2012 και 38147/11.9.2012 δηλώσεις της που κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Την παράλειψή της αυτή η καθής οι ανακοπές επιχειρεί να την δικαιολογήσει ισχυριζόμενη ότι για την απαίτηση αυτή δεν είχε υποχρέωση δηλώσεως, γιατί με την ενεχυρίασή της αυτή είχε, δι’ αναγκαστικής εκχωρήσεως, αποκοπεί από την περιουσία του καθού η εκτέλεση και πλέον ανήκε στην ίδια και όχι σε εκείνον ώστε να δύναται να αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης εις χείρας της ως τρίτης. Ο ισχυρισμός της όμως αυτός είναι, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία I σκέψη, μη νόμιμος, διότι η υπέρ αυτής ενεχυρίαση της από τον καθού η εκτέλεση δεν στερεί την από άλλους δανειστές του, όπω-ς εν προκειμένω είναι η ανακόπτουσα, κατάσχεσή της, αφού ο καθού η εκτέλεση παραμένει δικαιούχος αυτής.

 
Συνεπώς οι δηλώσεις που υπέβαλε ήταν ανακριβείς, η ανακρίβεια δε αυτή και η ύπαρξη της αποκρυβείσης προθεσμιακής κατάθεσης κρίνονται, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία II σκέψη, κατά τον χρόνο κατά τον οποίον αυτή, αν την είχε δηλώσει, είχε υποχρέωση να την καταβάλει στην ανακόπτουσα, ο οποίος, σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι η 15.9.2012, αφού τα κατασχετήρια επιδόθηκαν στον καθού η εκτέλεση την 6.9.2012, και συνεπώς η από το άρθρο 988 παρ. 1 του ΚΠολΔ οκταήμερη προθεσμία για την έναρξη της καταβολής είχε την 14.9.2012 παρέλθει. Πλην όμως την 21.11.2012, μετά πάροδον διμήνου, έλαβαν χώρα τα ακόλουθα περιστατικά, όπως αυτά προκύπτουν από την εκατέρωθεν επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από 15.3.2012 βεβαίωση του καταστήματος της Πλατείας 1866 της καθής οι ανακοπές στα …. και του συνημμένου σε αυτήν αντιγράφου κίνησης του προαναφερόμενου υπ’ αριθμόν … – 109 ατομικού λογαριασμού του καθού η εκτέλεση κατά το διάστημα από 1.8.2012 έως 31.12.2012: α) Την 1.8.2012 υπήρχε κατατεθειμένο σε αυτόν το ποσό των 751,81 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο η καθής οι ανακοπές συμπεριέλαβε στις πιο πάνω δηλώσεις της, β) την 21.11.2012 πιστώθηκε στον πιο πάνω λογαριασμό το ποσό των 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ λόγω λήξεως της ενεχυρασμένης υπ’ αριθμόν …430 προθεσμιακής κατάθεσης καθώς και το ποσό των 4.752,70 δολαρίων των δεδουλευμένων συμβατικών τόκων αυτής, στη συνέχεια ήχθησαν εις χρέωση του καθού η εκτέλεση τα ποσά των δολαρίων ΗΠΑ 547,40, 420,53 και 127,62 για την αφαίρεση του προεξοφλητικού τόκου, του παρακρατούμενου φόρου επί των τόκων και των εξόδων διαχειρίσεως του λογαριασμού, αντιστοίχως, και το τελικό ποσό των 426.870,75 δολαρίων ΗΠΑ ήχθη εις χρέωση του καθού η εκτέλεση με συνέπεια ο λογαριασμός να μηδενιστεί. Οι ενέργειες αυτές εμφαίνουν ότι, με συμφωνία του καθ ού η εκτέλεση και της καθής οι ανακοπές, λύθηκε πρόωρα η σύμβαση προθεσμιακής κατάθεσης και ο καθού η εκτέλεση ανέλαβε το ποσό της. Με την εκ μέρους της καθής οι ανακοπές εξόφληση του καθού η εκτέλεση, όμως, αποσβήστηκε η εκ της επίδικης προθεσμιακή: κατάθεσης απαίτησή του και συνακόλουθα και το ενέχυρο που αυτός είχε υπέρ εκείνης συστήσει, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία II σκέψη, με συνέπεια η απαίτηση να καταστεί έκτοτε (21.11.2012) ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Η δια καταβολής όμως απόσβεση της επίδικης απαίτησης, ενώ παρήγαγε τις έννομες συνέπειές της για τον καθού η εκτέλεση (δανειστή) και την καθής οι ανακοπές (οφειλέτρια), ουδόλως επέδρασε στις έννομες σχέσεις της ανακόπτουσας με την επίδικη απαίτηση για δύο λόγους: πρώτον, γιατί η ανακρίβεια των δηλώσεων της καθής οι ανακοπές και η ύπαρξη της επίδικης απαίτησης κρίνονται σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένα την 15.9.2012, όπως εκτέθηκε παραπάνω, με συνέπεια η μεταγενέστερη δια καταβολής απόσβεσή της να στερείται έννομης επιρροής και δεύτερον γιατί η καταβολή αυτή, γενομένη μετά την αναγκαστική εκχώρηση της επίδικης απαίτησης στην ανακόπτουσα, ουδέν έναντι αυτής έννομο αποτέλεσμα παράγει. Από τα παραπάνω έπεται ότι η ανακόπτουσα έχει δικαίωμα, εκτός από την αναγνώριση της υπάρξεως της επίδικης απαίτησης που η καθής οι ανακοπές παρέλειψε να δηλώσει, να ζητήσει και την καταβολή των πιο πάνω χρηματικών ποσών των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ για τα οποία επέβαλε την κατάσχεση, αφού με την απόσβεση του ενεχύρου της καθής οι ανακοπές πάνω στην αποκρυβείσα απαίτηση, η τελευταία κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, το ποσό δε αυτής, ανερχόμενο σε 422.461,79 δολάρια ΗΠΑ, υπερκαλύπτει τα προαναφερόμενα ποσά της κατάσχεσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς μεν με την εκκαλούμενη απόφασή του αναγνώρισε την ύπαρξη της αποκρυβείσας από την καθής η ανακοπή επίδικης προθεσμιακής κατάθεσης, κεφάλαιο το οποίο οι διάδικοι δεν έχουν δι’ εφέσεως προσβάλει, εσφαλμένα, όμως, απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο το καταψηφιστικό αίτημα των υπό κρίση ανακοπών, όπως βασίμως η ανακόπτουσα με τον μοναδικό λόγο της υπό κρίση έφεσής της υποστηρίζει…”. Ακολούθως, το Εφετείο εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφασή του, με την οποία δέχθηκε τυπικά και κατ’ ουσία την από 7.11.2014 έφεση της αναιρεσίβλητης, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση ως προς τη διάταξή της, με την οποία απέρριψε το καταψηφιστικό αίτημα των υπό κρίση ανακοπών, ακολούθως δε δέχθηκε τις ανακοπές, και υποχρέωσε την καθ’ ης-αναιρεσείουσα να καταβάλει στην ανακόπτουσα-αναιρεσίβλητη το συνολικό ποσό των 143.083,77 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεώς τους.

Έτσι που έκρινε το ως άνω δικαστήριο διέλαβε, αναφορικώς προς την οφειλομένη αποζημίωση εκ μέρους της εναγομένης Τράπεζας λόγω παραλείψεως δηλώσεως χρηματικού ποσού, το οποίο κατά τον χρόνο της κατασχέσεως ευρίσκετο στον τραπεζικό λογαριασμό τού οφειλέτη του επισπεύδοντος την κατάσχεση εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης, ασαφείς και ανεπαρκείς, προσέτι δε αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των κανόνων ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 986 ΚΠολΔ και εκείνων των του ν. δ/τος 17-7/13-8-1923, που προαναφέρθηκαν. Ειδικότερα: Υπό τις ως άνω παραδοχές ουδόλως εξηγείται γιατί, ενώ το ποσόν των 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ πιστώθηκε στον επίδικο λογαριασμό την 21-11-2012, η ανακρίβεια των δηλώσεων της καθ’ ης οι ανακοπές και η ύπαρξη της επίδικης απαιτήσεως κρίνονται σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένως την 15-9-2012( ημέρα παρελεύσεως της προθεσμίας προς υποβολή Δηλώσεως). Περαιτέρω, η προσβαλλομένη υποπίπτει σε αντίφαση, διότι ενώ δέχεται ότι, το τελικό ποσό των 426.870,75 δολαρίων ΗΠΑ ήχθη εις χρέωση του καθ’ ου η εκτέλεση, ακολούθως δέχεται ότι ο ειρημένος ανέλαβε το ποσό από τη σύμβαση προθεσμιακής καταθέσεως, εντεύθεν συνάγει ότι η εν λόγω απαίτηση της ενάγουσας αναιρεσίβλητης κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Στις παραδοχές της προσβαλλομένης συγχέονται περιστατικά, η ύπαρξη των οποίων ναι μεν δημιουργεί ανακρίβεια των Δηλώσεων της Τράπεζας, εν τούτοις συνδέονται με διαφορετικές έννομες συνέπειες. Συγκεκριμένως, άλλο τυγχάνει το θέμα της παραλείψεως δηλώσεως περί υπάρξεως ενεχυρασμένης απαιτήσεως, η οποία ενδεχομένως να θεμελιώσει αξίωση σε περίπτωση υπάρξεως ζημίας, συνδεομένης αιτιωδώς με την παράλειψη, και άλλο το επίδικο ζήτημα περί παραλείψεως δηλώσεως χρηματικού ποσού, το οποίο κατά τον χρόνο της κατασχέσεως ευρίσκετο στον τραπεζικό λογαριασμό τού οφειλέτη του επισπεύδοντος την κατάσχεση εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης. Η προσβαλλομένη απόφαση έκρινε ότι λόγω παραλείψεως εκ μέρους της εναγομένης Τράπεζας να δηλώσει την ύπαρξη ενεχυρασμένης απαιτήσεως υποχρεούται αυτή να καταβάλει τα αξιούμενα από την ενάγουσα χρηματικά ποσά, παρά το ανελέγκτως γενόμενο δεκτό γεγονός ότι το ποσόν της ενεχυρασμένης απαιτήσεως των 422.461,79 ευρώ δεν ήταν κατατεθειμένο στον επίδικο ατομικό λογαριασμό του οφειλέτη κατά τον χρόνο επιβολής των κατασχέσεως εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης (6-9-2012) – οπότε θα θεμελιωνόταν η επίδικη αξίωση της ενάγουσας – αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο, και δη την 21-11-2012, όταν το ποσό τούτο πιστώθηκε στον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό. Οι ως άνω πλημμέλειες ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, και δη στην θεμελίωση της ευθύνης της εναγομένης, λόγω της αποδιδομένης σ’ αυτήν παραλείψεως να περιλάβει στη Δήλωση της ως τρίτης την ύπαρξη ενεχυρασμένης απαιτήσεως του οφειλέτη της ενάγουσας.

Συνεπώς, η πληττομένη απόφαση υπέπεσε στην από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, κατά τον βάσιμο περί τούτου λόγο αναιρέσεως, εξεταζόμενο αυτεπαγγέλτως υπό του παρόντος Δικαστηρίου, εφ’ όσον με το αναιρετήριο διώκεται η αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, συμφώνως και προς τα εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων, οι οποίοι καλύπτονται από την αναιρετική εμβέλεια του κριθέντος ως βασίμου, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλο Δικαστή, εκτός από εκείνον που την είχε δικάσει προηγουμένως (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως (άρθρ. 495 παρ. 3 εδ. ε’ ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο αίτημα αυτής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
 
ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ’ αριθ. 1215/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από άλλο Δικαστή είναι εφικτή.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να επιστραφεί στην αναιρεσείουσα το παράβολο, που αυτή κατέθεσε για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσίβλητη στην δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, που ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

ΠΗΓΗ: <TAXHEAVEN>

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Αριθμ. 121950 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθμ. 67343/2019 (Β΄ 2443) απόφασης όπως ισχύει.

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Των παρ. 1 και 11 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 (139/Α΄/30.07.2018), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 62 του ν. 4607/2019 (Α΄ 65),

β) του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 181),

γ) του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 121),

δ) της αριθμ. 338/2019 (Β΄ 3051) απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, με θέμα την ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Ζαββό,

ε) του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98),

στ) του ν. 3469/2006 (Α΄ 131) «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίς της Κυβερνήσεως και λοιπές διατάξεις»,

ζ) του ν. 3861/2010 (Α΄ 112) «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο “Πρόγραμμα Διαύγεια” και άλλες διατάξεις»,

η) της αριθμ. 67343/2019 (Β΄ 2443) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε με την αριθμ. 73900/2019 (Β΄ 2718),

2. Την ανάγκη τροποποίησης των προθεσμιών καταχώρισης των υπόχρεων στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.

3. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Την αντικατάσταση των καταληκτικών ημερομηνιών καταχώρισης των περιπτώσεων α, β και γ της παρ. 1 του άρθρου 8 της αρ. 67343/2019 (Β΄ 2443) απόφασης, ως ακολούθως:

«για την Ομάδα Α, 25/11/2019

για την Ομάδα Β, 28/11/2019

για την Ομάδα Γ, 12/12/2019»

Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθμ. 67343 /19.6.2019 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως ισχύει.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΗΓΗ: <E-FOROLOGIA>

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΔΕΔ 2731/2019 Αχρεώστητη καταβολή ΦΣΚ στην υπέρ το άρτιο διαφορά

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170).
β. της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α’ 94)
γ. της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α’ 69)
δ. του Π.Δ 111/2014 (ΦΕΚ Α’ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών»
ε. του άρθρου 6 της υπ’ αριθμ. Δ6Α1058824 ΕΞ 2014 (ΦΕΚ Β’ 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γοαμματείας Δημοσίων Εσόδων και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
στ. της ΠΟΛ 1064/12-04-2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β’ 1440/27-04-2017).

2. Την ΠΟΛ 1069/04-03-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών,

3. Την υπ’ αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ.Β’/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών,

4. Την από 24/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , που εδρεύει στην , οδός αριθ , τ.κ , κατά της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην με αριθ. πρωτ. /2018 αίτησή της, που αφορά την αξίωση της εταιρείας για επιστροφή Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίων, ποσού 158.580€ (που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1% επί της διαφοράς υπέρ το άρτιο από έκδοση νέων μετοχών ποσού 15.858.000€, ήτοι 17.620 μετοχές x 900€ / μτχ) που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα,

5. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής,

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Α2 τμήματος επανεξέτασης, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης, 

Επί της από 24/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι η τασσόμενη προθεσμία των 90 ημερών (άρθρο 63§2 του ν. 2717/1999), παρήλθε από τις 28/03/2019, μετά δε τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων, των υποβληθέντων στην υπηρεσία μας υπομνημάτων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Σύντομο Ιστορικό

1) Με την από 23/12/2014 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 1), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 2.800 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2014 (Σχετ. 2)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 2.520.000€ (2.800 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 3, 4).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ’ αριθμ /30-12-2014 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 2.800.000€ (Σχετ. 5) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 28.000€ (2.800.000€ x 1% – Σχετ. 6). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 2.520.000€.

2) Με την από 18/12/2015 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 7), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 2.000 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2016 (Σχετ. 8)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 1.800.000€ (2.000 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 9, 10).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ’ αριθμ /2015 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 2.000.000€ (Σχετ. 11) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 20.000€ (2.000.000€ x 1% – Σχετ. 12). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 1.800.000€.

3) Με την από 19/07/2016 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 13), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 6.500 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2016 (Σχετ. 14)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 5.850.000€ (6.500 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 15, 16).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ’ αριθμ /2016 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 6.500.000€ (Σχετ.17) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 65.000€ (6.500.000€ x 1% – Σχετ. 18). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 5.850.000€.

4) Με την από 28/12/2016 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 19), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 6.320 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2017 (Σχετ. 20)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 5.688.000€ (6.320 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 15, 16).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ’ αριθμ /2016 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 6.320.000€ (Σχετ.21) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 63.200€ (6.320.000€ x 1% – Σχετ. 22). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 5.688.000€.

Ακολούθως, η προσφεύγουσα υπέβαλε στην αρμόδια ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην με αριθ. πρωτ. /2018 αίτησή της (Σχετ. 23), με την οποία ζήτησε την επιστροφή Φ.Σ.Κ, ποσού 158.580€ που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1% επί της διαφοράς υπέρ το άρτιο από την έκδοση 17.620 ονομαστικών μετοχών, ήτοι:
 

Ημερομηνία απόφασης Μετοχές Ονομαστική αξία / μτχ τιμή διάθε­σης / μτχ Διαφορά υπέρ το άρτιο / μτχ Αύξηση Μετ. Κεφαλαίου Διαφορά υπέρ το άρτιο Δήλωση Φ.Σ.Κ Διαφορά προς επιστροφή
23/12/2014 2.800 100€ 1.000€ 900€ 280.000€ 2.520.000€ 28.000€ 25.200€
18/12/2015 2.000 100€ 1.000€ 900€ 200.000€ 1.800.000€ 20.000€ 18.000€
19/07/2016 6.500 100€ 1.000€ 900€ 650.000€ 5.850.000€ 65.000€ 58.500€
28/12/2016 6.320 100€ 1.000€ 900€ 632.000€ 5.688.000€ 63.200€ 56.880€
Σύνολο 17.620 1.762.000€ 15.858.000€ 176.200€ 158.580€


Στην ανωτέρω αίτηση η αρμόδια ΔΟΥ δεν απάντησε εντός της τασσόμενης προθεσμίας, οπότε τεκμαίρεται η σιωπηρή απόρριψή της.

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά στην υπ’ αριθμ. /2018 αίτησή της, να γίνει νέα εκκαθάριση στις υποβληθείσες δηλώσεις και να της επιστραφεί εντόκως από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης το ποσό του Φ.Σ.Κ ύψους 158.580€ που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, προβάλλοντας ότι:

1) Η διαφορά υπέρ το άρτιο δεν υπάγεται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων κατά το χρόνο της καταβολής της, αλλά μόνο κατά το χρόνο της κεφαλαιοποίησης της διαφοράς (ΣτΕ 1774/2018)

2) Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση

3) Ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων επιστρέφεται εάν διαπιστώθηκε ότι καταβλήθηκε αχρεώστητα.

Επειδή με τις διατάξεις του ν. 1676/1986 (Α’ 204) ορίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: Με το άρθρο 17 ότι: «Επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, φόρος με την ονομασία “φόρος με την συγκέντρωση κεφαλαίων”, από: α) εμπορικές εταιρείες και κοινοπραξίες επιτηδευματιών, β) συνεταιριστικές οργανώσεις κάθε βαθμού, οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, νομικό πρόσωπο, ένωση προσώπων ή κοινωνία, εφ’ όσον σκοπός που επιδιώκουν τα πρόσωπα αυτά είναι κερδοσκοπικός, γ) υποκατάστημα ξένης εταιρείας»,

Με το άρθρο 18 § 1 ότι: «Αποτελούν συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγονται στο φόρο οι κατωτέρω πράξεις: α) η σύσταση των προσώπων, που προβλέπονται από το άρθρο 17 και η αύξηση του κεφαλαίου τους, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, β) …, γ) η αύξηση του ενεργητικού των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή την εταιρική περιουσία, αλλά για χορήγηση δικαιωμάτων ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα ψήφου ή το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης, δ) …, ε) …, στ) … ζ) …», Με το άρθρο 19 § 1 ότι: «Ο φόρος υπολογίζεται: α) για τις πράξεις των περιπτώσεων α’, γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 18, στην πραγματική αξία των εισφερόμενων κάθε είδους περιουσιακών στοιχείων»,

Με το άρθρο 20 ότι: «Η φορολογική υποχρέωση γεννάται: α) στη σύσταση των προσώπων του άρθρου 17, στην αύξηση του κεφαλαίου ή του ενεργητικού τους, στη συγχώνευση, στη μετατροπή και στα δάνεια των περιπτώσεων ε’ και στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 18, κατά το χρόνο της σύνταξης του οικείου εγγράφου και σε περίπτωση μη σύνταξης εγγράφου κατά το χρόνο της σχετικής εγγραφής στα οικεία βιβλία» και Με το άρθρο 21 ότι: «Ο φόρος ορίζεται σε ένα στα εκατό (1%) στην αξία που φορολογείται»

Επειδή με την υπ’ αριθμ. 1115824/ΠΟΛ. 1230/10-10-1994 διαταγή του Υ.Ο, διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα:

1) Σύμφωνα με τη διάταξη της περίπτ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986, μεταξύ των πράξεων που αποτελούν συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγονται στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, είναι και η αύξηση των κεφαλαίων των προσώπων του άρθρου 17 του νόμου αυτού. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ιδίου νόμου, αποτελεί συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγεται στο φόρο η αύξηση του ενεργητικού των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή την εταιρική περιουσία, αλλά για χορήγηση δικαιωμάτων ιδίας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα ψήφου ή το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης.

2) Σε περίπτωση έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, η υπέρ το άρτιο διαφορά είναι εισφορά που αυξάνει μεν το ενεργητικό της εταιρίας, αλλά ο εισφέρων δεν αποκτά δικαιώματα ψήφου κλπ. από την εισφορά αυτή και επομένως το ποσό της διαφοράς αυτής, δεν υπάγεται κατά το χρόνο της καταβολής της σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ούτε της διάταξης της περίπτ. α’ ούτε της διάταξης της περίπτ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/86. Εφόσον, όμως, γίνει κεφαλαιοποίηση της ανωτέρω διαφοράς οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων για το ποσό αυτό, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα αύξηση του κεφαλαίου κατά τα οριζόμενα στην περίπτ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986. Άλλωστε, με την κεφαλαιοποίηση αυτή καλύπτεται και η προϋπόθεση που ορίζεται στην διάταξη της περίπτ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 18 (χορήγηση δικαιώματος ψήφου συμμετοχής στα κέρδη κ.λπ.). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν πρόκειται περί κεφαλαιοποίησης αποθεματικού κατά την έννοια της διάταξης της περίπτ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 22 του ιδίου νόμου και επομένως για την κεφαλαιοποίηση αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής η απαλλακτική αυτή διάταξη. Ειδικότερα, όπως έγινε δεκτό από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Δ/νση τομέων παραγωγής, Εθνικό Συμβούλιο Λογιστικής, με το έγγραφο Λ.Σ. 2169 /20558/ Γνωμ. 215/15.6.1994 η διαφορά που προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή μεγαλύτερη της ονομαστικής αξίας (υπέρ το άρτιο) ως προερχόμενη από καταβολές των μετόχων δεν θεωρείται αποθεματικό, αλλά συμπληρωματικό κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει συμπληρωματική εισφορά των μετόχων.

3) Από την έκδοση της παρούσας κάθε διαταγή, αντίθετου περιεχομένου, παύει να ισχύει.

Επειδή με την υπ’ αριθ. 113/2009 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε δεκτή από το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και κοινοποιήθηκε με την Εγκ. ΠΟΛ. 1044/03-02-2014, διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα: «Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι αποτελεί συγκέντρωση κεφαλαίων, και υπάγεται στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, η πράξη σύστασης των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 17, μεταξύ των οποίων, ως εμπορική εταιρία, συγκαταλέγεται και η Ε.Π.Ε. Στη περίπτωση αυτή ο φόρος υπολογίζεται επί του αρχικού εταιρικού κεφαλαίου. Περαιτέρω, συγκέντρωση κεφαλαίου αποτελεί και η πράξη με την οποία αποφασίζεται η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου. Στη περίπτωση αυτή ο φόρος υπολογίζεται επί του ποσού της αύξησης του κεφαλαίου. Οι δύο αυτές περιπτώσεις εξαντλούν τη φορολόγηση του εταιρικού κεφαλαίου, τόσον του αρχικού, όσον και της επαύξησής του, προβλέπονται δε από την περίπτωση α’ της παρ.1 του άρθρου 18. Η περίπτωση γ’ επουδενί είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι αναφέρεται στο εταιρικό κεφάλαιο. Αναφέρεται στην αύξηση του ενεργητικού από παλαιούς ή νέους, κυρίως, εταίρους, στην οποία προβαίνουν, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή στην εταιρική περιουσία, αλλά για την χορήγηση σε αυτούς δικαιωμάτων που απολαμβάνουν οι εταίροι, κυρίως του δικαιώματος συμμετοχής στα κέρδη. Είναι πλέον ή σαφές ότι στη περίπτωση αυτή οι εισφέροντες δεν καθίστανται εταίροι. Θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν απλοί επενδυτές. Ενόψει των προεκτεθέντων, και για την απάντηση στο υπό τα στοιχ. 1. β’ ερώτημα, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του μέχρι του αρτίου ποσού του εταιρικού μεριδίου, το οποίο ταυτίζεται με την ονομαστική αξία αυτού, και του υπέρ το άρτιο, δηλαδή του πέραν της ονομαστικής αξίας, ποσού του μεριδίου. Το μέχρι του αρτίου ποσό συνιστά αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου, περίπτωση δηλαδή συγκέντρωσης κεφαλαίου η οποία προβλέπεται από την περ.α’ (της παρ.1 του άρθρου 18). Ως προς αυτό δεν γεννάται θέμα, γίνεται γενικώς δεκτό και δεν αμφισβητείται (Παν.Ρέππας, Δ/ντής Υπ. Οικονομικών, Δ.φρ. Νομ., Τ.61, σελ.508, Γνωμ.Νομ. Δ/νσης Υπ.Εθν.Οικον. 27/1987, 824/1988, υπ’ αριθμ.πρωτ.20558/ΛΣ 21619, γνωμ. 215 της Γν. σ.1994 έγγραφο του Υπ. Οικ. Και Οικονομικών). Ως προς τη «διαφορά από την έκδοση μεριδίων υπέρ το άρτιον», όμως, όπως αποκαλείται η διαφορά μεταξύ της τιμής διάθεσης του μεριδίου και της ονομαστικής αξίας αυτού, αυτή δεν υπόκειται στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, στον οποίο, αντιθέτως, υπόκειται, αν μεταγενεστέρως κεφαλαιοποιηθεί -κατόπιν αποφάσεως της γενικής συνέλευσης των εταίρων περί αυξήσεως του εταιρικού κεφαλαίου και εκδόσεως νέων μεριδίων, εννοείται – (Υπ’ αριθμ.πρωτ. 20558/ΛΣ2169 – γνώμ. 215 της 15.6.94, Παν.Ρέππας οπ.παραπ., ΠΟΛ. 1230/10.10.94). Κατά τις Γνωμ 27/87, 824/86 Νομ. Δ/νση Υπ.Εθν. Οικον., η περί ής πρόκειται διαφορά, είτε μεταγενεστέρως κεφαλαιοποιήθηκε είτε όχι, αποτελεί αύξηση των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας. Οι γνωμοδοτήσεις όμως αυτές ερμηνεύουν διατάξεις του Ν.1262/1982, άρθρ.5 και όχι αυτές του ν.1676/86. Υπάγουν τη διαφορά υπέρ το άρτιο στην έννοια του όρου «ίδια κεφάλαια» που χρησιμοποιεί ο Ν.1262/82, ο οποίος, όμως, ρυθμίζει θέματα διαφορετικά από αυτά του Ν.1676/86. Ο όρος «ίδιο κεφάλαιο» και ο όρος «μετοχικό κεφάλαιο», τον οποίο χρησιμοποιεί ο Ν.1676/ 1986, δεν ταυτίζονται. Με την διαφορά υπέρ το άρτιο αυξάνονται μεν τα ίδια κεφάλαια της εταιρίας, όχι όμως και το μετοχικό κεφάλαιο. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου συνοδεύεται αναγκαίως από την έκδοση νέων μετοχών, στην ονομαστική αξία των οποίων αντιστοιχεί. Το ποσό που καταβάλλεται ως διαφορά υπέρ το άρτιον δεν ενσωματώνεται σε μετοχές, δεν εκδίδονται, ειδικώς για την περίπτωση αυτή, μετοχές, ασχέτως αν η καταβολή λαμβάνει χώρα με την ευκαιρία έκδοσης μετοχών, και συνεπώς δεν αυξάνεται κατά το ποσό αυτής το μετοχικό κεφάλαιο. Επομένως στις γνωμοδοτήσεις αυτές δεν μπορεί να στηριχθεί ή να τεκμηριωθεί άποψη περί υπαγωγής της «διαφοράς υπέρ το άρτιο» στη περ. α’ της παρ.1 του άρθρου 18 του Ν.1676/86. Περαιτέρω, παρατηρείται ότι η άποψη αυτή δέχεται, μεν, ορθώς, ότι η διαφορά υπέρ το άρτιο δεν αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο και ότι, συνεπώς, δεν μπορεί να υπαχθεί στη περ. α’, πλην παραλείπει να εξετάσει την υπαγωγή της ή όχι στην περ. γ’ και, κατ’ ευθείαν, αποφαίνεται ότι δεν υπάγεται κατά την καταβολή της στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, στον οποίο, αντιθέτως, υπάγεται με την μεταγενέστερη τυχόν κεφαλαιοποίηση της. Είναι ανάγκη επομένως να εξεταστεί η δυνατότητα υπαγωγής της υπέρ το άρτιον διαφοράς σε άλλη περίπτωση του άρθρου 18, και συγκεκριμένα στη περίπτωση γ’. Όπως δέχεται και η ανωτέρω ερμηνευτική εκδοχή, η συγκεκριμένη καταβολή αυξάνει το ενεργητικό της επιχείρησης και, όπως προεξετέθη, γίνεται, όχι για να αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο και να συμμετάσχει σε αυτό ο καταβάλλων, αλλά για να αποκτήσει δικαίωμα ή δικαιώματα εξ εκείνων που έχουν οι μέτοχοι, όπως η συμμετοχή και κέρδη. Συντρέχουν επομένως όλοι οι όροι που απαιτεί η περ.γ και, συνεπώς, οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου, ασχέτως μάλιστα της κεφαλαιοποίησής της στο μέλλον.»

Επειδή με την απόφαση ΣτΕ 1774/2018 κρίθηκε ότι: «σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης διαφοράς που προέρχεται από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων για το ποσό αυτό, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα αύξηση του κεφαλαίου κατά τα οριζόμενα στις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 18 παρ. 1 περ. α’ και γ’ του ν. 1676/1986. Η διαφορά αυτή δεν υπάγεται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου κατά τον χρόνο της καταβολής της, γιατί κατά το χρόνο εκείνο δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ανωτέρω διατάξεων, αφού ο εισφέρων δεν αποκτά δικαιώματα ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως δικαιώματα ψήφου κλπ. Κατά την κεφαλαιοποίηση, όμως, της διαφοράς αυτής συντρέχουν πλέον οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Εξάλλου, το γεγονός ότι το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο «κατατάσσει» τη διαφορά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο στην κατηγορία των αποθεματικών δεν αρκεί για την εξαίρεση από το φόρο της αύξησης κεφαλαίου που γίνεται με την κεφαλαιοποίηση αυτή βάσει του άρθρου 22 παρ. 2 του ν. 1676/1986, δεδομένου ότι παρά την «κατάταξη» αυτή, η διαφορά υπέρ το άρτιο έχει διαφορετική φύση και προέλευση από τα κοινά αποθεματικά, ενώ, εξάλλου, οι φορολογικές διατάξεις που θεσπίζουν απαλλαγές είναι στενά ερμηνευτέες».

Επειδή με την υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1238/21-12-2018 διαταγή του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δόθηκαν οδηγίες για τη Φορολογική αντιμετώπιση της έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο από πλευράς φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων – Συμμόρφωση με τη ΣτΕ 1774/2018 τα ακόλουθα: «Με την υπ’ αριθ. 3015/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι σε περίπτωση έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, ο εισφέρων περιουσιακά στοιχεία δεν αποκτά κατά την στιγμή της καταβολής, δικαιώματα ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι (δικαιώματα στα κέρδη, δικαιώματα ψήφου, κλπ) και επομένως δεν πληρούνται, κατά την στιγμή της καταβολής, οι προϋποθέσεις της περίπτωσης γ’ της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 για την επιβολή φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου. Επομένως, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται την στιγμή της καταβολής μόνο για την ονομαστική αξία των μετοχών, ενώ για το μέρος που αφορά την υπέρ το άρτιο διαφορά, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από την στιγμή της κεφαλαιοποίησης της διαφοράς αυτής. Η πρόσφατη ΣτΕ 1774/2018 με την οποία η ασκηθείσα αναίρεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, επικύρωσε την ανωτέρω κρίση της υπ’ αριθ. ΣτΕ 3015/2009. Κατόπιν των ανωτέρω, η ΠΟΛ 1044/2014 με την οποία κοινοποιήθηκε η Γνωμ. ΝΣΚ 113/2009, παύει να ισχύει»

Επειδή, η προσφεύγουσα κατά τον χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, ήτοι κατά τις ημερομηνίες των Γενικών Συνελεύσεων που αποφάσισαν τις αυξήσεις Μετοχικού Κεφαλαίου, εφάρμοσε τις οδηγίες της διοίκησης που ίσχυαν τότε (ΠθΛ.1044/2014) και απέδωσε τον αντίστοιχο φόρο Συγκέντρωσης Κεφαλαίου, ως ακολούθως:
 

Ημερομηνία απόφασης Γ.Σ Μετοχές Ονομαστικ ή αξία / μτχ τιμή διάθε­σης / μτχ Διαφορά υπέρ το άρτιο / μτχ Αύξηση Μετ. Κεφαλαίου Διαφορά υπέρ το άρτιο Δήλωση Φ.Σ.Κ
Υποκείμενη αξία Ποσό ΦΣΚ
23/12/2014 2.800 100€ 1.000€ 900€ 280.000€ 2.520.000€ 2.800.000€ 28.000€
18/12/2015 2.000 100€ 1.000€ 900€ 200.000€ 1.800.000€ 2.000.000€ 20.000€
19/07/2016 6.500 100€ 1.000€ 900€ 650.000€ 5.850.000€ 6.500.000€ 65.000€
28/12/2016 6.320 100€ 1.000€ 900€ 632.000€ 5.688.000€ 6.320.000€ 63.200€
Σύνολο 17.620 1.762.000€ 15.858.000€ 17.620.000€ 176.200€


Επειδή από τα παραπάνω προκύπτει ότι σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1238/2018 και ΣτΕ 1774/2018, η καταβολή από την προσφεύγουσα του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων που αναλογεί στην υπέρ το άρτιο διαφορά των ανωτέρω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου, συνολικού ποσού 158.580€ (ήτοι 15.858.000€ x 1%), θεωρείται ότι έγινε αχρεωστήτως.

Επειδή περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) ορίζεται ότι: «1) …, 2) Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του φορολογουμένου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, εάν το υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού, 3) …, 4) Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων, καθώς και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου» και με τις διατάξεις του άρθρου 72§16 του ίδιου νόμου ότι: «Το άρθρο 53 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζεται για αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται από την 1.1.2014 και εφεξής» 

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της υπ’ αριθ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013 /31-12-2013 (ΦΕΚ Β’ 19/10.1.2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κατάθεσης της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής, με την οποία διατυπώνεται (και) αίτημα του προσφεύγοντος για επιστροφή του τυχόν προκύπτοντος ως αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου: «Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α’170) που καταβάλλονται στον φορολογούμενο ορίζεται ως το επιτόκιο Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του φόρου, πλέον πέντε και εβδομήντα πέντε (5,75) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως. …. Το επιτόκιο των ανωτέρω παραγράφων δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας….».

Επειδή, από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι, από την 01.01.2014 και μετά, η Φορολογική Διοίκηση, εφόσον διενεργεί επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς, μετά την πάροδο των 90 ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης του φορολογούμενου, οφείλει να υπολογίζει και να επιστρέφει τόκους. Η τοκοφορία αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος και οι τόκοι υπολογίζονται, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και αποφάσεις περί καθορισμού των επιτοκίων του άρθρου 53 του ν.4174/2013, μέχρι και την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς.

Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, το αίτημα της προσφεύγουσας περί έντοκης επιστροφής κρίνεται βάσιμο και πρέπει να γίνει αποδεκτό.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της από 24/04/2019 και με αριθ. πρωτ ενδικοφανούς προσφυγής της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , που εδρεύει στην , οδός αριθ , τ.κ , και την ακύρωση της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην υπ’ αριθμ /2018 αίτησή της που υποβλήθηκε στην ίδια ΔΟΥ και αφορούσε την αξίωση της εταιρείας για επιστροφή Φ.Σ.Κ ποσού 158.580€.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΠΗΓΗ:< TAXHEAVEN>

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Άρθρα Ν. 4548/2018 (Ανώνυμες Εταιρείες) 40 Κύρια σημεία – Διαφορές σε σχέση με τον κ.ν. 2190/1920 – Διατάξεις που αφορούν Λογιστές και Ελεγκτές

Ν. 4548/2018 ( Ανώνυμες Εταιρείες )

40 Κύρια σημεία – Διαφορές σε σχέση με τον κ.ν. 2190/1920 – Διατάξεις που αφορούν Λογιστές και Ελεγκτές.

Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1) Περιεχόμενα του Νόμου, αντιστοίχιση διατάξεων με τον προηγούμενο Ν. 2190/1920 και Όργανα Διοίκησης και Ελέγχου.

2) Πεδίο Εφαρμογής (Άρθρο 1) και Συναφής Νομοθεσία

3) Έναρξη ισχύος του Νέου Νόμου [ 1/1/2019] (Άρθρο 190)

4) Χρόνος Εναρμόνισης των Καταστατικών των Α.Ε (Έως 1/1/2020 ) (Άρθρο 183) και δυνατότητες του νόμου που μπορεί να περιληφθούν στο Καταστατικό.

5) Παραπομπές – Διασύνδεση με άλλους Νόμους (Άρθρο 188)

6) Κατηγοριοποίηση των Α.Ε ανάλογα με το Μέγεθος (Άρθρο 2)

7) Διατάξεις που καταργούνται (Άρθρο 189 )

8) «Χρηματοοικονομικές» αντί «Οικονομικές» Καταστάσεις (Άρθρο 5) – Υπογραφή (Άρθρο 147) – Έγκριση (Άρθρο 148) – Έλεγχος (ν.4336/2015 ) και Δημοσίευση (Άρθρο 149)

9) Ελάχιστο Μετοχικό Κεφάλαιο (25.000 Ευρώ) και έλεγχος της επάρκειας των Ιδίων Κεφαλαίων.

10) Κατάργηση της Δυνατότητας Έκδοσης Ανωνύμων Μέτοχων και Υποχρεωτική Ονομαστικοποίηση έως 1/1/2020 ( Άρθρα 40 και 184 )

11) Μείωση της Κατωτάτης Τιμής κάθε Μετοχής και Εύρος αξίας κάθε μετοχής [ 0,04 έως 100 ευρώ ] ( Άρθρο 35)

12) Κανόνες Διανομής Κερδών ( Άρθρα 158-164)

13) Καταστατικό – Δυνατότητα Ίδρυσης Α.Ε με «Ιδιωτικό Συμφωνητικό » (Άρθρο 4)

14) Εταιρική Επωνυμία της Α.Ε (Άρθρο 6) και Στοιχεία εγγράφων της εταιρείας (άρθρο 14)

15) Διάρκεια της Α.Ε (Άρθρο 8)

16) Αποτίμηση των Εισφορών σε Είδος – Ορκωτοί Λογιστές (Άρθρο 17)

17) Καταβολή και Πιστοποίηση Μετοχικού Κεφαλαίου ( Άρθρο 20)

18) Μεταγενέστερη Απόκτηση Στοιχείων του Ενεργητικού (Άρθρο 19)

19) Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου (Άρθρα 23-28)

20) Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου – Δυνατότητα και Επιστροφής σε Είδος (Άρθρα 29-32)

21) Κατηγορίες μετοχών και άλλοι Τίτλοι Εκδιδόμενοι από την Ανώνυμη Εταιρεία (Άρθρα 33-55)

22) «Τίτλος Κτήσης ( Warrants )» (Άρθρα 56- 58)

23) «Ομολογιακά Δάνεια» (Άρθρα 59- 74)

24) «Ιδρυτικοί Τίτλοι» (Άρθρα 75- 76)

25) Διοικητικό Συμβούλιο (Άρθρα 77 – 115) – «Έκθεση Διαχείρισης»

26) Μέλη Διοικητικού Συμβουλίου – Πράξεις Ανταγωνισμού ( Άρθρο 98 ) -– Ειδικές διατάξεις για τις εισηγμένες εταιρείες ( ν. 3016/2002 )

27) Συναλλαγές της Εταιρείας με Συνδεδεμένα Πρόσωπα ( Άρ. 99 – 101 )

28) Αμοιβές Διοικητικού Συμβουλίου ( Άρθρα 109-114)

29) Μονομελές Διοικητικό Όργανο («Μονοπροσωπο Δ.Σ » ) – ( Άρ.115 )

30) «Εκτελεστική Επιτροπή» ( Άρθρο 87 )

31) Γενική Συνέλευση ( Άρθρα 116 – 140 )

32) Δικαιώματα Μειοψηφίας – Ενώσεις μετοχών ( Άρθρα 141- 144)

33) Λύση και Εκκαθάριση – Κατάργηση ως λόγου Λύσεως το γεγονός ότι : «Το Σύνολο των Ιδίων Κεφαλαίων καταστεί κατώτερο του 1/10 του Μετοχικού Κεφαλαίου» ( Άρθρα 164-171 )

34) Κρατική Εποπτεία

35) Δημοσιότητα ( Άρθρα 12-14)

36) Επίλυση Εταιρικών Διαφορών – Διαιτησία ( Άρθρο 3)

37) Ποινικές Διατάξεις ( Άρθρα 176-181 )

38) Προθεσμίες

39) Πρόβλεψη για «Νέα Όργανα» και «Νέους Τίτλους», στην Α.Ε.

40) Σημαντικές Αλλαγές – Σύνοψη

1) Περιεχόμενα του Νόμου, αντιστοίχιση διατάξεων με τον προηγούμενο Ν. 2190/1920 και Όργανα Διοίκησης και Ελέγχου.

α) Περιεχόμενα και Δομή του Νόμου

Ο Ν. 4548/2018, αποτελείται από 190 άρθρα τα οποία κατανέμονται σε 14 Τμήματα

[ Τροποποιήθηκε με :

α) το Ν. 4587/2018 «Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και άλλες διατάξεις», Αρθρο 49. Τροποποιήσεις διατάξεων του ν. 4548/2018 (Α΄ 104)

β) το Ν. 4601/2019 «Εταιρικοί µετασχηµατισµοί»,  Αρθρο 146. Τροποποίηση του ν. 4548/2018  ].

γ) το ν.4609/2019 Ρυθμίσεις Μέριμνας Προσωπικού Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατολογίας, Στρατιωτικής Δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις. ( άρθρο 57 . Τροποποιήσεις του ν. 4548/2018 )

δ) Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου Π.Ν.Π 27.06.2019 [ Άρθρο έβδομο Παράταση προθεσμιών ]

Δομή του Νόμου

1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ( Άρθρα 1-3 )

2. ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ( Άρθρα 4-11 )

3. ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ( Άρθρα 12-14 )

4. ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ( Άρθρα 15-32 )

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ : ΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ : ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΟΧΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ : ΜΕΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΟΧΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

5. ΜΕΤΟΧΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ( Άρθρα 33-76 )

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΟΙ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΙ ΤΙΤΛΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΜΕΤΟΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΤΙΤΛΟΙ ΚΤΗΣΗΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΟΜΟΛΟΓΙΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΙΔΡΥΤΙΚΟΙ ΤΙΤΛΟΙ

6. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ( Άρθρα 77-115 )

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ, ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΑΜΟΙΒΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ

7. ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ( Άρθρα 116-140 )

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ

8. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ( Άρθρα 141-144 )

9. ΕΤΗΣΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ( Άρθρα 145-157 )

10. ΔΙΑΘΕΣΗ ΚΕΡΔΩΝ ( Άρθρα 158-163 )

11. ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ( Άρθρα 164-171 )

12. ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ( Άρθρα 172-175 )

13. ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ( Άρθρα 176-181 )

14. ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ( Άρθρα 182-190 )

Συνοπτικά :

Συγκεντρώνονται κατά το δυνατόν στο νέο νόμο οι διατάξεις που αφορούν την ανώνυμη εταιρεία και βρίσκονται σε άλλα νομοθετήματα. Έτσι, π.χ.:

· Ο νέος νόμος περιλαμβάνει τα ομολογιακά δάνεια, με κατάργηση των αντίστοιχων διατάξεων του ν. 3156/2003, αφού πρόκειται για δυνατότητα που έχει επιφυλαχθεί στις ανώνυμες εταιρείες και μόνο.

· Μεταφέρονται στο νέο νόμο οι ρυθμίσεις του π.δ. 30/1988 για τα stock options.

· Τα ζητήματα του ελάχιστου μερίσματος ρυθμίζονται εξ ολοκλήρου στο νόμο με κατάργηση των διατάξεων του α.ν. 148/1967.

· Μεταφέρονται στο νέο νόμο οι ρυθμίσεις του ν. 4403/2016, που αφορούσαν ζητήματα (κυρίως) της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ, και που δεν είχαν ενσωματωθεί στον κ.ν. 2190/1920Τα ζητήματα αυτά αφορούν την ετήσια έκθεση διαχείρισης του Δ.Σ., τη δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης, τις μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις, την έκθεση πληρωμών σε κυβερνήσεις και την υποβολή των καταστάσεων αυτών σε δημοσιότητα.

β) Αντιστοίχιση διατάξεων με τον προηγούμενο Ν. 2190/1920

Δείτε το εξαιρετικό άρθρο του Γεώργιου Εμμ. Σγουράκη, Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή, Μέλους της ΣΟΛ A.E. :

Αντιστοίχιση των διατάξεων του ν. 4548/2018 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τον ν. 4601/2019 με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4541/2018 – ΣΟΛ ΑΕ

γ) Όργανα Διοίκησης και Ελέγχου στην Ανώνυμη Εταιρεία

 
 
ΟΡΓΑΝΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ή ΕΛΕΓΧΟΥΟΡΓΑΝΟ ΕΚΛΟΓΗΣ ή ΔΙΟΡΙΣΜΟΥΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 4548/2018
ΑΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
 
Άρθρα 116 – 140
 
 
Η γενική συνέλευση των μετόχων είναι το ανώτατο όργανο της εταιρείας και δικαιούται να αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση
 

 
 
 
Η γενική συνέλευση είναι μόνη αρμόδια να αποφασίζει για ορισμένα θέματα.
 

 
 
 
Εκλογή μελών του διοικητικού συμβουλίου και ελεγκτών.
 

 
ΒΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΓενική Συνέλευση – – Καταστατικό – ορισμένος μέτοχος ή μέτοχοιΆρθρα 77 – 115
 
 
Την εταιρεία διοικεί το διοικητικό συμβούλιο. Η διοίκηση της εταιρείας περιλαμβάνει τη διαχείριση και τη δικαστική και εξώδικη εκπροσώπησή της
 

 
 
 
Αντί Δ.Σ , το καταστατικό μπορεί να προβλέπει το διορισμό μονομελούς διοικητικού οργάνου (σύμβουλος-διαχειριστής). [ ΝΈΟ ]
 

 
 
 
Μπορούν να εκλέγουν ή να διοριστούν και αναπληρωματικά μέλη
 

 
 
 
Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του τον πρόεδρο και τον αναπληρωτή του προέδρου.
 

 
 
 
Κατά την ίδρυση της εταιρείας ο διορισμός προέδρου, αντιπροέδρου, διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου ή προσώπων με άλλη ιδιότητα και αρμοδιότητες για το πρώτο διοικητικό συμβούλιο μπορεί να γίνει και με το καταστατικό.
 
Άρθρο 87, Παρ.3
 
 
Εισηγμένες εταιρείες,(μη εισηγμένες δυνητικά) : Εκλέγονται εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα μέλη,
 

 
 
 
Πρόσωπα στα οποία δίδονται Εξουσίες Διαχείρισης & ΕκπροσώπησηςΤο διοικητικό συμβούλιοΆρθρα 77 – 115
 
 
 Μέλος (-η) Δ.Σ με εξουσίες διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας
 

 
 
 
 Μη Μέλος (-η) Δ.Σ με εξουσίες διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας
 

 
 
 
Εκτελεστική επιτροπή [ ΝΈΟ ] : μπορεί να συγκροτείται και να ανατίθενται σ’ αυτήν ορισμένες εξουσίες ή καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου.
 
Άρθρο 87, παρ.4
 
 
Η οργάνωση και λειτουργία εσωτερικού ελέγχου αποτελεί προϋπόθεση για την εισαγωγή των μετοχών ή άλλων κινητών αξιών σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά. Η διενέργεια εσωτερικού ελέγχου πραγματοποιείται από ειδική υπηρεσία της εταιρίας.
 
Ν. 3016/2002 – Άρθρο 7 .
ΓΕΛΕΓΚΤΕΣ
 

 
 
 
Όπου βάσει της περίπτωσης 1 της υποπαραραγράφου Α1 της παρ. Α΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) απαιτείται γνώμη ορκωτού ελεγκτή λογιστή [ Υποχρεωτικά σε Μεσαίες και Μεγάλες Οντότητες ]Γενική ΣυνέλευσηΆρθρο 149. Δημοσίευση χρηματοοικονομικών καταστάσεων και έκθεσης διαχείρισης
ΔΜΕΙΟΨΗΦΙΑ – ΕΝΩΣΕΙΣ ΜΕΤΟΧΩΝ
 
Άρθρα 141 – 144
 
 
Έχουν διάφορα δικαιώματα ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής που κατέχουν.
 

 
 
 
Δικαίωμα να ζητήσουν έκτακτο έλεγχο της εταιρείας από το δικαστήριο, κ.λπ
 

 
 
 
Τα δικαιώματα μειοψηφίας, μπορούν να ασκηθούν και από ενώσεις μετόχων ( ΝΈΟ )
 

 
ΕΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ -ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗγενική συνέλευσηΆρθρα 164 – 171
 
 
Με εξαίρεση την περίπτωση της πτώχευσης, τη λύση της εταιρείας ακολουθεί η εκκαθάριση.
 

 
 
 
Ο διορισμός εκκαθαριστών συνεπάγεται αυτοδικαίως την παύση της εξουσίας του διοικητικού συμβουλίου.
 

 

2) Πεδίο Εφαρμογής (Άρθρο 1) και Συναφής Νομοθεσία

α) Πεδίο Εφαρμογής

Ο Ν. 4548/2018 «Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών» (ΦΕΚ Α’ 104/13.06.2018) , εφαρμόζεται σε όλες τις ανώνυμες εταιρείες, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων για τις ανώνυμες εταιρείες με μετοχές ή άλλους τίτλους εισηγμένους σε ρυθμιζόμενη αγορά .

«ρυθμιζόμενη αγορά»: η ρυθμιζόμενη αγορά κράτους-μέλους κατά την έννοια της περίπτωσης 21 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14) και της περίπτωσης 21 της παρ. 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ της 15ης Μαΐου 2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της Οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173/349 12.6.2014),]

Οι διατάξεις για τις ανώνυμες εταιρείες με μετοχές ή άλλους τίτλους εισηγμένους σε ρυθμιζόμενη αγορά εφαρμόζονται και σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), μόνο όταν αυτό προβλέπεται ρητά.

«Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ»: ο Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης κατά την έννοια της περίπτωσης 22 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 και της περίπτωσης 22 της παρ. 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ της 15ης Μαΐου 2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της Οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173/349 12.6.2014).]

Σχετικά με τις αγορές δείτε είτε και : http://www.hcmc.gr/el_GR/web/portal/pmd

β) Συναφής Νομοθεσία

[Άλλοι νόμοι που επηρεάζουν την λειτουργία μιας Α.Ε ]

(1) Νόμος 3419/2005. Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και Εκσυγχρονισμός της Επιμελητηριακής Νομοθεσίας. [ Είναι στην Επιτροπή της Βουλής  ( νέος νόμος ) : «ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΕΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ»]

(2) Νόμος 4441/2016. Απλοποίηση διαδικασιών σύστασης επιχειρήσεων, άρση κανονιστικών εμποδίων στον ανταγωνισμό και λοιπές διατάξεις.

(3) Νόμος 4308/2014.  Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις

(4) Νόμος 4336/2015. [ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.1: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ]

(5) Νόμος 4601/2019. Εταιρικοί µετασχηµατισµοί και εναρμόνιση του νομοθετικού πλαισίου µε τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/55/ΕΕ .

(6) Νόμος 3777/ 2009.  Διασυνοριακές συγχωνεύσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών και άλλες διατάξεις.

(7) Νόμος 3016/2002. Για την εταιρική διακυβέρνηση, θέματα μισθολογίου και άλλες διατάξεις.

(8) Νόμος 3588/2007.  Πτωχευτικός Κώδικας.

(9) Νόμος 4449/2017 Υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, δημόσια εποπτεία επί του ελεγκτικού έργου και λοιπές διατάξεις

3) Έναρξη ισχύος του Νέου Νόμου [ 1/1/2019] (Άρθρο 190) και διευκρινιστικές αποφάσεις

Από 1η Ιανουαρίου 2019, ισχύει ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες ( Ν. 4548/2018) αντί του προηγούμενου (εμβληματικού) νόμου 2190/1920.

Διευκρινιστικές αποφάσεις

α) 141372/2018 Έλεγχος νομιμότητας πράξεων και στοιχείων των ΑΕ κατά την μετάβαση από το ν. 2190/1920 στο ν. 4548/2018

β) 44559/2019 Εμπορική δημοσιότητα των πράξεων και στοιχείων των ανωνύμων εταιρειών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 του ν.4548/2018. Νέοι κανόνες περί ελέγχου νομιμότητας και πληρότητας από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, τις Δ/νσεις Αναπτύξεως των Περιφερειακών Ενοτήτων και τις Υπηρεσίες ΓΕΜΗ

γ) 66341/20/06/2018 Δικαιώματα μειοψηφίας με τον νέο νόμο για τις ανώνυμες εταιρίες

δ) 87524/2019. Διευκρινίσεις σχετικά με τη Σύσταση Εταιρειών μέσω των Υπηρεσιών μιας Στάσης

4) Χρόνος Εναρμόνισης των Καταστατικών των Α.Ε ( Έως 1/1/2020 με απλή απαρτία και πλειοψηφία ) (Άρθρο 183) και δυνατότητες του νόμου που μπορεί να περιληφθούν στο Καταστατικό.

Οι υφιστάμενες ανώνυμες εταιρείες μπορούν να εναρμονίσουν τα καταστατικά τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Η απόφαση τροποποίησης του καταστατικού για το σκοπό αυτόν, μπορεί να ληφθεί με απλή απαρτία και πλειοψηφία, με την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση της γενικής συνέλευσης θα ληφθεί μέσα σε ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 Μεταγενέστερη εναρμόνιση, καθώς και υιοθέτηση στο καταστατικό δυνητικών ρυθμίσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, γίνεται κατά τις γενικές διατάξεις του Ν. 4548/2018.

Η τροποποίηση του καταστατικού της ανώνυμης εταιρείας αποφασίζεται :

· από τη γενική συνέλευση ή και από το διοικητικό συμβούλιο, αν τούτο ορίζεται ρητά στον νόμο και

· επέρχεται με τη δημοσιότητα του άρθρου 13.

· Ολόκληρο το κείμενο του καταστατικού, όπως διαμορφώνεται ύστερα από κάθε τροποποίησή του, συντάσσεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου και υπογράφεται από τον πρόεδρο αυτού ή το νόμιμο αναπληρωτή του, χωρίς απόφαση της γενικής συνέλευσης.

· Για την τροποποίηση του καταστατικού και τη σύνταξη του νέου κειμένου τούτου δεν απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο.

 ( Άρθρο 4. Τρόπος ίδρυσης της ανώνυμης εταιρείας και τροποποίησης του καταστατικού της )

Απόφαση 44559/22-4-2019 ΕΝΟΤΗΤΑ 9 (Σημεία έμφασης των διατάξεων του ν.4548/2018)
« 1. Προσαρμογή καταστατικών ΑΕ
Οι ΑΕ οφείλουν να προβούν στην σχετική προσαρμογή των καταστατικών τους έως και την 31/12/2019 με τις δυνατότητας της απλής απαρτίας και πλειοψηφίας που ο ν.4548/2018 θέτει στο άρθρο 183. ….»

Δυνατότητες Επιλογών και Υποχρεωτικές αναφορές κατά την κατάρτιση του Καταστατικού

Α/ΑΔυνατότητες Επιλογών και Υποχρεωτικές αναφορές κατά την κατάρτιση του ΚαταστατικούΣχετικό άρθρο του Ν. 4548/2018Υποχρεωτικότητα επιλογής
1Υπαγωγή σε διαιτησία ή διαμεσολάβησηΆρθρο 3. Επίλυση διαφορώνΌχι
2Εταιρική επωνυμίαΆρθρο 5. Περιεχόμενο του καταστατικούΝαι
3Σκοπός της εταιρείαςάρθρο 5. Περιεχόμενο του καταστατικούΝαι
4Έδρα της εταιρείαςΑρθρο 5. Περιεχόμενο του καταστατικούΝαι
5Ύψος του κεφαλαίουΑρθρο 15. Κεφάλαιο της ανώνυμης εταιρείαςΝαι
6Είδος των μετοχών, καθώς και για τον αριθμό, την ονομαστική αξία και την έκδοσή τουςΆρθρο 5. Περιεχόμενο του καταστατικούΝαι
7Η διάρκεια της ανώνυμης εταιρείας είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνουΑρθρο 8. Διάρκεια της εταιρείαςΌχι
8Τρόπος Κάλυψης του κεφαλαίουΑρθρο 16. Κάλυψη του κεφαλαίουΝαι
9Μπορεί να προβλέπεται η κατάπτωση περαιτέρω ποινικών ρητρών για την περίπτωση της μη εμπρόθεσμης καταβολής της εισφοράς.Αρθρο 21. Μερική καταβολή του κεφαλαίουΌχι
10Δυνατότητα Έκτακτων αυξήσεων κεφαλαίουΑρθρο 24. Έκτακτη αύξηση κεφαλαίουΌχι
11Το καταστατικό μπορεί να επεκτείνει το δικαίωμα προτίμησης και σε περιπτώσεις αύξησης με εισφορές σε είδοςΑρθρο 26. Δικαίωμα προτίμησηςΌχι
12Δυνατότητα αύξησης του κεφαλαίου με μετοχές μιας μόνο κατηγορίαςΑρθρο 26. Δικαίωμα προτίμησηςΌχι
13Τρόπος ρύθμισης για τις μετοχές που δεν έχουν αναληφθεί,Αρθρο 26. Δικαίωμα προτίμησηςΌχι
14Ευρύτερη δημοσιότητα, για την άσκηση του δικαιώματος προτίμησηςΑρθρο 26. Δικαίωμα προτίμησηςΌχι
15Εξουσία στο Δ.Σ, περιορισμού ή αποκλεισμού του δικαιώματος προτίμησηςΑρθρο 27. Περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησηςΌχι
16Η γ.σ μπορεί να αποφασίζει την ολική ή μερική απόσβεση του κεφαλαίου και με απλή απαρτία και πλειοψηφία.Αρθρο 32. Απόσβεση του κεφαλαίουΌχι
17Η κτήση τίτλου ενός είδους ή μιας κατηγορίας επιτρέπεται μόνο με την προϋπόθεση ταυτόχρονης κτήσης άλλου είδους ή άλλης κατηγορίας τίτλωνΑρθρο 33. Οι εκδιδόμενοι τίτλοιΌχι
18Επιτρέπεται να ορίζεται προνόμιο υπέρ μετοχώνΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
19Καταβολή μερισμάτων στις προνομιούχες μετοχές και για τις χρήσεις κατά τις οποίες δεν έγινε διανομή μερίσματος.Αρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
20Οι προνομιούχες μετοχές παρέχουν σταθερό μέρισμα ή ότι συμμετέχουν εν μέρει μόνο στα κέρδη της εταιρείαςΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
21Η απόληψη ορισμένου τόκου μπορεί να γίνει, με την προϋπόθεση ότι οι προνομιούχες μετοχές δεν θα συμμετέχουν στα κέρδη της εταιρείας γΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
22Οι προνομιούχες μετοχές μπορούν επίσης να εκδοθούν και ως μετατρέψιμες σε κοινές μετοχές ή σε προνομιούχες μετοχές άλλης κατηγορίαςΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
23Οι προνομιούχες μετοχές μπορούν να εκδοθούν και χωρίς δικαίωμα ψήφου ή με δικαίωμα ψήφου περιοριζόμενο σε ορισμένα ζητήματαΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
24Tα προνόμια που παρέχουν οι προνομιούχες μετοχές και ο περιορισμός του δικαιώματος ψήφου μπορούν να μεταβάλλονται στο χρόνοΑρθρο 38. Προνομιούχες μετοχέςΌχι
25Αύξηση κεφαλαίου με έκδοση εξαγοράσιμων μετοχώνΑρθρο 39. Εξαγοράσιμες μετοχέςΌχι
26Ηλεκτρονική τήρηση του βιβλίου ή και την τήρησή του από κεντρικό αποθετήριο τίτλων, πιστωτικό ίδρυμα ή από επιχείρηση επενδύσεων.Αρθρο 40. Ονομαστικές μετοχέςΌχι
27Αποκλεισμός ή να περιορισμός της υποχρέωσης της εταιρείας να εκδίδει μετοχικούς τίτλους.Αρθρο 40. Ονομαστικές μετοχέςΌχι
28Απόδειξη της μετοχικής ιδιότηταςΑρθρο 40. Ονομαστικές μετοχέςΌχι
29Τρόπος πληροφόρησης της μεταβίβασης των μετοχώνΑρθρο 41. Μεταβίβαση των μετοχών με ειδική διαδοχήΌχι
30Έκδοση δεσμευμένων μετοχών, των οποίων η μεταβίβαση εξαρτάται από την έγκριση της εταιρείαςΑρθρο 43. Δεσμευμένες μετοχέςΌχι
31Πρόβλεψη υψηλότερων ποσοστών απαρτίας ή πλειοψηφίαςΑρθρο 51. Παροχή πιστώσεων κ.λπ. για απόκτηση ιδίων μετοχώνΌχι
32Δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευσηΑρθρο 54. Ενέχυρο και επικαρπία επί μετοχώνΌχι
33Αρμόδιο όργανο για την απόφαση έκδοσης ομολογιακού δανείουΑρθρο 59. Γενικές διατάξειςΌχι
34Περιορισμός στο ύψος του Ομολογιακού ΔανείουΑρθρο 59. Γενικές διατάξειςΌχι
35Δυνατότητα έκδοσης ”Προσωρινών Τίτλων”Αρθρο 75. Κοινοί ιδρυτικοί τίτλοιΌχι
36Χρόνος εξαγοράς των Ιδρυτικών ΤίτλωνΑρθρο 75. Κοινοί ιδρυτικοί τίτλοιΌχι
37Καθορισμός του ποσοστού συμμετοχής στα κέρδη, η διάρκεια και οι όροι εξαγοράςΑρθρο 76. Εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοιΌχι
38Ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίουΑρθρο 77. Γενικές διατάξεις για το διοικητικό συμβούλιοΝαι
39Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι μέλος του διοικητικού συμβουλίου είναι και νομικό πρόσωπο.Αρθρο 77. Γενικές διατάξεις για το διοικητικό συμβούλιοΌχι
40Αν δεν έχει ορισθεί από το καταστατικό, το διοικητικό συμβούλιο εκλέγεται είτε με απόφαση γενικής συνέλευσης,Αρθρο 78. Εκλογή του διοικητικού συμβουλίου από τη γενική συνέλευση ή ορισμός στο καταστατικόΌχι
41Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι ορισμένος μέτοχος ή μέτοχοι έχουν το δικαίωμα να διορίζουν απευθείας μέλη του διοικητικού συμβουλίου.Αρθρο 79. Απευθείας διορισμός του διοικητικού συμβουλίου από μέτοχοΌχι
42Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι προτείνονται υποψήφιοι βάσει καταλόγων και ότι εκλέγονται από αυτούς τα μέλη του Δ.Σ. κατά την αναλογία των ψήφων που λαμβάνει κάθε κατάλογος.Αρθρο 80. Εκλογή του διοικητικού συμβουλίου βάσει καταλόγωνΌχι
43Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι, σε περίπτωση παραίτησης, θανάτου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο απώλειας της ιδιότητας μέλους του Δ.Σ., τα υπόλοιπα μέλη μπορούν να συνεχίσουν και χωρίς την αντικατάσταση των ελλειπόντων μελώνΆρθρο 82. Ελλιπές διοικητικό συμβούλιοΌχι
44Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει περαιτέρω προϋποθέσεις εκλογιμότητας των μελών του Δ.Σ.Αρθρο 83. Προϋποθέσεις εκλογιμότητας των μελών του διοικητικού συμβουλίουΌχι
45Η μέγιστη διάρκεια θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου ορίζεται στο καταστατικό, δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει τα έξι (6) έτη.Αρθρο 85. Θητεία μελών διοικητικού συμβουλίουΝαι
46Η γενική συνέλευση μπορεί, και αν το ορίζει το καταστατικό υποχρεούται, να αποφασίζει τμηματική ανανέωση του διοικητικού συμβουλίου ή και διαδοχικές λήξεις της θητείας των μελών του.Αρθρο 85. Θητεία μελών διοικητικού συμβουλίουΌχι
47Περιορισμοί της εξουσίας του διοικητικού συμβουλίου από το καταστατικόΑρθρο 86. Αρμοδιότητες και έκταση εξουσιών του διοικητικού συμβουλίουΌχι
48Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αναθέτει τις εξουσίες της διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας, εφόσον αυτό επιτρέπεται, σύμφωνα με το καταστατικό.Αρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
49Το καταστατικό μπορεί επίσης να επιτρέπει στο διοικητικό συμβούλιο ή να το υποχρεώνει να αναθέτει τον εσωτερικό έλεγχο της εταιρείας σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μη μέλη του.Αρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
50Τα πρόσωπα αυτά μπορούν, εφόσον δεν το απαγορεύει το καταστατικό και προβλέπεται από τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου, να αναθέτουν περαιτέρω την άσκηση των εξουσιών που τους ανατέθηκανΑρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
51Κατά την ίδρυση της εταιρείας ο διορισμός προέδρου, αντιπροέδρου, διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου ή προσώπων με άλλη ιδιότητα και αρμοδιότητες για το πρώτο διοικητικό συμβούλιο μπορεί να γίνει και με το καταστατικό.Αρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
52Με διάταξη του καταστατικού ή με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, εφόσον το καταστατικό το επιτρέπει, μπορεί επίσης να συγκροτείται εκτελεστική επιτροπή και να ανατίθενται σ’ αυτήν ορισμένες εξουσίες ή καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου.Αρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
53Εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα μέλη, με τις προϋποθέσεις και με τις συνέπειες του ν. 3016/2002ι, μπορούν να εκλέγονται και σε μη εισηγμένες εταιρείες.Αρθρο 87. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου σε μέλη του ή τρίτουςΌχι
54Αρμοδιότητες του πρόεδρου του Δ.Σ.Αρθρο 89. Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίουΌχι
55Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται να ορίζεται στο καταστατικό και άλλος τόπος, στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, στον οποίο μπορεί να συνεδριάζει έγκυρα το διοικητικό συμβούλιο.Αρθρο 90. Τόπος συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίουΌχι
56Εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό ή συναινούν όλα τα μέλη του Δ.Σ., η συνεδρίαση του Δ.Σ. μπορεί να διεξαχθεί με τηλεδιάσκεψη ως προς ορισμένα ή και ως προς όλα τα μέλη.Αρθρο 90. Τόπος συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίουΌχι
57Συχνότητα συνεδριάσεων και σύγκληση του διοικητικού συμβουλίουΑρθρο 91. Συχνότητα συνεδριάσεων και σύγκληση του διοικητικού συμβουλίουΌχι
58Το καταστατικό εταιρειών των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά μπορεί να ορίσει άλλες διατυπώσεις ή βραχύτερες προθεσμίες πρόσκλησηςΑρθρο 91. Συχνότητα συνεδριάσεων και σύγκληση του διοικητικού συμβουλίουΌχι
59Εφόσον δεν ορίζει διαφορετικά ο νόμος ή το καταστατικό, οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται έγκυρα με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων και αντιπροσωπευόμενων μελών.Αρθρο 92. Λήψη αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιοΌχι
60Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου.Αρθρο 92. Λήψη αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιοΌχι
61Αντίγραφα των πρακτικών Δ.Σ. εκδίδονται επισήμως από τον πρόεδρο ή άλλο πρόσωπο που ορίζεται προς τούτο από το καταστατικό ή από το διοικητικό συμβούλιο, χωρίς να απαιτείται άλλη επικύρωσή τους.Αρθρο 93. Πρακτικά συνεδριάσεων και αποφάσεων διοικητικού συμβουλίουΌχι
62Οι υπογραφές των συμβούλων ή των αντιπροσώπων τους μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό.Αρθρο 94. Προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίασηΌχι
63Το καταστατικό μπορεί να εξειδικεύει περαιτέρω τις υποχρεώσειςΑρθρο 97. Υποχρέωση πίστεως – Συγκρούσεις συμφερόντωνΌχι
64Επέκταση με καταστατική πρόβλεψη και σε άλλα πρόσωπα, η εφαρμογή των άρθρων 99, 100 και 101Αρθρο 99. Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)Όχι
65Το καταστατικό μπορεί να μειώσει το ποσοστό (να ζητήσουν τη σύγκληση γενικής συνέλευσης )μέχρι το ένα τις εκατό (1%) του κεφαλαίουΑρθρο 100. Χορήγηση άδειας για την κατάρτιση συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)Όχι
66Το καταστατικό της εταιρείας μπορεί να μειώσει το ποσοστό ( 5%)Αρθρο 104. Άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας ύστερα από αίτημα της μειοψηφίαςΌχι
67Τα μέλη του Δ.Σ, δικαιούνται να λάβουν αμοιβή ή άλλες παροχές, σύμφωνα με το νόμο και τα οριζόμενα στο καταστατικό . Αμοιβή ή παροχή που χορηγείται σε μέλος του διοικητικού συμβουλίου και δεν ρυθμίζεται στον νόμο ή το καταστατικό βαρύνει την εταιρεία μόνο αν εγκριθεί με ειδική απόφαση της γ.σΆρθρο 109. Διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβώνΌχι
68Αμοιβή συνιστάμενη σε συμμετοχή στα κέρδη της χρήσεως παρέχεται μόνον αν αυτό προβλέπεται στο καταστατικόΆρθρο 109. Διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβώνΌχι
69Αντί διοικητικού συμβουλίου, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει το διορισμό μονομελούς διοικητικού οργάνου (σύμβουλος-διαχειριστής).Άρθρο 115. Δυνατότητα διορισμού μονομελούς διοικητικού οργάνου (σύμβουλος-διαχειριστής)Όχι
70Η Γ.Σ. συνέρχεται υποχρεωτικά στην έδρα της εταιρείας ή στην περιφέρεια άλλου δήμου εντός της περιφέρειας της έδρας ή άλλου δήμου όμορου της έδρας ή άλλου δήμου στην Ελλάδα προβλεπόμενου στο καταστατικό.Άρθρο 120. Τόπος όπου συνέρχεται η γενική συνέλευσηΌχι
71Επί εταιρειών των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, το καταστατικό μπορεί να επιτρέπει στη γενική συνέλευση να συνέρχεται και σε τόπο κείμενο στην αλλοδαπήΆρθρο 120. Τόπος όπου συνέρχεται η γενική συνέλευσηΌχι
72Επί εταιρειών των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι, αν αποφασίσει σχετικά το διοικητικό συμβούλιο, η γενική συνέλευση θα συνεδριάσει εξ ολοκλήρου με συμμετοχή των μετόχων από απόσταση με τα ηλεκτρονικά μέσαΆρθρο 120. Τόπος όπου συνέρχεται η γενική συνέλευσηΌχι
73Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την υποχρέωση της εταιρείας να ενημερώσει τους μετόχους για την καταχώριση της πρόσκλησης και με άλλους τρόπους, τη διαδικασία ενημέρωσης ή και επιπλέον τρόπους δημοσίευσης της πρόσκλησης ή αποστολής της στους μετόχουςΆρθρο 122. Δημοσίευση της πρόσκλησης της γενικής συνέλευσηςΌχι
74Εξαιρουμένων των εταιρειών, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή είναι άυλες, το καταστατικό μπορεί να εξαρτά τη συμμετοχή στη γενική συνέλευση από την προηγούμενη κατάθεση των μετοχών στο ταμείο της εταιρείας, κ.λπΆρθρο 124. Δικαιούμενοι συμμετοχής στη γενική συνέλευσηΌχι
75Το καταστατικό μπορεί ακόμη να προβλέπει ότι οι μετοχές που κατατίθενται, δεν θα μπορούν να αναληφθούν ή και να εκποιηθούν πριν από τη διεξαγωγή της γενικής συνέλευσης.Άρθρο 124. Δικαιούμενοι συμμετοχής στη γενική συνέλευσηΌχι
76Εξαιρουμένων των εταιρειών, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, το καταστατικό μπορεί επίσης να προβλέπει ότι η συμμετοχή στη Γ.Σ. εξαρτάται από την προηγούμενη υποβολή στην εταιρεία των εγγράφων αντιπροσώπευσης ή εκπροσώπησης των μετόχων, ορίζοντας την προθεσμία υποβολής των εγγράφων αυτών.Άρθρο 124. Δικαιούμενοι συμμετοχής στη γενική συνέλευσηΌχι
77Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής στη Γ.Σ. από απόσταση με οπτικοακουστικά ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα.Αρθρο 125. Συμμετοχή στη γενική συνέλευση από απόσταση σε πραγματικό χρόνοΌχι
78Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής στην ψηφοφορία από απόσταση, διά αλληλογραφίας ή με ηλεκτρονικά μέσα, διεξαγόμενης πριν από τη συνέλευση.Άρθρο 126. Συμμετοχή στη γενική συνέλευση με επιστολική ψήφοΌχι
79Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη συμμετοχή στη γενική συνέλευση με τα ηλεκτρονικά μέσα και των μη μετόχωνΆρθρο 127. Παράσταση στη γενική συνέλευση μη μετόχωνΌχι
80Το καταστατικό μπορεί να περιορίζει την ελευθερία των μετόχων να επιλέγουν αντιπροσώπους τους για τη συμμετοχή τους στη Γ.Σ., αλλά δεν μπορεί να αποκλείει την διά αντιπροσώπων ενάσκηση των δικαιωμάτων του μετόχου.Άρθρο 128. Αντιπροσώπευση στη γενική συνέλευσηΌχι
81Για την κοινοποίηση του διορισμού και της ανάκλησης ή της αντικατάστασης αντιπροσώπου με ηλεκτρονικά μέσα απαιτείται καταστατική πρόβλεψηΆρθρο 128. Αντιπροσώπευση στη γενική συνέλευσηΌχι
82Το καταστατικό μπορεί να ορίζει για όλα ή συγκεκριμένα θέματα μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίαςΆρθρο 130. ΑπαρτίαΌχι
83Στη γενική συνέλευση, αν δεν ορίζεται κάτι άλλο στο καταστατικό, η ψηφοφορία είναι φανερήΆρθρο 131. Τρόπος ψηφοφορίας στη γενική συνέλευσηΌχι
84Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι για όλες ή συγκεκριμένες αποφάσεις τ απαιτούνται μεγαλύτερα ποσοστάΆρθρο 132. ΠλειοψηφίαΌχι
85Το καταστατικό προβλέπει τη δυνατότητα και προσδιορίζει τις αποφάσεις που μπορούν να ληφθούν με τον τρόπο αυτό.Άρθρο 135. Λήψη αποφάσεων με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίασηΌχι
86Οι υπογραφές των μετόχων ή των αντιπροσώπων τους μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) ή άλλα ηλεκτρονικά μέσαΆρθρο 136. Προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίασηΌχι
87Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και με την προϋπόθεση ότι το προβλέπει το καταστατικό, κάθε μέτοχος μπορεί να ζητήσει να του χορηγηθεί πίνακας των μετόχων της εταιρείας.Άρθρο 141. Συλλογικά και ατομικά δικαιώματα μειοψηφίαςΌχι
88Το καταστατικό μπορεί να μειώσει, όχι όμως πέραν του μισού, τα ποσοστά του καταβεβλημένου κεφαλαίου, που απαιτούνται για την άσκηση των δικαιωμάτωνΆρθρο 141. Συλλογικά και ατομικά δικαιώματα μειοψηφίαςΌχι
89Το καταστατικό μπορεί να μειώσει, όχι όμως πέραν του μισού, το ποσοστό που απαιτείται για την άσκηση του δικαιώματοςΆρθρο 142. Αίτηση έκτακτου ελέγχουΌχι
90Ορισμός Αποθεματικών, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το ΚαταστατικόΆρθρο 159. Προϋποθέσεις και περιορισμός διανομής ποσώνΌχι
91Σχηματισμό αποθεματικών, που προβλέπει το ΚαταστατικόΆρθρο 159. Προϋποθέσεις και περιορισμός διανομής ποσώνΌχι
92Πρόσωπο που εκτελεί χρέη εκκαθαριστήΆρθρο 167. ΕκκαθαριστέςΌχι
93Αριθμός ΕκκαθαριστώνΆρθρο 167. ΕκκαθαριστέςΌχι

[ Δείτε αναλυτικά στο  άρθρο : Υποδείγματα καταστατικού Ανώνυμης Εταιρείας με βάση τις διατάξεις του ν. 4548/2018 ( Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος ) ]

5) Παραπομπές – Διασύνδεση με άλλους Νόμους (Άρθρο 188)

Όπου διάταξη νόμου παραπέμπει σε διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 ή του ν. 3156/2003, οι οποίες καταργούνται δυνάμει του άρθρου 189, από 1/1/12019, η παραπομπή αυτή νοείται ότι αναφέρεται στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου 4548/2018.

6) Κατηγοριοποίηση των Α.Ε ανάλογα με το Μέγεθος

(Άρθρο 2)

Ο ν. 4548/2018 κατατάσσει τις «οντοτήτες» ανάλογα με το μέγεθος τους στις ανωτέρω τέσσερις κατηγορίες [ στον Ν 2190/1920, το άρθρο 42α § 6 όριζε τις «μικρές επιχειρήσεις» ( με δυνατότητα «συνοπτικού Ισολογισμού» ) ] .

( α ) Κατάταξη μετά το πρώτο έτος λειτουργίας

 (όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 2 του ν. 4308/2014 ( Ε.Λ.Π ). )

Κριτήρια μεγέθους (κάλυψη 2 από τα 3)
Κατηγορίες οντοτήτωνΜέσος όρος προσωπικούΣύνολο ενεργητικόΚαθαρός κύκλος εργασιών
Πολύ μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β≤ 10≤ 350.000≤ 700.000
Μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β≤ 50≤ 4.000.000≤ 8.000.000
Μεσαίες (όλες)≤ 250≤ 20.000.000≤ 40.000.000
Μεγάλες (όλες)> 250>20.000.000> 40.000.000

Όταν η Ανώνυμη Εταιρεία υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει τα όρια δύο εκ των τριών κριτηρίων, για δύο διαδοχικές περιόδους, για τους σκοπούς εφαρμογής των ρυθμίσεων αυτού του νόμου η αλλαγή κατηγορίας μεγέθους ενεργοποιείται από την περίοδο που έπεται των δύο εν λόγω διαδοχικών περιόδων. 

( β) Κατάταξη «νεοϊδρυόμενων εταιρειών»

Για τις νεοϊδρυόμενες εταιρείες και μέχρι τη σύνταξη του πρώτου ισολογισμού, κατατάσσονται ως εξής:

Μέγεθος Α.ΕΜετοχικό Κεφάλαιο
Πολύ μικρή25.000-100.000
Μικρή100.001-500.000
Μεσαία500.001-1.000.000
Μεγάλη>1.000.000

 (γ) Οντότητες «δημοσίου ενδιαφέροντος».

( άρθρο 2 ) «ιβ) «οντότητες δημοσίου (*) ενδιαφέροντος»: οι οντότητες του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014, καθώς και οι εταιρείες του ν. 3429/2005 [Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (Δ.Ε.Κ.Ο.) – ως «δημόσια επιχείρηση» νοείται κάθε ανώνυμη εταιρεία, στην οποία το ελληνικό δημόσιο δύναται να ασκεί άμεσα ή έμμεσα αποφασιστική επιρροή, λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό της κεφάλαιο ή της χρηματοοικονομικής συμμετοχής του ή των κανόνων που τη διέπουν.] »

(*) Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος (Public interest entities): Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος είναι οντότητες που υπόκεινται στον Ελληνικό νόμο και περιλαμβάνουν: α) Τις οντότητες των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια της Οδηγίας 2004/39/ΕΟΚ και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. β) Τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις των περιπτώσεων 5 και 6 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012. γ) Τα πιστωτικά ιδρύματα όπως αυτά καθορίζονται από την περίπτωση 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) αριθ. 575/2013. δ) Οντότητες που καθορίζονται από τη νομοθεσία ως δημοσίου ενδιαφέροντος οντότητες, με βάση τη φύση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, το μέγεθος ή τον αριθμό των απασχολούμενων.]

Υποχρεώσεις

Αφορούν Εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά

Άρθρο 110. Πολιτική αποδοχών (Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) , Άρθρο 111. Περιεχόμενο της πολιτικής αποδοχών (Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ), Άρθρο 112. Έκθεση αποδοχών (Άρθρο 9β της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) ]

(δ) Ο Ν. 4548/2018 διαφοροποιείται ανάλογα με το μέγεθος των εταιριών, στις εξής περιπτώσεις :

7) Διατάξεις που καταργούνται (Άρθρο 189 )

Από 1/1/2019 καταργούνται:

α) τα άρθρα 1 έως 63δ και 90 έως 146 του κ.ν. 2190/1920. Δηλαδή : Δεν καταργήθηκαν  τα κεφάλαια του Ν. 2190/20, 11ον-Συγχώνευση Ανωνύμων Εταιρειών, 11α-Συγχώνευση με απορρόφηση, 11β-Συγχώνευση με σύσταση νέας ανώνυμης εταιρείας, 12ον Διάσπαση Ανωνύμων Εταιρειών, Κεφάλαιο 12α-Διάσπαση με απορρόφηση, Κεφάλαιο 12β-Διάσπαση με σύσταση νέων ανώνυμων εταιρειών και Κεφάλαιο 12γ-Διάσπαση με απορρόφηση και σύσταση νέων ανωνύμων εταιρειών.

Αυτό έγινε αργότερα με το Ν. 4601/2019 « Εταιρικοί μετασχηματισμοί και εναρμόνιση του νομοθετικού πλαισίου με τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο δημόσιων συμβάσεων και λοιπές διατάξεις. (ΦΕΚ Α’ 44/09.03.2019)

β) το άρθρο 3 του α.ν. 148/1967 (Α΄ 173) [ Αφορά την Διανομή Κερδών ] ,

γ) τα άρθρα 1 έως 9 και το άρθρο 12 του ν. 3156/2003 (Α΄ 157) [ αφορά τα ομολογιακά δάνεια] , με εξαίρεση την παράγραφο 4 του άρθρου 2 και τα λοιπά άρθρα του νόμου που παραμένουν σε ισχύ,

δ) το άρθρο 4 [ αφορά Προνομιούχες μετοχές ] και η παρ. 2 του άρθρου 9 [ αφορά έκδοση ομολογιακών δανείων μη μετατρέψιμων σε μετοχές υπό Τραπεζών Επενδύσεων ] του ν. 876/1979 (Α΄ 48),
ε) το π.δ. 30/1988 (Α΄ 13) [ Αφορά τα stock options ].

8) «Χρηματοοικονομικές» αντί «Οικονομικές» Καταστάσεις (Άρθρο 5) – Υπογραφή (Άρθρο 147) – Έγκριση (Άρθρο 148) – Έλεγχος (ν. 4336/2015 ) και Δημοσίευση (Άρθρο 149)

α) Ορολογία

Στο νομοσχέδιο γίνεται χρήση του όρου «ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις» αντί «ετήσιες οικονομικές καταστάσεις», που χρησιμοποιεί ο κ.ν. 2190/1920, για ορολογική εναρμόνιση με το ν. 4308/2014, Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα.

Με τους Ν 4308/2014 και 4403/2016, είχε ρυθμιστεί συνολικά το ζήτημα των «χρηματοοικονομικών καταστάσεων» για όλες τις «οντότητες»/επιχειρήσεις.

β) Υπεύθυνο όργανο κατάρτισης είναι το Δ.Σ – Υπογράφοντες

« 1. Για να ληφθεί από τη γενική συνέλευση έγκυρη απόφαση επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν καταρτιστεί από το διοικητικό συμβούλιο, πρέπει να έχουν υπογραφεί από τρία διαφορετικά πρόσωπα, και συγκεκριμένα από:

(α) τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή τον αναπληρωτή του,

(β) τον διευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των παραπάνω προσώπων, από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου που ορίζεται από αυτό και

(γ) τον κατά νόμο υπεύθυνο λογιστή πιστοποιημένο από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος κάτοχο άδειας Α΄ τάξης για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων [ η προηγούμενη διατύπωση ήταν : «τον υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου» ]. 2. Τα παραπάνω πρόσωπα, σε περίπτωση διαφωνίας από πλευράς νομιμότητας του τρόπου κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οφείλουν να εκθέτουν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους στη γενική συνέλευση. …. ( Άρθρο 147. Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων)

Η σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων προβλέπεται σύμφωνα με τον ν.4308/2014 και συγκεκριμένα με το άρθρο 16 «Ορισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων».
Όλες οι συναλλαγές και όλα τα γεγονότα που καταχωρούνται στα λογιστικά αρχεία ενσωματώνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της περιόδου, βάσει των διατάξεων του παρόντος νόμου.
Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις αποτελούν ενιαίο σύνολο και παρουσιάζουν εύλογα (εύλογη παρουσίαση), τα αναγνωριζόμενα περιουσιακά στοιχεία (στοιχεία του ενεργητικού), τις υποχρεώσεις, την καθαρή θέση, τα στοιχεία εσόδων, εξόδων, κερδών και ζημιών, καθώς και τις χρηματοροές της εκάστοτε περιόδου, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Με τις παραγράφους 3 έως 8 του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 ορίζονται οι επιμέρους καταστάσεις που συντάσσει κάθε κατηγορία οντότητας, με βάση τα σχετικά υποδείγματα του παραρτήματος Β υπόδειγμα Β.1.1 ή Β.1.2 (Ισολογισμός), Β.2 (Κατάσταση Αποτελεσμάτων, Β.2.1 ή Β.2.2), Β.3 (Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης) και Β.4 (Κατάσταση Χρηματοροών).
Ο προσδιορισμός των καταστάσεων γίνεται με βάση το μέγεθος της οντότητας, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 του νόμου 4308/2014.
Ο παρακάτω πίνακας συνοψίζει τις σχετικές ρυθμίσεις.
 


 
Κατηγορία μεγέθους

 
Πολύ μικρές 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
άρθρο 1 παρ. 2.γάρθρο 1 παρ. 2.α & 2.βΜικρέςΜεσαίεςΜεγάλες
Κατάσταση αποτελεσμάτων
Προσάρτημα ή Σημειώσεις
Ισολογισμός
 
Κατάσταση μεταβολών καθαρής θέσης
 

 

 
Κατάσταση χρηματοροών
 

 

 

 

Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται σύμφωνα με τον ν.4308/2014 – άρθρο 6 παρ.3 , στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας» δηλαδή έως την 30/6/2019.

γ) Τακτικός έλεγχος χρηματοοικονομικών καταστάσεων

Οι διατάξεις που ρυθμίζουν τον τακτικό έλεγχο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι αυτές της Υποπαραγράφου Α1* του ν. 4336/2015, η οποία ισχύει από 1-1-2016.

(Πηγή: Taxheaven https://www.taxheaven.gr/news/news/view/id/41495)

« Τακτικός έλεγχος χρηματοοικονομικών καταστάσεων
1I) Υπόκεινται σε τακτικό έλεγχο …. α) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α’ 251), όταν βάσει των κριτηρίων μεγέθους του άρθρου 2 του ίδιου νόμου χαρακτηρίζονται ως μεσαίες και μεγάλες οντότητες. β) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων της περίπτωσης α’ της παρούσας παραγράφου ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι οντότητες αυτές χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α’ του ν. 4308/2014γ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι οι οποίοι βάσει της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4308/2014 χαρακτηρίζονται ως «μεγάλοι».
δ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι όμιλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α’ του ν. 4308/2014. II) Εξακολουθούν να ισχύουν διατάξεις ειδικής νομοθεσίας που υπαγάγουν σε έλεγχο από νόμιμο ελεγκτή ειδικές κατηγορίες οντοτήτων.
2. Προαιρετικός τακτικός έλεγχος
Μικρές οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α’ 251) μπορούν να προβλέπουν στο καταστατικό τους ή, εάν δεν προβλέπεται σε αυτό, να αποφασίζουν δια της γενικής συνέλευσης των μετόχων ή της συνέλευσης των εταίρων, την υποβολή των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε έλεγχο, σύμφωνα με τα ισχύοντα ελεγκτικά πρότυπα.
3. α) Ο έλεγχος των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της παραγράφου 1 αποτελεί προϋπόθεση του κύρους της έγκρισης των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση ή άλλο αρμόδιο όργανο……»
Τα όρια υποχρεωτικού ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές, έχουν ως εξής :

 

Κατηγορίες οντοτήτωνΜέσος όρος προσωπικούΣύνολο ενεργητικόΚαθαρός κύκλος εργασιώνΥποχρέωση Ελέγχου
Πολύ μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β≤ 10≤ 350.000≤ 700.000Όχι
Μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β≤ 50≤ 4.000.000≤ 8.000.000Όχι (Ναι προαιρετικά.)
Μεσαίες (όλες)≤ 250≤ 20.000.000≤ 40.000.000Ναι
Μεγάλες (όλες)> 250>20.000.000> 40.000.000Ναι

(Κριτήρια μεγέθους (κάλυψη 2 από τα 3))

 

δ) Υπεύθυνο όργανο έγκρισης ( Γ.Σ )

Οι ετήσιες και οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση της εταιρείας που τις συνέταξε. ( Άρθρο 148. Έγκριση ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων)

Προβλέπεται ότι η Γ.Σ. δεν «απαλλάσσει» το Δ.Σ. «από πάσης ευθύνης», αλλά εγκρίνει τη «συνολική διαχείριση»,. της εταιρείας γενικά, όχι δε και επιμέρους πράξεις ή παραλείψεις που έχουν τυχόν βλάψει την εταιρεία.

Άρα, η ευθύνη του Δ.Σ. παραμένει ακέραιη, κρινόμενη με βάση τις υφιστάμενες διατάξεις, ορίζεται όμως ότι η τυχόν έγκριση της συνολικής διαχείρισης θα συνεκτιμηθεί, εφόσον δόθηκε, όταν κρίνεται δικαστικά το θέμα της ευθύνης (Άρθρο 108. Έγκριση συνολικής διαχείρισης).

ε) Δημοσίευση Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων

· Οι ανώνυμες εταιρείες δημοσιεύουν στο Γ.Ε.ΜΗ.:

α) τις νόμιμα εγκεκριμένες από την τακτική γενική συνέλευση ετήσιες οικονομικές καταστάσεις,

β) την έκθεση διαχείρισης και

γ) τη γνώμη του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας όπου απαιτείται, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την έγκρισή τους από την τακτική γενική συνέλευση. Συνοδεύονται επίσης από το πλήρες κείμενο της έκθεσης ελέγχου.

·  Οι πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, εκτός από τις εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος κατά την έννοια του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014, απαλλάσσονται από την υποχρέωση δημοσίευσης της έκθεσης διαχείρισης.

·  Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και στη γνώμη του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας, όπου απαιτείται, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις περί δημοσιότητας του άρθρου 13 και ισχύουν οι προθεσμίες της παραγράφου 1.
Όπου βάσει της διάταξης της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Α1 της παρ. Α΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 απαιτείται γνώμη ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται στη δημοσιότητα, που προβλέπεται στην παράγραφο 3, με τη μορφή και το περιεχόμενο, με βάση το οποίο ο ελεγκτής ή οι ελεγκτές έχουν συντάξει τη σχετική έκθεση ελέγχου τους. Αν οι ελεγκτές έχουν παρατηρήσεις ή αρνούνται την έκφραση γνώμης, το γεγονός αυτό πρέπει να αναφέρεται και να αιτιολογείται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, εκτός αν αυτό προκύπτει από το δημοσιευμένο σχετικό πιστοποιητικό ελέγχου.

Τονίζεται εδώ ότι με το νέο άρθρο 148 υπάρχει για πρώτη φορά υποχρέωση έγκρισης των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων από την γενική συνέλευση των μετόχων της μητρικής και όχι ανακοίνωση αυτών στην γενική συνέλευση όπως γινόταν μέχρι σήμερα .

·  Οι συντεταγμένες κατά τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) εγκεκριμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και οι εγκεκριμένες ετήσιες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, καθώς και οι λοιπές προβλεπόμενες από το νόμο εκθέσεις των εταιρειών:
α) δημοσιεύονται στο Γ.Ε.ΜΗ. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 και στο παρόν άρθρο,

β) αναρτώνται στην ιστοσελίδα της εταιρείας και παραμένουν προσβάσιμες για χρονικό διάστημα δύο (2) τουλάχιστον ετών από την πρώτη δημοσίευσή τους και

γ) εφόσον πρόκειται για εταιρείες με μετοχές ή άλλες κινητές αξίες τους εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΜΠΔ, κατατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Χρονοδιάγραμμα :

Από την σύνταξη στην δημοσίευση των «Οικονομικών Καταστάσεων »

Ενέργειες που πρέπει να γίνουν [ Στο παράδειγμα μας η Χρήση λήγει στις 31/12/2018 και η Γενική Συνέλευση διεξήχθη στις 10/9/2019 ]Απώτατες Ημερομηνίες
Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται σύμφωνα με τον ν.4308/2014 – άρθρο 6 παρ.3 , στο συντομότερο χρόνο από:α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας» δηλαδή έως την 30/6/2019 η ανάλογα με την παράταση που θα δοθεί.30/6/2019 ή έως την λήξη της Παράτασης των Φορολογικών Δηλώσεων.
Απώτατη ημερομηνία υποβολής Πρόσκλησης Γενικής Συνέλευσης στο Γ.Ε.ΜΗ. (εφόσον η ημερομηνία σύγκλησης της Γενικής συνέλευσης, έχει αποφασιστεί για την 10η Σεπτεμβρίου 2019)20/8/2019
Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών. ( Άρα πρέπει να υπάρχουν, ως επίσημα εγκεκριμένα έγγραφα, τουλάχιστον, δέκα ημέρες πριν την Γ.Σ .)31/8/2019
Απώτατη ημερομηνία σύγκλησης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων10/9/2019
Απώτατη ημερομηνία υποβολής στο Γ.Ε.ΜΗ. αποφάσεων Τακτικής Γενικής Συνέλευσης, μαζί με εγκεκριμένες οικονομικές Καταστάσεις χρήσης (εφόσον δηλαδή η ημερομηνία σύγκλησης της Γενικής συνέλευσης, γίνει την 10η Σεπτεμβρίου 2019)30/9/2019
Το προς διανομή ποσό καταβάλλεται στους μετόχους μέσα σε δύο (2) μήνες από την απόφαση της τακτικής γενικής συνέλευσης που ενέκρινε τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και αποφάσισε τη διανομή.10/11/2019

9) Ελάχιστο Μετοχικό Κεφάλαιο (25.000 Ευρώ) και έλεγχος της επάρκειας των Ιδίων Κεφαλαίων (Άρθρο 15,183, 159 & 119) .

Το ελάχιστο ύψος του κεφαλαίου της Α.Ε ορίζεται στο ποσό των 25.000 ευρώ [όπως προβλέπεται στο άρθρο 45 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 (αντί του προβλεπόμενου σήμερα ποσού των 24.000 ευρώ) ] , ολοσχερώς καταβεβλημένο κατά τη σύσταση της εταιρείας.

Δηλαδή κάθε Α.Ε οφείλει να εκδώσει τουλάχιστον 250 μετοχές. ( € 25.000 (ελάχιστο κεφάλαιο)/€100 ( μέγιστη ονομαστική αξία) ) .

Οι ανώνυμες εταιρείες με μικρότερο κεφάλαιο θα πρέπει να το προσαρμόσουν στο νέο ελάχιστο κεφάλαιο, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019, άλλως υφίστανται ως κύρωση την αδυναμία νεότερων καταχωρίσεων στο Γ.Ε.ΜΗ.

Η απόφαση αυτή λαμβάνεται με απλή απαρτία και πλειοψηφία.

Έλεγχος της επάρκειας των Ιδίων Κεφαλαίων γίνεται με τους εξής τρόπους :

( 1 ) Μέσω της Καταβολής «Ελάχιστου Μετοχικού Κεφαλαίου » ( 25.000 Ευρώ )  [ Δείτε Ανωτέρω]

( 2 ) Μέσω των περιορισμών, που υπάρχουν στην Διάθεση Κερδών [ Δείτε κατωτέρω περ. 12 ]

( 3 ) Μέσω του ελέγχου του συνόλου των «ιδίων κεφαλαίων» (παρ. 4 του άρθρου 119)

«4. Σε περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας γίνει κατώτερο από το μισό (1/2) του κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλέσει τη γενική συνέλευση, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της χρήσης, με θέμα τη λύση της εταιρείας ή την υιοθέτηση άλλου μέτρου» [ ίδιος περιορισμός ίσχυε και με το Κ.Ν 2190/1920, Άρθρο 47].

Την ίδια υποχρέωση έχουν οι ελεγκτές της εταιρείας, αν το Διοικητικό Συμβούλιο δεν προβαίνει στη σύγκληση εντός της παραπάνω προθεσμίας.

[ το δεύτερο εδάφιο τέθηκε όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 57 του ν. 4609/2019 (ΦΕΚ Α’ 67/03-05-2019) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 03/05/2019, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 68 του ιδίου νόμου.]

Η κάλυψη ζημιών με μείωση του μετοχικού κεφαλαίου αποτελεί ένα συνηθισμένο μέτρο εξυγίανσης των ιδίων κεφαλαίων.

 Με την ονομαστική μείωση κεφαλαίου δεν επιστρέφονται κεφάλαια στους μετόχους, αλλά μειώνεται το λογιστικό κεφάλαιο με λογιστικές εγγραφές λόγω της ύπαρξης λογιστικών ζημιών.

Δείτε κατωτέρω περ. 20, την δυνατότητα μείωσης του κεφαλαίου, με σκοπό την «εξυγίανση»

Σχετικά με τις υποχρεώσεις των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών ( περίπτωση εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 119), το Σ.Ο.Ε.Λ έχει εκδώσει ειδική οδηγία ( Αρ. πρωτ. 1712/1-8-2019 )

( 3 ) Κατάργηση ως λόγου Λύσεως το γεγονός ότι : «Το Σύνολο των Ιδίων Κεφαλαίων καταστεί κατώτερο του 1/10 του Μετοχικού Κεφαλαίου» [ Δείτε κατωτέρω περ. 33]

Έλεγχος της επάρκειας των Ιδίων Κεφαλαίων και «Ελεγκτικές Διαδικασίες»

· ∆ΠΕ 250, ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΣΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

« 4.3 Συμμόρφωση με νόμους και κανονισμούς

Η ομάδα ελέγχου οφείλει να έχει διενεργήσει κατάλληλες διαδικασίες για να εντοπίσει πιθανές περιπτώσεις μη-συμμόρφωσης της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας με τους νόμους και κανονισμούς, και όταν εντοπίζει τέτοιες περιπτώσεις, οφείλει να εκτιμά την επίπτωση τους σε σχέση με τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας. (ΔΠΕ 250).

Στο πλαίσιο της απόκτησης κατανόησης της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας και του περιβάλλοντός της σύμφωνα με το ΔΠΕ 315, η ομάδα ελέγχου πρέπει να αποκτά γενική κατανόηση:

(α) Του νομικού και κανονιστικού πλαισίου που έχει εφαρμογή στην οικονομική οντότητα και τον κλάδο ή τον τομέα στον οποίο η οντότητα λειτουργεί, και

(β) Πώς η οικονομική οντότητα συμμορφώνεται με το εν λόγω πλαίσιο.

Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο των ως άνω υποχρεώσεων, η ομάδα ελέγχου πρέπει να αποκτά επαρκή και κατάλληλα ελεγκτικά τεκμήρια, σχετικά με τη συμμόρφωση της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας ως προς τις διατάξεις εκείνων των νόμων και κανονισμών που γενικά αναγνωρίζονται ότι έχουν άμεση επίπτωση στον προσδιορισμό των σημαντικών κονδυλίων ή και γνωστοποιήσεων στις οικονομικές καταστάσεις…. »

· ∆ΠΕ 570, ΣΥΝΕΧΙΣΗ ∆ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

« 4.4 Χρήση της παραδοχής της δυνατότητας συνέχισης δραστηριότητας (going concern)

Η ομάδα ελέγχου οφείλει να έχει επαρκώς τεκμηριώσει στον φάκελο ελέγχου την αξιολόγηση του ενδεδειγμένου της χρήσης από τη διοίκηση της παραδοχής της συνεχιζόμενης δραστηριότητας στην κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων (ΔΠΕ 570,9).

Η ομάδα ελέγχου με βάση τα αποκτηθέντα ελεγκτικά τεκμήρια, οφείλει να συμπεράνει εάν, κατά την κρίση της, υπάρχει ουσιώδης αβεβαιότητα σχετικά με γεγονότα ή συνθήκες που, μεμονωμένα ή αθροιστικά, μπορεί να εγείρουν σημαντική αμφιβολία ως προς την ικανότητα της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας για συνέχιση της δραστηριότητας (ΔΠΕ 570,17).

Εάν υπάρχουν γεγονότα ή συνθήκες που μπορεί να εγείρουν σημαντικές αμφιβολίες για την ικανότητα της ελεγχόμενης οικονομικής οντότητας για συνέχιση της δραστηριότητας της, η ομάδα ελέγχου οφείλει να τα αξιολογεί και να προσδιορίζει τις πιθανές επιπτώσεις στην έκθεση ελέγχου (ΔΠΕ 570,18)» .

[ Πηγή : ΣΩΜΑ ΟΡΚΩΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ / ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ / Αθήνα, Δεκέμβριος 2016 ]

Δείτε το εξαιρετικό άρθρο της Ροδούλας Ρούσου, Ορκωτής Ελέγκτριας Λογίστριας, Προέδρου Ποιοτικού Ελέγχου της ΣΟΛ Α.Ε.:

Η παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας (Going concern assumption – GC) – ΔΠΕ 570 (Ενημερωτικό Δελτίο Ιουνίου 2019 της ΣΟΛ Α.Ε.)

https://www.solcrowe.gr/enimerotiko-deltio-ioynioy-2019

10) Κατάργηση της Δυνατότητας Έκδοσης Ανωνύμων Μέτοχων και Υποχρεωτική Ονομαστικοποίηση έως 1/1/2020 ( Άρθρα 40 και 184 )

Περιεχόμενα του θέματος

(1) Ονομαστικές και Ανώνυμες Μετοχές.

(2) «Βιβλίο Μετόχων».

(3) «Μετοχικοί τίτλοι ».

(4) Μεταβίβαση «Μετοχικών τίτλων».

(5) Προθεσμία Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

(6) Μεταβατικές διατάξεις έως την προθεσμία Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

(7) Γενικά για την Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

(8) Διαδικασία αντικατάστασης των ανωνύμων τίτλων (Μετοχών ) με ονομαστικούς.

(9) Απόφαση του διοικητικού συμβούλιου της Α.Ε, για την ονομαστικοποίηση των μετοχών.

(10) Παράληψη του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Ε, να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την ονομαστικοποίηση των μετοχών.

(11) Συνέπειες μη αναγγελίας από τους κατόχους μετοχών, των δικαιωμάτων επί των ανωνύμων μετοχών και τρόπος θεραπείας.

(1) Ονομαστικές και Ανώνυμες Μετοχές.

Οι μετοχές Α.Ε., που εκδόθηκαν μέχρι 12/06/2018, μπορεί να ήταν είτε ανώνυμες είτε ονομαστικές, καθώς και εν μέρει ανώνυμες και εν μέρει ονομαστικές. Από τη 13/06/2018, οι ελληνικές ανώνυμες εταιρείες δεν μπορούν πλέον να εκδίδουν ανώνυμες μετοχές.

«2. Ανώνυμες μετοχές : Στην περίπτωση ύπαρξης ανωνύμων μετοχών η μετατροπή τους σε κοινές καθίσταται υποχρεωτική . Η έκδοση ανώνυμων μετοχών έχει ήδη σταματήσει από την δημοσίευση του ν.4548/2018. Ως εκ τούτου μέχρι και την 31/12/2019 η ΑΕ οφείλει να ακολουθήσει τις διαδικασίες τουάρθρου 184. Από την 01/01/2020 και ενόσω οι μετοχές παραμένουν ανώνυμες οι μέτοχοι δεν μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματα τους (συμμετοχής σε ΓΣ, δικαίωμα ψήφου, συμμετοχή στα κέρδη της εταιρείας κτλ.). Οι ανώνυμες μετοχές δεν μεταβιβάζονται και δεν μπορούν να εγγραφούν στις ενώσεις μετόχων τουάρθρου 144( ΕΝΟΤΗΤΑ 9 (Σημεία έμφασης των διατάξεων του ν.4548/2018) –44559/2019– Εμπορική δημοσιότητα των πράξεων και στοιχείων των ανωνύμων εταιρειών ….)

Σημείο ελέγχου :

Έλεγχος με βάση το Καταστατικό της Α.Ε, για την ύπαρξη « ανωνύμων μετοχών», ώστε να γίνει η ονομαστικοποίηση αυτών.

(2) «Βιβλίο Μετόχων».

2.1 «Βιβλίο Μετόχων » με βάση τον προηγούμενο νόμο 2190/1920

Η τήρηση του « Βιβλίου Μετόχων», αφορούσε μόνο τις « ονομαστικές μετοχές». Ειδικότερα, προβλεπόταν τα εξής : « 6. Η μεταβίβαση των ονομαστικών μετοχών γίνεται με εγγραφή σε ειδικό βιβλίο της εταιρείας, η οποία χρονολογείται και υπογράφεται από τον μεταβιβάζοντα μέτοχο και τον αποκτώντα ή τους πληρεξουσίους αυτών. Μετά από κάθε μεταβίβαση εκδίδεται νέος τίτλος ή επισημειώνονται από την εταιρεία επί του υπάρχοντος τίτλου, εφόσον έχει εκδοθεί, η μεταβίβαση που έγινε και η εταιρική επωνυμία ή τα ονοματεπώνυμα με την έδρα και τις διευθύνσεις αντίστοιχα, το επάγγελμα και την εθνικότητα του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος. Τα στοιχεία αυτά καταχωρίζονται και στο ειδικό βιβλίο του πρώτου εδαφίου. Ως μέτοχος έναντι της εταιρείας θεωρείται ο εγγεγραμμένος στο βιβλίο αυτό ». ( παρ. 6,Αρθρο 8β. Μετοχικοί τίτλοι – Μεταβίβαση των μετοχών, ν. 2190/20)

Σημείο ελέγχου :

Έλεγχος της ορθής ενημέρωσης του «Βιβλίου Μετόχων », σχετικά με τις Ονομαστικές Μετοχές.

2.2 «Βιβλίο Μετόχων » με βάση τον ισχύοντα νόμο 4548/2018

Η τήρηση του « Βιβλίου Μετόχων», αφορά το σύνολο των μετοχών. Ειδικότερα, προβλέπονται τα εξής :

« 2. Η εταιρεία οφείλει να τηρεί βιβλίο μετόχων. Στο βιβλίο αυτό καταχωρίζονται οι μέτοχοι, με αναγραφή του ονοματεπωνύμου ή της εταιρικής επωνυμίας και της διεύθυνσης ή της έδρας τους, καθώς και του επαγγέλματος και της εθνικότητας του κάθε μετόχου. Σε κάθε περίπτωση αναγράφεται ο αριθμός και η κατηγορία των μετοχών, που κατέχει κάθε μέτοχος. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την ηλεκτρονική τήρηση του βιβλίου ή και την τήρησή του από κεντρικό αποθετήριο τίτλων, πιστωτικό ίδρυμα ή από επιχείρηση επενδύσεων, που έχουν το δικαίωμα να φυλάσσουν χρηματοπιστωτικά μέσα. Ως μέτοχος έναντι της εταιρείας θεωρείται ο εγγεγραμμένος στο βιβλίο αυτό».παρ. 2 του άρθρου 40 του ν. 4548/2018 )

Υπόδειγμα «Βιβλίου Μετόχων »

α) Τηρείται σαν «Ημερολόγιο» , με τα στοιχεία κάθε μεταβολής [ Πρέπει να ενημερώνεται και για τον πωλητή και για τον αγοραστή των μετοχών ]

Α/Α ΠράξηςΟνοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία ΜετόχουΔιεύθυνση ή έδρα ΜετόχουΕπάγγελμα ΜετόχουΕθνικότητα ΜετόχουΑριθμός μετοχών – Κατηγορία μετοχών.Ημερομηνία Κτήσης ή Μεταβίβασης.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

β) Τηρείται σαν «Καρτέλα», κάθε μετόχου και ενημερώνεται με τα στοιχεία κάθε μεταβολής από το «Ημερολόγιο», με σκοπό την ορθότερη παρακολούθηση.

[ Μέτοχος Α ]

Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία ΜετόχουΑριθμός μετοχών – Κατηγορία μετοχών. [ Μεταβολή ]Στοιχεία των τίτλων μετοχώνΗμερομηνία Μεταβολής -[ Α/Α Πράξης στο ”Βιβλίο Μετόχων” ]Υπόλοιπο Μετοχών μετά την μεταβολήΥπογραφή ΜετόχουΥπογραφή Αρμόδιου της Εταιρείας

Φυσικά μια ηλεκτρονική εφαρμογή παρακολούθησης των ανωτέρω, θα ήταν ότι καλύτερο.

Σημείωση : Το «Βιβλίου Μετόχων », δεν θεωρείται από κάποια αρχή. Πρέπει, κατά την αποψή μου, για λόγους ορθής διαχειριστικής παρακολούθησης, να υπογράφεται από το όργανο της Διοίκησης, που είναι αρμόδιο για την ορθή ενημέρωσή του.

Προσοχή

Στο άρθρο 20. Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων , του ν. 4557/2018, μεταξύ άλλων προβλέπονται :« Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης (*) , την υπηκοότητα(*) και τη χώρα διαμονής(*) των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν(*). Συμπληρώνονται δε με κάθε αναγκαίο στοιχείο για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου».

(*) Σωστό είναι, να καταχωρούνται στο «Μητρώο Μετόχων» και αυτές οι πληροφορίες, ώστε όταν εφαρμοστεί να μην αναζητούνται.

(3) «Μετοχικοί τίτλοι ».

3.1 «Μετοχικοί τίτλοι », με βάση τον προηγούμενο νόμο 2190/1920

«.. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την αποϋλοποίηση των μετοχών και των οριζομένων στην παράγραφο 4 (*), η εταιρεία υποχρεούται να εκδώσει και να παραδώσει στους μετόχους μετοχικούς τίτλους. Οι τίτλοι αυτοί μπορεί να είναι απλοί ή πολλαπλοί. Αν έχουν εκδοθεί πολλαπλοί τίτλοι, μετά από αίτηση κάθε μετόχου, η εταιρεία υποχρεούται να αντικαταστήσει τους υπάρχοντες τίτλους με νέους, που ενσωματώνουν μικρότερο αριθμό μετοχών. 3. Μέχρι την έκδοση οριστικών μετοχικών τίτλων σύμφωνα με την παράγραφο 2, η εταιρεία μπορεί να εκδώσει προσωρινούς τίτλους ». ( παρ. 2 &3 ,Αρθρο 8β. Μετοχικοί τίτλοι – Μεταβίβαση των μετοχών, ν. 2190/20)

…………………………….

(*)« 4. Εάν η εταιρεία έχει ονομαστικές μετοχές μη εισηγμένες σε χρηματιστήριο, το καταστατικό μπορεί να αποκλείει ή να περιορίζει την υποχρέωσή της να εκδίδει μετοχικούς τίτλους. Στην περίπτωση αυτή το καταστατικό ορίζει τον τρόπο απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας, προκειμένου να ασκηθούν τα δικαιώματα εκ των μετοχών. Εάν το καταστατικό δεν περιέχει σχετικό όρο, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που δεν εκδίδονται μετοχικοί τίτλοι, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας γίνεται με βάση τα στοιχεία του βιβλίου που τηρείται κατά την παράγραφο 6 ή τους τυχόν εκδοθέντες προσωρινούς τίτλους και, αν παρίσταται ανάγκη, με τα έγγραφα που κατέχει ο μέτοχος».

Υπόδειγμα «Μετοχικών Τίτλων»

α) Προσωρινός τίτλος ονομαστικών μετοχών

[ Εκδίδονται με σχετική απόφαση του Δ.Σ, στην οποία εξουσιοδοτούνται και οι υπογράφοντες, τους τίτλους ]

 β) Προσωρινός τίτλος ανωνύμων μετοχών

Στην περίπτωση των ανωνύμων μετοχών, δεν αναγράφεται : «Ο τίτλος αυτός ανήκει στον : .………… ………….(πλήρη στοιχεία ταυτότητας)»

Προσοχή :

Σύμφωνα με την αιτιολογική του άρθρου 40, του νέου νόμου 4548/2018« …δεν προβλέπονται προσωρινοί τίτλοι, που λόγω της τεχνολογίας δεν διακρίνονται πλέον από τους οριστικούς ».

Άρα : Στο ανωτέρω «Υπόδειγμα » για την έκδοση τίτλων μετά την 1/1/2019 (ημερομηνία έναρξης του νέου νόμου 4548/2018), παραλείπεται στα σημεία, που αναφέρεται η λέξη «Προσωρινός»

3.2 «Μετοχικοί τίτλοι », με βάση τον ισχύοντα νόμο 4548/2018.

« 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την αποϋλοποίηση των μετοχών και των οριζομένων στις παραγράφους 4, 5 και 6 (*) του παρόντος άρθρου, η εταιρεία υποχρεούται να εκδώσει και να παραδώσει στους μετόχους μετοχικούς τίτλους. Οι τίτλοι αυτοί μπορεί να είναι απλοί ή πολλαπλοί. Αν έχουν εκδοθεί πολλαπλοί τίτλοι, ύστερα από αίτηση κάθε μετόχου, η εταιρεία υποχρεούται να αντικαταστήσει τους υπάρχοντες τίτλους με νέους, που ενσωματώνουν μικρότερο αριθμό μετοχών».παρ. 3 του άρθρου 40 του ν. 4548/2018 )
……………..

(*) «4. Το καταστατικό μπορεί να αποκλείει ή να περιορίζει την υποχρέωση της εταιρείας να εκδίδει μετοχικούς τίτλους. Στην περίπτωση αυτή το καταστατικό ορίζει τον τρόπο απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας, προκειμένου να ασκηθούν τα δικαιώματα από τις μετοχές. Αν το καταστατικό δεν περιέχει σχετικό όρο, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που δεν εκδίδονται μετοχικοί τίτλοι, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας γίνεται με βάση τα στοιχεία του βιβλίου που τηρείται κατά την παράγραφο 2 [ βιβλίο μετόχων ] και, αν παρίσταται ανάγκη, με τα έγγραφα που κατέχει ο μέτοχος.

5. Οι μετοχές της εταιρείας μπορεί να τηρούνται σε λογιστική μορφή, ύστερα από αποϋλοποίηση ή ακινητοποίηση, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 και τα ειδικότερα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις. Το καταστατικό της εταιρείας προβλέπει τον εκ των ανωτέρω ειδικότερο τρόπο έκδοσης και τήρησης των μετοχών της σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων.

6. Σε περίπτωση μετοχών που έχουν εκδοθεί σε λογιστική μορφή κατά την παράγραφο 5, μέτοχος έναντι της εταιρείας θεωρείται ο εγγεγραμμένος στο μητρώο κεντρικού αποθετηρίου τίτλων ή ο ταυτοποιούμενος ως τέτοιος μέσω των εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών. »

(4) Μεταβίβαση «Μετοχικών τίτλων».

4.1 Μεταβίβαση «Μετοχικών τίτλων», με βάση τον προηγούμενο νόμο 2190/1920 α) Οι ανώνυμες μετοχές μεταβιβάζονταν σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη μεταβίβαση κινητών πραγμάτων. [ Άρθρο 1034 – Αστικός Κώδικας – Κτήση κινητού με σύμβαση. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού απαιτείται παράδοση της νομής του από τον κύριο σ’ αυτόν που την αποκτά και συμφωνία των δύο ότι μετατίθεται η κυριότητα ]

β) Η μεταβίβαση των ονομαστικών μετοχών γίνεται με εγγραφή σε ειδικό βιβλίο της εταιρείας «Βιβλίου Μετόχων ».

4.2 Μεταβίβαση «Μετοχικών τίτλων», με βάση τον ισχύοντα νόμο 4548/2018 .

Η μεταβίβαση των μετοχών γίνεται με καταχώριση στο «βιβλίο μετόχων».

 4.3 Μεταβίβαση «Μετοχικών τίτλων» – Μεταβατικές διατάξεις.

Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019 για τις υφιστάμενες ανώνυμες μετοχές η μεταβίβαση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη μεταβίβαση κινητών πραγμάτων. (άρθρο 184, παρ. 7 περ. γ)

Προσοχή :

(α)« 1. Κατά το χρόνο ισχύος της παρ. 7 του άρθρου 184του ν.4548/2018(Α΄ 104), οι ανώνυμες μετοχές εταιρειών μη εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά ή Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης, καθώς και τα δικαιώματα αγοράς αυτών μεταβιβάζονται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας ταυτόχρονα με την παράδοση τίτλων, όπου απαιτείται» . ( παρ. 1, Άρθρο 54. Τροποποιούμενες καταργούμενες διατάξεις (άρθρο 66 της Οδηγίας 2015/849), ν. 4557/2018 ) – Έναρξη ισχύος : 30/7/2018.

(β) Το έγγραφο αυτό πρέπει να διαβιβάζεται στην εταιρεία και να διατηρείται στο αρχείο της για τουλάχιστον πέντε (5) έτη από τη μεταβίβαση των μετοχών αιτιολογική 4557/2018)

(5) Προθεσμία Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

Ανώνυμες μετοχές που έχουν εκδοθεί από ελληνικές ανώνυμες εταιρείες ονομαστικοποιούνται υποχρεωτικά την 1η Ιανουαρίου 2020. παρ. 1 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

Προσοχή :

Η προθεσμία 1η Ιουλίου 2019, αφορά την απόφαση που λαμβάνει το διοικητικό συμβούλιο για τον τρόπο με τον οποίο οι μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι θα πρέπει να αναγγείλουν στην εταιρεία τα επί των μετοχών δικαιώματά τους.

(6) Μεταβατικές διατάξεις έως την προθεσμία Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

« Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019 για τις υφιστάμενες ανώνυμες μετοχές ισχύουν οι εξής ρυθμίσεις:
α) Σε περίπτωση μερικής καταβολής του κεφαλαίου, σύμφωνα με το άρθρο 21, οι μετοχές μέχρι την αποπληρωμή τους είναι υποχρεωτικά ονομαστικές.
β) Η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 [ πρόσκληση για την άσκηση του δικαιώματος προτίμησης, ] δεν εφαρμόζεται ενόσω οι μετοχές δεν είναι ονομαστικές στο σύνολό τους.
γ) Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων για τη μεταβίβαση των ανωνύμων μετοχών, οι μετοχές αυτές μεταβιβάζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη μεταβίβαση κινητών πραγμάτων.
δ) Το δικαίωμα του μετόχου, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 122 [ δικαίωμα του μετόχου, να ζητήσει από την εταιρεία να του αποστέλλει με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ατομική πληροφόρηση για επικείμενες γενικές συνελεύσεις τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης.] ισχύει μόνο αν ο μέτοχος έχει ονομαστικές μετοχές.
ε) Η αποστολή στους μετόχους των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, καθώς και των σχετικών εκθέσεων του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 123, είναι δυνατή εφόσον οι μετοχές είναι ονομαστικές στο σύνολό τους.
στ) Η λήψη αποφάσεων με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση, που προβλέπεται στο άρθρο 135, είναι δυνατή μόνο αν οι μετοχές της εταιρείας είναι στο σύνολό τους ονομαστικές.
ζ) Το δικαίωμα του μετόχου, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 10 και την παράγραφο 11 του άρθρου 141 [ Πληροφορίες για : α) το ύψος του κεφαλαίου της εταιρείας, τις κατηγορίες των μετοχών που έχουν εκδοθεί και τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας, ιδίως προνομιούχων, με τα δικαιώματα που κάθε κατηγορία παρέχει, καθώς και τις τυχόν δεσμευμένες μετοχές, τόσο κατά τον αριθμό τους όσο και τους περιορισμούς που προβλέπονται. Β) Ο μέτοχος θα δικαιούται επίσης να πληροφορηθεί πόσες και τι είδους μετοχές διαθέτει ο ίδιος, όπως αυτές προκύπτουν από το βιβλίο μετόχων, γ) να του χορηγηθεί πίνακας των μετόχων της εταιρείας ] ισχύει μόνο αν η εταιρεία έχει ονομαστικές μετοχές.
η) Μέτοχοι με ανώνυμες μετοχές δεν μπορούν να γίνουν μέλη ενώσεων μετόχων, σύμφωνα με το άρθρο 144 και να ασκούν δικαιώματα μέσω των ενώσεων με τις μετοχές αυτές.
θ) Οι μέτοχοι με ανώνυμες μετοχές μπορούν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019 να ασκούν τα δικαιώματα που έχουν και οι μέτοχοι με ονομαστικές μετοχές» .
παρ. 7 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 ).

(7) Γενικά για την Ονομαστικοποίησης των Ανωνύμων Μετοχών.

« Το άρθρο 184 προβλέπει ότι η ονομαστικοποίηση των υφιστάμενων ανωνύμων μετοχών θα επέλθει την 1η Ιανουαρίου 2020 και μάλιστα αυτόματα, χωρίς δηλαδή να απαιτείται τροποποίηση του καταστατικού.

Και αν μεν το καταστατικό προβλέπει ειδική διαδικασία αντικατάστασης των ανωνύμων τίτλων με ονομαστικούς, ακολουθείται η διαδικασία αυτή, άλλως εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 184. Οι ρυθμίσεις αυτές συνίστανται στα ακόλουθα:

Πρώτον, η εταιρεία που έχει εκδώσει ανώνυμες μετοχές οφείλει να αποκτήσει βιβλίο μετόχων, ή αντίστοιχη ηλεκτρονική υποδομή, που θα της επιτρέψει να καταγράψει τους μετόχους της και τα δικαιώματά τους.

Δεύτερον, θα πρέπει το αργότερο την 1η Ιουλίου 2019 να ανακοινώσει στους μετόχους τον τρόπο με τον οποίο οι τελευταίοι θα πρέπει να αναγγείλουν στην εταιρεία τα επί των μετοχών δικαιώματά τους, ώστε να εγγραφούν στο βιβλίο μετόχων και να τους παραδοθούν οι νέοι τίτλοι.

Μετά την 1η Ιανουαρίου 2020, οι μετοχές για τις οποίες δεν θα έχει γίνει καταχώριση στο βιβλίο μετόχων, δεν θα παρέχουν πια μετοχικά δικαιώματα (η άσκηση των τελευταίων θα έχει τους περιορισμούς των ιδίων μετοχών, σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1), ούτε και θα μπορούν να μεταβιβασθούν εγκύρως. Η εταιρεία δεν θα υποχρεούται να παραδώσει νέους τίτλους, αν εκδίδει τις μετοχές σε λογιστική μορφή, ή το καταστατικό προβλέπει ότι δεν έχει τέτοια υποχρέωση.

Τρίτον, με δεδομένο ότι η διαδικασία αυτή βρίσκεται ουσιαστικά στα χέρια της εταιρείας, ο νόμος παρέχει στον μέτοχο τη δυνατότητα να επιδιώξει ατομικά την εγγραφή του στο βιβλίο μετόχων και την παράδοση σε αυτόν των ονομαστικών μετοχών, με την προϋπόθεση ότι το διοικητικό συμβούλιο δεν θα έχει προβεί στην παραπάνω διαδικασία μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2019. Μπορεί δηλαδή ο μέτοχος να προσφύγει στο δικαστήριο και να ζητήσει να υποχρεωθεί η εταιρεία να εκδώσει και να παραδώσει στο μέτοχο τις νέες ονομαστικές μετοχές και βέβαια να εγγράψει το μέτοχο στο βιβλίο μετόχων. ( Αιτιολογική, άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

(8) Διαδικασία αντικατάστασης των ανωνύμων τίτλων (Μετοχών ) με ονομαστικούς.

8.1 Περίπτωση πρώτη ( όταν το καταστατικό προβλέπει με πληρότητα την διαδικασία αντικατάστασης )

«Για την αντικατάσταση των ανωνύμων τίτλων με ονομαστικούς ακολουθούνται οι διατάξεις του καταστατικού, που αφορούν τη διαδικασία μετατροπής ανωνύμων μετοχών σε ονομαστικές».( εδ. 1, παρ. 2 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )
Σύμφωνα με το ν. 2190/1920 ( ο προηγούμενος νόμος για τις Α.Ε ) , Άρθρο 2. Περιεχόμενο του καταστατικού προέβλεπε ότι : «1. Το καταστατικό της ανώνυμης εταιρίας πρέπει να περιέχει διατάξεις: ….. ζ. Για τη μετατροπή ονομαστικών μετοχών σε ανώνυμες, ή ανώνυμων σε ονομαστικές…..»

Συνήθως στα Καταστατικά των Α.Ε προβλέπονταν τα εξής : «ΑΡΘΡΟ …. ΜΕΤΟΧΕΣ : 1. Οι μετοχές της εταιρείας είναι ………. 2. Οι μετοχές υπογράφονται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου και από ένα μέλος του, που ορίζεται απ’ αυτό. Οι τίτλοι των μετοχών μπορούν να ενσωματώνουν μία ή περισσότερες μετοχές. Τα λοιπά σχετικά με την έκδοση των μετοχών και τα στοιχεία που θα φέρουν αυτές, κανονίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. 3. Για τη μετατροπή των ανωνύμων μετοχών σε ονομαστικές ή των ονομαστικών σε ανώνυμες, απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων κατά την απλή απαρτία και πλειοψηφία του άρθρου 15 του παρόντος καταστατικού και τροποποίηση του παρόντος άρθρου. 4. Επιτρέπεται η έκδοση προσωρινών τίτλων μετοχών. Αυτές ανταλλάσσονται με τις οριστικές όταν αυτές εκδοθούν.»

 8.2 Περίπτωση δεύτερη ( όταν το καταστατικό δεν προβλέπει με πληρότητα την διαδικασία αντικατάστασης )

«Αν το καταστατικό δεν προβλέπει με πληρότητα [ έννοια ασαφής και πρέπει να δοθούν από την Διοίκηση, σχετικές διευκρινήσεις ] τη διαδικασία αυτή, ακολουθείται η διαδικασία των παραγράφων 3, 4, 5, 6 και 7»( εδ. 2, παρ. 2 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )
« 3. Η εταιρεία υποχρεούται με απόφαση που λαμβάνει το διοικητικό συμβούλιο το αργότερο την 1η Ιουλίου 2019 να ανακοινώσει μέσω του Γ.Ε.ΜΗ. και με άλλα πρόσφορα μέσα τον τρόπο με τον οποίο οι μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι θα πρέπει να αναγγείλουν στην εταιρεία τα επί των μετοχών δικαιώματά τους, ώστε να εγγραφούν στο βιβλίο μετόχων του άρθρου 41 και να εκδοθούν οι νέοι τίτλοι»(παρ. 3 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )
«4. Με την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, που λαμβάνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 3, εξειδικεύεται με σαφήνεια ο τρόπος αναγγελίας των δικαιωμάτων, ορίζεται δε και ο τρόπος με τον οποίο θα εκδοθούν και θα παραδοθούν στους μετόχους και άλλους δικαιούχους οι νέοι ονομαστικοί μετοχικοί τίτλοι. Η εταιρεία δεν υποχρεούται να παραδώσει μετοχικούς τίτλους, αν οι ονομαστικές μετοχές εκδοθούν σε λογιστική μορφή, σύμφωνα με το νόμο ή η εταιρεία δεν έχει υποχρέωση έκδοσης μετοχικών τίτλων, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 40».(παρ. 4 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

8.3 Περίπτωση τρίτη ( εταιρείες με μετοχές που είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ)

«6. Στις εταιρείες με μετοχές που είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ, για την καταγραφή των δικαιούχων ακολουθούνται οι κανόνες για τη νομιμοποίηση των μετόχων ενόψει συμμετοχής σε γενική συνέλευση. Επιμέρους ζητήματα της αντικατάστασης των ανωνύμων εισηγμένων μετοχών με ονομαστικές ρυθμίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς». (παρ. 6 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

8.4 Ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανώνυμης Εταιρείας για να επιτευχθεί η Ονομαστικοποίηση των μετοχών

Το κρίσιμο και ουσιαστικό σημείο στην όλη διαδικασία είναι ο « εντοπισμός » των κατόχων των Ανωνύμων Μετοχών. Σημειώνεται επίσης ότι «η διαδικασία αυτή βρίσκεται ουσιαστικά στα χέρια της εταιρείας» ( Αιτιολογική ).

Κατά την εκτίμησή μου, με βάση τα ανωτέρω ( παρ. 7 και 8 ) το Δ.Σ πρέπει :

α)Να αποκτήσει βιβλίο μετόχων ( σε κάθε περίπτωση )

β)Το αργότερο την 1η Ιουλίου 2019 να ανακοινώσει στους μετόχους τον τρόπο με τον οποίο αυτοί θα πρέπει να αναγγείλουν στην εταιρεία τα επί των μετοχών δικαιώματά τους.

Εδώ πρέπει να διακρίνουμε δύο περιπτώσεις :

(i) Οι κάτοχοι των Ανωνύμων μετοχών, είναι πρόσωπα γνωστά στην Α.Ε, λόγω συμμετοχής τους στις τελευταίες Γενικές Συνελεύσεις.

Στην περίπτωση αυτή πρέπει με σχετική απόφαση του Δ.Σ., να απευθυνθεί στα πρόσωπα αυτά και να ζητήσει την «έγγραφη διαβεβαίωση» ότι κατέχουν τις μετοχές αυτές και να ζητήσει να τις προσκομίσουν με σκοπό την εγγραφή τους στο «βιβλίο μετόχων», μέχρι την 1η Ιουλίου 2019 ή όποια άλλη τυχόν διαδικασία τυχόν προβλέπει το Καταστατικό της Α.Ε . Στην συνέχεια και έως 31/12/2019, να αποφασίσει την Ονομαστικοποίηση η Γενική Συνέλευση των μετόχων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Καταστατικό. [ Σημείωση : Η ονομαστικοποίηση των υφιστάμενων ανωνύμων μετοχών θα επέλθει την 1η Ιανουαρίου 2020 και μάλιστα αυτόματα, χωρίς δηλαδή να απαιτείται τροποποίηση του καταστατικού ] .

(ii ) Οι κάτοχοι των Ανωνύμων μετοχών, δεν είναι πρόσωπα γνωστά στην Α.Ε, λόγω μη συμμετοχής τους στις τελευταίες Γενικές Συνελεύσεις ή για άλλους λόγους.

Στην περίπτωση αυτή πρέπει με σχετική απόφαση του Δ.Σ.,να ανακοινώσει μέχρι την 1η Ιουλίου 2019, μέσω του Γ.Ε.ΜΗ. και με άλλα πρόσφορα μέσα [ π.χ ανακοινώσεις, κ.λπ ] τον τρόπο με τον οποίο οι μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι θα πρέπει να αναγγείλουν στην εταιρεία τα επί των μετοχών δικαιώματά τους, ώστε να εγγραφούν στο βιβλίο μετόχων, ή όποια άλλη τυχόν διαδικασία τυχόν προβλέπει το Καταστατικό της Α.Ε . Στην συνέχεια και έως 31/12/2019, να αποφασίσει την Ονομαστικοποίηση η Γενική Συνέλευση των μετόχων [ Σημείωση : Η ονομαστικοποίηση των υφιστάμενων ανωνύμων μετοχών θα επέλθει την 1η Ιανουαρίου 2020 και μάλιστα αυτόματα, χωρίς δηλαδή να απαιτείται τροποποίηση του καταστατικού ] .

Προσοχή :

  • Για την «ασφάλεια Δικαίου», πρέπει η Διοίκηση να εκδώσει σχετικές αναλυτικές οδηγίες, για την διαδικασία ονομαστικοποίησης της κάθε περίπτωσης [ πότε δηλαδή χρειάζεται ανακοίνωση στο Γ.Ε.ΜΗ. , απόφαση Γ.Σ, κ.λπ ].
  • Σε κάθε περίπτωση χρειάζεται η συνδρομή του Νομικού Συμβούλου της Εταιρείας.

(9) Απόφαση του διοικητικού συμβούλιου της Α.Ε, για την ονομαστικοποίηση των μετοχών.

«4. Με την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, που λαμβάνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 3,

  • εξειδικεύεται με σαφήνεια ο τρόπος αναγγελίας των δικαιωμάτων,
  • ορίζεται δε και ο τρόπος με τον οποίο θα εκδοθούν και θα παραδοθούν στους μετόχους και άλλους δικαιούχους οι νέοι ονομαστικοί μετοχικοί τίτλοι. …» (παρ. 4 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

Υπόδειγμα [ Προτεινόμενο ] απόφασης/ανακοίνωσης του διοικητικού συμβουλίου

Το Διοικητικό Συμβούλιο, στα πλαίσια των άρθρων 40 και 184 του ν. 4548/2018, προκειμένου να γίνει η Ονομαστικοποίηση των Ανωνύμων Μετοχών, που έχει εκδώσει η Εταιρεία και οι κάτοχοι να εγγραφούν στο «Βιβλίο Μετόχων» , προτείνει να εκδοθεί η κατωτέρω ανακοίνωση, η οποία θα δημοσιευτεί : α) Στο Γ.Ε.ΜΗ, β) Στην Ιστοσελίδα της Εταιρείας, γ) Να αποσταλεί σε κάθε διαθέσιμη διεύθυνση Μετόχου, δ) ……..

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΤΟΧΟΥΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ

Δυνάμει της από ΧΧ/ΧΧ/2019 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας και με βάσει τα προβλεπόμενα στα άρθρα 40 και 184, ν. 4548/2018, πρέπει να γίνει η Ονομαστικοποίηση των Ανωνύμων Μετοχών, που έχει εκδώσει η Εταιρεία και οι κάτοχοι να εγγραφούν στο «Βιβλίο Μετόχων».

Κατόπιν των ανωτέρω, καλούνται οι κ.κ .μέτοχοι της εταιρίας ή άλλοι δικαιούχοι που κατέχουν ανώνυμους τίτλους μετοχών, όπως μεταβούν στα γραφεία της εταιρίας [ Ακριβής Διεύθυνση ] , κατά τις εργάσιμες ημέρες και κατά τις ώρες …………… ( Γραφείο : ……….. Υπεύθυνος : ………….., τηλ.: …………, e-mail : ….. ) , έως τις 31/12/2019, προκειμένου :

(α) Να παραδώσουν τους ανώνυμους τίτλους μετοχών ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία κατοχής των ανωνύμων μετοχών ή των δικαιωμάτων που κατέχουν. Σημειώνεται ότι θα γίνεται έλεγχος των στοιχείων των τίτλων με τις παραστάσεις στις Γενικές Συνελεύσεις.

(β) Να εγγραφούν στο «βιβλίο μετόχων», δίδοντας και τα σχετικά στοιχεία ταυτότητας, που από την Νομοθεσία απαιτούνται και να λάβουν σχετική βεβαίωση εγγραφής, ώστε να παραλάβουν μετά την έκδοσή τους αντίστοιχους ονομαστικούς τίτλους.

(γ) Οι τίτλοι των ανωνύμων μετοχών θα ακυρωθούν και οι μέτοχοι θα παραλάβουν, με βάση τα στοιχεία εγγραφής τους στο βιβλίο μετόχων», αντίστοιχους ονομαστικούς τίτλους που θα ενσωματώνουν τις μετοχές που έχουν στην κυριότητά τους.

Επισημαίνεται ότι : Μετά την 1η Ιανουαρίου 2020 και ενόσω οι μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι δεν έχουν αναγγείλει τα δικαιώματά τους, οι μετοχές δεν παρέχουν μετοχικά δικαιώματα ούτε και μπορούν να μεταβιβασθούν.

(10) Παράληψη του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Ε, να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την ονομαστικοποίηση των μετοχών.

« Αν το διοικητικό συμβούλιο δεν προβεί στις παραπάνω ενέργειες μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019, κάθε μέτοχος που έχει ανώνυμες μετοχές μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να υποχρεωθεί η εταιρεία να εγγράψει τον αιτούντα στο βιβλίο μετόχων και να εκδώσει και να παραδώσει σε αυτόν νέες ονομαστικές μετοχές».(παρ. 5 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

(11) Συνέπειες μη αναγγελίας από τους κατόχους μετοχών, των δικαιωμάτων επί των ανωνύμων μετοχών και τρόπος θεραπείας.

«Μετά την 1η Ιανουαρίου 2020 και ενόσω οι μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι δεν έχουν αναγγείλει τα δικαιώματά τους, οι μετοχές δεν παρέχουν μετοχικά δικαιώματα ούτε και μπορούν να μεταβιβασθούν. Για την αναστολή άσκησης των μετοχικών δικαιωμάτων η παράγραφος 1 του άρθρου 50 (*) εφαρμόζεται αναλόγως». (παρ. 3 του άρθρου 184 του ν. 4548/2018 )

«Μπορεί, ο μέτοχος να προσφύγει στο δικαστήριο και να ζητήσει να υποχρεωθεί η εταιρεία να εκδώσει και να παραδώσει στο μέτοχο τις νέες ονομαστικές μετοχές και βέβαια να εγγράψει το μέτοχο στο βιβλίο μετόχων». ( Αιτιολογική ν. 4548/2018 )
…………………..

(*)« 1. Η κατοχή από την εταιρεία ιδίων μετοχών είτε άμεσα από την ίδια είτε μέσω προσώπου που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της, επιφέρει την αναστολή των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις μετοχές αυτές. Ειδικότερα ισχύουν τα ακόλουθα:
α) Αναστέλλονται τα δικαιώματα παράστασης στη γενική συνέλευση και ψήφου. Οι μετοχές αυτές δεν υπολογίζονται για το σχηματισμό απαρτίας.
β) Τα μερίσματα που αντιστοιχούν στις ίδιες μετοχές προσαυξάνουν το μέρισμα των λοιπών μετόχων.
γ) Σε περίπτωση αύξησης κεφαλαίου, το δικαίωμα προτίμησης που αντιστοιχεί στις ίδιες μετοχές δεν ασκείται και προσαυξάνει το δικαίωμα των λοιπών μετόχων, εκτός αν το όργανο που αποφασίζει την αύξηση αποφασίσει τη μεταβίβαση του δικαιώματος, ολικά ή μερικά, σε πρόσωπα που δεν ενεργούν για λογαριασμό της εταιρείας. Αν η αύξηση κεφαλαίου πραγματοποιείται χωρίς καταβολή εισφορών, οι ίδιες μετοχές συμμετέχουν στην αύξηση αυτή ».

11) Εύρος αξίας κάθε μετοχής [ 0,04 έως 100 ευρώ ] ( Άρθρο 35) – Αρχή της ισότητας ( Άρθρο 36)   – Κοινωνία επί μετοχών ( Άρθρο 53) – Ενέχυρο & Επικαρπία μετοχών ( Άρθρο 54) – Κλοπή, απώλεια κ.λπ. ( Άρθρο 55)

Εύρος αξίας κάθε μετοχής

· Η ονομαστική αξία κάθε μετοχής δεν μπορεί να ορισθεί σε ποσό κατώτερο των τεσσάρων λεπτών (0,04) του ευρώ ούτε ανώτερο των εκατό (100) ευρώ. Η μείωση της ελάχιστης ονομαστικής αξίας των μετοχών από 0,30 ευρώ σε 0,04 ευρώ αποσκοπεί στην ευχερέστερη κυκλοφορία της μετοχής.

· Απαγορεύεται η έκδοση μετοχών σε τιμή κατώτερη του αρτίου.

· Η διαφορά που προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή ανώτερη του αρτίου δεν μπορεί να διατεθεί για πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών, μπορεί όμως: (α) να κεφαλαιοποιηθεί ή (β) να συμψηφισθεί προς απόσβεση ζημιών της εταιρίας, εκτός αν υπάρχουν αποθεματικά ή άλλα κονδύλια, τα οποία κατά τον νόμο μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον συμψηφισμό των ζημιών αυτών.

[ Τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 49 του ν. 4587/2018 ]

· Η ονομαστική αξία των μετοχών πρέπει να είναι η ίδια για όλες τις μετοχές. Κατ’ εξαίρεση, μετοχές που ανήκουν σε μια σειρά ή κατηγορία μπορούν να έχουν διαφορετική ονομαστική αξία από τις άλλες.

Αρχή της ισότητας

· Κάθε μετοχή παρέχει δικαίωμα ψήφου, με εξαίρεση τις προνομιούχες μετοχές μπορούν να εκδοθούν και χωρίς δικαίωμα ψήφου ή με δικαίωμα ψήφου περιοριζόμενο σε ορισμένα ζητήματα, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού. Έκδοση μετοχών με πολλαπλό δικαίωμα ψήφου δεν επιτρέπεται.

· Η εταιρεία διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των μετόχων που βρίσκονται στην ίδια θέση.

Κοινωνία επί μετοχών

· Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33 [ Κατ’ εξαίρεση, οι απαιτήσεις απόληψης κερδών, τόκων ή χρεολυσίων, καθώς και άλλα αυτοτελή περιουσιακά δικαιώματα που γεννώνται από τους τίτλους μεταβιβάζονται ελεύθερα, εφόσον το καταστατικό ή οι όροι έκδοσης των οικείων τίτλων δεν προβλέπουν κάτι διαφορετικό.] , οι μετοχές είναι αδιαίρετες, μπορούν όμως να αποτελέσουν αντικείμενο κοινωνίας.

· Αν μετοχή ανήκει ή περιέλθει σε περισσότερους, οι κοινωνοί οφείλουν να υποδείξουν στην εταιρεία κοινό εκπρόσωπο. Για όσο διάστημα δεν τον υποδεικνύουν, τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μετοχές αναστέλλονται, δηλώσεις δε που έχουν σχέση με την μετοχική ιδιότητα των κοινωνών μπορεί να γίνουν εγκύρως προς οποιονδήποτε από αυτούς. Αντί να υποδείξουν κοινό εκπρόσωπο, οι κοινωνοί μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο το διορισμό διαχειριστή κατά το άρθρο 790 του ΑΚ.

Ενέχυρο &Επικαρπία μετοχών

· Οι μετοχές μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ενεχύρου ή επικαρπίας.

· Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι άλλο, σε περίπτωση επικαρπίας ή ενεχύρου επί μετοχών, το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση ασκείται από τον επικαρπωτή ή τον ενεχυραστή. Το καταστατικό μπορεί να απαγορεύει αντίθετη συμφωνία.

Κλοπή, απώλεια κ.λπ.

· Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του τίτλου μετοχής, με τις τυχόν υπάρχουσες και μη αποχωρισθείσες από αυτόν μερισματαποδείξεις, εφαρμόζονται τα άρθρα 843 και επόμενα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

[ Άρθρο 843 : 1. Στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος, το δικαστήριο απευθύνει δημόσια πρόσκληση για την αναγγελία δικαιώματος ή απαίτησης. 2….. ]

12) Κανόνες Διανομής Κερδών ( Άρθρα 158-163) [ Τμήμα Δέκατο Διάθεση Κερδών]

Οι διατάξεις του για τις διανομές κερδών και για τη διανομή προσωρινού μερίσματος εφαρμόζονται στις διανομές που αποφασίζονται από γενικές συνελεύσεις που λαμβάνουν χώρα από την 1/1/2019 και μετά.

α) «Τακτικό Αποθεματικό»:

Σε σχέση με την υποχρεωτική παρακράτηση τακτικού αποθεματικού αναπαράγεται χωρίς μεταβολές το άρθρο 44 του κ.ν. 2190/1920. Δηλαδή : (1/20) [ 5% ] τουλάχιστον των καθαρών κερδών για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Η αφαίρεση για σχηματισμό αποθεματικού παύει να είναι υποχρεωτική, μόλις τούτο φθάσει το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του κεφαλαίου.

β) Περιορισμοί στην διανομή κερδών (άρθρο 159):
β1)
 Σε σχέση με τις προϋποθέσεις και τον περιορισμό των διανομών αναπαράγεται κατά βάση το άρθρο 44α του κ.ν. 2190/1920. Η διαφοροποίηση ως προς την παράγραφο 1 του άρθρου 44α συνίσταται στο ότι προϋπόθεση για τη διανομή κερδών είναι, κατά την ημερομηνία λήξης της τελευταίας χρήσης, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας (καθαρή θέση), όπως προσδιορίζονται στο νόμο, να μην είναι ή, μετά από τη διανομή αυτή, να μην γίνεται κατώτερο από το ποσό του κεφαλαίου, προσαυξημένου όχι μόνο με τα αποθεματικά των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό, αλλά και με τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν, καθώς επίσης και με τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 προστέθηκε για καλύτερη εναρμόνιση με τη δεύτερη Οδηγία (ήδη Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132).

Δηλαδή:
 

Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων
(μετά την διανομή) μεγαλύτερο >
Από το Άθροισμα των (α-δ) :
α) Μετοχικό Κεφάλαιο
β) Αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό
γ) Τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν [ Επιπλέον περιορισμός σε σχέση με το ν. 2190/1920 ]
δ) Τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη (*) . [ Επιπλέον περιορισμός σε σχέση με το ν. 2190/1920 ]


(*) Ποια θεωρούνται «μη πραγματοποιημένα κέρδη»

· Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη [ Προσωπική Εκτίμηση ]
73.02 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές επιμέτρησης
77 Κέρδη από επιμέτρηση στην εύλογη αξία
78.02 Αναβαλλόμενος φόρος περιόδου έσοδο
79.03 Κέρδος από αγορά οντότητας σε τιμή ευκαιρίας

· Ποσοτικοποιημένες παρατηρήσεις του ελεγκτή : ;;;;;;;

ΕΛΤΕ. Αρ.Πρ. 110/27.02.06
Οδηγίες αναφορικά με την διανομή κερδών από τις οικονομικές μονάδες που συντάσσουν ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης

 [ Αφορά προσέγγιση/εκτίμηση του θέματος των « μη πραγματοποιημένων κερδών» ]

[ Επιλογή ]

« ….. Επισημαίνεται ότι η συμμόρφωση των οικονομικών μονάδων με τις αρχές που διατυπώνονται στις παρούσες διευκρινιστικές οδηγίες:

α) συνιστά τη βέλτιστη λογιστική πρακτική, που εξασφαλίζει την πλήρη συμμόρφωση των οικονομικών μονάδων με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο.

β) αποτελεί μια συμβιβαστική λύση μεταξύ της αρχής της κεφαλαιακής επάρκειας που υπαγορεύεται από τις Οδηγίες της ΕΕ και της αρχής της αναγνώρισης “δεδουλευμένων” εσόδων, ιδιαίτερα από επιμέτρηση στην εύλογη αξία, που υπαγορεύονται από τα ΔΠΧΠ.

Α. Εισαγωγή

Τα ΔΠΧΠ [ το ίδιο ισχύει και για τα Ε.Λ.Π ], δεν πραγματεύονται θέματα διανομής κερδών. Η ρύθμιση αυτών των θεμάτων έμμεσα προκύπτει από τις Οδηγίες της ΕΕ, οι οποίες στα πλαίσια της προστασίας της βιωσιμότητας της επιχείρησης απαγορεύουν τη διανομή μη πραγματοποιημένων κερδών.

Ως πραγματοποιημένα κέρδη, κατά τα γενικώς ισχύοντα στη λογιστική θεωρία, είναι τα κέρδη εκείνα τα οποία προέρχονται από συναλλαγές και γεγονότα που διακανονίζονται με μετρητά ή με τη μορφή άλλων στοιχείων του ενεργητικού, η μετατροπή των οποίων σε μετρητά, μπορεί να εκτιμηθεί με σχετική βεβαιότητα.

Η έννοια της πραγματοποίησης όμως των εσόδων και κερδών, που πηγάζει από την αρχή της συντηρητικότητας, έρχεται σε αντίθεση με το πλαίσιο των ΔΠΧΠ το οποίο στηρίζεται αποκλειστικά στην αρχή του “δεδουλευμένου” (accrual), δηλαδή του αποτελέσματος που έχει προκύψει κατά την ημερομηνία του Ισολογισμού. Έτσι, στα πλαίσια της αρχής του “δεδουλευμένου”, τα ΔΠΧΠ επιτρέπουν ή απαιτούν την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία τους και την αναγνώριση των θετικών διαφορών είτε στα αποτελέσματα είτε σε αποθεματικό (διαφορά εύλογης αξίας) της καθαρής θέσης. Στην περίπτωση που τα κέρδη αναγνωρίζονται σε αποθεματικό (διαφορά εύλογης αξίας) δε γεννάται θέμα, διότι η αναγνώριση αυτού του αποθεματικού συνεπάγεται αυτόματα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, την μη διανομή τους.

Στην περίπτωση όμως της αναγνώρισης των διαφορών στα αποτελέσματα και δεδομένου ότι δεν υπάρχει αντίθετη ρητή διάταξη, θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί ότι επιτρέπεται η χωρίς περιορισμό διανομή τους.

Σύμφωνα με το άρθρο 138 του Νόμου 2190/1920 (όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 3229/2004), το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 45 του Ν. 2190/1920, μπορεί να στοιχειοθετηθεί ότι τα κέρδη από επιμέτρηση δεν είναι επιτρεπτό να διανέμονται, δεδομένου ότι στο άρθρο 45 του Ν. 2190/1920 γίνεται ρητή αναφορά σε “πραγματοποιηθέντα” κέρδη.

Στο Νόμο 2190/1920 δεν ορίζονται οι έννοιες των “πραγματοποιημένων” κερδών, ενώ και στη λογιστική επιστήμη υπάρχουν ποικίλες και διιστάμενες απόψεις σχετικά με τον ορισμό των “πραγματοποιημένων” κερδών.

Τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ασχολούνται με το θέμα δεν έχουν δώσει ακόμα απάντηση στο θέμα αυτό, έχουν όμως αναλάβει την ανάπτυξη ενός μοντέλου ελέγχου της επάρκειας της ρευστότητας (solvency test) το οποίο όμως δεν έχει οριστικοποιηθεί, επιτρέποντας και συνιστώντας στα ίδια τα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε εθνικές ρυθμίσεις.

Η ΕΛΤΕ με το αρμόδιο όργανό της, για τέτοιου είδους θέματα, το Συμβούλιο Λογιστικής Τυποποίησης (Σ.ΛΟ.Τ.) παρακολουθώντας το Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές συνθήκες λειτουργίας των επιχειρήσεων στη χώρα μας, μελέτησε το θέμα και κατέληξε στα παρακάτω συμπεράσματα για την αντιμετώπιση του θέματος της διανομής των κερδών στις οικονομικές καταστάσεις της 31.12.2005.

Β. Αφορολόγητα αποθεματικά

…………..

Με το καθεστώς που υπήρχε πριν από την εισαγωγή των ΔΠΧΠ, το λογιστικό αποτέλεσμα προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων (κυρίως αποτίμησης) του ΕΓΛΣ και το φορολογικό αποτέλεσμα από την εφαρμογή των φορολογικών κανόνων.

Με το καθεστώς που εισάγεται από την εφαρμογή των ΔΠΧΠ, το λογιστικό αποτέλεσμα προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων των ΔΠΧΠ και το φορολογικό αποτέλεσμα από την εφαρμογή των φορολογικών κανόνων.

Κατά συνέπεια η μόνη διαφορά μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος συνίσταται στο ποιοι κανόνες χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του λογιστικού αποτελέσματος.

Γ. Γενικά

(1) Γενική αρχή

Διανομή κερδών κατ’ αρχήν γίνεται μόνον εφόσον υπάρχει θετικό υπόλοιπο αποτελεσμάτων εις νέον όπως αυτό προκύπτει από την εφαρμογή των ΔΠΧΠ, αφού ληφθούν υπόψη οι ποσοτικοποιημένες παρατηρήσεις του ελεγκτή της επιχείρησης, με τις οποίες το ύψος των λογιστικών κερδών, μειώνεται λόγω μη ορθής εφαρμογής των ΔΠΧΠ, κατά την ημερομηνία του Ισολογισμού. Ως κέρδη εις νέον κατά τα ΔΠΧΠ νοούνται και τα αποθεματικά των οποίων επιτρέπεται η διανομή (έκτακτα αποθεματικά και αφορολόγητα αποθεματικά τα οποία εφόσον φορολογηθούν μπορούν να διανεμηθούν).

Σε περίπτωση που υπάρχουν αφορολόγητα αποθεματικά για τα οποία δεν έχει αναγνωρισθεί φόρος εισοδήματος και ο οποίος φόρος εισοδήματος αναγνωρίζεται με την απόφαση προς διανομή, τα αφορολόγητα αποθεματικά που μπορούν να διανέμονται μειώνονται με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος.

………………………………..

(2) Ελάχιστο μέρισμα

Ο υπολογισμός του ελάχιστου μερίσματος 35% γίνεται επί των λογιστικών κερδών που προκύπτουν με την εφαρμογή των ΔΠΧΠ μετά την αφαίρεση των ποσών των οποίων δεν επιτρέπεται η διανομή.

Παράδειγμα

Έστω λογιστικά μετά από φόρους κέρδη 1.000. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται και καθαρό κέρδος από επιμέτρηση επενδύσεων σε ακίνητα 136 (κέρδη 200 μείον φόρος εισοδήματος 32%), η διανομή του οποίου της αναφέρεται στα επόμενα δεν επιτρέπεται. Το ελάχιστο μέρισμα ανέρχεται σε (1.000 -136) Χ 35% = 302,40.

(3) Υπολογισμός τακτικού αποθεματικού

Το τακτικό αποθεματικό δημιουργείται από εσωτερική μεταφορά (μείωση του υπολοίπου κερδών εις νέον) εντός της καθαρής θέσης. Συνεπώς δεν αποτελεί λογιστικό μέγεθος το οποίο επηρεάζει την καθαρή θέση. Με δεδομένο της τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του που θεωρητικά αποσκοπεί στην κεφαλαιακή ενίσχυση, ο σχηματισμός του γίνεται από τα πραγματοποιημένα κέρδη, δηλαδή επί των κερδών επί των οποίων υπολογίζεται και το ελάχιστο μέρισμα.

Δ. Αναλυτική παρουσίαση των περιπτώσεων περιορισμού της διανομής κερδών

(1) Ιδιοχρησιμοποιούμενα ενσώματα πάγια (ΔΛΠ 16 και ΔΠΧΠ 1)

…………

(2) Επενδύσεις σε ακίνητα (ΔΛΠ 40 και ΔΠΧΠ 1)

…………………………..

(3) Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία (ΔΛΠ 41)

…………………………….

(4) Κέρδη που προκύπτουν από αναθεώρηση εκτιμήσεων, μεταβολή λογιστικών αρχών και διόρθωση λαθών (ΔΛΠ 8)

……………………………..

(5) Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (ΔΛΠ 39)

…………………….

(6) Συναλλαγματικές διαφορές (ΔΛΠ 21)

……………………..

(7) Φόροι εισοδήματος (ΔΛΠ 12)

……………….

 (8) Αναγνώριση εσόδων (ΔΛΠ 11 και 18)

…………………….

Ε. Παρακολούθηση των φορολογικών υποχρεώσεων

Η διανομή κερδών πέραν αυτών που έχουν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου και τα οποία προέρχονται από τους κανόνες επιμέτρησης σύμφωνα με τα ΔΠΧΠ, φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας. Τούτο σημαίνει ότι στην περίπτωση διανομής τέτοιων κερδών, η φορολογική βάση των στοιχείων από τα οποία προέρχονται αυτά τα κέρδη πρέπει να αναπροσαρμόζεται, ώστε να αποφεύγεται η διπλή φορολόγησή τους……..

Στο Παράρτημα 2 δίνεται παράδειγμα αλλαγής της φορολογικής βάσης σε περίπτωση διανομής.

Συνιστάται επίσης ο επιμελής και συστηματικός υπολογισμός των τρεχουσών και αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων της επιχείρησης. Τούτο πρακτικά επιτυγχάνεται όταν κατά τη σύνταξη της φορολογικής δήλωσης εξατομικεύονται κατά εξαντλητικό τρόπο τα στοιχεία που διαφοροποιούν τη λογιστική βάση (σημείο εκκίνησης για τον προσδιορισμό των φορολογικών υποχρεώσεων) από τη φορολογική βάση (φορολογητέο εισόδημα χρήσης) και για κάθε ένα από τα εξατομικευμένα στοιχεία της παραπάνω “συμφωνίας” διερευνάται και αιτιολογείται η φύση του ως στοιχείου “μόνιμης διαφοράς” (permanent difference) ή “προσωρινής διαφοράς” (temporary difference).

ΣΤ. Τελικά συμπεράσματα

Το παρόν αποτελεί την προσέγγιση του θέματος της διανομής των κερδών, υπό τις παρούσες οικονομικές και νομοθετικές συνθήκες της χώρας μας και έχει ως σκοπό, να διευκολύνει την επίλυση των πρακτικών δυσκολιών που ανακύπτουν αναφορικά με τη διανομή των κερδών της χρήσης.

Συνιστάται στις διοικήσεις των επιχειρήσεων να είναι επιφυλακτικές και να αντιμετωπίζουν το θέμα της διανομής με ιδιαίτερη σύνεση και σε συνάρτηση, κυρίως, με τις χρηματοροές που προκύπτουν από τις λειτουργικές δραστηριότητες, για λόγους προστασίας της βιωσιμότητας της επιχείρησης…….»


β2) Αντίστοιχα, στην παράγραφο 2 ορίζεται ότι το ποσό που διανέμεται στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των αποτελεσμάτων της τελευταίας χρήσης που έχει λήξει, προσαυξημένο με τα κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις και δεν έχουν διατεθεί, και τα αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους, και μειωμένο όχι μόνο κατά το ποσό των ζημιών προηγούμενων χρήσεων και κατά τα ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό, αλλά και κατά το ποσό των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.
Δηλαδή:
 

Ανώτατο ποσό διανεμομένων κερδών
Αλγεβρικό Άθροισμα των (α-στ) :
Συν:
α) Αποτελέσματα Χρήσης ( μετά φόρων )
β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις
γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους
Μείον:
δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη
ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων
στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.


γ) Σειρά διάθεσης των Καθαρών Κερδών (άρθρο 160):
Τα καθαρά κέρδη, διατίθενται με απόφαση της γενικής συνέλευσης κατά την εξής σειρά:
(α) Αφαιρούνται τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη. [π.χ: Αποτιμήσεις στην «εύλογη αξία», αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, κ.λπ].
(β) Αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο και το καταστατικό κράτηση για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού.
(γ) Κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του ελάχιστου μερίσματος,
(δ) Το υπόλοιπο των καθαρών κερδών, όπως και τα τυχόν λοιπά κέρδη, που μπορεί να προκύψουν και να διατεθούν, διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού και τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης.
Αυτό το οποίο αλλάζει σε σχέση με τη διάθεση των καθαρών κερδών είναι ότι στην σειρά που προβλέπεται προηγείται η αφαίρεση των ποσών των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη (π.χ., υπεραξίες, κ.λπ).

δ) Ελάχιστο μέρισμα [0% έως 35%] (άρθρο 161):
(1) Εξακολουθεί να ανέρχεται σε 35% των καθαρών κερδών [ υπό την επιφύλαξη της κατωτέρω νέας περίπτωσης (3)] 
, ύστερα από αφαίρεση της κράτησης για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και των λοιπών πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν προέρχονται από πραγματοποιημένα κέρδη. Η διανομή του ελάχιστου μερίσματος μπορεί να μη γίνει σε μετρητά αλλά σε είδος.
(2) Προβλέπεται όμως τόσο η κεφαλαιοποίηση των κερδών, όσο και η καταβολή του μερίσματος, αν το εγκρίνει η Γ.Σ. με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, σε μετοχές και άλλους τίτλους που ανήκουν στην εταιρεία ή, με ομόφωνη απόφαση όλων των μετόχων και όχι μόνο των εκπροσωπουμένων στη Γ.Σ., και σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, που θα πρέπει να αποτιμηθούν.
(3) Προβλέπεται ακόμη η μείωση του μερίσματος από τη Γ.Σ., όχι όμως κάτω του 10% των καθαρών κερδών, επίσης με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, ενώ κατάργηση τούτου επιτρέπεται μόνο με ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία 80% του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου. Εννοείται ότι άρνηση της πλειοψηφίας αυτής να εγκρίνει μέρισμα, παρά την ύπαρξη ικανών κερδών, μπορεί κατά τις περιστάσεις να κριθεί καταχρηστική.

Δηλαδή:

 

ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΜΕΡΙΣΜΑ (*)ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ
(Ν. 
4548/2018)
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ
(διατάξεις ν. 2190/20)
35%Απλή απαρτία και πλειοψηφία. >50% των παρόντων στην Γ.ΣΑπλή απαρτία και πλειοψηφία. >50% των παρόντων στην Γ.Σ
10%>66,67% [2/3][ Δεν υπήρχε αντίστοιχη διάταξη ]
0%>80%>70%
(*) ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ
Κέρδη μετά φόρων
Μείον:
α) Τακτικό αποθεματικό
β) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη [Επιπλέον περιορισμός σε σχέση με το ν. 2190/1920]


Σημειώσεις:
(1) [Δυνατότητα κεφαλαιοποίησης των διανεμομένων κερδών] Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία είναι δυνατόν τα κέρδη που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα να κεφαλαιοποιηθούν και να διανεμηθούν σε όλους τους μετόχους με μορφή μετοχών, υπολογιζόμενων στην ονομαστική τους αξία.
(2) [Δυνατότητα χορήγησης των διανεμομένων κερδών όχι σε μετρητά αλλά σε τίτλους] Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, είναι δυνατόν τα κέρδη, που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα, να χορηγηθούν με μορφή τίτλων ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών, εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά, ή ιδίων τίτλων τους οποίους έχει στην κυριότητά της η εταιρεία, εφόσον είναι και αυτοί εισηγμένοι, με την επιφύλαξη της τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και με την προϋπόθεση ότι οι ως άνω τίτλοι θα αποτελέσουν αντικείμενο αποτίμησης, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18.
(3) [Δυνατότητα χορήγησης των διανεμομένων κερδών όχι σε μετρητά αλλά σε άλλα στοιχεία (εκτός από ‘’τίτλους’’)]
Διανομή άλλων περιουσιακών στοιχείων αντί μετρητών είναι επιτρεπτή με τις παραπάνω προϋποθέσεις μόνο ύστερα από ομόφωνη απόφαση όλων των μετόχων. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται στις εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρεωτικό ή σε προαιρετικό έλεγχο από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία.

Γνωματεύσεις Σ.ΛΟ.Τ:

α) ΣΛΟΤ 212/12-2- 2019 Διανομή μερίσματος
«Η καθαρή θέση που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας (φορολογική βάση) δεν λαμβάνεται υπόψη για τη διάθεση των αποτελεσμάτων και, κατά συνέπεια, για τη διανομή μερίσματος.
Από τη λογιστική καθαρή θέση (λογιστική βάση) δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν κονδύλια που προέρχονται από μη πραγματοποιηθέντα κέρδη, κατά την έννοια των προηγούμενων διατάξεων του κ.ν. 2190/1920, καθώς και τα κονδύλια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 159 του ν. 4548/2018.
Η διάθεση των αποτελεσμάτων και ειδικότερα η διανομή μερίσματος γίνεται από τα λογιστικά κέρδη τα οποία, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 160 του ν. 4548/2018, «απεικονίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων και είναι τα προκύπτοντα κατ’ εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας». Από τα κέρδη αυτά δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν τα κονδύλια που αναφέρονται στο εδάφιο (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 160 του ν. 4548/2018μη πραγματοποιημένα (υπολογιστικά) έσοδα και κέρδη, τα οποία, συνήθως, προκύπτουν από την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία τους

β) ΣΛΟΤ 1397/2-7-2019 Σχηματισμός ειδικού αποθεματικού
«Αναφορικά με το ερώτημά σας, θα μπορούσε να σχηματισθεί ειδικό αποθεματικό εφόσον δεν παραβιάζονται οι όροι του άρθρου 161 « Ελάχιστο μέρισμα» του ν. 4548/2018 και του καταστατικού.»

γ) ΣΛΟΤ 652/16-4-2019 Κατά τον προσδιορισμό των διανεμητέων κερδών μιας χρήσεως, λαμβάνονται υπόψη (αφαιρούνται) και οι συσσωρευμένες λογιστικές ζημιές προηγουμένων χρήσεων)
«Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 159 και 160 του Ν 4548/2018, προκύπτει ότι κατά τον προσδιορισμό των διανεμητέων κερδών μιας χρήσεως, λαμβάνονται υπόψη (αφαιρούνται) και οι συσσωρευμένες λογιστικές ζημιές προηγουμένων χρήσεων.
Σημειώνεται ότι το κονδύλι των καθαρών κερδών της χρήσεως, έχει προκύψει μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται επί των φορολογητέων κερδών, δηλαδή μετά την φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων και τις διαφορές λογιστικής – φορολογικής βάσης
Κατά την ίδια έννοια σχηματίζονται τόσο τα αποθεματικά της ΕΠΕ, όσο και της ΙΚΕ.
»

ε) Παράδειγμα διανομής Κερδών
 

ΑΔεδομένα Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων
 
 
 Αποτελέσματα Χρήσης 31/12/ΧΧΧ1Ποσά
1Κέρδη μετά φόρων200.000,00
2Ποσά πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.10.000,00
3 Κέρδη μετά φόρων και μετά την αφαίρεση των μη πραγματοποιημένων κερδών.190.000,00
 
 
 Ισολογισμός 31/12/ΧΧΧ1 ( προ της Διανομής )
 
4Μετοχικό Κεφάλαιο 31/12/ΧΧΧ11.000.000,00
5Τακτικό Αποθεματικό ( συσωρευμένο ) 31/12/ΧΧΧ0280.000,00
6Αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό500.000,00
7Λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν200.000,00
8Αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται η διανομή τους100.000,00
9 Κέρδη προηγούμενων χρήσεων150.000,00
10 Ζημιές προηγούμενων χρήσεων0,00
 
 

 

 
ΒΥπολογισμός ελάχιστου τακτικού αποθεματικού, που πρέπει να σχηματιστεί
 
β1Υπολογισμός τακτικού αποθεματικού με βάση τα Κέρδη
 
 
 
Καθαρά κέρδη χρήσεως ( Κέρδη μετά φόρων) και μετά την αφαίρεση των μη πραγματοποιημένων κερδών.190.000,00
 
 
Συντελεστής κράτησης τακτικού αποθεματικού5,00%
 
 
Τακτικό αποθεματικό9.500,00
β2Έλεγχος δυνατότητας λόγω υπέρβασης του 1/3 του Μετοχικού Κεφαλαίου
 
 
 
Μετοχικό Κεφάλαιο 31/12/ΧΧΧ11.000.000,00
 
 
Τακτικό Αποθεματικό ( συσσωρευμένο ) 31/12/ΧΧΧ0280.000,00
 
 
1/3 του Μετοχικού Κεφαλαίου333.333,33
 
 
Απαιτούμενο ποσό, προς συμπλήρωση του 1/353.333,33
β3Τακτικό Αποθεματικό που πρέπει να σχηματιστεί9.500,00
Γ. Υπολογισμός Ανώτατου ποσού διανεμομένων κερδών
 
α) Αποτελέσματα Χρήσης200.000,00
β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις150.000,00
γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους100.000,00
Μείον:
 
δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη-10.000,00
ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων0,00
στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό. 0,00
Τακτικό Αποθεματικό που πρέπει να σχηματιστεί-9.500,00
Ανώτατο ποσό Διανομής430.500,00
ΔΥπολογισμός του ελάχιστου μερίσματος
 
Δ1Βάση υπολογισμού του υποχρεωτικού ελάχιστου μερίσματος
 

 
 Κέρδη μετά φόρων και μετά την αφαίρεση των μη πραγματοποιημένων κέρδων.190.000,00

 
Μείον : Τακτικό αποθεματικό9.500,00

 
Βάση υπολογισμού180.500,00
Δ2Υπολογισμός υποχρεωτικού ελάχιστου μερίσματος
 

 
α) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μικρότερο από τα 2/3 των μετοχών
 

 
Ποσοστό 35% επί της βάσης υπολογισμού63.175,00

 
β) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μεταξύ των 2/3 και του 80% των μετοχών 
 

 
Ποσοστό 10% επί της βάσης υπολογισμού18.050,00

 

 
 
 

 
γ) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μεταξύ των 80% και του 100% των μετοχών 
 

 
Μπορεί να μην διανείμει μέρισμα0,00

στ) Προσωρινό μέρισμα ( άρθρο 162 ):

Γενικά

 Αναδιαμορφώνεται για καλύτερη ενσωμάτωση της δεύτερης οδηγίας (άρθρο 17 παράγραφος 7 – ήδη Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132).

Το άρθρο 162 ρυθμίζει δυο ζητήματα :

· το προμέρισμα («προσωρινό μέρισμα») και

· τη μεταγενέστερη (μετά δηλ. την έγκριση του ισολογισμού) διανομή κερδών και προαιρετικών αποθεματικών.

«Προσωρινό Μέρισμα» : Προϋποθέσεις και Κανόνες Διανομής

(1) Δεν υπάρχει μεν ο περιορισμός του ημίσεος των κερδών, όπως κατά το άρθρο 46 του κ.ν. 2190/1920, τίθενται όμως αυστηρότερες προϋποθέσεις για τη διανομή τους, ώστε να αποφεύγεται η καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 159 «Προϋποθέσεις και περιορισμός διανομής ποσών» .

 Προϋποθέσεις:

 α) καταρτίζονται οικονομικές καταστάσεις ( που περιλαμβάνουν την περίοδο από την αρχή της χρήσης έως οποιοδήποτε χρονικό διάστημα επιλέξουμε ) από τις οποίες προκύπτει ότι υφίστανται τα προς τούτο αναγκαία ποσά,

β) οι παραπάνω οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας δύο (2) μήνες πριν από τη διανομή (αντί 20 ημερών που απαιτούνταν ).

(2) Διευκρινίζεται επίσης ότι αρμόδιο για τη διανομή είναι το Δ.Σ.

(3) Πρέπει να σημειωθεί ότι η διανομή προσωρινού μερίσματος διακρίνεται από τη διανομή κερδών από το Δ.Σ. μετά την τακτική Γ.Σ., εφόσον έχει εξουσιοδοτηθεί από την τελευταία προς τούτο και εντός των ποσοτικών ορίων που η τελευταία έχει τάξει (άρθρο 117 παράγραφος 2στ΄) [στ) Η δυνατότητα διανομής προσωρινών μερισμάτων κατά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 162. ] , αφού στην τελευταία περίπτωση η διανομή γίνεται επί τη βάσει των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχει ήδη εγκρίνει η Γ.Σ. χωρίς να απαιτείται να καταρτιστεί λογιστική κατάσταση.

(4) Προβλέπεται ακόμη ότι διανομή κερδών και προαιρετικών αποθεματικών μέσα στην τρέχουσα εταιρική χρήση είναι δυνατή και με απόφαση Γ.Σ. ή του Δ.Σ., υποκείμενη σε δημοσιότητα.

(5) Ανώτατο ποσό διανομής

Το ποσό που θα διανεμηθεί δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των κερδών που προκύπτει με βάση την παράγραφο 2 του άρθρου 159. [« 2. Το ποσό που διανέμεται στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των αποτελεσμάτων της τελευταίας χρήσης που έχει λήξει, προσαυξημένο με τα κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις και δεν έχουν διατεθεί, και τα αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους, και μειωμένο: (α) κατά το ποσό των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη, (β) κατά το ποσό των ζημιών προηγούμενων χρήσεων και (γ) κατά τα ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό» ].

Ανώτατο ποσό διανεμομένου «Προσωρινού Μερίσματος»
Αλγεβρικό Άθροισμα των (α-στ) :
Συν:
α) Αποτελέσματα Περιόδου ( μετά φόρων )
β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις
γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους
Μείον:
δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη
ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων
στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.

(6) Διαδικασίες

 

· Απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται εντός της χρήσης για κατάρτιση «οικονομικών καταστάσεων», ορίζοντας και την περίοδο αναφοράς.

· Κατάρτιση «οικονομικών καταστάσεων» ( η προηγούμενη διατύπωση στο ν. 2190/1920 ήταν «λογιστική κατάστασις» ).

· Απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία εγκρίνει τις «οικονομικές καταστάσεις » και καθορίζει το ποσό της διανομής.

· Υποβολή των «οικονομικών καταστάσεων» στις διατυπώσεις δημοσιότητας (υποβολή στο Γ.Ε.Μ.Η )

·  Η διανομή μπορεί να πραγματοποιηθεί δύο μήνες μετά από την δημοσίευση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στο Γ.Ε.Μ.Η

(7) Φορολογικές Υποχρεώσεις

 

α) Φόρος Εισοδήματος

«3. Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου» ( ν. 4172/2013, Άρθρο 68. Υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων και καταβολή του φόρου)

Άρα : η ανώνυμη εταιρεία δεν καταβάλει φόρο εισοδήματος

β) Φόρος Προσωρινών Μερισμάτων

«1. Ο όρος «μερίσματα» σημαίνει το εισόδημα που προκύπτει από μετοχές, ιδρυτικούς τίτλους, ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη τα οποία δεν αποτελούν απαιτήσεις από οφειλές (χρέη), καθώς και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα, στα οποία περιλαμβάνονται τα μερίδια, οι μερίδες συμπεριλαμβανομένων των προμερισμάτων και μαθηματικών αποθεματικών, οι συμμετοχές σε κέρδη προσωπικών επιχειρήσεων, οι διανομές των κερδών από κάθε είδους νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, καθώς και κάθε άλλο συναφές διανεμόμενο ποσό». ( ν. 4172/2013, Άρθρο 36. Μερίσματα )

Δείτε το εξαιρετικό άρθρο του Γιώργου Σταματίου, Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή, Αντιπροέδρου Δ.Σ. της ΣΟΛ Crowe. : Η διανομή προσωρινού μερίσματος (προμερίσματος) στην Ανώνυμη Εταιρία – ΣΟΛ Crowe

…………….

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 2284 ΕΞ 24.10.2016 Αναγνώριση προμερίσματος στα έσοδα της λαμβάνουσας μητρικής εταιρείας.

« Με βάση τα αναφερόμενα στο ερώτημα, το δικαίωμα έχει οριστικοποιηθεί και πραγματοποιηθεί δεδομένου ότι τα προμερίσματα εισπράχθηκαν και εκπληρώθηκαν οι σχετικές φορολογικές υποχρεώσεις.
Επί πλέον η καταβάλλουσα τα προμερίσματα εταιρεία είναι κατά 100% κατεχόμενη από τη μητρική, οπότε, και υπό την προϋπόθεση ότι έχει τηρηθεί η σχετική νομοθεσία, κατά τεκμήριο δεν τίθενται θέματα αμφισβητήσεων και αναιρέσεων.
Βάσει αυτών, το προμέρισμα από λογιστικής απόψεως, θεωρείται έσοδο στην χρήση που εγκρίθηκε και εισπράχθηκε».

13) Καταστατικό – Δυνατότητα Ίδρυσης Α.Ε με «Ιδιωτικό Συμφωνητικό » (Άρθρα 4 και 5 )

Η ανώνυμη εταιρεία συνιστάται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που περιέχει το καταστατικό, ή με ιδιωτικό έγγραφο, αν υιοθετείται πρότυπο καταστατικό, σύμφωνα με την 31637/2017 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης (Β΄ 928) και το άρθρο 9 του ν. 4441/2016 (Α΄ 227).

Το έγγραφο είναι επίσης συμβολαιογραφικό, αν το επιβάλλει ειδική διάταξη νόμου, αν εισφέρονται στην εταιρεία περιουσιακά στοιχεία, για τη μεταβίβαση των οποίων απαιτείται ο τύπος αυτός, ή αν το συμβολαιογραφικό έγγραφο επιλέγεται από τα μέρη.

Αν η ανώνυμη εταιρεία συνιστάται με ιδιωτικό έγγραφο, ως Υπηρεσία Μιας Στάσης ορίζονται οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Γ.Ε.ΜΗ., κατά παρέκκλιση του άρθρου 2 του ν. 4441/2016. Δηλαδή το καταρχήν απαιτούμενο συμβολαιογραφικό έγγραφο για τη σύσταση της εταιρείας μπορεί να αντικατασταθεί από ιδιωτικό, αν υιοθετείται πρότυπο καταστατικό χωρίς άλλες διατάξεις (άρθρο 9 του ν. 4441/2016).

Δεν απαιτείται έγκριση του καταστατικού ή της τροποποίησής του από τη Διοίκηση, εκτός όπου το ορίζει ρητά ο νόμος (βλ. άρθρο 9, παράγραφοι 3 και 4).

Περιεχόμενο του Καταστατικού – Σύγκριση παλιού (ν. 2190/1920) και νέου νόμου (ν. 4548/2018 )

Ν. 4548/2018 ( άρθρο 5 )Σύγκριση με Ν. 2190/1920 ( άρθρο 2 )Υποχρεωτικό
α) για την εταιρική επωνυμία και το σκοπό της εταιρείας,Ίδια διατύπωσηΝαι
β) για την έδρα της εταιρείας,Ίδια διατύπωσηΝαι
γ) για τη διάρκειά της, όταν αυτή δεν είναι αόριστη,Ίδια διατύπωση με την προσθήκη : ”όταν αυτή δεν είναι αόριστη”Όχι
δ) για το ύψος και τον τρόπο καταβολής του κεφαλαίου,Ίδια διατύπωσηΝαι
ε) για το είδος των μετοχών, καθώς και για τον αριθμό, την ονομαστική αξία και την έκδοσή τους,Ίδια διατύπωσηΝαι
στ) για τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας, αν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών,Ίδια διατύπωσηΌχι, εφόσον δεν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών
ζ) για τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία μετατροπής ανωνύμων μετοχών σε ονομαστικές,Ίδια διατύπωσηΌχι
η) για τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου,Ίδια διατύπωσηΌχι εκτός των ονομάτων των μελών του πρώτου Δ.Σ
θ) για τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες των γενικών συνελεύσεων,Ίδια διατύπωσηΌχι
ι) για τους ελεγκτές,Ίδια διατύπωσηΌχι
ια) για τα δικαιώματα των μετόχων,Ίδια διατύπωσηΌχι
ιβ) για τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και τη διάθεση των κερδών.Ίδια διατύπωση [ γίνεται χρήση του όρου «ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις» , για ορολογική εναρμόνιση με το ν. 4308/2014, Ε.Λ.Π ]Όχι
ιγ) για τη λύση της εταιρείας και την εκκαθάριση της περιουσίας της,Ίδια διατύπωσηΌχι
ιδ) το ύψος του καλυφθέντος κεφαλαίου, που είναι καταβλητέο κατά το χρόνο σύστασης.Δεν προβλεπόταν στον ν. 2190/20Ναι
Επιπλέον :
 

 
α) Τα ατομικά στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που υπέγραψαν το καταστατικό της εταιρείας ή στο όνομα και για λογαριασμό των οποίων έχει υπογραφεί το καταστατικό αυτό.Ίδια διατύπωσηΝαι
β) Το συνολικό ποσό, τουλάχιστον κατά προσέγγιση, όλων των δαπανών που απαιτήθηκαν για τη σύσταση της εταιρείας και βαρύνουν αυτή.Ίδια διατύπωσηΝαι

Το καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας πρέπει να επίσης αναφέρει:

α) Τα ατομικά στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που υπέγραψαν το καταστατικό της εταιρείας ή στο όνομα και για λογαριασμό των οποίων έχει υπογραφεί το καταστατικό αυτό και

β) Το συνολικό ποσό, τουλάχιστον κατά προσέγγιση, όλων των δαπανών που απαιτήθηκαν για τη σύσταση της εταιρείας και βαρύνουν αυτή.

Προσοχή :

Το καταστατικό δεν απαιτείται να περιέχει διατάξεις, έστω και αν αυτές αναφέρονται στα ανωτέρω θέματα, στο μέτρο που αποτελούν απλώς επανάληψη ισχυουσών διατάξεων του νόμου, εκτός αν εισάγεται επιτρεπτή παρέκκλιση από αυτές.

 [ Δείτε αναλυτικά στο άρθρο : Υποδείγματα καταστατικού Ανώνυμης Εταιρείας με βάση τις διατάξεις του ν. 4548/2018 ( Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος ) ]

14) Εταιρική Επωνυμία της Α.Ε (Άρθρο 6) και Στοιχεία εγγράφων της εταιρείας (άρθρο 14)

α) Διατηρείται η ουσία των προγενέστερων ρυθμίσεων για την επωνυμία.

[ Σχηματίζεται

· είτε από το όνομα ενός ή περισσοτέρων ιδρυτών ή μετόχων

· είτε από το αντικείμενο της δραστηριότητας που ασκεί

· είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις ]

Προστίθεται όμως ότι η επωνυμία της Α.Ε. μπορεί να είναι φανταστική ή και να περιέχει ηλεκτρονική διεύθυνση (domain name, διεύθυνση e-mail κλπ.) ή άλλη ένδειξη (π.χ. συχνότητα ραδιοσταθμού, όνομα ξενοδοχείου κλπ.).

Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες.

Υποχρέωση στο περιεχόμενο της επωνυμίας

· Πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ανώνυμη Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Α.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι παραπάνω λέξεις εκφράζονται ως «Société Anonyme» ή το ακρωνύμιο «S.A.».

· Αν η ανώνυμη εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία πρέπει να περιέχεται η ένδειξη «Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία» ή «Μονοπρόσωπη Α.Ε.»

β) Κάθε έγγραφο της εταιρείας, έντυπο ή μη, περιλαμβανομένων των επιστολών, των διαφημίσεων και των εγγράφων παραγγελίας, πρέπει να περιέχει τις εξής, τουλάχιστον, ενδείξεις:
(α)
 Τον αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. της εταιρείας και

(β) Τη νομική μορφή της εταιρείας, την επωνυμία, την έδρα και, ενδεχομένως, το γεγονός ότι βρίσκεται σε εκκαθάριση ή έχει υποβληθεί σε συλλογική διαδικασία.
Αν στα έγγραφα της παραγράφου 1 γίνεται μνεία του κεφαλαίου της εταιρείας, πρέπει να αναφέρεται το καλυφθέν και το καταβεβλημένο κεφάλαιο.
Οι διαδικτυακοί τόποι της εταιρείας πρέπει να περιλαμβάνουν τις ανωτέρω ενδείξεις .

15) Διάρκεια και Έδρα της Α.Ε (Άρθρα 7 και 8)

Διάρκεια

· Η διάρκεια της ανώνυμης εταιρείας είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Εισάγεται, δηλαδή (επιτρεπτά κατά το ενωσιακό δίκαιο) η «απεριόριστη» διάρκεια της εταιρείας, που απαλλάσσει τους μετόχους από τη μέριμνα παράτασης της ορισμένης διάρκειας κατά τη λήξη της.

· Η διάρκεια ορισμένου χρόνου ορίζεται σε έτη.

· Αν δεν ορίζεται ο χρόνος της διάρκειας στο καταστατικό, η διάρκεια είναι αορίστου χρόνου.

· Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, η διάρκεια της ανώνυμης εταιρείας μπορεί να αλλάξει από ορισμένου σε αορίστου χρόνου και αντίστροφα.

Έδρα

· Η εταιρεία έχει την έδρα της στο δήμο που αναφέρεται στο καταστατικό της. Ο δήμος αυτός πρέπει να βρίσκεται στην Ελλάδα.

· Η ελληνική ανώνυμη εταιρεία μπορεί να ιδρύει υποκαταστήματα, πρακτορεία ή άλλες μορφές δευτερεύουσας εγκατάστασης σε άλλους τόπους της Ελλάδας ή της αλλοδαπής.

16) Αποτίμηση των Εισφορών σε Είδος – Ορκωτοί Λογιστές (Άρθρο 17)

Επέρχεται ουσιώδης αλλαγή στο ισχύον καθεστώς, αφού στο πλαίσιο της απομείωσης της κρατικής εποπτείας της ανώνυμης εταιρείας καταργείται η επιτροπή του άρθρου 9 κ.ν. 2190/1920.

Η αποτίμηση των εισφορών σε είδος διενεργείται πλέον από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή ελεγκτική εταιρεία ή, κατά περίπτωση, από πιστοποιημένους εκτιμητές κατά την έννοια της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών. Οι λεπτομέρειες της διαδικασίας αποτίμησης παραμένουν ως έχουν.

Η έκθεση αποτίμησης δεν υπόκειται σε αποδοχή από τη Διοίκηση, αφού αποστέλλεται κατευθείαν στο Γ.Ε.ΜΗ. με μέριμνα των ενδιαφερομένων.

Η έκθεση αποτίμησης πρέπει να περιέχει την περιγραφή κάθε εισφοράς σε είδος, να αναφέρει τις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόστηκαν και να εκφέρει άποψη για την αξία της κάθε εισφοράς.

Ειδικότερα, για την εκτίμηση των πάγιων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση αυτών και τα τυχόν βάρη, καθώς και:

α) προκειμένου περί ακινήτων, η αξία και οι τίτλοι κτήσης, η εμπορικότητα της περιοχής, οι προοπτικές ανάπτυξης, οι πραγματικές τρέχουσες τιμές, η άδεια οικοδομής και αντίστοιχη τεχνική έκθεση μηχανικού,

β) προκειμένου περί μηχανημάτων, μεταφορικών μέσων και επίπλων, η χρονολογία και η αξία κτήσης, ο βαθμός χρησιμοποίησης, συντήρησης και εμπορευσιμότητάς τους, η ενδεχόμενη τεχνολογική απαξίωσή τους και οι τρέχουσες τιμές για ίδια ή παρεμφερή πάγια στοιχεία. Η καταβολή των εισφορών σε είδος με βάση την έκθεση αποτίμησης δεν επιτρέπεται να λάβει χώρα μετά την πάροδο εξαμήνου από τη χρονολογία της έκθεσης αυτής.

ΣΛΟΤ 224/ 27.03.2018. ΘΕΜΑ : Εισφορά Μετοχικού Κεφαλαίου σε Κρυπτονόμισμα

« Σε περίπτωση που γίνει συνολική εισφορά του μετοχικού κεφαλαίου με κρυπτονόμισμα, άρα σε είδος, απαιτείται η εκτίμηση της εισφοράς από την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του άρθρου 9 του ΚΝ 2190/1920

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.

· Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 17 η σύνταξη της έκθεσης αποτίμησης της παρ. 3 συνιστά ασυμβίβαστο με τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου [ο Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής δεν πρέπει να έχει αναλάβει τον υποχρεωτικό έλεγχο της εταιρείας κατά την τελευταία τριετία]

17) Καταβολή και Πιστοποίηση Μετοχικού Κεφαλαίου ( Άρθρο 20)

Στο ζήτημα της καταβολής του κεφαλαίου το άρθρο 20 ακολουθεί κατά βάση το άρθρο 11 του κ.ν. 2190/1920.

Κύριες διαφορές είναι οι ακόλουθες:

α) Αναγνωρίζεται η δυνατότητα καταβολής του κεφαλαίου με (συμβατικό) συμψηφισμό. Κυρίως αναγνωρίζει τη θετική συμβολή του συμψηφισμού (debt-equity swap) στην εξυγίανση της εταιρείας, στο πλαίσιο της οποίας βεβαίως δεν εισρέει στην εταιρεία «φρέσκο χρήμα» (άλλως δεν επαυξάνεται το ενεργητικό της), αλλά αυτή απελευθερώνεται από υποχρεώσεις. Προϋπόθεση είναι έκθεση ελεγκτή που βεβαιώνει ότι το χρέος της εταιρείας υπάρχει, είναι ληξιπρόθεσμο και είναι καταχωρισμένο στα βιβλία της. Εφόσον πρόκειται για μη ληξιπρόθεσμο χρέος, τότε είναι αναγκαία η αποτίμηση του χρέους της εταιρείας κατά το άρθρο 17 «Εισφορές σε είδος και αποτίμηση των εισφορών αυτών» .

β) Κατά παρέκλιση από το δίκαιο του κ.ν. 2190/1920 η πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου γίνεται από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία, εκτός από τις «μικρές» και «πολύ μικρές εταιρείες» στις οποίες διατηρείται η αρμοδιότητα του Δ.Σ. Επίσης το Δ.Σ. ή ο ελεγκτής πρέπει να στηρίζονται σε απόσπασμα κίνησης του ειδικού τραπεζικού λογαριασμού, όταν η καταβολή γίνεται μέσω αυτού.

γ) Καταργείται η υφιστάμενη δυνατότητα μεταγενέστερης καταβολής του κεφαλαίου, «εάν αποδεικνύεται ότι το σχετικό ποσό υπάρχει και ότι κατατέθηκε εκ των υστέρων σε λογαριασμό της εταιρείας» (βλ. άρθρο 11 παρ. 6 του κ.ν. 2190/1920), [« … παράλειψη καταβολής σε λογαριασμό δεν επάγεται ακυρότητα, εάν αποδεικνύεται ότι το σχετικό ποσό υπάρχει και ότι κατατέθηκε εκ των υστέρων σε λογαριασμό της εταιρείας ή ότι δαπανήθηκε για τους σκοπούς της εταιρείας. ] ώστε να αποτραπούν φαινόμενα καταχρήσεων.

δ) Διατηρείται η δυνατότητα χρήσης των ποσών του κεφαλαίου για δαπάνες για τους σκοπούς της εταιρείαςτίθεται όμως ως προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο μνημονεύεται στο καταστατικό ή την απόφαση της Γ.Σ. για αύξηση κεφαλαίου.

ε) Διευκρινίζεται ότι ο ορκωτός ελεγκτής που καλείται να πιστοποιήσει την καταβολή του κεφαλαίου πρέπει να είναι ανεξάρτητος, να μην διενεργεί δηλ. και τον τακτικό έλεγχο της εταιρείας, ούτε να ανήκει σε ελεγκτική εταιρεία που διενεργεί αυτή τον έλεγχο αυτόν.

στ) Επίσης συγχρονίζονται οι συνέπειες της μη καταβολής του κεφαλαίου με αυτές που επέρχονται όταν δεν καταβάλλεται το (μερικά καταβλητέο) κεφάλαιο, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 5.

ζ) Η καταβολή σε μετρητά του αρχικού κεφαλαίου ή των τυχόν αυξήσεων αυτού, καθώς και οι καταθέσεις μετόχων με προορισμό τη μελλοντική αύξηση του κεφαλαίου, πραγματοποιούνται υποχρεωτικά με κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό της εταιρείας, που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε χώρα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) [Δηλαδή: όχι απαραίτητα στην Ελλάδα].

Η παράλειψη καταβολής σε λογαριασμό δεν επάγεται ακυρότητα, αν αποδεικνύεται ότι το σχετικό ποσό δαπανήθηκε για τους σκοπούς της εταιρείας, με την προϋπόθεση ότι αυτό έχει ειδικά προβλεφθεί στο καταστατικό ή στην απόφαση για την αύξηση του κεφαλαίου. (Δεν εφαρμόζεται σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά).

Προθεσμία καταβολής

Η προθεσμία καταβολής της αύξησης του κεφαλαίου ορίζεται από το όργανο που έλαβε τη σχετική απόφαση και δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκατεσσάρων (14) ημερών ούτε μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) μηνών από την ημέρα που καταχωρίσθηκε η απόφαση αυτή στο Γ.Ε.ΜΗ..

Πιστοποίηση καταβολής δεν απαιτείται, αν η αύξηση κεφαλαίου δεν γίνεται με νέες εισφορές.

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Η εργασία διενεργείτε σύμφωνα με το Διεθνές Πρότυπο Εργασιών Διασφάλισης 3000 “Έργα Διασφάλισης πέραν Ελέγχου ή Επισκόπησης Ιστορικής Οικονομικής Πληροφόρησης” (ISAE 3000).

· Για την εν λόγω έκθεση έχει εκδοθεί σχετικό υπόδειγμα από το ΣΟΕΛ.

«16.12: Υπόδειγμα Έκθεσης πιστοποίησης καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου σύμφωνα με το άρθρο 20 του Ν. 4548/2018» ( ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ: ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ /ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ /ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ – ΣΟΕΛ Μάρτιος 2019 )

18) Μεταγενέστερη Απόκτηση Στοιχείων του Ενεργητικού (Άρθρο 19)

« [ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ]

1. Μέσα στα πρώτα δύο (2) έτη από τη σύσταση της εταιρείας απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόκτηση οποιουδήποτε στοιχείου του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του ενός δεκάτου (1/10) του κεφαλαίου, που έχει καταβληθεί, εφόσον πωλητές είναι ιδρυτές, μέτοχοι εκπροσωπούντες ποσοστό μεγαλύτερο του ενός εικοστού (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, τα στενά μέλη οικογένειας των παραπάνω προσώπων, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα Α του ν. 4308/2014, καθώς και εταιρείες που ελέγχονται από τα παραπάνω πρόσωπα. Το ίδιο ισχύει και αν ο πωλητής απέκτησε το στοιχείο που μεταβιβάζεται από κάποιο από αυτά τα πρόσωπα μέσα στους προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες από την υπογραφή του καταστατικού. Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο θεωρείται ότι ελέγχει μια εταιρεία, αν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα.

2. [ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ]

Οι αποκτήσεις στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θεωρούνται ότι έγιναν έγκυρα,

· αν προηγηθεί έγκριση της γενικής συνέλευσης και

· αποτίμηση των στοιχείων που μεταβιβάζονται στην εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 18. Η έκθεση αποτίμησης υποβάλλεται σε δημοσιότητα με μέριμνα των ενδιαφερομένων.

3. [ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ]

Η απαγόρευση της παραγράφου 1 δεν ισχύει όταν πρόκειται για αποκτήσεις που γίνονται

· στο πλαίσιο των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρείας,

· για αποκτήσεις που πραγματοποιούνται με απόφαση διοικητικής ή δικαστικής αρχής ή στο πλαίσιο διαδικασιών που εποπτεύονται από τις αρχές αυτές, καθώς και

· για αποκτήσεις που πραγματοποιούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά.

4. [ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΠΙΚΛΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ]

Την ακυρότητα της παραγράφου 1 μπορεί να επικαλεσθεί όποιος έχει έννομο συμφέρον. Επίκληση της ακυρότητας δεν είναι επιτρεπτή μετά παρέλευση διετίας από το τέλος του ημερολογιακού έτους, κατά το οποίο αποκτήθηκαν τα στοιχεία του ενεργητικού που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 ».

· Η διάταξη ακολουθεί το άρθρο 10 κ.ν. 2190/1920,

· με τη διαφορά όμως ότι δεν εφαρμόζεται πλέον στις αυξήσεις κεφαλαίου,

όπως συμβαίνει και με το άρθρο 52 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 (θα εμπίπτει όμως στο άρθρο 99 «Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)», αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του).

Επίσης ο κύκλος των προσώπων πλην των ιδρυτών, στα οποία εφαρμόζεται η διάταξη, αφενός μεν περιλαμβάνει πλέον και τα «στενά μέλη οικογένειας» του ιδρυτή της εταιρείας ή του μέλους του διοικητικού συμβουλίου, αφετέρου όμως εξαιρεί άλλα πρόσωπα, που κρίνεται υπερβολικό να περιληφθούν (όπως ενδεικτικά νομικό πρόσωπο στο οποίο μετέχει με μικρό ποσοστό συμμετοχής και χωρίς να ασκεί έλεγχο ένας ιδρυτής ή μέλος του διοικητικού συμβουλίου). Πάντως συναλλαγές της εταιρείας και με άλλα πρόσωπα, πέραν εκείνων που αναγράφονται στην παράγραφο 1, μπορεί και αυτές να ελέγχονται, στο μέτρο που διαπιστώνεται ότι συνιστούν καλυμμένη επιστροφή εισφοράς (απαγορευόμενη κατά το άρθρο 22 παράγραφος 2 [απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση επιστροφή των εισφορών στους μετόχους, η καταβολή τόκων και η εκ μέρους της εταιρείας υπόσχεση εγγυημένης απόδοσης των μετοχών]).

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.

19) Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου (Άρθρα 23-28)

Στο άρθρο 23 απαριθμούνται οι δύο βασικές μέθοδοι αύξησης του κεφαλαίου:

 α) (τακτική αύξηση) εκείνη με απόφαση της Γ.Σ., που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, και

β) (έκτακτη αύξηση) εκείνη που αποφασίζεται από το Δ.Σ. ή από τη Γ.Σ., αλλά με απλή απαρτία και πλειοψηφία.

Σε κάθε περίπτωση αύξησης η απόφαση του αρμόδιου οργάνου υποβάλλεται σε δημοσιότητα.
Το άρθρο 24 επαναλαμβάνει και αναμορφώνει τις ρυθμίσεις του άρθρου 13 του κ.ν. 2190/1920 για την έκτακτη αύξηση κεφαλαίου.

Διευρύνει τη δυνατότητα αυτή, αυξάνοντας το ύψος του κεφαλαίου στο τριπλάσιο αντί του διπλασίου, όταν η αύξηση γίνεται με απόφαση του Δ.Σ., ή στο οκταπλάσιο αντί του πενταπλασίου, όταν η αύξηση γίνεται με απόφαση της Γ.Σ.

Καταργείται η απαγόρευση έκτακτης αύξησης στην περίπτωση που υπάρχουν σημαντικά ποσά αποθεματικών, διότι μία τέτοια απαγόρευση αφενός μεν δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του μετοχικού κεφαλαίου, αφετέρου δε η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 δεν προβλέπει τέτοιο περιορισμό.

Επαναλαμβάνεται η δυνατότητα ανανέωσης της εξουσίας του Δ.Σ. για μια πενταετία εκάστοτε, οπότε και θα είναι δυνατή η αύξηση με βάση το υφιστάμενο κατά την ανανέωση κεφάλαιο.

Με την παράγραφο 4 καταργείται η ανορθόδοξη διατύπωση ότι η έκτακτη αύξηση κεφαλαίου δεν συνιστά τροποποίηση του καταστατικού. Πλέον, η έκτακτη αύξηση κεφαλαίου συνεπάγεται τέτοια τροποποίηση και, συνεπώς, το αποφασίζον όργανο θα πρέπει να τροποποιήσει τα σχετικά άρθρα του καταστατικού και να συντάξει το νέο κείμενο τούτου, η δε τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας έχει συστατικό χαρακτήρα.

Τέλος διευκρινίζεται προς αποφυγή αμφισβητήσεων ότι οι συνυπάρχουσες δυνατότητες αύξησης από το Δ.Σ. και τη Γ.Σ. μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά.
Στο άρθρο 25 ρυθμίζονται το περιεχόμενο της απόφασης για αύξηση κεφαλαίου, η δυνατότητα παροχής στο Δ.Σ. της εξουσίας προσδιορισμού της τιμής διάθεσης των νέων μετοχών ή ενδεχομένως του επιτοκίου και η απόφαση της ιδιαίτερης συνέλευσης των μετόχων που θίγονται από την αύξηση κεφαλαίου.
Στο άρθρο 26, επαναλαμβάνονται κατά βάση οι ρυθμίσεις του άρθρου 13 του κ.ν. 2190/1920 για το δικαίωμα προτίμησης, εναρμονίζεται όμως η ρύθμιση με την οδηγία σε σχέση με το δικαίωμα προτίμησης των μετόχων και σε περίπτωση έκδοσης ομολογιών μετατρέψιμων σε μετοχές.

Παρέχεται επίσης δυνατότητα να ορίζεται ότι οι μέτοχοι που άσκησαν το δικαίωμα προτίμησης έχουν δικαίωμα προτίμησης «δευτέρου βαθμού» στις αδιάθετες μετοχές.

20) Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου – Δυνατότητα και Επιστροφής σε Είδος (Άρθρα 29-32)

α) Βάση των νέων ρυθμίσεων για τη μείωση κεφαλαίου είναι το άρθρο 4 παρ. 3 επ. του κ.ν. 2190/1920.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 29, διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση μείωσης του κεφαλαίου με ταυτόχρονη απόφαση για αύξησή του δεν αίρεται το δικαίωμα προτίμησης των παλαιών μετόχων, ακόμη και στην περίπτωση που μετά τη μείωση η συμμετοχή τους στο κεφάλαιο ενδεχομένως μηδενίστηκε. Το ζήτημα είχε δημιουργήσει αμφισβητήσεις, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές η επακολουθούσα αύξηση μπορεί να προϋποθέτει μηδενισμένο κεφάλαιο.

β) Για την προστασία των δανειστών σε περίπτωση μείωσης κεφαλαίου επαναλαμβάνονται οι ρυθμίσεις της παρ. 4 του άρθρου 4 κ.ν. 2190/1920, διευκρινίζονται όμως ορισμένα ερμηνευτικά ζητήματα που έχουν ανακύψει σε σχέση με τη θέση των δανειστών, ανάλογα με το αν έχουν απαιτήσεις ληξιπρόθεσμες ή όχι.

Συντέμνεται η προθεσμία των 60 ημερών για τις αντιρρήσεις των πιστωτών σε 40, ώστε να επιταχύνεται η διαδικασία (στην περίπτωση συγχώνευσης είναι η αντίστοιχη προθεσμία είναι 20 ημερών, βλ. άρθρο 70 παρ. 2 του κ.ν. 2190/1920).

γ) Προβλέπεται ρητά η δυνατότητα μείωσης κεφαλαίου σε είδος, υπό την προϋπόθεση

· της τήρησης των διατάξεων για την αποτίμηση των εταιρικών εισφορών και

· των διατάξεων του άρθρου 30 για την προστασία των δανειστών.

 Η διαδικασία αποτίμησης δεν είναι απαραίτητη, στο μέτρο που οι μέτοχοι αποφασίζουν ομοφώνως τη μείωση του κεφαλαίου και τον τρόπο υλοποίησής της. Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση επιδιώκεται η αποφυγή του κινδύνου καταστρατήγησης της απαγόρευσης επιστροφής στους μετόχους των εισφορών τους και προστατεύονται τόσο τα συμφέροντα των πιστωτών, όσο και των λοιπών μετόχων. Η παράγραφος 2 αφορά τη μείωση κεφαλαίου με σχηματισμό αντίστοιχου αποθεματικού.

Οι νέες διατάξεις είναι εναρμονισμένες με το άρθρο 37 της «δεύτερης» εταιρικής οδηγίας (ήδη άρθρο 76 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132), προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί από την προηγούμενη διατύπωση της ως άνω διάταξης (παρ. 4α του άρθρου 4 του κ.ν. 2190/1920).

δ) Προστασία δανειστών σε περίπτωση μείωσης κεφαλαίου (Άρθρο 30. )

« 1. Δεν γίνεται καμία καταβολή στους μετόχους από το αποδεσμευόμενο με τη μείωση ενεργητικό της εταιρείας, αν οι δανειστές της εταιρείας, των οποίων οι απαιτήσεις γεννήθηκαν πριν από τη δημοσιότητα της απόφασης για τη μείωση, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του προηγούμενου άρθρου και είναι ληξιπρόθεσμες, υποβάλουν στην εταιρεία αντιρρήσεις κατά της πραγματοποίησης των παραπάνω καταβολών μέσα σε προθεσμία σαράντα (40) ημερών από την παραπάνω δημοσιότητα και δεν ικανοποιηθούν πλήρως ή δεν διακανονίσουν με την εταιρεία τις απαιτήσεις τους.

2. Μέσα στην ίδια προθεσμία, οι δανειστές των μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, εφόσον θεωρούν ότι με τις παραπάνω καταβολές τίθεται σε κίνδυνο η ικανοποίηση των απαιτήσεών τους, μπορούν να υποβάλουν στην εταιρεία αντιρρήσεις κατά της πραγματοποίησης των παραπάνω καταβολών.

3. Για το βάσιμο ή μη των αντιρρήσεων των δανειστών μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων κατά την παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την επάρκεια των προσφερόμενων από την εταιρεία ασφαλειών, αποφαίνεται το δικαστήριο, το οποίο κρίνει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μετά από αίτηση της εταιρείας. Αν υποβληθούν αντιρρήσεις από περισσότερους δανειστές μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, εκδίδεται μία απόφαση ως προς όλες. Αν οι δανειστές των μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων αποδείξουν, ότι η πραγματοποίηση των καταβολών ενόψει της εταιρικής περιουσίας, που θα απομείνει μετά την πραγματοποίηση της μείωσης, λαμβανομένων υπόψη και των τυχόν ασφαλειών, που ήδη διαθέτουν, θέτει σε κίνδυνο την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους, το δικαστήριο επιτρέπει την καταβολή των αποδεσμευόμενων με τη μείωση ποσών μόνο με τον όρο της τήρησης όρων ή της παροχής επαρκών ασφαλειών, το είδος και την έκταση των οποίων καθορίζει το δικαστήριο. Καταβολές στους μετόχους που γίνονται κατά παράβαση των παραπάνω διατάξεων είναι άκυρες.

4. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται και όταν η μείωση του κεφαλαίου γίνεται με ολική ή μερική απαλλαγή των μετόχων από την υποχρέωση καταβολής καλυφθέντος και μη καταβληθέντος κεφαλαίου. »

ε) Λήψη απόφασης και Δημοσιότητα

(1 ). Για τη μείωση κεφαλαίου απαιτείται απόφαση της γενικής συνέλευσης, που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, εκτός αν η μείωση γίνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 21 [ η εμπρόθεσμης καταβολής οποιασδήποτε δόσης του υπολοίπου της αξίας των μετοχών] ή την παράγραφο 6 του άρθρου 49 [ Η ακύρωση « Ιδίων Μετοχών» ] .
(2). Το κεφάλαιο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο όριο ( 25.000 ευρώ ) , εκτός αν η απόφαση για τη μείωση προβλέπει την ταυτόχρονη αύξηση του κεφαλαίου τουλάχιστον έως το ελάχιστο όριο ή την ταυτόχρονη μετατροπή της εταιρείας σε εταιρεία άλλης νομικής μορφής.
(3 ). Η πρόσκληση για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και η απόφαση της τελευταίας για τη μείωση του κεφαλαίου πρέπει να ορίζουν κατ’ ελάχιστο

· το σκοπό της μείωσης αυτής και

· τον τρόπο πραγματοποίησής της.

(4 ). Η απόφαση της γενικής συνέλευσης για μείωση κεφαλαίου αποτελεί τροποποίηση του καταστατικού και υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

 Επιπρόσθετα η απόφαση αυτή πρέπει να αναρτάται και στο διαδικτυακό τόπο της εταιρείας.

[ Σημείωση : Δεν προβλέπεται ρητώς, από την νομοθεσία η υποχρέωση η Α.Ε ( μη εισηγμένη ) να διατηρεί Ιστοσελίδα.

Σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 1 του 4250/2014 « Όπου στην κείμενη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρίες……………, υπάρχει υποχρέωση δημοσίευσης στο ΦΕΚ/ΤΑΕ-ΕΠΕ και Γ.Ε.ΜΗ. είτε πράξης ή στοιχείου είτε ανακοίνωσης περί της καταχώρισης πράξης ή στοιχείου στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, η υποχρέωση υποβολής σχετικής αίτησης καταργείται από την 1.1.2015, …. Η σχετική υποχρέωση αντικαθίσταται με υποχρέωση δημοσίευσης στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ.. .. ]

(5) . Αν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, κάθε απόφαση της γενικής συνέλευσης, που αφορά τη μείωση του κεφαλαίου, τελεί υπό την έγκριση της κατηγορίας ή των κατηγοριών μετόχων, τα δικαιώματα των οποίων θίγονται από την απόφαση αυτή. Η έγκριση παρέχεται με απόφαση των μετόχων της θιγόμενης κατηγορίας, που λαμβάνεται σε ιδιαίτερη συνέλευση με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

ε) Διακρίσεις του τρόπου μείωσης του Μετοχικού Κεφαλαίου

(1) Μείωση με επιστροφή κεφαλαίου

Συντελείται με την επιστροφή κεφαλαίου ( σε μετρητά ή σε «είδος» στους μετόχους.

Το κεφάλαιο, δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από τις 25.000 ευρώ.

Αρκετές Ανώνυμες Εταιρείες χρησιμοποιούν την επιστροφή του κεφαλαίου κυρίως για να αντικαταστήσουν τα κέρδη που έχουν δημιουργηθεί για την μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.

Παράδειγμα

Ίδια Κεφάλαια Α.ΕΔιανομή ΜερίσματοςΜείωση Μ.Κ Επιστροφή Μετρητών
Μετοχικό Κεφάλαιο500.000,00500.000,00
Μείωση και Επιστροφή Μετρητών0,00-150.000,00
Υπόλοιπο Κερδών προηγουμένων Χρήσεων300.000,00300.000,00
Κέρδη χρήσης200.000,00200.000,00
Μερίσματα που θα διατεθούν-150.000,000,00
Υπόλοιπο Ιδίων Κεφαλαίων850.000,00850.000,00

 

 

 
Φορολογική Επιβάρυνση
 

 
Φόρος Μερισμάτων [ 10% ]15.000,000,00
Εισφορά Αλληλεγγύης [ π.χ 8% συνολική επιβάρυνση ]12.000,000,00
Σύνολο27.000,000,00
Δυνατότητα Κάλυψης Τεκμηρίων με το ποσό που λήφθηκεΝαιΌχι ( συνήθως ) – Ναι ( υπό προϋποθέσεις)

Η επιστροφή μπορεί να γίνει είτε με μείωση της αξίας της κάθε μετοχής ή με την ακύρωση μέρους του αριθμού των μετοχών.

Η ακύρωση μετοχών, πρέπει να αντιμετωπίζει τους μετόχους με ισότητα και συνεπώς καταρχήν θα πρέπει να γίνεται, αναλογική ακύρωση μετοχών. [ Άρθρο 36. Αρχή της ισότητας «1. Με εξαίρεση τις μετοχές που εκδίδονται, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 38 [ προνομιούχες μετοχές] , κάθε μετοχή παρέχει δικαίωμα ψήφου. Όλα τα δικαιώματα των μετόχων που απορρέουν από την μετοχή με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 38, είναι υποχρεωτικά ανάλογα προς το ποσοστό του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει η μετοχή. Σε περίπτωση περισσότερων κατηγοριών μετοχών η αρχή της ισότητας αφορά όλες τις μετοχές της ίδιας κατηγορίας. 2. Η εταιρεία διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των μετόχων που βρίσκονται στην ίδια θέση. ]

Η μείωση μπορεί να γίνει αναλογικά για όλους τους μετόχους ή μόνο ως προς ορισμένο ή ορισμένους μετόχους, εφόσον συμφωνούν σε αυτό.

Οι κυριότεροι λόγοι μιας τέτοιας μείωσης είναι :

α) Δεν επιβάλλεται φορολογία διότι το επιστρεφόμενο κεφάλαιο δεν θεωρείται εισόδημα για τους μετόχους, αλλά απλή επιστροφή κεφαλαίου που σε προγενέστερο χρόνο είχαν καταθέσει.

Η ακύρωση των μετοχών και η επιστροφή του ποσού που αντιστοιχούσε σε αυτές τις μετοχές, δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος (έγγραφο του Yπ. Οικονομικών με αριθμό 1056585/10746/B0012/8.6.2005).

[ Έντυπο Ε1 ( Δήλωση Εισοδήματος Φυσικού Προσώπου ) ]

 Στους κωδικούς 781-782, συμπληρώνονται τα ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα και εμφανίζεται ομοίως πίνακας για την ανάλυσή τους……..

Επιστροφή καταβεβλημένων κεφαλαίων/ δανείων κλπ. μπορεί να συμπληρωθεί μόνο όταν το έτος που καταβλήθηκαν τα ποσά, υπάγονταν σε τεκμήριο. Συγκεκριμένα, μπορεί να δηλωθεί επιστροφή εταιρικού ή μετοχικού κεφαλαίου ή χρηματικού ποσού δανείου που επιστρέφεται από τον δανειολήπτη, μόνο εφόσον τα έτη που καταβλήθηκαν αυτά τα ποσά (ως καταβεβλημένο κεφάλαιο για αγορά επιχείρησης, σύσταση ή συμμετοχή σε αύξηση κεφαλαίου, για αγορά χρεογράφων, για χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε), αποτελούσαν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων και είχαν δηλωθεί ορθά και συνεπώς είχαν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν.
Σε αντίθετη περίπτωση, κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτησή του μειώνει τα ποσά αυτά και αναγράφεται μόνο η τυχόν διαφορά που προκύπτει.
Στην περίπτωση πώλησης μετοχών εντός του εξεταζόμενου φορολογικού έτους, αναγράφεται το ποσό που αντιστοιχεί στην επιστροφή του επενδεδυμένου κεφαλαίου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές αποκτήθηκαν από 1.1.2014 και μετά, ενώ το τυχόν κέρδος, το οποίο αποτελεί εισόδημα, αναγράφεται είτε στον υποπίνακα 4Ε (αν φορολογείται) είτε στον Πίνακα 6 (αν δεν φορολογείται) κατά περίπτωση.

β) «Συμψηφισμός» των «απαιτήσεων/ δοσοληπτικών Λογαριασμών » μετόχων, στελεχών, κ.λπ [ Επισημαίνεται ότι δεν υφίστατο δυνατότητα δανεισμού των ανωτέρω  προσώπων από την Α.Ε. ]

(2) Μείωση με συμψηφισμό Ζημιών ( ονομαστική μείωση κεφαλαίου )

Πραγματοποιείται στην περίπτωση ύπαρξης ζημιών που μειώνουν τη καθαρή θέση της εταιρείας, προκειμένου να γίνει συμψηφισμός αυτών.

Οι κυριότεροι λόγοι μιας τέτοιας μείωσης είναι :

α) Η «θεραπεία» της περίπτωσης της παρ. 4 του άρθρου 119

«4. Σε περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας γίνει κατώτερο από το μισό (1/2) του κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλέσει τη γενική συνέλευση, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της χρήσης, με θέμα τη λύση της εταιρείας ή την υιοθέτηση άλλου μέτρου. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι ελεγκτές της εταιρείας, αν το Διοικητικό Συμβούλιο δεν προβαίνει στη σύγκληση εντός της παραπάνω προθεσμίας».

Παράδειγμα


 
Παρ. 1 – ΠοσάΠαρ. 2 – Ποσά
( Μετοχικό ) Κεφάλαιο100.000,0080.000,00
Ζημιές συσσωρευμένες-60.000,00-40.000,00
Καθαρή θέση (Ιδία κεφαλαία )40.000,0040.000,00
Ποσοστό Ιδίων Κεφαλαίων προς Μετοχικό Κεφάλαιο40,00%50,00%
Εμπίπτει ή όχι ;ΝΑΙΌΧΙ

 

 
Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου με συμψηφισμό Ζημιών60.000,00
 
( Μετοχικό ) Κεφάλαιο – Νέο40.000,00
 
Ζημιές συσσωρευμένες0,00
 
Καθαρή θέση (Ιδία κεφαλαία )40.000,00
 
Ποσοστό Ιδίων Κεφαλαίων προς Μετοχικό Κεφάλαιο100,00%
 
Εμπίπτει ή όχι ;ΌΧΙ
 

β) Δυνατότητα Διανομής Μερίσματος, σε περίπτωση ύπαρξης σημαντικών συσσωρευμένων ζημιών και σημαντικού Μετοχικού Κεφαλαίου

Παράδειγμα

Ανώτατο ποσό διανεμομένων κερδώνΠοσά προ Μείωσης Μ.ΚΠοσά προ Μείωσης Μ.Κ
Ύψος Μετοχικού Κεφαλαίου1.000.000,00600.000,00
Ποσό Μείωσης με συμψηφισμό Ζημιών = 400.000
 

 
Αλγεβρικό Άθροισμα των (α-στ) :
 

 
Συν:
 

 
α) Αποτελέσματα Χρήσης ( μετά φόρων )500.000,00500.000,00
β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις0,000,00
γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους0,000,00
Μείον:
 
0,00
δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη0,000,00
ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων-400.000,000,00
στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.0,000,00
Ανώτατο Ποσό διανεμομένων Κερδών100.000,00500.000,00

Επισημάνσεις :

α) Μείωση μετοχικού κεφαλαίου με συμψηφισμό φορολογικών ζημιών
Ελλείψει ρητής διάταξης που ορίζει κάτι διαφορετικό, σε περίπτωση επιχείρησης με λογιστικές ζημίες στα βιβλία της η οποία επιθυμεί να μειώσει το μετοχικό/εταιρικό της κεφάλαιο με συμψηφισμό των ζημιών αυτών, οι υπόψη ζημίες κατά το μέρος που αναγνωρίζονται φορολογικά εξακολουθούν για φορολογικούς σκοπούς να μεταφέρονται προς συμψηφισμό με τα κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών (σχετ. οι υπ’ αριθ. ΣτΕ 3733/2008ΣτΕ 2614/2008 και ΣτΕ 2523/1991 αποφάσεις του Σ.τ.Ε.).» (ΠΟΛ.1088/2016 Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1 – 4 του άρθρου 27 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών )

β) Προσοχή όταν η μείωση γίνεται με τμήματα του μετοχικού κεφαλαίου που όταν επιστραφούν υπόκειται σε φορολόγηση.

Ο σχηματισμός του μετοχικού κεφαλαίου μπορεί να έγινε με την καταβολή μετρητών,  εισφορές σε είδος και με κεφαλαιοποίηση κερδών.

Εκτός των ανωτέρω μπορεί να έγινε και με :

· Κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών διαφόρων νόμων ( π.χ. 1828/89, 1892/19903299/2004, κ.λπ )

· Υπεραξίας ακινήτων του άρθρου 26 του ν.2065/1992 ,

· Υπεραξίας του ν. 1297/1972 .

· Κ.λπ

Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να διερευνούμε, τους περιορισμούς και την ενδεχόμενη φορολόγηση, σε περίπτωση επιστροφής τους ( μέσω της διαδικασίας μείωσης του Μ.Κ. )  στους μετόχους.

[ Σχετικό με το ανωτέρω θέμα :

ΔΕΔ 1986/2019Εισόδημα, μείωση κεφαλαίου – Ποσά υπαγόμενα σε φόρο μερισμάτων ]

………………………

Δείτε επίσης το εξαιρετικό άρθρο του του Αριστομένη Μανουρά Νομικού Συμβούλου της ΣΟΛ Α.Ε.:

Η μείωση του κεφαλαίου υπό τις νέες διατάξεις του νόμου 4548/2018 – ΣΟΛ ΑΕ

21) Κατηγορίες μετοχών και άλλοι Τίτλοι Εκδιδόμενοι από την Ανώνυμη Εταιρεία – Ίδιες μετοχές (Άρθρα 33-55)

Τα είδη των τίτλων που μπορούν να εκδοθούν από μια Α.Ε. είναι:

α) Μετοχές,

β) Ομολογίες,

γ) Τίτλοι κτήσης μετοχών (warrants), και

δ) Ιδρυτικοί τίτλοι.

Ο κατάλογος είναι καταρχήν περιοριστικός (numerus clausus).

Επιτρέπεται η έκδοση κάθε είδους τίτλου σε «κατηγορίες» (π.χ. κοινές, προνομιούχες μετοχές κλπ.), σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου και τις αποφάσεις του οργάνου που αποφασίζει για την έκδοση, ενώ επιτρέπεται (μια πρακτική γνωστή στις διεθνείς αγορές), η σύνδεση (stapling) περισσότερων τίτλων που εκδίδει η εταιρεία, ώστε να μπορούν να αποκτώνται ή και να διατίθενται μόνο από κοινού. Έτσι θα μπορούσαν να συνδεθούν π.χ. κοινές με προνομιούχες μετοχές, ομολογίες με τίτλους κτήσης μετοχών, μετοχές με ομολογίες και ούτω καθεξής.

Η διαφορά που προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή ανώτερη του αρτίου δεν μπορεί να διατεθεί για πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών, μπορεί όμως: (α) να κεφαλαιοποιηθεί ή (β) να συμφηφισθεί προς απόσβεση ζημιών της εταιρίας, εκτός αν υπάρχουν αποθεματικά ή άλλα κονδύλια, τα οποία κατά τον νόμο μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον συμψηφισμό των ζημιών αυτών.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την κοινωνία, το ενέχυρο και την επικαρπία, οι τίτλοι εκδίδονται και μεταβιβάζονται μόνο με το σύνολο των δικαιωμάτων που περιλαμβάνουν και δεν επιτρέπεται η χωριστή διάθεση ορισμένων δικαιωμάτων.

Σημειώνεται ότι, όταν υπάρχουν μετοχές διαφορετικών κατηγοριών, η αρχή της ισότητας αφορά τις μετοχές της ίδιας κατηγορίας.

Οι «κατηγορίες» μετοχών είναι :

α) Οι κοινές:

Εφόσον δεν ανήκουν σε ειδικά ρυθμιζόμενη στον παρόντα νόμο κατηγορία

β) Οι προνομιούχες:

Στόχος της έκδοσης τέτοιου είδους μετοχών : Η προσέλκυση νέων «επενδυτών μετόχων».

Τα προνόμια μπορεί να συνίσταται  σε :

· στη μερική ή ολική απόληψη, πριν από τις κοινές μετοχές, του διανεμόμενου μερίσματος, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του καταστατικού, και

·  στην προνομιακή απόδοση του κεφαλαίου που καταβλήθηκε από τους κατόχους των προνομιούχων μετοχών από το προϊόν μείωσης του κεφαλαίου ή της εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής τούτων στα υπέρ το άρτιο ποσά, που είχαν τυχόν καταβληθεί.

· Επίσης, το καταστατικό επιτρέπεται να ορίζει ότι σε περίπτωση μη διανομής μερίσματος σε μια ή περισσότερες χρήσεις, το προνόμιο υπέρ των μετοχών αφορά την προνομιακή καταβολή μερισμάτων και για τις χρήσεις κατά τις οποίες δεν έγινε διανομή μερίσματος

γ) Οι εξαγοράσιμες μετοχές ( δυνατότητα ρευστοποίησης της «επένδυσης» ):

Στόχος της έκδοσης τέτοιου είδους μετοχών : Η προσέλκυση νέων «επενδυτών μετόχων».

 Οι μετοχές αυτές μπορούν να εκδίδονται και ως προνομιούχες μετοχές με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Η εξαγορά γίνεται με δήλωση της εταιρείας ή του μετόχου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο καταστατικό, και είναι έγκυρη μόνο με καταβολή του αντιτίμου της εξαγοράς κατά τα προβλεπόμενα στο καταστατικό. Διευκρινίζεται ότι είναι δυνατή η εξαγορά εξαγοράσιμων μετοχών και με το προϊόν μείωσης κεφαλαίου. Εισάγεται επίσης η δυνατότητα έκδοσης εξαγοράσιμων μετοχών που εξαγοράζονται με δήλωση του μετόχου. Κατά τούτο, στις εξαγοράσιμες μετοχές μπορεί να προβλέπεται δικαίωμα προαίρεσης αγοράς από την εταιρεία (callable shares) ή δικαίωμα προαίρεσης πώλησης του μετόχου (puttable shares) ή και τα δύο. Στην περίπτωση άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης πώλησης από τους μετόχους η εξαγορά είναι υποχρεωτική για την εταιρεία μόνον εφόσον υπάρχουν ποσά από την εταιρική περιουσία που μπορούν να διανεμηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 159 και 160, δεδομένου ότι η εταιρεία δεν μπορεί να υποχρεωθεί να αυξήσει ή να μειώσει το κεφάλαιό της, προκειμένου να ικανοποιήσει τους μετόχους των εξαγοράσιμων μετοχών. Οι εξαγοραζόμενες μετοχές υπόκεινται στο καθεστώς των ιδίων μετοχών.

δ) Δεσμευμένες μετοχές  :

Στόχος της έκδοσης τέτοιου είδους μετοχών : Η προστασία των μετόχων από την εμφάνιση ενός «ανεπιθύμητου» μετόχου.

Το καταστατικό μπορεί να επιτρέπει την έκδοση δεσμευμένων μετοχών, των οποίων η μεταβίβαση εξαρτάται από την έγκριση της εταιρείας. Την έγκριση παρέχει το διοικητικό συμβούλιο ή η γενική συνέλευση κατά τις προβλέψεις του καταστατικού. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει τους λόγους για τους οποίους επιτρέπεται η άρνηση της έγκρισης.

Το καταστατικό μπορεί να ορίσει και άλλες μορφές περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών, όπως ιδίως:
α)
 το ανεπίτρεπτο της μεταβίβασης, αν οι μετοχές δεν προσφερθούν προηγουμένως στους λοιπούς μετόχους ή σε ορισμένους από αυτούς,
β) την υπόδειξη, εκ μέρους της εταιρείας, μετόχου ή τρίτου που θα αποκτήσει τις μετοχές, αν ο μέτοχος επιθυμεί τη μεταβίβασή τους,
γ) τον όρο ότι, προκειμένου να εγκριθεί η μεταβίβαση μετοχών σε τρίτο, ο τρίτος θα δεσμευθεί να αποκτήσει μετοχές και άλλων μετόχων, που θα προσφερθούν με τους ίδιους όρους με τους οποίους εγκρίνεται η μεταβίβαση ή και διαφορετικούς όρους, κατά τις διατάξεις του καταστατικού, ή
δ) τον όρο ότι, σε περίπτωση μεταβίβασης μετοχών από μέτοχο σε τρίτο, οι λοιποί μέτοχοι θα υποχρεούνται να μεταβιβάσουν και αυτοί στον τρίτο ποσοστό αντίστοιχο μετοχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού.
Το καταστατικό πρέπει να ορίζει τη διαδικασία, τους όρους και την προθεσμία, μέσα στην οποία η εταιρεία εγκρίνει τη μεταβίβαση ή προβαίνει στην υπόδειξη αγοραστή. Αν παρέλθει η προθεσμία αυτή, η μεταβίβαση των μετοχών είναι ελεύθερη. Οι περιορισμοί της παρούσας παραγράφου δεν επιτρέπεται να καθιστούν τη μεταβίβαση αδύνατη. Μεταβιβάσεις κατά παράβαση των διατάξεων του καταστατικού είναι άκυρες.

ε) Οι αποσβεσμένες μετοχές  (άρθρο 32):

· Η γενική συνέλευση μπορεί με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία να αποφασίσει την ολική ή μερική απόσβεση του κεφαλαίου.

· Η απόσβεση γίνεται με καταβολή στους μετόχους του συνόλου ή μέρους της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους.

· Η απόσβεση δεν συνιστά μείωση του κεφαλαίου. Οι μέτοχοι, των οποίων οι μετοχές έχουν αποσβεστεί, διατηρούν τα δικαιώματά τους από τη μετοχική σχέση, με εξαίρεση το δικαίωμα επιστροφής της εισφοράς τους και το δικαίωμα συμμετοχής στη διανομή του ελάχιστου μερίσματος.

· Η απόσβεση επιτρέπεται μόνο με τη χρησιμοποίηση σχηματισμένων ειδικών αποθεματικών ή κάνοντας χρήση των ποσών που επιτρέπεται να διανεμηθούν με τις προϋποθέσεις των άρθρων 159 και 160.

Ίδιες μετοχές – πρωτότυπη κτήση ( Άρθρο 48.)

· Η εταιρεία δεν επιτρέπεται να προβεί σε κάλυψη δικών της μετοχών.

· Σε περίπτωση που τις μετοχές της εταιρείας ανέλαβε πρόσωπο που ενεργεί στο δικό του όνομα αλλά για λογαριασμό της εταιρείας, θεωρείται ότι το πρόσωπο αυτό τις ανέλαβε για δικό του λογαριασμό.

· Κατά τη σύσταση της εταιρείας οι ιδρυτές και, σε περίπτωση αύξησης του κεφαλαίου, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, υποχρεούνται να καταβάλουν την αξία των μετοχών που έχουν αναληφθεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Οι πιο πάνω ιδρυτές ή μέλη του διοικητικού συμβουλίου απαλλάσσονται από αυτή την υποχρέωση αν αποδείξουν ότι δεν τους βαρύνει οποιαδήποτε υπαιτιότητα.

 

Ίδιες μετοχές – παράγωγη κτήση ( Άρθρο 49)

[ Διατηρούνται οι ρυθμίσεις των παρ. 1 έως 7 του άρθρου 16 του κ.ν. 2190/1920. Όμως αντί των διοικητικών ποινών (προστίμων), που προέβλεπαν οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 16 υπάρχει πλέον ποινική διάταξη (άρθρο 171 ).]

1. [ Εγκρίσεις ]

Με την επιφύλαξη

  • της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων που βρίσκονται στην ίδια θέση και
  • των διατάξεων για την κατάχρηση της αγοράς, η εταιρεία μπορεί,

η ίδια ή με πρόσωπο το οποίο ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της, να αποκτήσει μετοχές της που έχουν ήδη εκδοθεί,

μόνο όμως ύστερα από έγκριση της γενικής συνέλευσης, η οποία ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις των προβλεπόμενων αποκτήσεων και, ιδίως,

  • τον ανώτατο αριθμό μετοχών που είναι δυνατόν να αποκτηθούν,
  • τη διάρκεια για την οποία χορηγείται η έγκριση, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες και,
  • σε περίπτωση απόκτησης από επαχθή αιτία, τα κατώτατα και ανώτατα όρια της αξίας απόκτησης.

Η απόφαση της γενικής συνέλευσης υποβάλλεται σε δημοσιότητα.
2. Οι ανωτέρω αποκτήσεις γίνονται με ευθύνη των μελών του διοικητικού συμβουλίου, με τις εξής προϋποθέσεις:
α)
 Η ονομαστική αξία των μετοχών που αποκτήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών τις οποίες είχε αποκτήσει προηγουμένως η εταιρεία και διατηρεί, και των μετοχών τις οποίες απέκτησε πρόσωπο, το οποίο ενεργούσε στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της εταιρείας, δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει το ένα δέκατο (1/10) του καταβεβλημένου κεφαλαίου.
β)
 Η απόκτηση μετοχών, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών τις οποίες είχε αποκτήσει προηγουμένως η εταιρεία και διατηρεί, και των μετοχών τις οποίες απέκτησε πρόσωπο, το οποίο ενεργούσε στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της εταιρείας, δεν επιτρέπεται να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων σε ποσό κατώτερο του οριζομένου στην παράγραφο 1 του άρθρου 159 [ κατώτερο από το ποσό του κεφαλαίου, προσαυξημένου με: (α) τα αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό, (β) τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν, και (γ) τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.].
γ) Η συναλλαγή μπορεί να αφορά μόνο μετοχές που έχουν εξοφληθεί πλήρως.
3. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 δεν εφαρμόζεται προκειμένου για μετοχές που αποκτώνται είτε από την ίδια την εταιρεία είτε από πρόσωπο το οποίο ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της, με σκοπό να διανεμηθούν στο προσωπικό της εταιρείας ή στο προσωπικό εταιρείας συνδεδεμένης με αυτή κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄251). Η διανομή των μετοχών του προηγούμενου εδαφίου πραγματοποιείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 113 και 114, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δώδεκα (12) μηνών από το χρόνο απόκτησης των μετοχών αυτών, μετά την πάροδο της οποίας έχει εφαρμογή η διάταξη της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.
4. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται:
α)
 στις μετοχές που αποκτήθηκαν σε εκτέλεση απόφασης για μείωση του κεφαλαίου ή ως συνέπεια εξαγοράς μετοχών,
β) στις μετοχές που αποκτήθηκαν ύστερα από καθολική μεταβίβαση περιουσίας,
γ) στις μετοχές που εξοφλήθηκαν πλήρως και έχουν αποκτηθεί από χαριστική αιτία ή έχουν αποκτηθεί από πιστωτικά ιδρύματα και άλλους πιστωτικούς οργανισμούς ως προμήθεια για αγορά,
δ) στις μετοχές που αποκτήθηκαν με βάση υποχρέωση που προκύπτει από το νόμο ή δικαστική απόφαση με σκοπό την προστασία των μειοψηφούντων μετόχων, κυρίως σε περίπτωση συγχώνευσης με την επιφύλαξη της παρ. 4 του άρθρου 75 του κ.ν. 2190/1920 (Α΄37/1963), αλλαγής του σκοπού ή της μορφής της εταιρείας, μεταφοράς της έδρας στο εξωτερικό ή επιβολής περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών, καθώς και στις μετοχές που αποκτήθηκαν με σκοπό την ικανοποίηση υποχρεώσεων της εταιρείας από ανταλλάξιμο ομολογιακό δάνειο, και
ε) στις μετοχές που εξοφλήθηκαν πλήρως και αποκτήθηκαν με πλειστηριασμό μέσω αναγκαστικής εκτέλεσης που πραγματοποιήθηκε για την ικανοποίηση αξίωσης της εταιρείας έναντι του κυρίου των μετοχών αυτών.
Οι αποκτήσεις κατά τις περιπτώσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων των αποκτήσεων που έγιναν, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, δεν επιτρέπεται να έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων σε ποσό κατώτερο του οριζομένου στην παράγραφο 1 του άρθρου 159.
5. Οι μετοχές, που αποκτήθηκαν στις περιπτώσεις β΄ έως ε΄, της παραγράφου 4 , πρέπει να μεταβιβασθούν μέσα σε προθεσμία τριών (3) ετών το αργότερο από το χρόνο της απόκτησής τους, εκτός αν η ονομαστική αξία των μετοχών αυτών, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών που η εταιρεία μπορεί να έχει αποκτήσει από πρόσωπο το οποίο ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της, δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο (1/10) του καταβεβλημένου κεφαλαίου.
6. Οι μετοχές που δεν μεταβιβάζονται στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 ακυρώνονται. Η ακύρωση αυτή γίνεται με μείωση του κεφαλαίου κατά το αντίστοιχο ποσό, με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Η μεταβίβαση των μετοχών, σε κάθε περίπτωση, μπορεί να γίνει και μετά την πάροδο της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 5, το αργότερο μέχρι την ακύρωσή τους.
7. Οι μετοχές που αποκτήθηκαν κατά παράβαση των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 5 και 6 πρέπει να μεταβιβασθούν μέσα σε προθεσμία ενός (1) έτους από το χρόνο απόκτησής τους. Αν δεν μεταβιβασθούν στην προθεσμία αυτή, ακυρώνονται, με αντίστοιχη μείωση του κεφαλαίου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 6.

 

Επισήμανση :

Ν. 4308/2014, Άρθρο 26. Στοιχεία της καθαρής θέσης

1. Τα στοιχεία της καθαρής θέσης περιλαμβάνουν:
α) Το καταβληθέν από τους ιδιοκτήτες κεφάλαιο της οντότητας, συμπεριλαμβανομένου:
α.1) του υπέρ το άρτιο ποσού αυτού και
α.2) οποιασδήποτε εισφοράς των ιδιοκτητών εφόσον υπάρχει ανέκκλητη δέσμευση κεφαλαιοποίησής της και υποχρέωση της οντότητας για έκδοση μετοχών ή άλλων συμμετοχικών τίτλων προς τους συνεισφέροντες εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία της εισφοράς.
β) Τα αποθεματικά που σχηματίζονται βάσει διατάξεων της φορολογικής ή άλλης νομοθεσίας ή του καταστατικού.
γ) Τα αποτελέσματα εις νέον.
δ) Τις διαφορές από την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία τους, που αναγνωρίζονται κατευθείαν ως στοιχεία της καθαρής θέσης βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου.
ε) Τους ιδίους τίτλους καθαρής θέσης της οντότητας, όταν συντρέχει περίπτωση που παρουσιάζονται ως ξεχωριστό στοιχείο αφαιρετικά της καθαρής θέσης.
στ) Κέρδη και ζημίες από τη διάθεση ή ακύρωση ιδίων τίτλων καθαρής θέσης, όταν συντρέχει περίπτωση, που αναγνωρίζονται κατευθείαν στην καθαρή θέση ως ξεχωριστό στοιχείο, προσθετικά ή αφαιρετικά αναλόγως.

[ Σχετικό με το ανωτέρω θέμα :

ΔΕΔ 2723/2019 Ακύρωση ιδίων μετοχών – Μεταβολή καθαρής θέσης και όχι επιβάρυνση των αποτελεσμάτων της χρήσης ]

22) «Τίτλος Κτήσης ( Warrants )» (Άρθρα 56- 58)

Στόχος της έκδοσης «Τίτλων Κτήσης ( Warrants )»: Η χρηματοδότηση της Εταιρείας.

· Εισάγεται στο ελληνικό δίκαιο ο γνωστός διεθνώς θεσμός των warrants με αντικείμενο μετοχές, που μπορεί να επιτρέψει την άντληση χρημάτων από επιχειρήσεις, ιδίως αναπτυσσόμενες.

· Η γενική συνέλευση μπορεί να αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία την έκδοση τίτλων που παρέχουν στους δικαιούχους το διαπλαστικό δικαίωμα απόκτησης μετοχών που εκδίδονται από την εταιρεία (τίτλοι κτήσης μετοχών).

· Οι τίτλοι κτήσης μετοχών μπορούν να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ.

· Οι νέοι τίτλοι παρέχουν το δικαίωμα στον κάτοχό τους να αποκτήσει μετοχές που εκδίδονται από την εταιρεία έναντι καταβολής ορισμένου ποσού κατά την άσκηση του δικαιώματος.

· Δεν αποκλείεται, η έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών χωρίς (ή με συμβολικό) χρηματικό αντάλλαγμα, προκειμένου π.χ. να δοθεί κίνητρο σε ένα πρόσωπο να προβεί σε ορισμένη σημαντική συναλλαγή με την εταιρεία.

· Η άσκηση του δικαιώματος κτήσης μετοχών γίνεται με μονομερή δήλωση του δικαιούχου προς την εταιρεία, έναντι καταβολής σε αυτήν ποσού, το ύψος ή ο τρόπος προσδιορισμού του οποίου έχει ορισθεί από το όργανο που αποφάσισε την έκδοση των τίτλων ή εξουσιοδοτήθηκε σχετικώς.

· Η εταιρεία μπορεί, να αποκτήσει τίτλους της που έχουν ήδη εκδοθεί, μόνο όμως ύστερα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία αιτιολογεί την εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος από τις προβλεπόμενες αποκτήσεις.

· Οι αποκτήσεις της παραγράφου 2 από επαχθή αιτία γίνονται με τις ακόλουθες πρόσθετες προϋποθέσεις:

α) Ότι έχει υποβληθεί στο διοικητικό συμβούλιο έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας σχετικά με το εύλογο του ανώτατου ορίου της αξίας απόκτησης των τίτλων από την εταιρεία, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους όρους των δικαιωμάτων των τίτλων, καθώς και την απαγόρευση άσκησής τους από την εταιρεία.

[ Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

• Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.]

β) Η απόκτηση των τίτλων δεν επιτρέπεται να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων σε ποσό κατώτερο του οριζομένου στην παράγραφο 1 του άρθρου 159.

Σχηματισμός Αποθεματικού – Λογιστικός Χειρισμός  ( Άρθρο 58, Παρ. 5)

· Για όσο χρονικό διάστημα παραμένουν σε ισχύ οι τίτλοι κτήσης μετοχών, σχηματίζεται αποθεματικό, μη δυνάμενο να διανεμηθεί, ίσο με το τυχόν ποσό του τιμήματος που καταβλήθηκε στην εταιρεία κατά την απόκτηση των τίτλων. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την άσκηση των δικαιωμάτων κτήσης μετοχών, το καταβληθέν τίμημα προσαυξάνει τον λογαριασμό από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο.

· Σε περίπτωση απόκτησης ιδίων τίτλων, το τυχόν προκύπτον κέρδος ή ζημία της εταιρείας κατά τους εφαρμοστέους λογιστικούς κανόνες με βάση την αποτίμηση των τίτλων, καταχωρίζεται στο αποθεματικό από την αποτίμηση χρεογράφων ( αιτιολογική άρθρου 58) .

23) «Ομολογιακά Δάνεια» (Άρθρα 59- 74)

Πρόκειται για ενσωμάτωση του ν. 3156/2003 στο νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες, καθώς και η αναθεώρηση ορισμένων διατάξεων, ώστε οι ρυθμίσεις αφενός μεν να διευκολύνουν τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, αφετέρου δε να προσεγγίσουν τα κρατούντα στις διεθνείς αγορές.

Ομολογιακά είναι τα δάνεια που εκδίδονται μόνο από ανώνυμη εταιρία που εδρεύει στην Ελλάδα.

· Το ομολογιακό δάνειο μπορεί να περιλαμβάνει ενδεικτικά επιτρέπονται και τους εξής όρους:

α) ότι αντί καταβολής τόκου θα αποδίδονται στους ομολογιούχους άλλες ομολογίες που εκδίδονται από την εκδότρια για το σκοπό αυτόν,

β) ότι το ομολογιακό δάνειο δεν έχει ρητή λήξη, οπότε η εκδότρια εξοφλεί το ομολογιακό δάνειο κατά το χρόνο της επιλογής της,

γ) ότι η υποχρέωση καταβολής τόκου ή επιστροφής του κεφαλαίου τελεί υπό αίρεση, ή ότι σε σχέση με τις μετατρέψιμες ομολογίες, ότι είναι δυνατή η κεφαλαιοποίηση και των δεδουλευμένων τόκων,

 δ) ότι οι ομολογιούχοι δανειστές θα ικανοποιούνται ύστερα από τους υπόλοιπους πιστωτές της εκδότριας ή ύστερα από ορισμένη κατηγορία πιστωτών,

ε) ότι το ομολογιακό δάνειο είναι εξασφαλισμένο με εμπράγματες ή άλλες ασφάλειες,

· Το επιτόκιο του ομολογιακού δανείου συμφωνείται ελεύθερα, χωρίς να εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις για το ανώτατο δικαιοπρακτικό επιτόκιο.

·  Οι μετατρέψιμες ομολογίες είναι ειδική κατηγορία ομολογιών που παρέχουν τη δυνατότητα μετατροπής τους σε μετοχές. Έτσι ο ομολογιούχος μετατρέπεται από δανειστής σε μέτοχο, γεγονός που αποτελεί για την ΑΕ μορφή κεφαλαιοποίησης χρεών.

· Το όφελος για την Α.Ε από τη σύναψη ομολογιακού δανείου έγκειται στο γεγονός ότι δεν επιβαρύνεται με το κόστος διαμεσολάβησης χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και συνεπώς καταβάλλει μικρότερο τόκο.

« Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παρ. 1 του αρ. 59 του ν. 4548/2018 «Ομολογιακό είναι το δάνειο που εκδίδεται από ανώνυμη εταιρεία (εκδότρια) και διαιρείται σε ομολογίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν απαίτηση ενός ή πολλών ομολογιούχων έναντι της εκδότριας κατά τους όρους του δανείου. Η ανάληψη του ομολογιακού δανείου από ένα πρόσωπο ή η συγκέντρωση όλων των ομολογιών σε έναν ομολογιούχο, καθώς και η ενσωμάτωση του δανείου σε μία ομολογία δεν αίρουν το χαρακτήρα του δανείου ως ομολογιακού.»» ΠΟΛ.1131/2018 Κοινοποίηση της υπ’ αριθμ. 43/2018 Γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους περί θεμάτων ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3156/2003)

 

24) «Ιδρυτικοί Τίτλοι» (Άρθρα 75- 76)

Γενικά

Στα άρθρα 75-76 προβλέπεται είτε κατά την σύσταση της εταιρείας(άρθρο 75) η έκδοση κοινών ιδρυτικών τίτλων είτε η έκδοση εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων(άρθρο 76).

· Κατά τη σύσταση της εταιρείας μπορεί να προβλεφθεί στο καταστατικό, ότι όλοι ή μερικοί από τους ιδρυτές ή τρίτοι θα λάβουν ως ανταμοιβή για συγκεκριμένες ενέργειές τους κατά τη σύσταση της εταιρείας, αριθμό ιδρυτικών τίτλων που δεν μπορεί να υπερβεί το ένα δέκατο (1/10) του αριθμού των μετοχών που εκδίδονται.

· Οι τίτλοι αυτοί δεν έχουν ονομαστική αξία και δεν παρέχουν δικαίωμα συμμετοχής στη διοίκηση και διαχείριση της εταιρείας, ούτε στο προϊόν της εκκαθάρισης της περιουσίας της.

· Οι τίτλοι αυτοί παρέχουν αποκλειστικά δικαίωμα απόληψης ποσού που δεν υπερβαίνει συνολικά το ένα τέταρτο (1/4) των καθαρών κερδών που απομένουν μετά τις αφαιρέσεις της κράτησης για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και του απαιτούμενου ποσού για τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος στους μετόχους.

· Η εταιρεία δικαιούται δέκα (10) έτη μετά την έκδοση τέτοιων τίτλων ή σε συντομότερο χρόνο προβλεπόμενο από το καταστατικό, να τους εξαγοράσει και να τους ακυρώσει έναντι αντιτίμου, ο τρόπος προσδιορισμού του οποίου ορίζεται στο καταστατικό. Το αντίτιμο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει για το σύνολο των τίτλων το δεκαπλάσιο του μέσου ετήσιου μερίσματος που πληρώθηκε συνολικά στους ιδρυτικούς τίτλους κατά την τελευταία πενταετία.

· Είναι δυνατή κατά τη σύσταση ή κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εταιρείας η έκδοση εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων ως αντάλλαγμα για την παροχή ορισμένων αντικειμένων σε είδος εκ μέρους μετόχων ή τρίτων.

· Για την έκδοση εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων, σύμφωνα με το άρθρο αυτό κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εταιρείας απαιτείται απόφαση της γενικής συνέλευσης που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και με βάση έκθεση αποτίμησης των παρεχόμενων αντικειμένων, στην οποία εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 17 και 18.

[ Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το επισυναπτόμενο έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

• Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC ].

Κοινοί ιδρυτικοί τίτλοι

Η ρύθμιση για τους κοινούς ιδρυτικούς τίτλους ακολουθεί κατά βάση την παλαιά (άρθρο 15 του κ.ν. 2190/1920), με τις εξής διαφορές [ άρθρο 75 ]:

α) Για λόγους προστασίας του κεφαλαίου διευκρινίζεται ότι οποιαδήποτε καταβολή προς τους κατόχους ιδρυτικών τίτλων γίνεται υπό τους όρους του άρθρου 151.

β) Προβλέπεται ρητά στην παράγραφο 4 το δικαίωμα της εταιρείας να εξαγοράσει τους ιδρυτικούς τίτλους και πριν από την πάροδο της δεκαετίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο συντομότερος χρόνος προβλέπεται στο καταστατικό, κάτι το οποίο γίνεται ήδη δεκτό στη θεωρία.

γ) Τροποποιείται με την παράγραφο 4 το ανώτατο αντίτιμο έναντι του οποίου η εταιρεία δύναται να εξαγοράσει τους ιδρυτικούς τίτλους (δεκαπλάσιο, έναντι 15% του μέσου ετήσιου μερίσματος κατά την τελευταία πενταετία (έναντι τριετίας), σύμφωνα με το άρθρο 15 του κ.ν. 2190/1920).

δ) Με την παράγραφο 6 διευκρινίζεται ότι για την μεταβίβαση των ιδρυτικών τίτλων εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις για τη μεταβίβαση των μετοχών.

Εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι

Είναι δυνατή κατά τη σύσταση ή κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εταιρείας η έκδοση εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων ως αντάλλαγμα για την παροχή ορισμένων αντικειμένων σε είδος εκ μέρους μετόχων ή τρίτων.

Για την έκδοση εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων, σύμφωνα με το άρθρο αυτό κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εταιρείας απαιτείται απόφαση της γενικής συνέλευσης που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και με βάση έκθεση αποτίμησης των παρεχόμενων αντικειμένων, στην οποία εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 17 και 18.

Στο άρθρο αυτό η ρύθμιση ακολουθεί επίσης κατά βάση την παλαιά (άρθρο 15 του κ.ν. 2190/1920), με τη διαφορά ότι ως προς τους όρους έκδοσης ιδρυτικών τίτλων έναντι παροχών σε είδος καταργείται ο κανόνας ότι η διάρκειά τους δεν μπορεί να υπερβαίνει την προβλεπόμενη χρήση του παραχωρούμενου αντικειμένου, κανόνας που δύσκολα μπορούσε να εφαρμοστεί σε εισφορές σε είδος αντικειμένων που δεν έχουν συγκεκριμένη διάρκεια ζωής, όπως π.χ. ακίνητα, μετοχές κλπ.

25) Διοικητικό Συμβούλιο (Άρθρα 77 – 115) – «Έκθεση Διαχείρισης»

· Τα άρθρα 77 επ. αφορούν το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας.

· Το νομοσχέδιο εμμένει στον παραδοσιακό τρόπο διακυβέρνησης της Α.Ε. μέσω Δ.Σ.. Δεν θεωρήθηκε απαραίτητο να εισαχθεί δυνατότητα υιοθέτησης εναλλακτικού συστήματος διοίκησης, ιδίως κατά τη γερμανική διάκριση «εποπτικού» και «διοικητικού» οργάνου, διότι αυτό θα ήταν αντίθετο με τις ελληνικές συνήθειες και μάλλον θα περιέπιπτε εξαρχής σε αχρησία, ακριβώς όπως έχει συμβεί και αλλού (π.χ. στη Γαλλία), όπου ο νόμος, με τίμημα τη μεγάλη διόγκωση των ρυθμίσεων, προέβλεψε κατ’ επιλογή το λεγόμενο «διώροφο» σύστημα. Ωστόσο, το νομοσχέδιο προβλέπει κάποιο υποκατάστατο, που είναι η δυνατότητα ορισμού «εκτελεστικής επιτροπής» (άρθρο 87 παράγραφος 4), που μπορεί να έχει ως αποστολή τη λήψη αποφάσεων για την καθημερινή διοίκηση της εταιρείας, ενώ το λοιπό Δ.Σ. μπορεί να περιορισθεί σε καθήκοντα εποπτείας.

·  Άλλος σημαντικός νεωτερισμός είναι η πρόβλεψη μονομελούς Δ.Σ., με διορισμό ενός μόνο προσώπου για τη διοίκηση της εταιρείας.

Σε γενικές γραμμές οι ρυθμίσεις για το διοικητικό συμβούλιο ακολουθούν εκείνες του ΚΝ 2190/1920, με τις εξής τροποποιήσεις :

α) Εισάγεται ανώτατος αριθμός των μελών που μπορεί να απαρτίζουν το Δ.Σ. (15 μέλη) πέραν του κατώτατου αριθμού, που προβλέπεται ήδη (3 μέλη[άρθρο 77].

β) Αποσαφηνίζεται το καθεστώς συνυπευθυνότητας του φυσικού προσώπου που ορίζει το νομικό πρόσωπο για την άσκηση των εξουσιών του ως μέλους του Δ.Σ., εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, με εκείνη του νομικού προσώπου που αποτελεί μέλος του Δ.Σ.

[άρθρο 77 . 4. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι μέλος του διοικητικού συμβουλίου είναι και νομικό πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή το νομικό πρόσωπο υποχρεούται να ορίσει ένα φυσικό πρόσωπο για την άσκηση των εξουσιών του νομικού προσώπου ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου. Ο ορισμός αυτός υποβάλλεται σε δημοσιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 13. Το φυσικό πρόσωπο είναι εις ολόκληρο συνυπεύθυνο με το νομικό πρόσωπο για την εταιρική διαχείριση. Παράλειψη του νομικού προσώπου να προβεί στον ορισμό φυσικού προσώπου για την άσκηση των αντιστοίχων εξουσιών εντός δέκαπέντε (15) ημερών από το διορισμό του νομικού προσώπου ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου λογίζεται ως παραίτηση του νομικού προσώπου από τη θέση του μέλους.].

γ) Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι ορισμένος μέτοχος ή μέτοχοι έχουν το δικαίωμα να διορίζουν απευθείας μέλη του διοικητικού συμβουλίου, όχι όμως πέραν των δύο πέμπτων (2/5) [από 1/3, που ήταν ] του προβλεπόμενου συνολικού αριθμού αυτών. [άρθρο 78].

δ) Ρυθμίζεται το ελλιπές διοικητικό συμβούλιο, εκείνο δηλ. που λόγω θανάτου, παραίτησης κλπ. μέλους του ή μελών του βρίσκεται με λιγότερα μέλη από τον κανονικό αριθμό. Παρέχονται οι δυνατότητες που παρέχει και ο κ.ν. 2190/1920, με την εξής όμως διαφορά: Ότι εφόσον η εκλογή μελών του Δ.Σ. σε αντικατάσταση παραιτηθέντων κλπ. αποτελεί καθολική πλέον πρακτική, οι δυνατότητες αναπλήρωσης κ.λπ. θα μπορούν να ισχύουν και χωρίς την προϋπόθεση πρόβλεψής τους από το καταστατικό.

[άρθρο 82. Ελλιπές διοικητικό συμβούλιο : 1. Σε περίπτωση παραίτησης ή θανάτου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο απώλειας της ιδιότητας μέλους ή μελών του διοικητικού συμβουλίου, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να εκλέγει μέλη αυτού σε αντικατάσταση των μελών που εξέλιπαν. Η εκλογή αυτή επιτρέπεται εφόσον η αναπλήρωση των παραπάνω μελών δεν είναι εφικτή από αναπληρωματικά μέλη, που έχουν εκλεγεί από τη γενική συνέλευση ή διοριστεί από μέτοχο ή μετόχους, σύμφωνα με το άρθρο 81. Η εκλογή από το διοικητικό συμβούλιο γίνεται με απόφαση των απομενόντων μελών, αν είναι τουλάχιστον τρία (3), και ισχύει για το υπόλοιπο της θητείας του μέλους που αντικαθίσταται. Η απόφαση της εκλογής υποβάλλεται σε δημοσιότητα και ανακοινώνεται από το διοικητικό συμβούλιο στην αμέσως προσεχή γενική συνέλευση, η οποία μπορεί να αντικαταστήσει τους εκλεγέντες, ακόμη και αν δεν έχει αναγραφεί σχετικό θέμα στην ημερήσια διάταξη.

2. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι, σε περίπτωση παραίτησης, θανάτου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο απώλειας της ιδιότητας μέλους ή μελών του διοικητικού συμβουλίου, τα υπόλοιπα μέλη μπορούν να συνεχίσουν τη διαχείριση και την εκπροσώπηση της εταιρείας και χωρίς την αντικατάσταση των ελλειπόντων μελών, σύμφωνα με την παράγραφο 1, με την προϋπόθεση ότι ο αριθμός αυτών υπερβαίνει το ήμισυ των μελών, όπως είχαν πριν από την επέλευση των παραπάνω γεγονότων. Σε κάθε περίπτωση τα μέλη αυτά δεν επιτρέπεται να είναι λιγότερα των τριών (3).

3. Τα απομένοντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, μπορούν να προβούν σε σύγκληση γενικής συνέλευσης με αποκλειστικό σκοπό την εκλογή νέου διοικητικού συμβουλίου.].

ε) Η μέγιστη διάρκεια θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου ορίζεται στο καταστατικό, δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει τα έξι (6) έτη. [άρθρο 85].

στ) Προβλέπει τη δυνατότητα της Γ.Σ. να αποφασίζει τμηματική ανανέωση του Δ.Σ. («staggered board»). Μπορεί για παράδειγμα να προβλέπεται στο καταστατικό ότι το Δ.Σ. ανανεώνεται κατά ένα ποσοστό ή κατά ένα αριθμό μελών ανά διετία. Εννοείται ότι η δυνατότητα αυτή δεν εμποδίζει τη Γ.Σ. να ανακαλεί, όποτε το επιθυμεί ή το κρίνει σκόπιμο, το Δ.Σ. εν όλω ή εν μέρει, στην περίπτωση αυτή όμως θα πρέπει ο αντικαταστάτης να εντάσσεται στο χρόνο θητείας του ανακληθέντος. [άρθρο 85].

ζ) Αποσαφηνίζονται οι προϋποθέσεις νομιμοποίησης των εκπροσώπων της εταιρείας. Η ουσία του άρθρου είναι η νομοθετική επανάληψη του άρθρου τρίτου παρ. 12 του ν. 4156/2013για το μη αναγκαίο της εταιρικής σφραγίδας. Ο ν. 4156/2013 όμως στην πράξη δεν τηρείται πάντοτε και κρίνεται σκόπιμο η διάταξη να επαναληφθεί. [άρθρο 88].

η) Επαναλαμβάνει με επουσιώδεις διαφοροποιήσεις τις προϊσχύσασες ρυθμίσεις για τον τόπο συνεδρίασης του Δ.Σ. και τη δυνατότητα συνεδρίασης με τηλεδιάσκεψη[άρθρο 90].

θ) Οι ρυθμίσεις που εισήχθησαν με τον ν. 3604/2007 αναφορικά με τη δυνατότητα πρακτικών «διά περιφοράς» ενισχύονται με το άρθρο 94, προκειμένου να είναι δυνατή η λήψη απόφασης και στην περίπτωση που όλα τα μέλη του Δ.Σ. ή οι αντιπρόσωποί τους συμφωνούν να αποτυπωθεί πλειοψηφική τους απόφαση σε πρακτικό χωρίς συνεδρίαση. Προβλέπεται επίσης η υποχρέωση καταχώρισης του εν λόγω πρακτικού στο βιβλίο πρακτικών. Η αντικατάσταση των υπογραφών με ηλεκτρονικά μέσα προϋποθέτει ειδική προς τούτο πρόβλεψη του καταστατικού. (άρθρο 94)].

ι) Το μέλος του Δ.Σ., θα οφείλει να αποκαλύπτει και συγκρούσεις συμφερόντων της εταιρείας με τα συμφέροντα της συζύγου του ή των τέκνων του ή εταιρείας που ελέγχει, εφόσον λαμβάνει γνώση αυτών και στερείται του δικαιώματος ψήφου επί θεμάτων, στα οποία υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων της εταιρείας με εκείνα του ιδίου ή των προσώπων με τα οποία συνδέεται με σχέση υπαγόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 99 (συγγενείς, ελεγχόμενες εταιρείας κλπ.). Μη ουσιώδεις ή απόμακρες συγκρούσεις συμφερόντων δεν δικαιολογούν πάντως αποχή του από την ψηφοφορία. Ρυθμίζεται επίσης το ενδεχόμενο κάποια απόφαση να μην μπορεί να ληφθεί λόγω της υποχρέωσης αποχής περισσότερων μελών του Δ.Σ., ώστε τα υπόλοιπα να μην σχηματίζουν απαρτία, οπότε το ζήτημα πρέπει να παραπέμπεται στη Γ.Σ. μετά από πρωτοβουλία των λοιπών μελών. (άρθρο 97)

Δηλαδή : Η σύγκρουση συμφερόντων οδηγεί σε στέρηση του δικαιώματος ψήφου, και οι αποφάσεις του ΔΣ λαμβάνονται από τα υπόλοιπα μέλη (άρθρο 97 § 3).

Έγκριση «συνολικής διαχείρισης» της Εταιρείας, από το Διοικητικό Συμβούλιο αντί της «απαλλαγής από πάσης ευθύνης»

Η γενική συνέλευση είναι μόνη αρμόδια να αποφασίζει (μεταξύ άλλων ) για:
– Την έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρο 108 και την απαλλαγή των ελεγκτών.
[Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με φανερή ψηφοφορία μετά την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, μπορεί να εγκρίνεται η συνολική διαχείριση που έλαβε χώρα κατά την αντίστοιχη χρήση. Παραίτηση όμως της εταιρείας από αξιώσεις της κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή άλλων προσώπων ή συμβιβασμός της εταιρείας με αυτούς μπορεί να λάβει χώρα μόνο με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 102. Κατά τη δίκη για αποζημίωση της εταιρείας λόγω ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου κατά τα άρθρα 102 και επ. συνεκτιμάται η παραπάνω έγκριση.
Προσοχή:
To άρθρο 108 αντιστοιχεί στο άρθρο 35 του κ.ν. 2190/1920, που αφορά την απαλλαγή του Δ.Σ. με απόφαση της γενικής συνέλευσης μετά την ψήφιση του ισολογισμού. Σύμφωνα με τη νέα διάταξη, η γενική συνέλευση δεν «απαλλάσσει» το Δ.Σ. «από πάσης ευθύνης» (κάτι που είχε δημιουργήσει δυσεπίλυτα νομικά προβλήματα, ιδίως ως προς τη θέση της «απαλλαγής» αυτής στο σύστημα της ευθύνης του Δ.Σ.), αλλά εγκρίνει τη «συνολική διαχείριση», τη διακυβέρνηση δηλ. της εταιρείας γενικά, όχι δε και επιμέρους πράξεις ή παραλείψεις που έχουν τυχόν βλάψει την εταιρεία. Συνεπώς η ευθύνη του Δ.Σ. παραμένει ακέραιη, κρινόμενη με βάση τις οικείες διατάξεις, ορίζεται όμως ότι η τυχόν έγκριση της συνολικής διαχείρισης θα συνεκτιμηθεί, εφόσον δόθηκε, όταν κρίνεται δικαστικά το θέμα της ευθύνης.
Άρα το αντίστοιχο θέμα στην Γ.Σ θα πρέπει να είναι:
«Έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρο 108 του Ν. 4548/2018 και την απαλλαγή των ελεγκτών»

 

α) [ Δείτε αναλυτικά στο άρθρο : Νέα νομοθεσία για τις ΑΕ – Το Διοικητικό Συμβούλιο  ( Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος ) ]

β) [ Δείτε αναλυτικά στο άρθρο : Έκθεση διαχείρισης (ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ) και «υπόδειγμα» (μετά τους νόμους 4403/2016 και 4548/2018)  ( Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος ) ]

26) Μέλη Διοικητικού Συμβουλίου – Πράξεις Ανταγωνισμού ( Άρθρο 98 ) – Ειδικές διατάξεις για τις εισηγμένες εταιρείες ( ν. 3016/2002 )

Πράξεις Ανταγωνισμού

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 98 διευρύνθηκε η δυνατότητα να επιτρέπονται πράξεις ανταγωνισμού όχι μόνο με απόφαση της γενικής συνέλευσης, αλλά και με το καταστατικό.

Κατά τα λοιπά, το άρθρο αυτό δεν επιφέρει αλλαγές σε σχέση με το άρθρο 23 του κ.ν. 2190/1920.

Ειδικές διατάξεις για τις εισηγμένες εταιρείες ( ν. 3016/2002 )

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στις ανώνυμες εταιρίες που εισάγουν ή έχουν εισαγάγει μετοχές ή άλλες κινητές αξίες τους σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά. Οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 ( τώρα 4548/2018 ) , όπως κάθε φορά ισχύει, εφαρμόζονται, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Άρθρο 2. Υποχρεώσεις – Καθήκοντα

1. Πρώτιστη υποχρέωση και καθήκον των μελών του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) κάθε εισηγμένης σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά εταιρίας είναι η διαρκής επιδίωξη της ενίσχυσης της μακροχρόνιας οικονομικής αξίας της εταιρίας και η προάσπιση του γενικού εταιρικού συμφέροντος.
2. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί από το Δ.Σ. αρμοδιότητές του απαγορεύεται να επιδιώκουν ίδια συμφέροντα που αντιβαίνουν στα συμφέροντα της εταιρίας.
3. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και κάθε τρίτος στον οποίο έχουν ανατεθεί αρμοδιότητές του οφείλουν έγκαιρα να αποκαλύπτουν στα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου τα ίδια συμφέροντά τους
, που ενδέχεται να ανακύψουν από συναλλαγές της εταιρίας που εμπίπτουν στα καθήκοντά τους, καθώς και κάθε άλλη σύγκρουση ιδίων συμφερόντων με αυτών της εταιρίας ή συνδεδεμένων με αυτήν επιχειρήσεων κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του K.N. 2190/1920, που ανακύπτει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 3. Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από

· εκτελεστικά και μη εκτελεστικά μέλη.

· Εκτελεστικά μέλη θεωρούνται αυτά που ασχολούνται με τα καθημερινά θέματα διοίκησης της εταιρίας, ενώ μη εκτελεστικά τα επιφορτισμένα με την προαγωγή όλων των εταιρικών ζητημάτων.

·  Ο αριθμός των μη εκτελεστικών μελών του διοικητικού συμβουλίου δεν πρέπει να είναι μικρότερος του 1/3 του συνολικού αριθμού των μελών. Αν προκύψει κλάσμα, στρογγυλοποιείται στον επόμενο ακέραιο αριθμό.

· Μεταξύ των μη εκτελεστικών μελών πρέπει να υπάρχουν δύο τουλάχιστον ανεξάρτητα μέλη κατά την έννοια του άρθρου 4 του νόμου αυτού. Η ύπαρξη ανεξαρτήτων μελών δεν είναι υποχρεωτική, όταν στο διοικητικό συμβούλιο ορίζονται ρητά και συμμετέχουν ως μέλη εκπρόσωποι της μειοψηφίας των μετόχων.

·  Η ιδιότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου ως εκτελεστικών ή μη ορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο.

· Τα ανεξάρτητα μέλη ορίζονται από τη γενική συνέλευση. Αν εκλεγεί από το διοικητικό συμβούλιο προσωρινό μέλος μέχρι την πρώτη γενική συνέλευση σε αναπλήρωση άλλου ανεξάρτητου που παραιτήθηκε, εξέλιπε ή για οποιονδήποτε λόγο κατέστη έκπτωτο, το μέλος που εκλέγεται πρέπει να είναι και αυτό ανεξάρτητο.

2. Θέματα που αφορούν τις κάθε είδους αμοιβές που καταβάλλονται στα διευθυντικά στελέχη της εταιρίας, τους εσωτερικούς ελεγκτές αυτής και τη γενικότερη πολιτική των αμοιβών της εταιρίας αποφασίζονται από το διοικητικό συμβούλιο.

Άρθρο 4. Ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου

1. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου πρέπει κατά τη διάρκεια της θητείας τους να μην κατέχουν μετοχές σε ποσοστό μεγαλύτερο του 0,5% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας και να μην έχουν σχέση εξάρτησης με την εταιρία ή με συνδεδεμένα με αυτή πρόσωπα.

Σχέση εξάρτησης υπάρχει όταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου:
α. Διατηρεί επιχειρηματική ή άλλη επαγγελματική σχέση με την εταιρία ή με συνδεδεμένη με αυτή επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του K.N. 2190/1920, η οποία σχέση από τη φύση της επηρεάζει την επιχειρηματική της δραστηριότητα, όταν ιδίως είναι σημαντικός προμηθευτής ή πελάτης της εταιρείας.
β. Είναι πρόεδρος του Δ.Σ. ή διευθυντικό στέλεχος της εταιρίας, καθώς και εάν έχει τις ως άνω ιδιότητες ή είναι εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου σε συνδεδεμένη με την εταιρία επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του Κ.Ν. 2190/1920 ή διατηρεί σχέση εξαρτημένης εργασίας ή έμμισθης εντολής με την εταιρία ή τις συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις,
γ. Έχει συγγένεια μέχρι δεύτερου βαθμού ή είναι σύζυγος εκτελεστικού μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή διευθυντικού στελέχους ή μετόχου που συγκεντρώνει την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας ή συνδεδεμένης με αυτήν επιχείρησης κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του Κ.Ν. 2190/1920,
δ. Έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του Κ.Ν. 2190/1920.
2. Τα ανεξάρτητα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν να υποβάλλουν, ο καθένας ή από κοινού, αναφορές και ξεχωριστές εκθέσεις από αυτές του διοικητικού συμβουλίου προς την τακτική ή έκτακτη γενική συνέλευση της εταιρίας, εφόσον κρίνουν τούτο αναγκαίο.
3. Προκειμένου να ελεγχθεί η τήρηση των διατάξεων του νόμου αυτού η εταιρία, μέσα σε είκοσι ημέρες από τη συγκρότηση σε σώμα του Δ.Σ., υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς το πρακτικό της γενικής συνέλευσης που εξέλεξε τα ανεξάρτητα μέλη του διοικητικού συμβουλίου.
 Ομοίως υποβάλλεται μέσα στην ίδια προθεσμία και το πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου, στο οποίο ορίζεται η ιδιότητα του κάθε μέλους του διοικητικού συμβουλίου ως εκτελεστικού, μη εκτελεστικού ή εκλέγεται προσωρινό ανεξάρτητο μέλος σε αντικατάσταση άλλου που παραιτήθηκε, εξέλιπε ή για οποιονδήποτε λόγο κατέστη έκπτωτο.

Άρθρο 5. Αμοιβή των μη εκτελεστικών μελών

Η αμοιβή και οι τυχόν λοιπές αποζημιώσεις των μη εκτελεστικών μελών του διοικητικού συμβουλίου καθορίζονται σύμφωνα με τον Κ.Ν. 2190/1920 και είναι ανάλογες με το χρόνο που διαθέτουν για τις συνεδριάσεις του και την εκπλήρωση των καθηκόντων που τους ανατίθενται σύμφωνα με το νόμο αυτόν. Το σύνολο των αμοιβών και των τυχόν αποζημιώσεων των μη εκτελεστικών μελών του διοικητικού συμβουλίου αναφέρονται σε χωριστή κατηγορία στο προσάρτημα των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.

 

27) Συναλλαγές της Εταιρείας με Συνδεδεμένα Πρόσωπα ( Άρθρα 99 – 101 )

Γενικά

Απαγορεύεται και είναι άκυρη η σύναψη οποιωνδήποτε συμβάσεων της εταιρείας με (συνδεδεμένα μέρη), καθώς και η παροχή ασφαλειών και εγγυήσεων προς τρίτους υπέρ των προσώπων αυτών, χωρίς ειδική άδεια παρεχόμενη με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου ή, με τους όρους του άρθρου 100, της γενικής συνέλευσης των μετόχων.

Δηλαδή σε σχέση με  το ΚΝ 2190/1920 η διαφορά είναι ότι η έγκριση παρέχεται από το Δ.Σ και όχι την Γ.Σ.  Μετά όμως το  θέμα  μπορεί να παραπεμφθεί στη Γ.Σ ύστερα από αίτημα μετόχων που εκπροσωπούν το 5% του κεφαλαίου

Άρθρο 99. Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)

Άρθρο 100. Χορήγηση άδειας για την κατάρτιση συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)

Αρθρο 101. Δημοσιότητα των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)]

Συμβάσεις στις οποίες εφαρμόζεται ανάλογα με τον χρόνο σύναψης :

Τα άρθρα 99 έως 101, εφαρμόζονται σε συμβάσεις που συνάπτονται από την ημερομηνία 1η Ιανουαρίου 2019 και μετά.

 ( Άρθρο 187. Μεταβατικές διατάξεις )

Ευρωπαϊκές Οδηγίες

Οδηγία (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017, για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/36/ΕΚ όσον αφορά την ενθάρρυνση της μακροπρόθεσμης ενεργού συμμετοχής των μετόχων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(44)Οι εταιρείες θα πρέπει να ανακοινώνουν τις σημαντικές συναλλαγές το αργότερο κατά τον χρόνο ολοκλήρωσης της συναλλαγής, προσδιορίζοντας το συνδεδεμένο μέρος, την ημερομηνία και την αξία της συναλλαγής και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες απαιτούνται για την αξιολόγηση του δίκαιου χαρακτήρα της συναλλαγής.Η δημοσιοποίηση αυτών των συναλλαγών, για παράδειγμα στον ιστότοπο της εταιρείας ή από εύκολα προσβάσιμα μέσα, είναι απαραίτητη προκειμένου να μπορούν οι μέτοχοι, οι πιστωτές, οι εργαζόμενοι και λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερώνονται για τις πιθανές επιπτώσεις που δύνανται να έχουν τέτοιου είδους συναλλαγές στην αξία της εταιρείας.Η ακριβής ταυτοποίηση του συνδεδεμένου μέρους είναι αναγκαία για την καλύτερη αξιολόγηση των κινδύνων που συνεπάγεται η συναλλαγή και για την αμφισβήτηση της συγκεκριμένης συναλλαγής, μεταξύ άλλων με ένδικα μέσα.

Άρθρο 9γ

Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών συνδεδεμένων μερών

1. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τις σημαντικές συναλλαγές για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου λαμβάνοντας υπόψη:

α)την επιρροή που ενδέχεται να έχουν οι πληροφορίες σχετικά με τη συναλλαγή στις οικονομικές αποφάσεις των μετόχων της εταιρείας·
β)τον κίνδυνο που συνεπάγεται η συναλλαγή για την εταιρεία και τους μετόχους της που δεν αποτελούν συνδεδεμένο μέρος, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας.

Κατά τον προσδιορισμό των σημαντικών συναλλαγών τα κράτη μέλη καθορίζουν μία ή περισσότερες ποσοτικές αναλογίες με βάση τον αντίκτυπο της συναλλαγής στη χρηματοοικονομική κατάσταση, στα έσοδα, στα περιουσιακά στοιχεία, στην κεφαλαιοποίηση, περιλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, ή στον κύκλο εργασιών της εταιρείας ή λαμβάνουν υπόψη τη φύση της συναλλαγής και τη θέση του συνδεδεμένου μέρους.

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ορισμούς σημαντικότητας για την εφαρμογή της παραγράφου 4 διαφορετικούς από αυτούς που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 και μπορούν να διαφοροποιούν τους ορισμούς των αναλογιών σύμφωνα με το μέγεθος της εταιρείας.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες ανακοινώνουν δημοσίως τις σημαντικές συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη το αργότερο κατά τον χρόνο ολοκλήρωσης της συναλλαγής. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον πληροφορίες για τη φύση της σχέσης με το συνδεδεμένο μέρος, το όνομα του συνδεδεμένου μέρους, την ημερομηνία και την αξία της συναλλαγής και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες είναι αναγκαίες για να αξιολογηθεί κατά πόσον η συναλλαγή είναι δίκαιη και εύλογη από τη σκοπιά της εταιρείας και των μετόχων που δεν αποτελούν συνδεδεμένο μέρος, περιλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η δημόσια ανακοίνωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 συνοδεύεται από έκθεση που αξιολογεί κατά πόσον η συναλλαγή είναι δίκαιη και εύλογη από τη σκοπιά των μετόχων που δεν είναι συνδεδεμένο μέρος, περιλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας, και εξηγεί τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται μαζί με τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν.

Η έκθεση καταρτίζεται από ένα από τα ακόλουθα:

α)ανεξάρτητο τρίτο μέρος·
β)το διοικητικό ή το εποπτικό όργανο της εταιρείας·
γ)την επιτροπή ελέγχου ή άλλη επιτροπή της οποίας η πλειοψηφία αποτελείται από ανεξάρτητα διοικητικά στελέχη.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα συνδεδεμένα μέρη δεν συμμετέχουν στην κατάρτιση της έκθεσης.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι σημαντικές συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη έχουν εγκριθεί από τη γενική συνέλευση ή από το διοικητικό ή το εποπτικό όργανο της εταιρείας σύμφωνα με διαδικασίες που δεν επιτρέπουν στα συνδεδεμένα μέρη να εκμεταλλεύονται τη θέση τους και εξασφαλίζουν τη δέουσα προστασία των συμφερόντων της εταιρείας και των μετόχων που δεν είναι συνδεδεμένα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι κατά τη γενική συνέλευση οι μέτοχοι έχουν δικαίωμα ψήφου για σημαντικές συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό ή το εποπτικό όργανο της εταιρείας.

Στην περίπτωση που η συναλλαγή συνδεδεμένων μερών αφορά ένα διοικητικό στέλεχος ή έναν μέτοχο, το συγκεκριμένο διοικητικό στέλεχος ή ο συγκεκριμένος μέτοχος αποκλείονται από τη διαδικασία έγκρισης ή από την ψηφοφορία.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στον μέτοχο που είναι συνδεδεμένο μέρος να συμμετέχει στην ψηφοφορία, υπό την προϋπόθεση ότι η εθνική νομοθεσία παρέχει επαρκείς δικλίδες ασφαλείας που εφαρμόζονται πριν ή κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας και αποσκοπούν στην προστασία των συμφερόντων της εταιρείας και των μετόχων που δεν αποτελούν συνδεδεμένο μέρος, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας, εμποδίζοντας το συνδεδεμένο μέρος να εγκρίνει τη συναλλαγή παρά την αντίθετη γνώμη της πλειοψηφίας των μετόχων που δεν είναι συνδεδεμένα μέρη ή παρά την αντίθετη γνώμη της πλειοψηφίας των ανεξάρτητων διοικητικών στελεχών.

5. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 δεν ισχύουν για συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας και συνάπτονται υπό τους συνήθεις όρους της αγοράς. Για τέτοιες συναλλαγές το διοικητικό ή εποπτικό όργανο της εταιρείας θεσπίζει εσωτερική διαδικασία για την περιοδική αξιολόγηση του κατά πόσον πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις. Τα συνδεδεμένα μέρη δεν συμμετέχουν στην αξιολόγηση αυτή.

Ωστόσο τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι εταιρείες θα εφαρμόζουν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2, 3 ή 4 για συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας και συνάπτονται υπό τους συνήθεις όρους της αγοράς.

6. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν ή να επιτρέπουν στις εταιρείες να εξαιρούν από τις απαιτήσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 τις εξής συναλλαγές:

α)συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ της εταιρείας και των θυγατρικών της, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές βρίσκονται υπό πλήρη κυριότητα ή ότι κανένα άλλο συνδεδεμένο μέρος της εταιρείας δεν έχει συμφέρον στη θυγατρική ή υπό τον όρο ότι η εθνική νομοθεσία προβλέπει επαρκή προστασία των συμφερόντων της εταιρείας, των θυγατρικών της και των μετόχων τους που δεν είναι συνδεδεμένο μέρος, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας σε τέτοιες συναλλαγές·
β)σαφώς καθορισμένους τύπους συναλλαγών για τις οποίες η εθνική νομοθεσία προϋποθέτει έγκριση από τη γενική συνέλευση, υπό την προϋπόθεση ότι η δίκαιη μεταχείριση όλων των μετόχων και των συμφερόντων της εταιρείας και των μετόχων που δεν είναι συνδεδεμένα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας, αντιμετωπίζεται ειδικώς και προστατεύεται επαρκώς στις εν λόγω νομοθετικές διατάξεις·
γ)συναλλαγές που αφορούν τις αποδοχές των διοικητικών στελεχών ή ορισμένα στοιχεία των αποδοχών των διοικητικών στελεχών που είτε έχουν καταβληθεί είτε οφείλονται σύμφωνα με το άρθρο 9α·
δ)συναλλαγές που συνήφθησαν από πιστωτικά ιδρύματα βάσει μέτρων που αποσκοπούν στη διαφύλαξη της σταθερότητάς τους, κατόπιν έγκρισης της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την προληπτική εποπτεία κατά την έννοια του δίκαιου της Ένωσης·
ε)συναλλαγές που προσφέρονται σε όλους τους μετόχους υπό τους ίδιους όρους, εφόσον εξασφαλίζονται η ίση μεταχείριση όλων των μετόχων και η προστασία των συμφερόντων της εταιρείας.

7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες ανακοινώνουν δημοσίως σημαντικές συναλλαγές που συνάπτονται μεταξύ συνδεδεμένου μέρους τους και θυγατρικών τους. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι η ανακοίνωση συνοδεύεται από έκθεση που αξιολογεί κατά πόσον η συναλλαγή είναι δίκαιη και εύλογη από τη σκοπιά των μετόχων που δεν είναι συνδεδεμένο μέρος, περιλαμβανομένων των μετόχων της μειοψηφίας, και εξηγεί τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται μαζί με τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. Οι εξαιρέσεις που προβλέπουν οι παράγραφοι 5 και 6 εφαρμόζονται επίσης στις συναλλαγές που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

8. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συναλλαγές με το ίδιο συνδεδεμένο μέρος που ολοκληρώθηκαν στη διάρκεια οποιασδήποτε δωδεκάμηνης περιόδου ή κατά το ίδιο οικονομικό έτος και δεν υπόκεινται στις υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 αθροίζονται για τους σκοπούς των εν λόγω παραγράφων.

9. Το παρόν άρθρο ισχύει υπό την επιφύλαξη των κανόνων σχετικά με τη δημοσιοποίηση προνομιακών πληροφοριών όπως αναφέρονται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*13).

(*13) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).».”

Διαδικασία λήψης αδείας

Βήμα Πρώτο : Καθορισμός των «συνδεδεμένων μερών».

(α) Επί εταιρειών με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, τα πρόσωπα που ορίζονται ως συνδεδεμένα με αυτήν κατά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 24, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από αυτά, σύμφωνα με το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 27.

ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 24 Γνωστοποιήσεις συνδεδεμένων μερώνΟΡΙΣΜΟΙ

9. Οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται στο παρόν πρότυπο με τις έννοιες που καθορίζονται:

Ως συνδεδεμένο μέρος νοείται πρόσωπο ή οντότητα που συνδέεται με την οντότητα η οποία καταρτίζει οικονομικές καταστάσεις (στο παρόν πρότυπο αναφέρεται ως η «αναφέρουσα οντότητα»).

(α) Ένα πρόσωπο ή μέλος του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος του προσώπου αυτού συνδέεται με αναφέρουσα οντότητα εάν το εν λόγω πρόσωπο:

(i) έχει τον έλεγχο ή τον από κοινού έλεγχο·

(ii) έχει σημαντική επιρροή στην αναφέρουσα οντότητα· ή

(iii) κατέχει καίρια διοικητική θέση στην αναφέρουσα οντότητα ή σε μητρική της αναφέρουσας οντότητας.

(β) Η οντότητα συνδέεται με αναφέρουσα οντότητα εφόσον συντρέχει οιαδήποτε των κατωτέρω προϋποθέσεων:

(i) Η οντότητα και η αναφέρουσα οντότητα ανήκουν στον ίδιο όμιλο (που σημαίνει ότι οι μητρικές, θυγατρικές και αδελφές θυγατρικές συνδέονται μεταξύ τους).

(ii) Μια οντότητα είναι συγγενής ή κοινή επιχείρηση της άλλης οντότητας (ή συγγενής ή κοινή επιχείρηση μέλους ενός ομίλου στον οποίον ανήκει ή άλλη οντότητα).

(iii) Αμφότερες οι οντότητες είναι κοινές επιχειρήσεις του ιδίου τρίτου μέρους.

(iv) Μια οντότητα είναι κοινή επιχείρηση τρίτης οντότητας και η άλλη οντότητα είναι συγγενής με την τρίτη οντότητα.

(v) Η οντότητα είναι πρόγραμμα παροχών μετά την έξοδο από την υπηρεσία προς όφελος των εργαζομένων είτε της αναφέρουσας οντότητας είτε οντότητας που συνδέεται με την αναφέρουσα οντότητα. Εάν η αναφέρουσα οντότητα είναι η ίδια τέτοιου είδους πρόγραμμα, οι χρηματοδότες εργοδότες συνδέονται και αυτοί με την αναφέρουσα οντότητα.

(vi) Η οντότητα ελέγχεται ή ελέγχεται από κοινού από πρόσωπο σύμφωνα με το σημείο (α).

(vii) Ένα πρόσωπο σύμφωνα με το σημείο (α) στοιχείο (i) έχει σημαντική επιρροή στην οντότητα ή κατέχει καίρια διοικητική θέση στην οντότητα (ή σε μητρική της οντότητας).

viii) Η οντότητα, ή οιοδήποτε μέλος ομίλου του οποίου αποτελεί μέρος, παρέχει υπηρεσίες βασικών διοικητικών στελεχών στην αναφέρουσα οντότητα ή στη μητρική της αναφέρουσας οντότητας.

Συναλλαγή συνδεδεμένων μερών είναι μια μεταφορά πόρων, υπηρεσιών ή δεσμεύσεων μεταξύ αναφέρουσας οντότητας και συνδεδεμένου μέρους, ανεξάρτητα αν επιβαρύνεται με τίμημα.

Μέλη του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος του ατόμου είναι τα μέλη εκείνα της οικογενείας τα οποία μπορεί να αναμένεται ότι επηρεάζουν, ή επηρεάζονται από, το πρόσωπο αυτό στις σχέσεις τους με την οικονομική οντότητα και περιλαμβάνουν:

(α) τα τέκνα και την/τον σύζυγο του εν λόγω προσώπου ή το άτομο με το οποίο συζεί·

(β) τα τέκνα της/του συζύγου του εν λόγω προσώπου ή του ατόμου με το οποίο συζεί· και

(γ) τα συντηρούμενα από αυτό, ή από την/τον σύζυγό του ή από το άτομο με το οποίο συζεί πρόσωπα.

Στις παροχές συμπεριλαμβάνονται όλες οι παροχές σε εργαζομένους (όπως ορίζονται στο ΔΛΠ 19 Παροχές σε εργαζομένους). Σε αυτές συγκαταλέγονται και οι παροχές σε εργαζομένους στις οποίες εφαρμόζεται το ΔΠΧΑ 2 Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών. Στις παροχές σε εργαζομένους περιλαμβάνονται όλα τα ανταλλάγματα που καταβάλλονται, είναι πληρωτέα ή παρέχονται από την οντότητα, ή για λογαριασμό της, έναντι των υπηρεσιών που ελήφθησαν. Συμπεριλαμβάνονται επίσης και οι αμοιβές που κατεβλήθησαν για λογαριασμό της μητρικής εταιρείας της οντότητας σε σχέση με την οντότητα. Στις παροχές περιλαμβάνονται:

(α) βραχυπρόθεσμες παροχές σε εργαζόμενους, όπως ημερομίσθια, μισθοί και εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων, ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών και άδεια ασθενείας μετ’ αποδοχών, συμμετοχή στα κέρδη και πρόσθετες παροχές (αν είναι πληρωτέα μέσα σε δώδεκα μήνες από το τέλος της περιόδου) και μη χρηματικές παροχές (όπως ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στέγαση, αυτοκίνητα και δωρεάν ή επιδοτούμενα αγαθά ή υπηρεσίες) για τους νυν εργαζόμενους·

(β) παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία, όπως συντάξεις, άλλες παροχές εξόδου από την υπηρεσία, ασφάλεια ζωής μετά την έξοδο από την υπηρεσία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη μετά την έξοδο από την υπηρεσία·

(γ) λοιπές μακροπρόθεσμες παροχές σε εργαζόμενους, περιλαμβανομένης αδείας μακρόχρονης υπηρεσίας ή σαββατικής άδειας, παροχές ιωβηλαίου ή άλλης μακρόχρονης υπηρεσίας, παροχές μακρόχρονης ανικανότητας και, αν δεν είναι πληρωτέες εξ ολοκλήρου μέσα σε δώδεκα μήνες μετά το τέλος της περιόδου, συμμετοχή στα κέρδη, πρόσθετες παροχές και μεταφερόμενη αποζημίωση·

(δ) παροχές εξόδου από την υπηρεσία και

(ε) παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών.

Κύρια διοικητικά στελέχη είναι εκείνα τα άτομα που έχουν την εξουσία και την ευθύνη για τον σχεδιασμό, τη διοίκηση και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων της οικονομικής οντότητας, άμεσα ή έμμεσα, και συμπεριλαμβάνουν κάθε διευθυντή (είτε εκτελεστικό είτε όχι) της οντότητας αυτής.

Κράτος: αναφέρεται στο Δημόσιο, στους κρατικούς οργανισμούς και σε παρόμοιους τοπικούς, εθνικούς ή διεθνείς φορείς.

Μια συνδεόμενη με το κράτος οντότητα είναι η οντότητα που ελέγχεται, υπόκειται σε από κοινού έλεγχο ή στην οποία ασκείται σημαντική επιρροή από το κράτος.

Οι όροι «έλεγχος» και «εταιρεία επενδύσεων», «από κοινού έλεγχος» και «σημαντική επιρροή» ορίζονται στο ΔΠΧΑ 10, στο ΔΠΧΑ 11 Σχήματα υπό κοινό έλεγχο και στο ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις και κοινοπραξίες, αντιστοίχως, και χρησιμοποιούνται στο παρόν Πρότυπο με τις έννοιες που καθορίζονται στα εν λόγω ΔΠΧΑ.

10. Κατά την εξέταση της κάθε πιθανής σχέσης συνδεδεμένων μερών, δίδεται προσοχή στην ουσία της σχέσης και όχι μόνο στον νομικό τύπο.

11. Στο πλαίσιο του παρόντος προτύπου, τα ακόλουθα μέρη δεν είναι συνδεδεμένα:

(α) δύο οντότητες που απλώς έχουν κοινό ένα διευθυντή ή κάποιο άλλο από τα κύρια διοικητικά στελέχη ή ένα από τα κύρια διοικητικά στελέχη μιας οντότητας έχει σημαντική επιρροή στην άλλη οντότητα.

(β) δύο κοινοπρακτούντες επειδή έχουν κοινό έλεγχο.

(γ) (i) χρηματοδότες,

(ii) εργατικά σωματεία,

iii) επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και

(iv) υπηρεσίες και οργανισμοί του Δημοσίου που δεν ελέγχουν, δεν ασκούν από κοινού έλεγχο ή δεν ασκούν σημαντική επιρροή στην αναφέρουσα οντότητα,

λόγω μόνον των συνήθων συναλλαγών τους με μια οντότητα (μολονότι μπορεί να είναι σε θέση να περιορίσουν την ελευθερία δράσης μιας οντότητας ή μπορεί να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεών της).

(δ) ένας πελάτης, προμηθευτής, δικαιοπάροχος, διανομέας ή γενικός πράκτορας, με τον οποίον η οντότητα διεξάγει ένα σημαντικό όγκο επιχειρηματικών συναλλαγών, λόγω της προκύπτουσας οικονομικής εξάρτησης και μόνο.

12. Στον ορισμό του συνδεδεμένου μέρους, στη συγγενή επιχείρηση περιλαμβάνονται οι θυγατρικές της συγγενούς και στην κοινοπραξία περιλαμβάνονται οι θυγατρικές της κοινοπραξίας. Κατά συνέπεια, για παράδειγμα, μια θυγατρική συγγενούς και ο επενδυτής που κατέχει σημαντική επιρροή στη συγγενή συνδέονται μεταξύ τους.

ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 27 Ενοποιημένες και ατομικές οικονομικές καταστάσειςΟΡΙΣΜΟΙ

4. Οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται στο παρόν πρότυπο με τις έννοιες που καθορίζονται:

Ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις είναι οι οικονομικές καταστάσεις ομίλου στις οποίες τα περιουσιακά στοιχεία, οι υποχρεώσεις, τα έσοδα, τα έξοδα και οι ταμειακές ροές της μητρικής και των θυγατρικών της εμφανίζονται ως εάν επρόκειτο για μία ενιαία οντότητα.

Ατομικές οικονομικές καταστάσεις είναι εκείνες που παρουσιάζονται από μια οικονομική οντότητα στην οποία η οικονομική οντότητα μπορεί να επιλέξει, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του παρόντος Προτύπου, να λογιστικοποιεί τις επενδύσεις της σε θυγατρικές, κοινοπραξίες και συγγενείς επιχειρήσεις είτε στο κόστος, σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά μέσα, ή με τη χρήση της μεθόδου της καθαρής θέσης σύμφωνα με το ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις και κοινοπραξίες.

5. Οι ακόλουθοι όροι ορίζονται στο Προσάρτημα Α του ΔΠΧΑ 10 Ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στο Προσάρτημα Α του ΔΠΧΑ 11 Σχήματα υπό κοινό έλεγχο και στην παράγραφο 3 του ΔΛΠ 28:

– συγγενής επιχείρηση

– μέθοδος της καθαρής θέσης

– έλεγχος εκδότριας

– όμιλος

– εταιρεία επενδύσεων

– κοινός έλεγχος

– κοινοπραξία

– μέλος της κοινοπραξίας

– μητρική

– σημαντική επιρροή

– θυγατρική.

6. Ατομικές οικονομικές καταστάσεις είναι εκείνες που παρουσιάζονται επιπρόσθετα των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, ή επιπλέον των οικονομικών καταστάσεων επενδυτή ο οποίος δεν έχει επενδύσεις σε θυγατρικές αλλά έχει επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες στις οποίες οι επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις ή σε κοινοπραξίες απαιτείται από το ΔΛΠ 28 να αντιμετωπίζονται λογιστικά με τη μέθοδο της καθαρής θέσης, πλην των περιστάσεων που παρατίθενται στις παραγράφους 8–8Α.

7. Οι οικονομικές καταστάσεις οντότητας που δεν έχει θυγατρική, συγγενή επιχείρηση ή δικαίωμα κοινοπρακτούντος σε κοινοπραξία δεν αποτελούν ατομικές οικονομικές καταστάσεις.

8. Οντότητα η οποία απαλλάσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 4α) του ΔΠΧΑ 10 από την ενοποίηση ή, σύμφωνα με την παράγραφο 17 του ΔΛΠ 28 (όπως τροποποιήθηκε το 2011), από την εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης μπορεί να παρουσιάζει ατομικές οικονομικές καταστάσεις ως τις μόνες οικονομικές της καταστάσεις.

8Α. Μια εταιρεία επενδύσεων που απαιτείται, καθ’ όλη τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου και όλων των συγκριτικών περιόδων που παρουσιάζονται, να εφαρμόζει την εξαίρεση στην ενοποίηση για όλες τις θυγατρικές της σύμφωνα με την παράγραφο 31 του ΔΠΧΑ 10 παρουσιάζει ατομικές οικονομικές καταστάσεις ως τις μοναδικές οικονομικές καταστάσεις της.

(β) Ως προς τις λοιπές εταιρείες,

[1] τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου,

[2] τα πρόσωπα που ελέγχουν την εταιρεία,

[3] τα στενά μέλη οικογένειας των προσώπων αυτών, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα Α΄ του ν. 4308/2014[Στενό μέλος οικογένειας (close family member): Στενό μέλος οικογένειας ενός προσώπου είναι εκείνο το μέλος της οικογένειάς του, που μπορεί να αναμένεται ότι επηρεάζει, ή επηρεάζεται από το πρόσωπο αυτό κατά την ενασχόλησή τους με την οντότητα. Στην έννοια του στενού μέλους οικογένειας περιλαμβάνονται: α) Ο(η) σύζυγος ή ο(η) σύντροφος με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο. β) Τα εξαρτώμενα μέλη, συμπεριλαμβανομένων ανιόντων ή κατιόντων συγγενών, του προσώπου ή του(της) συζύγου του(της) ή του(της) συντρόφου του(της), με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο.] καθώς και τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τους παραπάνω.

Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο θεωρείται ότι ελέγχει την εταιρεία, αν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 32 «Προϋποθέσεις υποχρεωτικής ενοποίησης» του ν. 4308/2014. 2) Μια μητρική οντότητα συντάσσει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις για την ίδια και κάθε άλλη οντότητα, εάν για την εν λόγω μητρική οντότητα ισχύει οποιοδήποτε από τα παρακάτω α΄ έως ε΄:

α) Έχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα).

β) Έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα) και είναι ταυτόχρονα μέτοχος, εταίρος ή μέλος αυτής της οντότητας.

γ) Έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα), της οποίας είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος, είτε βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με την οντότητα αυτή είτε βάσει πρόβλεψης του ιδρυτικού εγγράφου ή του καταστατικού της.

δ) Είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος της άλλης οντότητας και είτε:

δ1) ελέγχει από μόνη της, δυνάμει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους, εταίρους ή μέλη της οντότητας αυτής (θυγατρική οντότητα), την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της είτε

δ2) ισχύουν αθροιστικά οι κατωτέρω προυποθέσεις:

δ2.1) Η πλειοψηφία των μελών των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οντότητας αυτής (θυγατρικής οντότητας) που είχαν τη διοίκηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου, καθώς και κατά την προηγούμενη περίοδο και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, έχει διοριστεί μόνο ως αποτέλεσμα της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου αυτής.

δ2.2) Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται από τη μητρική οντότητα αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 20% των συνολικών δικαιωμάτων ψήφου στη θυγατρική οντότητα.

δ2.3) Κανένα τρίτο μέρος δεν έχει τα δικαιώματα που αναφέρονται στα σημεία α΄, β΄ ή γ΄ της παρούσας παραγράφου, αναφορικά με αυτή την οντότητα (θυγατρική οντότητα).

ε) Έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα).

(γ) Τα πρόσωπα, ως προς τα οποία έχει επεκταθεί με καταστατική πρόβλεψη η εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των άρθρων 100 και 101 και, ιδίως, τους γενικούς διευθυντές και τους διευθυντές της εταιρείας., καθώς και η παροχή ασφαλειών και εγγυήσεων προς τρίτους υπέρ των προσώπων αυτών, χωρίς ειδική άδεια παρεχόμενη με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου ή, με τους όρους του άρθρου 100, της γενικής συνέλευσης των μετόχων.

Βήμα Δεύτερο : Ελεγχόμενες Συναλλαγές – Εξαιρέσεις

· Το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων διαλαμβάνει κατ’ αρχήν το σύνολο των συναλλακτικών σχέσεων μεταξύ της εταιρείας και των συνδεδεμένων με αυτήν προσώπων. Με τη νέα ρύθμιση δεν υπάρχει πλέον η διάκριση μεταξύ δανειακών και πιστωτικών συμβάσεων, από τη μία μεριά, και «άλλων συμβάσεων», από την άλλη, αλλά όλες οι συμβάσεις υπάγονται σε ενιαίο καθεστώς, όπως επιτάσσει και η Οδηγία.

Από το πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων εξαιρούνται (παρ. 3) :

(α) Πράξεις που δεν εξέρχονται των ορίων των τρεχουσών συναλλαγών [ Δηλ. Σημαντικές συναλλαγές ] της εταιρείας.

· Ως τρέχουσες συναλλαγές νοούνται εκείνες, που :

– [α] είναι συνήθεις σε σχέση με τις εργασίες και το αντικείμενο της επιχειρηματικής δραστηριότητας της εταιρείας,

– ως προς το είδος και

– το μέγεθός τους και

– [β] συνάπτονται με της συνήθεις όρους της αγοράς.

· Επί εταιρείας με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει εσωτερική διαδικασία για την περιοδική αξιολόγηση του κατά πόσον πληρούνται οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

[ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ]

Τεκμαίρεται ότι σύμβαση της εταιρείας, δεν είναι συνήθης ως προς το μέγεθός της, αν η αξία της αποτιμάται τουλάχιστον σε δέκα τοις εκατόν (10%) του ενεργητικού της εταιρείας, σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό και, αν τέτοιος δεν υπάρχει, σύμφωνα με ισολογισμό που συντάσσεται προς το σκοπό αυτό.

Για τον υπολογισμό του ανωτέρω ποσοτικού ορίου λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους αθροιστικά οι συναλλαγές που ολοκληρώθηκαν με το συνδεδεμένο μέρος ή άλλο πρόσωπο άμεσα ή έμμεσα ελεγχόμενο από αυτό, κατά το ίδιο οικονομικό έτος.

Επισήμανση

Η Οδηγία, τις οποίες όμως δεν προσδιορίζει με ακρίβεια τις «σημαντικές» συναλλαγές , αλλά καθορίζει τα κριτήρια [άρθρο 9γ ]Κατά τον προσδιορισμό των σημαντικών συναλλαγών τα κράτη μέλη καθορίζουν μία ή περισσότερες ποσοτικές αναλογίες με βάση τον αντίκτυπο της συναλλαγής στη χρηματοοικονομική κατάσταση, στα έσοδα, στα περιουσιακά στοιχεία, στην κεφαλαιοποίηση, περιλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, ή στον κύκλο εργασιών της εταιρείας ή λαμβάνουν υπόψη τη φύση της συναλλαγής και τη θέση του συνδεδεμένου μέρους.

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ορισμούς σημαντικότητας για την εφαρμογή της παραγράφου 4 διαφορετικούς από αυτούς που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 και μπορούν να διαφοροποιούν τους ορισμούς των αναλογιών σύμφωνα με το μέγεθος της εταιρείας.

(β) Συμβάσεις που αφορούν τις αποδοχές των μελών του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, του γενικού διευθυντή και του τυχόν αναπληρωτή του, καθώς και των διοικητικών στελεχών της, αφού ως προς τα πρόσωπα αυτά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 109 έως 114 για τις αμοιβές [ Δείτε κατωτέρω ] .

(γ) Συμβάσεις που συνήφθησαν από πιστωτικά ιδρύματα βάσει μέτρων που αποσκοπούν στη διαφύλαξη της σταθερότητάς τους, κατόπιν έγκρισης της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την προληπτική εποπτεία.
(δ) Συμβάσεις της εταιρείας με τους μετόχους της, εφόσον η δυνατότητα κατάρτισης προσφέρεται σε όλους τους μετόχους της εταιρείας, με τους ίδιους όρους, και διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των μετόχων και η προστασία των συμφερόντων της εταιρείας.
(ε) Συμβάσεις της εταιρείας με εκατό τοις εκατό (100%) θυγατρική της ή θυγατρική, στην οποία δεν μετέχει κανένα πρόσωπο συνδεδεμένο
, ή συμβάσεις παροχής ασφαλειών ή εγγυήσεων υπέρ αυτών.
(στ) Συμβάσεις της εταιρείας με θυγατρική ή ασφάλειες ή εγγυήσεις υπέρ θυγατρικής, οι οποίες συνάπτονται ή παρέχονται προς το συμφέρον της εταιρείας, της θυγατρικής της και των μετόχων τους που δεν είναι συνδεδεμένα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων μειοψηφίας, ή από τις οποίες δεν κινδυνεύουν τα συμφέροντα τούτων.

Στην περίπτωση αυτή συντάσσεται έκθεση από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101, [ έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή]  η οποία αξιολογεί κατά πόσον υπάρχει επαρκής προστασία των συμφερόντων αυτών.

Αναφορά στο περιεχόμενο της έκθεσης γίνεται στο Προσάρτημα, σύμφωνα με την παράγραφο 31 του άρθρου 29 του ν. 4308/2014. Τα προηγούμενα εδάφια δεν εφαρμόζονται σε εταιρείες με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά.

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το επισυναπτόμενο έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.

· Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 101 η συγκεκριμένη έκθεση παρέχεται από Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή ή Ελεγκτική Εταιρεία ή άλλο ανεξάρτητο προς την εταιρεία τρίτο μέρος. Οι υπηρεσίες αποτίμησης περιλαμβάνονται στις απαγορευμένες υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 5 του Κανονισμού ΕΕ 537/2014, ως εκ τούτου η συγκεκριμένη υπηρεσία δεν δύναται να διενεργείται από τον Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή και την Ελεγκτική Εταιρεία που έχουν αναλάβει τον υποχρεωτικό έλεγχο.

 (ζ) Συναλλαγές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 19. [ Μεταγενέστερη απόκτηση στοιχείων του ενεργητικού ( Δείτε ανωτέρω παρ. 18 ].

Επίσης δεν περιλαμβάνονται

Περιπτώσεις που υπάγονται στο άρθρο 51 «Παροχή πιστώσεων κ.λπ. για απόκτηση ιδίων μετοχών»

Βήμα Τρίτο : Διαδικασία για την έγκυρη χορήγηση άδειας από την εταιρεία προς κατάρτιση συναλλαγών με συνδεδεμένα πρόσωπα (άρθρο 100 και 101 ).

Αυτές συνίστανται (σωρευτικώς):

 (α) στη χορήγηση άδειας από το αρμόδιο εταιρικό όργανο,

Αρχικά : Απόφαση του  Δ.Σ

Ως προς το αρμόδιο εταιρικό όργανο, η παράγραφος 1 προβλέπει ότι η σχετική άδεια χορηγείται κατ’ αρχήν από το Δ.Σ. και έχει διάρκεια ισχύος έξι (6) μήνες ή ένα (1) έτος, επί επαναλαμβανόμενων συμβάσεων με το ίδιο πρόσωπο.

Η νέα ρύθμιση διαφοροποιείται από το προϊσχύσαν άρθρο 23α του κ.ν. 2190/1920, σύμφωνα με το οποίο η χορήγηση άδειας επαφίετο αποκλειστικά στη γενική συνέλευση. Αυτό δεν σημαίνει εντούτοις ότι αποκλείεται οποιαδήποτε συμμετοχή της γενικής συνέλευσης στην διαδικασία αδειοδότησης της συναλλαγής της εταιρείας με συνδεδεμένα πρόσωπα.

Μετέπειτα : Ενδεχόμενη Παραπομπή του θέματος στην Γ.Σ. – Δικαίωμα μειοψηφίας

Παρέχεται η δυνατότητα να παραπεμφθεί το θέμα στη Γ.Σ.,

· αν ζητήσει αυτό μειοψηφία του 5% (*) του μετοχικού κεφαλαίου εντός δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης της χορήγησης άδειας από το Δ.Σ. ή

· όταν η λήψη απόφασης από το τελευταίο είναι αδύνατη, π.χ. λόγω σύγκρουσης συμφερόντων των περισσότερων μελών του (παράγραφος 3 του άρθρου 97).

· (*) Παρέχεται η δυνατότητα καταστατικής πρόβλεψης ότι το δικαίωμα αυτό το έχει μικρότερη μειοψηφία, όχι κατώτερη του 1%.

Συνέπειες παραβάσεων

Στην περίπτωση κατά την οποία το Δ.Σ. προέβη στη σύναψη της σύμβασης με συνδεδεμένο πρόσωπο χωρίς να λάβει προηγουμένως την άδεια της Γ.Σ. για τη συγκεκριμένη συναλλαγή (π.χ. πριν από την παρέλευση της δεκαήμερης προθεσμίας ή μετά την παρέλευση της δεκαήμερης προθεσμίας και πριν από τη συνεδρίαση της Γ.Σ.), η χορήγηση της άδειας με μεταγενέστερη απόφαση της γενικής συνέλευσης ματαιώνεται, εάν αντιταχθεί σε αυτήν το 1/20 του εκπροσωπούμενου στη σχετική συνέλευση μετοχικού κεφαλαίου (και εδώ το καταστατικό μπορεί να μειώσει το ποσοστό μέχρι το 1%).

Κώλυμα συμμετοχής Μετόχου :

Σύμφωνα με το άρθρο 100, παρ. 5, «Στην περίπτωση που η συναλλαγή αφορά μέτοχο της εταιρείας, ο συγκεκριμένος μέτοχος δεν μετέχει στην ψηφοφορία της γενικής συνέλευσης και δεν υπολογίζεται για το σχηματισμό της απαρτίας και της πλειοψηφίας. Ομοίως δεν μετέχουν στην ψηφοφορία άλλοι μέτοχοι, με τους οποίους ο αντισυμβαλλόμενος συνδέεται με σχέση υπαγόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 99.Η παρούσα δεν εφαρμόζεται:

(α) σε εταιρίες με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά και

(β) επί εταιριών με εισηγμένες μετοχές, αν η άδεια του διοικητικού συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 δόθηκε με τη συμφωνία της πλειοψηφίας των ανεξάρτητων μελών τούτου.

· Σε κάθε περίπτωση η χορήγηση της άδειας από τη γενική συνέλευση ματαιώνεται, αν αντιταχθούν σε αυτήν μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα τρίτο (1/3) του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου».

Τα δύο τελευταία εδάφια, τέθηκαν όπως προστέθηκαν με την παράγραφο 7 του άρθρου 49 του ν. 4587/2018 (ΦΕΚ Α’ 218/24-12-2018) και ισχύουν από 01/01/2019, σύμφωνα με την παράγραφο 16 του ιδίου άρθρου 49.

 Δηλαδή στην περίπτωση που η συναλλαγή αφορά μέτοχο της εταιρίας και το ζήτημα έχει αχθεί ενώπιον της ΓΣ, ο συγκεκριμένος μέτοχος δεν μπορεί να μετάσχει στην ψηφοφορία, έτσι ώστε να μη ματαιωθεί ο σκοπός του νόμου και ο ενδιαφερόμενος μέτοχος εγκρίνει την (ύποπτη) συναλλαγή με τη δική του ψήφο.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 23α ΚΝ 2190/1920 δεν περιείχε απαγόρευση συμμετοχής στην ψηφοφορία της ΓΣ του ενδιαφερόμενου μετόχου.

( β) στην κατάρτιση έκθεσης αξιολόγησης (fairness opinion) προκειμένου για εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά

Η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου ή της γενικής λαμβάνεται με βάση έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας ή άλλου ανεξάρτητου προς την εταιρεία τρίτου μέρους, η οποία αξιολογεί κατά πόσον η συναλλαγή είναι δίκαιη και εύλογη για την εταιρεία και τους μετόχους που δεν αποτελούν συνδεδεμένο μέρος, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων μειοψηφίας της εταιρείας, και εξηγεί τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται αυτή, μαζί με τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν.

Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 99 (συνδεδεμένα μέρη) δεν συμμετέχουν στην κατάρτιση της έκθεσης.

[ Έκθεση αξιολόγησης (fairness opinion) ]

Η διάταξη του άρθρου 101 αναφέρεται στην έκθεση αξιολόγησης (fairness opinion) ) με αντικείμενο τον δίκαιο και εύλογο χαρακτήρα της συναλλαγής της εταιρείας με το συνδεδεμένο πρόσωπο και στη δημοσιότητα των συναλλαγών αυτών της εταιρείας. Η νέα ρύθμιση διαφοροποιείται από εκείνη του άρθρου 23α του κ.ν. 2190/1920, υπό την έννοια ότι:

α) καθιστά (για τις εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά) υποχρεωτική την λήψη έκθεσης αξιολόγησης και

β) προβλέπει γενικευμένη δημοσιότητα της απόφασης του Δ.Σ. ή, κατά περίπτωση, της γενικής συνέλευσης που χορηγεί άδεια για την κατάρτιση μίας τέτοιας συναλλαγής.

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το επισυναπτόμενο έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.

· Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 101 η συγκεκριμένη έκθεση παρέχεται από Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή ή Ελεγκτική Εταιρεία ή άλλο ανεξάρτητο προς την εταιρεία τρίτο μέρος. Οι υπηρεσίες αποτίμησης περιλαμβάνονται στις απαγορευμένες υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 5 του Κανονισμού ΕΕ 537/2014, ως εκ τούτου η συγκεκριμένη υπηρεσία δεν δύναται να διενεργείται από τον Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή και την Ελεγκτική Εταιρεία που έχουν αναλάβει τον υποχρεωτικό έλεγχο.

γ) στην τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας.

Ο νόμος απαιτεί :

(1) Πρώτον την δημοσίευση της ανακοίνωσης της χορήγησης της αδείας από το Δ.Σ ( που αποτελεί και το εναρκτήριο σημείο για τη 10ήμερη προθεσμία του αιτήματος της μειοψηφίας, προκειμένου το θέμα να αχθεί στη ΓΣ), ( άρθρο 100, Παρ. 3 )

(2) Δεύτερον την δημοσιότητα της ανακοίνωσης για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. (άρθρο 101, Παρ. 2  )

Η ανακοίνωση περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον πληροφορίες: (α) ως προς τη φύση της σχέσης της εταιρείας με το συνδεδεμένο μέρος, (β) την ημερομηνία και την αξία της συναλλαγής, (γ) κάθε άλλη πληροφορία που είναι αναγκαία για να αξιολογηθεί κατά πόσον η συναλλαγή είναι δίκαιη και εύλογη για την εταιρεία και τα πρόσωπα που δεν αποτελούν συνδεδεμένο μέρος, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων μειοψηφίας. (άρθρο 101, Παρ. 3  )

Περίπτωση μοναδικού μετόχου

Συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ του μοναδικού μετόχου και της εταιρείας καταχωρίζονται στα πρακτικά της γενικής συνέλευσης ή του διοικητικού συμβουλίου ή καταρτίζονται εγγράφως με ποινή ακυρότητας. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στις τρέχουσες συναλλαγές της εταιρείας κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 99. ( άρθρο 101, Παρ. 4 )

Υπενθύμιση υποχρεώσεων σχετικά με τις Ενδοομιλικές Συναλλαγές

« Ν. 4174/2013, Άρθρο 21. Φάκελος Τεκμηρίωσης : 1. Για τις μεταξύ τους συναλλαγές που εμπίπτουν στο άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος [1. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες όταν πραγματοποιούν συναλλαγές, μία ή περισσότερες, διεθνείς ή και εγχώριες, με συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. με οικονομικούς ή εμπορικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξάρτητων επιχειρήσεων) ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και τρίτων, οποιαδήποτε κέρδη τα οποία χωρίς τους όρους αυτούς θα είχαν πραγματοποιηθεί από το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών όρων (αρχή των ίσων αποστάσεων) περιλαμβάνονται στα κέρδη του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας μόνον στο βαθμό που δεν μειώνουν το ποσό του καταβλητέου φόρου. ] , καθώς και τη μεταξύ τους μεταφορά λειτουργιών του άρθρου 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, τα συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια της περίπτωσης ζ’ του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, υποχρεούνται να τηρούν Φάκελο Τεκμηρίωσης. Φάκελο Τεκμηρίωσης υποχρεούνται να τηρούν και οι μόνιμες εγκαταστάσεις αλλοδαπών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, για τις παραπάνω συναλλαγές τους με το κεντρικό ή με τα συνδεδεμένα πρόσωπα του κεντρικού τους στην αλλοδαπή, καθώς και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες για τις παραπάνω συναλλαγές τους με μόνιμες εγκαταστάσεις που διατηρούν στην αλλοδαπή.
2. Οι υπόχρεοι της παραγράφου 1 απαλλάσσονται από την υποχρέωση τήρησης Φακέλου Τεκμηρίωσης, εφόσον: α) οι παραπάνω συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών ανέρχονται μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος και αθροιστικώς, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατομμύρια ευρώ ανά φορολογικό έτος, ή β) οι παραπάνω συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών ανέρχονται μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος και αθροιστικώς, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατομμύρια ευρώ ανά φορολογικό έτος. 3. Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης, που αποτελείται κατά περίπτωση από το Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης και τον Ελληνικό Φάκελο Τεκμηρίωσης, καταρτίζεται έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και συνοδεύεται από Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, ο οποίος υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέσα στην ίδια προθεσμία. ……»

28) Αμοιβές Διοικητικού Συμβουλίου ( Άρθρα 109-114)

Γενικά

· Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δικαιούνται να λάβουν αμοιβή ή άλλες παροχές, σύμφωνα με το νόμο και τα οριζόμενα στο καταστατικό και, κατά περίπτωση, την πολιτική αποδοχών της εταιρείας.

· Αμοιβή ή παροχή που χορηγείται σε μέλος του διοικητικού συμβουλίου και δεν ρυθμίζεται στον νόμο ή το καταστατικό βαρύνει την εταιρεία μόνο αν εγκριθεί με ειδική απόφαση της γενικής συνέλευσης με την επιφύλαξη των οριζομένων στα άρθρα 110 έως 112.

· Αμοιβή συνιστάμενη σε συμμετοχή στα κέρδη της χρήσεως παρέχεται μόνον αν αυτό προβλέπεται στο καταστατικό. Το ύψος της ανωτέρω αμοιβής προσδιορίζεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης, η οποία αποφασίζει με απλή απαρτία και πλειοψηφία.

Αμοιβή χορηγούμενη από τα κέρδη της χρήσεως λαμβάνεται από το υπόλοιπο των καθαρών κερδών που απομένει μετά την αφαίρεση των νόμιμων κρατήσεων για τακτικό αποθεματικό και τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος υπέρ των μετόχων.

Επί εταιρειών με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά η παρούσα παράγραφος ισχύει με την επιφύλαξη των οριζομένων στα άρθρα 110 έως 112.

Σχετικά άρθρα

· Άρθρο 109. Διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών

· Άρθρο 110. Πολιτική αποδοχών (Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)

· Άρθρο 111. Περιεχόμενο της πολιτικής αποδοχών (Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)

· Άρθρο 112. Έκθεση αποδοχών (Άρθρο 9β της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ)

· Άρθρο 113. Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό

· Άρθρο 114. Δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό

Προσοχή :

· Το άρθρο 109 περιέχει διατάξεις που αφορούν όλες τις εταιρίες, εισηγμένες ή μη, ενώ τα άρθρα 110-112 αφορούν μόνο τις εισηγμένες.

Χρόνος Εφαρμογής :

Τα άρθρα 109 έως 112 [ ΑΜΟΙΒΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ] εφαρμόζονται στις αμοιβές που αντιστοιχούν στις χρήσεις που αρχίζουν μετά τις 31.12.2018.

( Άρθρο 187. Μεταβατικές διατάξεις )

Ευρωπαϊκές Οδηγίες

Οδηγία (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017, για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/36/ΕΚ όσον αφορά την ενθάρρυνση της μακροπρόθεσμης ενεργού συμμετοχής των μετόχων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Άρθρο 9α

Δικαίωμα ψήφου επί της πολιτικής αποδοχών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες θεσπίζουν πολιτική αποδοχών όσον αφορά τα διοικητικά στελέχη και ότι οι μέτοχοι δικαιούνται να ψηφίζουν επί της πολιτικής αποδοχών στη γενική συνέλευση.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ψήφος των μετόχων επί της πολιτικής αποδοχών στη γενική συνέλευση είναι δεσμευτική. Οι εταιρείες καταβάλλουν αμοιβή στα διοικητικά στελέχη τους μόνο σύμφωνα με πολιτική αποδοχών που έχει εγκριθεί από τους μετόχους στη γενική συνέλευση.

Σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχει ακόμη εγκριθεί πολιτική αποδοχών και η γενική συνέλευση δεν εγκρίνει την προτεινόμενη πολιτική, η εταιρεία μπορεί να συνεχίσει να καταβάλλει τις αμοιβές των διοικητικών στελεχών της σύμφωνα με τις ισχύουσες πρακτικές, και υποβάλλει αναθεωρημένη πολιτική προς έγκριση κατά την επόμενη γενική συνέλευση.

Σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών και η γενική συνέλευση δεν εγκρίνει την προτεινόμενη νέα πολιτική, η εταιρεία μπορεί να συνεχίσει να καταβάλλει τις αμοιβές των διοικητικών στελεχών της σύμφωνα με τις ισχύουσες πρακτικές, και υποβάλλει αναθεωρημένη πολιτική προς έγκριση κατά την επόμενη γενική συνέλευση.

3. Ωστόσο τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι η ψηφοφορία επί της πολιτικής αποδοχών κατά τη γενική συνέλευση έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα. Στην περίπτωση αυτή, οι εταιρείες καταβάλλουν αμοιβή στα διοικητικά στελέχη τους μόνο σύμφωνα με πολιτική αποδοχών που έχει υποβληθεί σε τέτοια ψηφοφορία στη γενική συνέλευση. Σε περίπτωση που η γενική συνέλευση απορρίψει την προτεινόμενη πολιτική αποδοχών, η εταιρία υποβάλλει αναθεωρημένη πολιτική προς ψηφοφορία κατά την επόμενη γενική συνέλευση.

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις εταιρείες, σε εξαιρετικές περιστάσεις, να παρεκκλίνουν προσωρινά από την πολιτική αποδοχών, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω πολιτική περιλαμβάνει τις διαδικαστικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εφαρμοστεί παρέκκλιση και καθορίζει τα στοιχεία της πολιτικής για τα οποία μπορεί να εφαρμοστεί παρέκκλιση.

Οι εξαιρετικές περιστάσεις όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καλύπτουν μόνο καταστάσεις όπου η παρέκκλιση από την πολιτική αποδοχών είναι αναγκαία για τη μακροπρόθεσμη εξυπηρέτηση των συμφερόντων και για την αειφορία της εταιρείας στο σύνολό της ή προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά της.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες υποβάλλουν την πολιτική αποδοχών σε ψηφοφορία στη γενική συνέλευση κάθε φορά που σημειώνεται ουσιώδης μεταβολή και σε κάθε περίπτωση ανά τέσσερα έτη κατ’ ελάχιστο.

6. Η πολιτική αποδοχών συνεισφέρει στην επιχειρηματική στρατηγική και στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα και τη βιωσιμότητα της εταιρείας και διευκρινίζει τον τρόπο συνεισφοράς. Η πολιτική είναι σαφής και κατανοητή και περιγράφει τις διαφορετικές συνιστώσες για τη χορήγηση σταθερών και μεταβλητών αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιμισθίων και άλλων επιδομάτων οποιασδήποτε μορφής τα οποία μπορεί να χορηγούνται σε διοικητικά στελέχη, και υποδεικνύει τα αντίστοιχα σχετικά ποσοστά.

Εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη οι μισθολογικές και εργασιακές συνθήκες των εργαζομένων της εταιρείας κατά τον καθορισμό της πολιτικής αποδοχών.

Όταν η εταιρεία χορηγεί μεταβλητές αποδοχές, η πολιτική αποδοχών αναφέρει σαφή, περιεκτικά και διαφοροποιημένα κριτήρια για τη χορήγηση των μεταβλητών αποδοχών. Αναφέρει τα κριτήρια χρηματοοικονομικής και μη χρηματοοικονομικής απόδοσης που θα εφαρμοστούν, περιλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, των κριτηρίων που σχετίζονται με την εταιρική κοινωνική ευθύνη, και επεξηγεί τον τρόπο με τον οποίο συμβάλλουν στους στόχους που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, καθώς και τις μεθόδους που θα εφαρμοστούν για να προσδιοριστεί ο βαθμός στον οποίο πληρούνται τα κριτήρια απόδοσης. Προσδιορίζει πληροφορίες σχετικά με τυχόν περιόδους αναβολής και σχετικά με τη δυνατότητα ανάκτησης των μεταβλητών αποδοχών από την εταιρεία.

Όταν η εταιρεία χορηγεί αποδοχές βάσει μετοχών, η πολιτική προσδιορίζει τις περιόδους κατοχύρωσης και, όπου κρίνεται σκόπιμο, τη διατήρηση μετοχών μετά την κατοχύρωση και εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο οι αποδοχές βάσει μετοχών συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

Η πολιτική αποδοχών αναφέρει τη διάρκεια των συμβάσεων ή των συμφωνιών με διοικητικά στελέχη και τις εφαρμοζόμενες προθεσμίες προειδοποίησης, τα βασικά χαρακτηριστικά της συμπληρωματικής σύνταξης ή των προγραμμάτων πρόωρης συνταξιοδότησης και τους όρους καταγγελίας των συμβάσεων και τις πληρωμές που συνδέονται με την καταγγελία των συμβάσεων.

Στην πολιτική αποδοχών επεξηγείται η διαδικασία λήψης αποφάσεων και ακολουθεί ο προσδιορισμός της, η επανεξέταση και η εφαρμογή της, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για την αποφυγή ή τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, και, όπου κρίνεται σκόπιμο, ο ρόλος της επιτροπής αποδοχών και άλλων σχετικών επιτροπών. Σε περίπτωση που αναθεωρείται η πολιτική, περιγράφονται και επεξηγούνται όλες οι σημαντικές μεταβολές και ο τρόπος με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη οι ψήφοι και οι απόψεις των μετόχων επί της πολιτικής και των εκθέσεων, από την τελευταία ψηφοφορία σχετικά με την πολιτική αποδοχών κατά τη γενική συνέλευση των μετόχων και έπειτα.

7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, μετά την ψηφοφορία επί της πολιτικής αποδοχών στη γενική συνέλευση, η πολιτική μαζί με την ημερομηνία και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας δημοσιεύεται, χωρίς καθυστερήσεις, και παραμένει διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο της εταιρείας, χωρίς χρέωση, τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα ισχύει.

Άρθρο 9β

Πληροφορίες παρεχόμενες στην έκθεση αποδοχών και δικαίωμα ψήφου επί της έκθεσης αποδοχών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η εταιρεία καταρτίζει σαφή και κατανοητή έκθεση αποδοχών, η οποία παρουσιάζει ολοκληρωμένη επισκόπηση των αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιδομάτων οποιασδήποτε μορφής που χορηγήθηκαν ή οφείλονταν στα επιμέρους διοικητικά στελέχη, συμπεριλαμβανομένων των νεοπροσληφθέντων και των παλαιότερων διοικητικών στελεχών, κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, σύμφωνα με την πολιτική αποδοχών που αναφέρεται στο άρθρο 9α.

Η έκθεση αποδοχών περιέχει, κατά περίπτωση, τις ακόλουθες πληροφορίες αναφορικά με τις αποδοχές κάθε επιμέρους διευθυντικού στελέχους:

α)  το σύνολο των αποδοχών που έχουν χορηγηθεί ή καταβληθεί, με ανάλυση στις επιμέρους συνιστώσες τους, τα σχετικά ποσοστά των σταθερών και των μεταβλητών αποδοχών, επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο οι συνολικές αποδοχές συμμορφώνονται με την εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών, περιλαμβανομένης της συμβολής τους στη μακροπρόθεσμη απόδοση της εταιρείας, και πληροφορίες για τον τρόπο εφαρμογής των κριτηρίων απόδοσης·

β) την ετήσια μεταβολή των αποδοχών της απόδοσης της εταιρείας και των μέσων αποδοχών των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης της εταιρείας, εκτός των διοικητικών στελεχών, κατά τα τελευταία πέντε οικονομικά έτη τουλάχιστον, με κοινή παρουσίαση των εν λόγω στοιχείων κατά τρόπο που να διευκολύνει τη σύγκριση·

γ)  τις όποιες αποδοχές από οποιαδήποτε εταιρεία ανήκει στον ίδιο όμιλο, όπως ορίζεται στο σημείο 11) του άρθρου 2 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*11)·

δ) τον αριθμό μετοχών και δικαιωμάτων προαίρεσης για μετοχές που έχουν χορηγηθεί ή προσφερθεί και τις κύριες προϋποθέσεις άσκησης των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων της τιμής και της ημερομηνίας άσκησης, καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή τους·

ε) πληροφορίες για τη χρήση της δυνατότητας ανάκτησης μεταβλητών αποδοχών·

στ)  πληροφορίες σχετικά με τυχόν παρεκκλίσεις από τη διαδικασία για την εφαρμογή της πολιτικής αποδοχών που αναφέρονται στο άρθρο 9α παράγραφος 6 και σχετικά με τυχόν παρεκκλίσεις που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4, καθώς και την επεξήγηση της φύσης των εξαιρετικών περιστάσεων και την ένδειξη των συγκεκριμένων στοιχείων έναντι των οποίων σημειώθηκε η παρέκκλιση.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες δεν περιλαμβάνουν στην έκθεση αποδοχών ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των επιμέρους διοικητικών στελεχών κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*12) ή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την οικογενειακή κατάσταση επιμέρους διοικητικών στελεχών.

3. Οι εταιρείες επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διοικητικών στελεχών που περιλαμβάνονται στην έκθεση αποδοχών βάσει του παρόντος άρθρου προς τον σκοπό της αύξησης της εταιρικής διαφάνειας όσον αφορά τις αποδοχές των διοικητικών στελεχών, με στόχο την ενίσχυση της λογοδοσίας των διοικητικών στελεχών και της εποπτείας των μετόχων επί των αποδοχών των διοικητικών στελεχών.

Με την επιφύλαξη τυχόν μεγαλύτερης προθεσμίας που προβλέπεται από ενωσιακή τομεακή νομοθετική πράξη, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες δεν θα δημοσιοποιούν, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των διοικητικών στελεχών που περιλαμβάνονται στην έκθεση αποδοχών, βάσει του παρόντος άρθρου, μετά την πάροδο 10 ετών από τη δημοσίευση της έκθεσης αποδοχών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν βάσει νομοθεσίας την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων διοικητικών στελεχών για άλλους σκοπούς.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ετήσια γενική συνέλευση έχει δικαίωμα να πραγματοποιήσει συμβουλευτική ψηφοφορία επί της έκθεσης αποδοχών του τελευταίου οικονομικού έτους. Η εταιρεία επεξηγεί στην επόμενη έκθεση αποδοχών πώς ελήφθη υπόψη η ψηφοφορία κατά τη γενική συνέλευση.

Ωστόσο, για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ αντίστοιχα, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, ως εναλλακτική επιλογή έναντι της ψηφοφορίας, να υποβληθεί προς συζήτηση η έκθεση αποδοχών του τελευταίου οικονομικού έτους κατά την ετήσια γενική συνέλευση ως χωριστό σημείο της ημερήσιας διάταξης. Η εταιρεία επεξηγεί στην επόμενη έκθεση αποδοχών πώς η συζήτηση κατά τη γενική συνέλευση ελήφθη υπόψη.

5. Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 4, μετά τη γενική συνέλευση οι εταιρείες καθιστούν διαθέσιμη στο κοινό την έκθεση αποδοχών στον δικτυακό τους τόπο, χωρίς χρέωση, για περίοδο 10 ετών και μπορούν να επιλέξουν να τη διατηρήσουν διαθέσιμη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν περιέχει πλέον δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των διοικητικών στελεχών. Ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο ελέγχει κατά πόσον έχουν παρασχεθεί οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα διοικητικά στελέχη της εταιρείας, που ενεργούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που τους αναθέτει το εθνικό δίκαιο, έχουν συλλογική ευθύνη να διασφαλίζουν ότι η έκθεση αποδοχών καταρτίζεται και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι νομοθετικές, διοικητικές και κανονιστικές διατάξεις τους περί αστικής ευθύνης, τουλάχιστον έναντι της εταιρείας, να εφαρμόζονται για τα διοικητικά στελέχη των εταιρειών για παράβαση των καθηκόντων της παρούσας παραγράφου.

6. Η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζεται εναρμόνιση σχετικά με το παρόν άρθρο, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που προσδιορίζουν την τυποποιημένη παρουσίαση των πληροφοριών που ορίζονται στην παράγραφο 1.

Είδος αμοιβών που λαμβάνουν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου

ΕΙΔΟΣ ΑΜΟΙΒΗΣ Ή ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΜΕΛΩΝ Δ.Σ και ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕ “ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ”ΑΡΜΟΔΙΟ ΟΡΓΑΝΟ
Αμοιβή ή άλλες παροχές, σύμφωνα με το νόμο και τα οριζόμενα στο καταστατικό και, κατά περίπτωση, την πολιτική αποδοχών της εταιρείας – Μπορεί να μειωθεί από το δικαστήριο αν, με τις υφιστάμενες συνθήκες, είναι κατά εύλογη κρίση υπέρογκη και αντιτάχθηκαν στην απόφαση αυτή μέτοχοι που εκπροσωπούν το (1/10) του κεφαλαίου. Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης ( Άρθρο 117)
Αμοιβή ή παροχή που χορηγείται σε μέλος του διοικητικού συμβουλίου και δεν ρυθμίζεται στο νόμο και το καταστατικό . – Μπορεί να μειωθεί από το δικαστήριο αν, με τις υφιστάμενες συνθήκες, είναι κατά εύλογη κρίση υπέρογκη και αντιτάχθηκαν στην απόφαση αυτή μέτοχοι που εκπροσωπούν το (1/10) του κεφαλαίου. Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης ( Άρθρο 117) – Ειδική απόφαση [ Με την επιφύλαξη των οριζομένων στα άρθρα 110 έως 112 ( πολιτική αποδοχών ) .
Αμοιβή συνιστάμενη σε συμμετοχή στα κέρδη της χρήσεως – Λαμβάνεται από το υπόλοιπο των καθαρών κερδών που απομένει μετά την αφαίρεση των νόμιμων κρατήσεων για τακτικό αποθεματικό και τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος υπέρ των μετόχων – Επί εταιρειών με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ισχύει με την επιφύλαξη των οριζομένων στα άρθρα 110 έως 112 ( πολιτική αποδοχών ) .Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης ( Άρθρο 117) – Μόνο αν αυτό προβλέπεται στο καταστατικό
Αμοιβή σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου για υπηρεσίες προς την εταιρεία βάσει ειδικής σχέσης, όπως ενδεικτικώς, από σύμβαση εργασίας, έργου ή εντολής Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης ( Άρθρο 117) -Καταβάλλεται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 99 έως 101 ( Συνδεδεμένα Μέρη).
Προκαταβολή αμοιβής για το χρονικό διάστημα μέχρι την επόμενη τακτική γενική συνέλευση [ ΝΈΟ ] Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης ( Άρθρο 117)
Αποζημιώσεις και δαπάνες που καταβάλλονται δυνάμει κατά νόμο εγκεκριμένης, όπου απαιτείται, έννομης σχέσης (π.χ. δαπάνες στο πλαίσιο εργασίας ή εντολής) ή/και προβλέπονται εκ του νόμου (π.χ. ΑΚ 723),Οι διατάξεις των άρθρων 109 επ. (όπως άλλωστε και εκείνες του άρθρου 99) δεν ισχύουν όπως άλλωστε ισχύει και σήμερα, κατά πάγια θέση της νομολογίας. (Αιτιολογική )

Στις εισηγμένες εταιρίες ο προσδιορισμός των αμοιβών των μελών του Δ.Σ του, υπόκειται και σε επιπλέον διαδικασία :  την «πολιτική αποδοχών» και την  «έκθεση αποδοχών».

«Πολιτική» και «Έκθεση» αποδοχών – Υποχρέωση των « Εισηγμένων Εταιρειών» ( άρθρα 110-112 )

· Εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά υποχρεούνται να θεσπίζουν πολιτική αποδοχών για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και, αν υπάρχει, για τον γενικό διευθυντή ή τον αναπληρωτή του.

· Με καταστατική διάταξη μπορεί να ορίζεται ότι οι διατάξεις εφαρμόζονται: (α) και σε διοικητικά στελέχη, όπως αυτά ορίζονται στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 24 παράγραφος 9, καθώς (β) και σε εταιρείες με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά.

· Η πολιτική αποδοχών υποβάλλεται στην έγκριση της γενικής συνέλευσης. Η ψήφος των μετόχων επί της πολιτικής αποδοχών είναι δεσμευτική.

·  Η διάρκεια ισχύος της εγκεκριμένης πολιτικής αποδοχών δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη από την έγκρισή της από τη γενική συνέλευση. Οι εταιρείες υποχρεούνται να υποβάλουν την πολιτική αποδοχών προς έγκριση στη γενική συνέλευση κάθε φορά που σημειώνεται ουσιώδης μεταβολή των συνθηκών με τις οποίες καταρτίσθηκε η εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών και σε κάθε περίπτωση ανά τέσσερα (4) έτη από την έγκρισή της.

· Η εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών μαζί με την ημερομηνία και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας υποβάλλεται σε διατυπώσεις δημοσιότητας και παραμένει διαθέσιμη στο διαδικτυακό τόπο της εταιρείας, χωρίς χρέωση, τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα αυτή ισχύει.

· Η πολιτική αποδοχών του προηγουμένου άρθρου περιγράφει με τρόπο σαφή και κατανοητό κατ’ ελάχιστο τα εξής: ( βλ. άρθρο 111 )

· Η εταιρεία με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά υποχρεούται να καταρτίζει σαφή και κατανοητή έκθεση αποδοχών, η οποία περιέχει ολοκληρωμένη επισκόπηση του συνόλου των αποδοχών για το τελευταίο οικονομικό έτος.

· Η έκθεση αποδοχών περιέχει, κατ’ ελάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες όσον αφορά τις αποδοχές κάθε επιμέρους μέλους του διοικητικού συμβουλίου: ( βλ. άρθρο 112 )

· Η έκθεση αποδοχών του τελευταίου οικονομικού έτους υποβάλλεται προς συζήτηση στην τακτική γενική συνέλευση, ως αντικείμενο της ημερήσιας διάταξης.

·  Οι εταιρείες καθιστούν αμελλητί διαθέσιμη στο κοινό την έκθεση αποδοχών στον διαδικτυακό τους τόπο, χωρίς χρέωση, για περίοδο δέκα (10) ετών.

Stock Options ( δικαιώματος προαίρεσης ) – Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό ( άρθρο 113 )

Με το άρθρο αυτό επαναλαμβάνεται η ρύθμιση των παραγράφων 13 και 14 του άρθρου 13 κ.ν. 2190/1920 για τη διάθεση μετοχών στα μέλη του Δ.Σ. και το προσωπικό της εταιρείας. Το άρθρο περιέχει ειδική αναφορά στην περίπτωση που υπάρχει εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών στην εταιρεία:, σύμφωνα με την παράγραφο 5, δεν υπάρχει ανάγκη για την έγκριση του προγράμματος διάθεσης των μετοχών με απόφαση της Γ.Σ., όταν το ίδιο πρόγραμμα έχει ήδη εγκριθεί στην απόφαση της Γ.Σ. που ενέκρινε την πολιτική αποδοχών.

· Λαμβάνεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία

· Δικαιούχοι : Μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό της εταιρείας, καθώς και των συνδεδεμένων με αυτήν εταιρειών κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014

· Με τη χορήγηση stock options, ο εργοδότης παρέχει στον εργαζόμενο το δικαίωμα να αποκτήσει, υπό όρους, συγκεκριμένο αριθμό μετοχών της εταιρείας σε προκαθορισμένη μελλοντική χρονική στιγμή και σε προκαθορισμένη προνομιακή τιμή.

· Η συνολική ονομαστική αξία των μετοχών που διατίθενται κατά την παρούσα παράγραφο δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει, συνολικά, το (1/10) του κεφαλαίου, που είναι καταβεβλημένο κατά την ημερομηνία της απόφασης της γενικής συνέλευσης.

· Το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με τους όρους του προγράμματος, εκδίδει στους δικαιούχους που άσκησαν το δικαίωμά τους πιστοποιητικά δικαιώματος απόκτησης μετοχών και, ανά ημερολογιακό τρίμηνο κατ’ ανώτατο όριο, παραδίδει τις μετοχές που έχουν ήδη εκδοθεί ή εκδίδει και παραδίδει τις μετοχές στους παραπάνω δικαιούχους, αυξάνοντας το κεφάλαιο της εταιρείας και τροποποιώντας αντίστοιχα το καταστατικό.

· Η γενική συνέλευση, με απόφασή της που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και υποβάλλεται σε δημοσιότητα, μπορεί να εξουσιοδοτεί το διοικητικό συμβούλιο να θεσπίζει πρόγραμμα διάθεσης μετοχών.

Φορολογικές Διατάξεις

· Ν. 4172/2013, Άρθρο 13. Παροχές σε είδος  : « 4. Η αγοραία αξία των παροχών σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος».

· Η διάταξη αυτή καταλαμβάνει τα δικαιώματα που ασκούνται από την έναρξη ισχύος της διάταξης (δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2014) ανεξαρτήτως του πότε είχε χορηγηθεί το εν λόγω δικαίωμα και επίσης καταλαμβάνει και δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών που διαπραγματεύονται και σε αλλοδαπά χρηματιστήρια.

· Aρ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1055728 ΕΞ 2015/23.4.2015 Διευκρινίσεις σχετικά με το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης απόκτησης μετοχών προκειμένου για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ.4 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013

Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι κρίσιμος χρόνος άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης είναι εκείνος κατά τον οποίο μεταβιβάζονται οι μετοχές με μεταφορά αυτών στις μερίδες των δικαιούχων στο Σ.Α.Τ., καθόσον κατά το χρόνο αυτό ο δικαιούχος αποκτά τυχόν ωφέλεια, η οποία αποτιμάται στην τιμή κλεισίματος κατά τον κρίσιμο αυτό χρόνο μειωμένη με την τιμή διάθεσης του δικαιώματος (προνομιακή τιμή).

(Stock awards) – Δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό ( άρθρο 114 )

Για λόγους κωδικοποίησης του δικαίου ενσωματώνεται στον νόμο περί ανωνύμων εταιρειών η ρύθμιση του προεδρικού διατάγματος 30/1988, το οποίο καταργείται. Το π.δ. 30/1988 περιέχει ρυθμίσεις για τη δωρεάν διάθεση μετοχών στους εργαζομένους (stock awards) και τη χορήγηση δικαιωμάτων προαίρεσης αγοράς μετοχών (stock options). Η δεύτερη αυτή ρύθμιση είχε καταργηθεί σιωπηρά με την εισαγωγή του θεσμού των δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών στον κ.ν. 2190/1920 (άρθρο 13), όμως η δυνατότητα δωρεάν διάθεσης εξακολουθούσε μέχρι σήμερα να διέπεται από το π.δ. 30/1988.

Το νέο άρθρο δεν ρυθμίζει την περίπτωση διάθεσης μετοχών όχι δωρεάν, αλλά σε τιμή χαμηλότερη της ονομαστικής.

Όμως αυτό θα οδηγούσε σε αρκετά περίπλοκες ρυθμίσεις, αφού οι μετοχές αυτές θα πρέπει να εκδοθούν με συνδυασμό πραγματικής και λογιστικής αύξησης κεφαλαίου, η δε ονομαστική αξία εν μέρει θα προέρχεται από το ποσό που καταβάλει ο εργαζόμενος και εν μέρει από αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται. Όμως τέτοια ρύθμιση δεν υπάρχει ούτε στο π.δ. 30/1988 και άλλωστε δεν υπάρχει πραγματική σχετική ανάγκη.

Αν μια εταιρεία επιθυμεί π.χ. να δώσει σε έναν εργαζόμενο 100 μετοχές ονομαστικής αξίας 1 ευρώ προς 0,50 ευρώ ανά μετοχή, μπορεί να του δώσει 50 δωρεάν και 50 προς 1 ευρώ.

Ειδική μέριμνα λαμβάνεται για την περίπτωση που η εταιρεία έχει εγκρίνει ήδη την πολιτική αποδοχών που προβλέπει την δωρεάν διάθεση μετοχών:, σύμφωνα με την παρ. 4 δεν υπάρχει ανάγκη για την έγκριση του προγράμματος διάθεσης των μετοχών με απόφαση της Γ.Σ., όταν το ίδιο πρόγραμμα έχει ήδη εγκριθεί στην απόφαση της Γ.Σ. που ενέκρινε την πολιτική αποδοχών.

· Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία μπορεί να αποφασίζεται η δωρεάν διάθεση μετοχών στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό της εταιρείας, καθώς και των συνδεδεμένων με αυτήν εταιρειών κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014. [ δεν εφαρμόζεται επί εταιρειών με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, εφόσον το πρόγραμμα διάθεσης μετοχών περιλαμβάνεται στην εγκεκριμένη πολιτική αποδοχών ]

· Ως δικαιούχοι μπορούν να οριστούν και πρόσωπα που παρέχουν στην εταιρεία υπηρεσίες σε σταθερή βάση.

· Περίληψη της απόφασης υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

· Η εταιρεία είτε διαθέτει ίδιες μετοχές που αποκτώνται ή έχουν ήδη αποκτηθεί, είτε εκδίδει νέες μετοχές με κεφαλαιοποίηση μη διανεμηθέντων κερδών ή διανεμητών αποθεματικών ή διαφοράς από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο.

·  Η απόφαση της γενικής συνέλευσης πρέπει να ορίζει τον αριθμό των μετοχών που θα διατεθούν και το κατά πόσο θα πρόκειται για ίδιες ή για νέες μετοχές, την κατηγορία των μετοχών που θα διατεθούν, τους όρους της διάθεσης, όπως ιδίως την τυχόν υποχρέωση διακράτησης των μετοχών για ορισμένο χρονικό διάστημα, τους δικαιούχους ή τις κατηγορίες τους και κάθε άλλο συναφή όρο.

· Μπορεί να ανατίθεται στο διοικητικό συμβούλιο ο καθορισμός των δικαιούχων ή των κατηγοριών τους και οποιοσδήποτε άλλος όρος.

· Η ονομαστική αξία των μετοχών που διατίθενται κατά το άρθρο αυτό αθροιζόμενη με την ονομαστική αξία των μετοχών που ενδέχεται να διατεθούν με βάση τυχόν εκκρεμή δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά το ένα δέκατο (1/10) του κεφαλαίου που είναι καταβεβλημένο κατά την ημερομηνία της απόφασης της γενικής συνέλευσης.

· Η διάθεση μετοχών του παρόντος άρθρου μπορεί να συνδυάζεται με εκείνη του άρθρου 113.

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 339 ΕΞ 29.2.2016
Χειρισμός δικαιωμάτων προαίρεσης επί μετοχών βάσει των Ε.Λ.Π.

ΕΡΩΤΗΜΑ
Η Εταιρεία XXX, η οποία είναι θυγατρική αλλοδαπής εταιρείας, συντάσσει τις χρηματοοικονομικές της καταστάσεις της 31 Δεκεμβρίου 2015 βάσει του Ν.4308/2014.

Ο Όμιλος στον οποίο ανήκει η Εταιρεία XXX έχει εκδώσει δικαιώματα προαίρεσης (stockoptions) σε εργαζομένους της Εταιρείας XXX επί μετοχών της υπερκείμενης μητρικής εταιρείας.

Η Εταιρεία καταχωρεί ως έξοδο μισθοδοσίας το κόστος των δικαιωμάτων αυτών κατά τη στιγμή που αυτά εξασκούνται από τους εργαζομένους της, βάσει τιμολογίου που λαμβάνει από τον Όμιλο.
Σύμφωνα με το άρθρο 29, παρ. 12δ του Ν.4308/2014, θα πρέπει να γνωστοποιηθεί για την καθαρή θέση της οντότητας η ύπαρξη δικαιωμάτων προαίρεσης ή παρόμοιων τίτλων με μνεία του αριθμού τους, της αξίας τους και των δικαιωμάτων που παρέχουν. Το ερώτημα μας συνίσταται στα εξής:
α) Θα πρέπει η Εταιρεία XXX να γνωστοποιήσει στο Προσάρτημα (Σημειώσεις) επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων τα δικαιώματα προαίρεσης που έχουν εκδοθεί από άλλη εταιρεία του Ομίλου στον οποίο ανήκει και τα οποία έχουν εκχωρηθεί σε εργαζομένους της; Αν ναι, ποια είναι η αξία στην οποία κάνει αναφορά η ανωτέρω παράγραφος των Ε.Λ.Π.;
β) Εκτός της ανωτέρω γνωστοποίησης, ποια θα πρέπει να είναι η λογιστική αντιμετώπιση των δικαιωμάτων που έχουν εκδοθεί προς εργαζόμενους της Εταιρείας XXX από άλλη εταιρεία του Ομίλου στον οποίο ανήκει και δεν έχουν εξασκηθεί κατά το τέλος χρήσης; Θα πρέπει η Εταιρεία XXX να καταχωρήσει τα εν λόγω δικαιώματα στις χρηματοοικονομικές της καταστάσεις βάσει εύλογης αξίας σύμφωνα με το Δ.Π.Χ.Α.2-Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών ή να συνεχίσει να καταχωρεί μόνο το έξοδο που αφορά τα δικαιώματα που έχουν εξασκηθεί;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
(α) Τα αναφερόμενα δικαιώματα δεν σχετίζονται με την καθαρή θέση της ΧΧΧ και συνεπώς δεν απαιτείται γνωστοποίησή τους στις σημειώσεις της ΧΧΧ.
(β) Από το Ν. 4308/2014, δεν προβλέπεται ειδικός λογιστικός χειρισμός για τέτοιου είδους συναλλαγές.
Συνεπώς, η υποχρέωση της ΧΧΧ μπορεί να εξαντλείται στην αναγνώριση του εξόδου μισθοδοσίας βάσει του τιμολογίου που λαμβάνει από τον όμιλο.
 

29) Μονομελές Διοικητικό Όργανο ( «Μονοπρόσωπο Δ.Σ » ) – ( Άρθρο 115 )

Το Δ.Σ., που καταρχήν πρέπει να είναι τουλάχιστον τριμελές, μπορεί εφεξής για τις «μικρές» και «πολύ μικρές» εταιρείας να είναι και μονομελές.

Αντί διοικητικού συμβουλίου, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει το διορισμό μονομελούς διοικητικού οργάνου (σύμβουλος-διαχειριστής), εκλεγόμενου από τη γενική συνέλευση. Ο σύμβουλος-διαχειριστής είναι πάντοτε φυσικό πρόσωπο. [δεν εφαρμόζεται στις μεγάλες και μεσαίες εταιρείες, ούτε σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά.]

Επισήμανση:
Η θέσπιση του μονομελούς διοικητικού συμβουλίου για τις μικρές και πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, μπορεί να επιφέρει σημαντική μείωση των ασφαλιστικών επιβαρύνσεων για τις «οικογενειακές» Α.Ε., καθώς υπόχρεοι σε ασφάλιση είναι τα μέλη του Δ.Σ. οι οποίοι είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον .

Προσοχή :

Χρειάζεται να υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο Καταστατικό της Εταιρείας.

30) «Εκτελεστική Επιτροπή» ( Άρθρο 87 )

Με διάταξη του καταστατικού ή με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, εφόσον το καταστατικό το επιτρέπει, μπορεί επίσης να συγκροτείται εκτελεστική επιτροπή και να ανατίθενται σ’ αυτήν ορισμένες εξουσίες ή καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου

31) Γενική Συνέλευση ( Άρθρα 116 – 140 )

Η Γ.Σ είναι «το ανώτατο όργανο της εταιρίας».

α) Τρόποι Διενέργειας Γ.Σ

Το άρθρο 118 παρουσιάζει τους τρόπους με τους οποίους οι μέτοχοι λαμβάνουν αποφάσεις. Εκτός από την απόφαση σε συνεδρίαση της Γ.Σ. και το πρακτικό «διά περιφοράς», εισάγεται τρίτη δυνατότητα λήψης αποφάσεων από τη γενική συνέλευση, δηλ. η διαδικασία Γ.Σ. χωρίς συνεδρίαση. Δηλαδή :

(1 ) Η «κλασική » ΓΣ,

(2) πρακτικό «δια περιφοράς», που συντάσσεται και υπογράφεται σύμφωνα με το άρθρο 136. [Διατηρείται η δυνατότητα που προβλεπόταν για τη σύνταξη πρακτικού «διά περιφοράς» με ισχύ απόφασης. Προστίθεται όμως ότι δεν απαιτείται ομόφωνη απόφαση, αλλά σύμπραξη όλων των μετόχων, που συμφωνούν να ληφθεί η απόφαση με τον τρόπο αυτό, ενώ επιτρέπεται ρητά οι υπογραφές των μετόχων ή των αντιπροσώπων τους να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e mail) ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό.]

(3) Ψηφοφορία που λαμβάνει χώρα χωρίς συνεδρίαση, σύμφωνα με το άρθρο 135 .

[ Το Δ.Σ. προτείνει τη λήψη μιας απόφασης και οι μέτοχοι απαντούν ηλεκτρονικά. Ζήτημα απαρτίας δεν υπάρχει, διότι η πρόταση απευθύνεται σε όλους τους μετόχους. Ο νέος τρόπος λήψης αποφάσεων εφαρμόζεται μόνο στις μη εισηγμένες εταιρείες και μόνο αν το καταστατικό την προβλέπει, ενώ μειοψηφία του 1/5 του κεφαλαίου μπορεί να αντιταχθεί στη λήψη απόφασης με τη διαδικασία αυτή.]

β) Τόπος όπου λαμβάνει χώρα η Γ.Σ.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 3 του άρθρου 120, εισάγεται για μη εισηγμένες εταιρείες η δυνατότητα εξ ολοκλήρου διεξαγωγής της συνέλευσης με ηλεκτρονικά μέσα (virtual meeting) και όχι σε ορισμένο τόπο.

γ) Δημοσίευση της πρόσκλησης της Γ.Σ. και Δικαίωμα ατομικής πληροφόρησης

Το άρθρο 122 αφορά τη δημοσίευση της πρόσκλησης της Γ.Σ. Ορίζονται η προθεσμία (20ήμερη, παράγραφος 1) και ο τρόπος δημοσιότητας (διά του Γ.Ε.ΜΗ., παράγραφοι 2 και 3), ανάλογα με το αν πρόκειται για εταιρείες εισηγμένες ή μη και υπό την επιφύλαξη ειδικότερης διάταξης.

Με την παράγραφο 4 εισάγεται δικαίωμα κάθε μετόχου σε εταιρείες με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά να ζητεί από την εταιρεία ατομική πληροφόρηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) για επικείμενες γενικές συνελεύσεις και μάλιστα να τη λαμβάνει τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης. Καταργείται επίσης η υποβολή του πρακτικού της Γ.Σ. στην Διοίκηση. Και αν μεν πρόκειται για σημαντικές αποφάσεις, οι οποίες υπόκεινται σε καταχώριση, η τελευταία θα πρέπει να γίνει ούτως ή άλλως με υποβολή της απόφασης στο Γ.Ε.ΜΗ.

δ) Ενημέρωση των μετόχων πριν από τη Γ.Σ.

Με το άρθρο 123 ρυθμίζεται ειδικώς το ζήτημα της ενημέρωσης των μετόχων πριν από τη Γ.Σ..[ Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών.] Επεκτείνονται οι υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών στους μετόχους από τη δημοσίευση της πρόσκλησης και για τις μη εισηγμένες εταιρείες, πλην της υποχρέωσης ανάρτησης σχεδίων αποφάσεων. Η παράβαση των διατάξεων αυτών δημιουργεί ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου και μάλιστα άμεση, έναντι των μετόχων, στο μέτρο που προέκυψε ζημία για τους τελευταίους, δεν επηρεάζεται όμως το κύρος των αποφάσεων που έλαβε η Γ.Σ.

ε) Δικαιούμενοι συμμετοχής στη γενική συνέλευση

Με το άρθρο 124 καταργείται ο θεσμός της δέσμευσης μετοχών και η διαδικασία προηγούμενης ενημέρωσης της εταιρείας για τη συμμετοχή μετόχου στη γενική συνέλευση συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης κατάρτισης πίνακα μετόχων δικαιούμενων συμμετοχής στη Γ.Σ. από το Δ.Σ.. Πλέον κανόνες προηγούμενης κατάθεσης μετοχών, δέσμευσης ή προηγούμενης κατάθεσης εγγράφων αντιπροσώπευσης και κατάρτισης πίνακα μετόχων δύνανται να προβλέπονται μόνο ως καταστατικές επιλογές. Αντ’ αυτού η νομιμοποίηση των μετόχων γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο κατά την ημέρα διεξαγωγής της Γ.Σ., καθώς η τεχνολογική εξέλιξη επιτρέπει την ταχύτερη και αμεσότερη ταυτοποίηση των μετόχων.

στ) Συμμετοχή στην Γ.Σ από απόσταση

Με τα άρθρα 125 «Συμμετοχή στη γενική συνέλευση από απόσταση σε πραγματικό χρόνο» και 126 «Συμμετοχή στη γενική συνέλευση με επιστολική ψήφο» συστηματοποιούνται οι διατάξεις περί συμμετοχής στη γενικής συνέλευση από απόσταση τόσο για τις εισηγμένες όσο και για τις μη εισηγμένες εταιρείες. Η συμμετοχή από απόσταση διακρίνεται σε συμμετοχή από απόσταση πριν από τη Γ.Σ. (επιστολική ψήφος) η οποία μπορεί να είναι και ηλεκτρονική, και κατά τη διάρκεια αυτής (τηλεδιάσκεψη).

ζ) Είδη Γενικής Συνέλευσης – Προθεσμίες ( Άρθρο 119)

Η τακτική Γ.Σ ( λαμβάνει αποφάσεις για την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και την εκλογή ελεγκτών) πρέπει να συνέλθει υποχρεωτικά μια φορά το χρόνο το αργότερο έως την 10η ημέρα του ενάτου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης (μέχρι την 10η Σεπτεμβρίου, για τις Α.Ε, που η Χρήση λήγει 31 Δεκεμβρίου).

 Υπόψη πάντως και ότι κατά την παράλληλη διάταξη του άρθρου 6 § 3 Ν. 4308 /2014 « 3. Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
(α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
(β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας»

Έκτακτη ΓΣ είναι κάθε συνέλευση που δεν είναι τακτική.

Η γενική συνέλευση που συγκαλείται για να τροποποιήσει το καταστατικό ή να λάβει αποφάσεις, για τις οποίες απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (καταστατική γενική συνέλευση), μπορεί να είναι τακτική ή έκτακτη.

η) Παράσταση στην Γενική Συνέλευση

Στη γενική συνέλευση δικαιούνται να παρίστανται και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και οι ελεγκτές της εταιρείας.

Ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης μπορεί με ευθύνη του να επιτρέψει την παρουσία στη συνέλευση και άλλων προσώπων, που δεν έχουν μετοχική ιδιότητα ή δεν είναι εκπρόσωποι μετόχων, στο μέτρο που τούτο δεν αντιτίθεται στο εταιρικό συμφέρον. Τα πρόσωπα αυτά δεν θεωρείται ότι μετέχουν στη συνέλευση για μόνο το λόγο ότι έλαβαν το λόγο για λογαριασμό παριστάμενου μετόχου ή ύστερα από πρόσκληση του προέδρου.

θ) Πρακτικά συνεδριάσεων της γενικής συνέλευσης (Άρθρο 134. )

Οι συζητήσεις και αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη γενική συνέλευση καταχωρίζονται σε περίληψη σε ειδικό βιβλίο πρακτικών. Στο ίδιο βιβλίο καταχωρίζεται και κατάλογος των μετόχων που παραστάθηκαν ή αντιπροσωπεύθηκαν στη γενική συνέλευση.

Με αίτηση μετόχου ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης υποχρεούται να καταχωρίσει στα πρακτικά περίληψη της γνώμης του. Ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης δικαιούται να αρνηθεί την καταχώριση γνώμης, αν αυτή αναφέρεται σε ζητήματα προφανώς εκτός ημερήσιας διάταξης ή το περιεχόμενό της αντίκειται καταφανώς στα χρηστά ήθη ή το νόμο.
Αντίγραφα πρακτικών συνεδριάσεων της γενικής συνέλευσης υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 93.

Η εταιρεία υποχρεούται να χορηγεί στους μετόχους της αντίγραφα πρακτικών γενικών συνελεύσεων ύστερα από αίτησή τους. Οι μέτοχοι στους οποίους η εταιρεία αρνείται να χορηγήσει αντίγραφα των πρακτικών γενικής συνέλευσης, στην οποία παρέστησαν αυτοπροσώπως ή με νόμιμα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, μπορούν να απευθυνθούν στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., όπου τηρείται ο φάκελος της εταιρείας, η οποία υποχρεούται να τους χορηγήσει τα αντίγραφα αυτά, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3419/2005, εφόσον πρόκειται για πράξεις που καταχωρούνται στο Γ.Ε.ΜΗ.. Οι τρίτοι που έχουν έννομο συμφέρον και οι μη παραστάντες στη γενική συνέλευση μέτοχοι μπορούν να λάβουν αντίγραφα των πρακτικών της γενικής συνέλευσης από το Γ.Ε.ΜΗ., σε περίπτωση δε άρνησης αυτού, να χορηγήσει το πρακτικό ύστερα από σχετική εισαγγελική παραγγελία.

ι) Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης

Η γενική συνέλευση είναι μόνη αρμόδια να αποφασίζει για:
(α)
 Τροποποιήσεις του καταστατικού. Ως τροποποιήσεις θεωρούνται και οι αυξήσεις, τακτικές ή έκτακτες, και οι μειώσεις του κεφαλαίου. [ Εξαιρούνται : Αυξήσεις κεφαλαίου ή πράξεις αναπροσαρμογής του κεφαλαίου που ρητά ανατίθενται από το νόμο ή το καταστατικό στο διοικητικό συμβούλιο, καθώς και αυξήσεις που επιβάλλονται από διατάξεις άλλων νόμων και Η τροποποίηση ή η προσαρμογή διατάξεων του καταστατικού από το διοικητικό συμβούλιο στις περιπτώσεις που ορίζει τούτο ρητά ο νόμος.]
(β) Εκλογή μελών του διοικητικού συμβουλίου και ελεγκτών. [Εξαιρούνται : Ο διορισμός με το καταστατικό του πρώτου διοικητικού συμβουλίου και η εκλογή κατά το καταστατικό, σύμφωνα με το άρθρο 82, συμβούλων σε αντικατάσταση παραιτηθέντων, αποθανόντων ή απωλεσάντων την ιδιότητά τους με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. ]
(γ) Την έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρο 108 και την απαλλαγή των ελεγκτών.
(δ)
 Έγκριση των ετήσιων και των τυχόν ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
(ε)
 Διάθεση των ετήσιων κερδών. [Εξαιρούνται : Η δυνατότητα διανομής προσωρινών μερισμάτων κατά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 162 και Η δυνατότητα διανομής κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 162 κερδών ή προαιρετικών αποθεματικών μέσα στην τρέχουσα εταιρική χρήση με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, υποκείμενη σε δημοσίευση.]
(στ) Την έγκριση παροχής αμοιβών ή προκαταβολής αμοιβών κατά το άρθρο 109.
(ζ) Επί εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά εταιρειών, την έγκριση της πολιτικής αποδοχών του άρθρου 110 και της έκθεσης αποδοχών του άρθρου 112,
(η) Συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή, αναβίωση, παράταση της διάρκειας ή λύση της εταιρείας [ Εξαιρείται : Η απορρόφηση κατά τα άρθρα 78 και 78α του κ.ν. 2190/1920 ανώνυμης εταιρείας από άλλη ανώνυμη εταιρεία που κατέχει το εκατό τοις εκατό (100%) ή το ενενήντα τοις εκατό (90%) ή περισσότερο των μετοχών της. ] και
(θ) Διορισμό εκκαθαριστών.

ια) Απαρτία και πλειοψηφία

«Απλή» απαρτία

Η γενική συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ένα πέμπτο (1/5) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

Αν δεν επιτευχθεί η απαρτία αυτή, η γενική συνέλευση συνέρχεται εκ νέου μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη χρονολογία της ματαιωθείσας συνεδρίασης, ύστερα από πρόσκληση προ δέκα (10) τουλάχιστον πλήρων ημερών. Στην επαναληπτική αυτή συνεδρίαση η γενική συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερησίας διάταξης, οσοδήποτε και αν είναι το εκπροσωπούμενο σε αυτήν τμήμα του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

«Ενισχυμένη » απαρτία

Κατ’ εξαίρεση, προκειμένου για αποφάσεις που αφορούν τη μεταβολή της εθνικότητας της εταιρείας, τη μεταβολή του αντικειμένου της επιχείρησης αυτής, την επαύξηση των υποχρεώσεων των μετόχων, την τακτική αύξηση του κεφαλαίου, εκτός αν επιβάλλεται από το νόμο ή γίνεται με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών, τη μείωση του κεφαλαίου, εκτός αν γίνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 21 ή την παράγραφο 6 του άρθρου 49, τη μεταβολή του τρόπου διάθεσης των κερδών, τη συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή, αναβίωση, παράταση της διάρκειας ή διάλυση της εταιρείας, την παροχή ή ανανέωση εξουσίας προς το διοικητικό συμβούλιο για αύξηση του κεφαλαίου, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που ορίζεται στο νόμο ότι η γενική συνέλευση αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, η συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ήμισυ (1/2) του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

Στην περίππτωση της προηγούμενης παραγράφου, αν δεν επιτευχθεί η απαρτία του τελευταίου εδαφίου, η γενική συνέλευση προσκαλείται και συνέρχεται εκ νέου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, βρίσκεται δε σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

ΠΡΟΣΟΧΗ

Το καταστατικό μπορεί να ορίζει για όλα ή συγκεκριμένα θέματα μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίας από τα προβλεπόμενα. Η προβλεπόμενη από το καταστατικό απαρτία για τα θέματα της «Απλής» απαρτίας, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο τρίτα (2/3) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

«Απλή» Πλειοψηφία

Οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των εκπροσωπούμενων σε αυτή ψήφων.

«Ενισχυμένη » Πλειοψηφία

Κατ’ εξαίρεση, οι αποφάσεις που προβλέπονται «Ενισχυμένη » απαρτία, λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των ψήφων που εκπροσωπούνται στη συνέλευση.

ΠΡΟΣΟΧΗ

Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι για όλες ή συγκεκριμένες αποφάσεις να απαιτούνται μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που προβλέπονται στο Νόμο.

Στον επόμενο πίνακα εμφανίζονται συνοπτικά τα ανωτέρω :

ΑπαρτίαΠρώτη Γ.ΣΕπαναληπτική Γ.Σ
«Απλή» απαρτία – Ελάχιστη20,00%Μία μετοχή
«Ενισχυμένη » απαρτία – Ελάχιστη (*)50,00%33,33%
(*)Εταιρείες με εισηγμένες μετοχές, ή όταν πρόκειται να ληφθεί απόφαση για αύξηση κεφαλαίου50,00%20,00%
ΠλειοψηφίαΠρώτη Γ.ΣΕπαναληπτική Γ.Σ
«Απλή» Πλειοψηφία – Επί των παρόντων50,00%+150,00%+1
«Ενισχυμένη »Πλειοψηφία – Επί των παρόντων (2/3) των ψήφων [66,67%](2/3) των ψήφων [66,67%]

Περιορισμοί στην συμμετοχή μετόχου στην ψηφοφορία για την ανάθεση του υποχρεωτικού ελέγχου

 «8. Φυσικό πρόσωπο, το οποίο κατέχει μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά και το οποίο είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εν λόγω εταιρείας, δεν μετέχει στην ψηφοφορία της γενικής συνέλευσης και δεν υπολογίζεται για τον σχηματισμό της απαρτίας και της πλειοψηφίας, όταν η γενική συνέλευση αποφασίζει την ανάθεση του υποχρεωτικού ελέγχου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή σε ελεγκτική εταιρία. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όταν η πλειοψηφία των ανεξάρτητων μελών του διοικητικού συμβουλίου δηλώσει ότι συμφωνεί με την ανάθεση του ελέγχου στα προτεινόμενα πρόσωπα.» ( άρθρο 124, παρ. 8, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4587/2018 )

32) Δικαιώματα Μειοψηφίας – Ενώσεις μετοχών ( Άρθρα 141- 144)

α) Το άρθρο 141 για τα δικαιώματα μειοψηφίας (συλλογικά και ατομικά) ακολουθεί καταρχήν το άρθρο 39 του κ.ν. 2190/1920, με ορισμένες όμως τροποποιήσεις.

 Η παράγραφος 1 προβλέπει το δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει τη σύγκληση έκτακτης Γ.Σ.. Η διάταξη ακολουθεί την προηγούμενη διαδικασία με δύο τροποποιήσεις: Ορίζεται ρητά αφενός ότι η τυχόν απόφαση του δικαστηρίου που παρέχει την άδεια σύγκλησης δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα, ώστε να αποφευχθεί η άποψη που διατυπώθηκε ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, οπότε το δικαίωμα της μειοψηφίας πρακτικά ματαιώνεται, και αφετέρου ότι το Δ.Σ. μπορεί να επιλέξει να ακολουθήσει τη διαδικασία του άρθρου 135, εκτός αν οι αιτούντες μέτοχοι έχουν ζητήσει τη σύγκληση Γ.Σ. κατά τις γενικές διατάξεις.

Στην παράγραφο 7 τίθεται ποσοστό 1/10 αντί 1/5 για την πληροφόρηση για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων.

Με την παράγραφο 10 προστίθεται ένα νέο ατομικό μετοχικό δικαίωμα πληροφόρησης (για μη εισηγμένες εταιρείες), που θα είναι χρήσιμο προκειμένου ο μέτοχος να γνωρίζει ποια είναι ακριβώς η θέση του στην εταιρεία. Η πληροφορία αυτή μπορεί να είναι απαραίτητη όχι μόνο για την άσκηση των δικαιωμάτων του, αλλά και σε περίπτωση εκποίησης των μετοχών του, ώστε ο αγοραστής να μπορεί ευχερώς να διαπιστώσει τι αγοράζει. Ακόμη, με την παράγραφο 11 εισάγεται καταστατική δυνατότητα για την πρόβλεψη ατομικού δικαιώματος πληροφόρησης των μετόχων, όσον αφορά τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο κεφάλαιο της Α.Ε., με παράλληλη ευχέρεια της τελευταίας να μη συμπεριλάβει στο σχετικό πίνακα μετόχους που κατέχουν λιγότερο από 1% του κεφαλαίου.
β) Άρθρα 142 και 143 (έκτακτος έλεγχος): Η βασική ρυθμιστική δομή και λειτουργία του έκτακτου ελέγχου διατηρείται. Λόγω της κατάργησης της διοικητικής εποπτείας δεν επαναλαμβάνεται ότι ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης μπορεί να ζητήσει τον έκτακτο έλεγχο, ενώ παραμένει η αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τις εισηγμένες εταιρείες.

Δικαίωμα να ζητήσουν έκτακτο έλεγχο της εταιρείας από το δικαστήριο, που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχουν: α) Μέτοχοι της εταιρείας που αντιπροσωπεύουν το ένα εικοστό (1/20) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου. β) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, Ο έλεγχος αυτός διατάσσεται, αν πιθανολογούνται πράξεις που παραβιάζουν διατάξεις του νόμου ή του καταστατικού της εταιρείας ή αποφάσεις της γενικής συνέλευσης. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση ελέγχου πρέπει να υποβάλλεται μέσα σε τρία (3) έτη από την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης, εντός της οποίας τελέστηκαν οι καταγγελλόμενες πράξεις.

Μέτοχοι της εταιρείας, που εκπροσωπούν το ένα πέμπτο (1/5) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, δικαιούνται να ζητήσουν από το δικαστήριο τον έλεγχο της εταιρείας, εφόσον από την όλη πορεία αυτής, αλλά και με βάση συγκεκριμένες ενδείξεις, καθίσταται πιστευτό ότι η διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείριση. Το καταστατικό μπορεί να μειώσει, όχι όμως πέραν του μισού, το ποσοστό του καταβεβλημένου κεφαλαίου που απαιτείται για την άσκηση του δικαιώματος της παρούσας παραγράφου.

γ) [ ΕΝΩΣΕΙΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ] Με τις διατάξεις του άρθρου 144 εισάγεται στο ελληνικό δίκαιο η δυνατότητα σύστασης ενώσεων μετόχων, που, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, μπορούν να ασκήσουν, στο δικό τους όνομα αλλά για λογαριασμό των μελών τους, τα δικαιώματα μειοψηφίας τούτων. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται η άσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων και ο έλεγχος της εταιρικής διοίκησης. Μια παραπέρα διευκόλυνση μπορεί να είναι η οργάνωση διαδικτυακού forum μετόχων (Aktionärsforum), ώστε οι μέτοχοι να μπορούν μέσω αυτού να συνεννοούνται επωνύμως για την άσκηση των δικαιωμάτων τους στην προσεχή Γ.Σ. (έτσι π.χ. και στη Γερμανία, παράγραφος 127α AktG). Οι λεπτομέρειες της ρύθμισης πρέπει να ορίζονται στο καταστατικό της ένωσης, ενώ προβλέπεται η έκδοση σχετικού προεδρικού διατάγματος για τον τρόπο λειτουργίας των ενώσεων αυτών.

Στον κατωτέρω πίνακα εμφανίζονται όλα τα δικαιώματα των μετόχων « μειοψηφίας» :

Α/ΑΕίδος δικαιώματοςΣχετική διάταξηΑπαιτούμενο ποσοστό
1Δυνατότητα αντίδρασης σε :Τροποποιήσεις καταστατικού ή λήψη αποφάσεων , για τις οποίες απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (καταστατική γενική συνέλευση) [Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι για όλες ή συγκεκριμένες αποφάσεις απαιτούνται μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που προβλέπονται από το Νόμο. ]Άρθρο 13233,33%
2Δυνατότητα αντίδρασης σε : Αποφάσεις της γενικής συνέλευσης που λαμβάνονται χωρίς συνεδρίαση. Προϋπόθεση :Μειοψηφία του ενός πέμπτου (1/5) του κεφαλαίου δεν αντιτίθεται στη λήψη απόφασης με τη διαδικασία του παρόντος άρθρουΆρθρο 13520,00%
3Δυνατότητα αντίδρασης σε : Απόφαση της γενικής συνέλευσης που λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό, ακυρώνεται από το δικαστήριο. Η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί με αγωγή από οποιονδήποτε μέτοχο, κάτοχο μετοχών που εκπροσωπούν τα 2/100 του κεφαλαίου, αν δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφασηΆρθρο 137, παρ. 32,00%
4Σε περίπτωση που δεν υπήρξε σύγκληση της γενικής συνέλευσης ή το περιεχόμενο της απόφασής της είναι αντίθετο στο νόμο ή το καταστατικό, η απόφαση είναι άκυρη. Η ακυρότητα μπορεί να προβληθεί από κάθε πρόσωπο, μέτοχο ή τρίτο, που έχει έννομο συμφέρονΆρθρο 138, παρ. 4Μία Μετοχή
5Με αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλεί έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων.Άρθρο 141 παρ. 15,00%
6Με αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να εγγράψει στην ημερήσια διάταξη γενικής συνέλευσης, που έχει ήδη συγκληθεί, πρόσθετα θέματαΆρθρο 141 παρ. 25,00%
7Σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν σχέδια αποφάσεων για θέματα που περιλαμβάνονται στην αρχική ή την τυχόν αναθεωρημένη ημερήσια διάταξη γενικής συνέλευσης.Άρθρο 141 παρ. 35,00%
8Με αίτηση μετόχου ή μετόχων που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, ο πρόεδρος της συνέλευσης υποχρεούται να αναβάλει μία μόνο φορά τη λήψη αποφάσεων από τη γενική συνέλευση, για όλα ή ορισμένα θέματα, ορίζοντας ημέρα συνέχισης της συνεδρίασης,Άρθρο 141 παρ. 55,00%
9Ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε μετόχου, που υποβάλλεται στην εταιρεία πέντε (5) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να παρέχει στη γενική συνέλευση τις αιτούμενες συγκεκριμένες πληροφορίες για τις υποθέσεις της εταιρείας, στο μέτρο που αυτές είναι σχετικές με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.Άρθρο 141 παρ. 6 , περ. 1Μία Μετοχή
10Με αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να ανακοινώνει στη γενική συνέλευση, εφόσον είναι τακτική, τα ποσά που, κατά την τελευταία διετία, καταβλήθηκαν σε κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή τους διευθυντές της εταιρείας, καθώς και κάθε παροχή προς τα πρόσωπα αυτά από οποιαδήποτε αιτία ή σύμβαση της εταιρείας με αυτούς.Άρθρο 141 παρ. 6 , περ. 25,00%
11Υστερα από αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/10 του καταβεβλημένου κεφαλαίου , το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να παρέχει στη γενική συνέλευση πληροφορίες για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων και την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας.Άρθρο 141 παρ. 710,00%
12Ύστερα από αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, η ψηφοφορία σε κάποιο θέμα ή θέματα της ημερήσιας διάταξης ενεργείται με φανερή ψηφοφορία.Άρθρο 141 παρ. 6 , περ. 95,00%
13Ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε μετόχου, υποβαλλόμενη κατά πάντα χρόνο, το διοικητικό συμβούλιο οφείλει να πληροφορήσει το μέτοχο για το ύψος του κεφαλαίου της εταιρείας, τις κατηγορίες των μετοχών που έχουν εκδοθεί και τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας,Άρθρο 141 παρ.10Μία Μετοχή
14Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και με την προϋπόθεση ότι το προβλέπει το καταστατικό, κάθε μέτοχος μπορεί να ζητήσει να του χορηγηθεί πίνακας των μετόχων της εταιρείας, με ένδειξη του ονοματεπωνύμου, της διεύθυνσης και του αριθμού μετοχών κάθε μετόχου.Άρθρο 141 παρ.11Μία Μετοχή
15Δικαίωμα να ζητήσουν έκτακτο έλεγχο της εταιρείας από το δικαστήριο,έχουν: Μέτοχοι της εταιρείας που αντιπροσωπεύουν το (1/20) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου (αν πιθανολογούνται πράξεις που παραβιάζουν διατάξεις του νόμου ή του καταστατικού της εταιρείας ή αποφάσεις της γενικής συνέλευσης ).Άρθρο 142 παρ.15,00%
16Μέτοχοι της εταιρείας, που εκπροσωπούν το 1/5 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, δικαιούνται να ζητήσουν από το δικαστήριο τον έλεγχο της εταιρείας, εφόσον με βάση συγκεκριμένες ενδείξεις, καθίσταται πιστευτό ότι η διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείριση.Άρθρο 142 παρ.320,00%
17Ένας ή περισσότεροι μέτοχοι μπορούν, να ζητήσουν με αγωγή από το δικαστήριο την εξαγορά των μετοχών τους από την εταιρεία, αν για τους λόγους αυτούς η παραμονή τους σε αυτήν καθίσταται, κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη.Άρθρο 45Μία Μετοχή
18Αν ένας μέτοχος απέκτησε μετά την ίδρυση της εταιρείας και διατηρεί τουλάχιστον το 95% του κεφαλαίου της [ μαζί με τα “Συνδεδεμένα μέρη” ], ένας ή περισσότεροι από τους λοιπούς μετόχους μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο, την εξαγορά της συμμετοχής τους από τον μέτοχο αυτόν.Άρθρο 46Μία Μετοχή
19Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι ορισμένος μέτοχος ή μέτοχοι έχουν το δικαίωμα να διορίζουν απευθείας μέλη του διοικητικού συμβουλίου, όχι όμως πέραν των δύο πέμπτων (2/5) του προβλεπόμενου συνολικού αριθμού αυτών.Άρθρο 79Βάσει καταστατικού
20Εντός δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης της χορήγησης άδειας για συμβάσεις με ”Συνδεδεμένα μέρη”από το διοικητικό συμβούλιο , μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/20 του κεφαλαίου, μπορούν να ζητήσουν τη σύγκληση γενικής συνέλευσης για να αποφασίσει αυτή για το ζήτημα της παροχής της άδειας.Άρθρο 100, παρ. 35,00%
21Αν μέχρι να χορηγηθεί άδεια από τη γενική συνέλευση, έχει ήδη συναφθεί η σύμβαση της παραγράφου 1 του άρθρου 99 ή έχει παρασχεθεί η εγγύηση ή η ασφάλεια, τότε η χορήγηση της άδειας από την γενική συνέλευση ματαιώνεται, αν αντιταχθούν σε αυτήν μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου.Άρθρο 100, παρ. 45,00%
22Mέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου έχουν δικαίωμα να υποβάλουν εγγράφως προς το διοικητικό συμβούλιο αίτηση με αντικείμενο την άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας κατά το άρθρο 103.Άρθρο 1045,00%
23Αμοιβή ή παροχή που καταβλήθηκε ή αποφασίστηκε να καταβληθεί σε συγκεκριμένο μέλος του διοικητικού συμβουλίου, μπορεί να μειωθεί από το δικαστήριο αν, κριθεί υπέρογκη και αντιτάχθηκαν στην απόφαση αυτή μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/10 του κεφαλαίου. Η αίτηση προς το δικαστήριο υποβάλλεται από μετόχους που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του μετοχικού κεφαλαίου και αντιτάχθηκαν στην απόφαση αυτή.Άρθρο 1095,00%
24Απαίτηση για ελάχιστο μέρισμα 35%.Άρθρο 161, παρ. 233,33%
25Απαίτηση για ελάχιστο μέρισμα 10%.Άρθρο 161, παρ. 220%+1
26Απαίτηση για καταβολή και όχι κεφαλαιοποίηση του ελάχιστου μερίσματοςΆρθρο 161, παρ. 333,33%
27Χορήγηση του μερίσματος σε μετρητά και όχι σε εισηγμένους σε αγορά τίτλους. [Εφαρμόζεται στις εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρεωτικό ή σε προαιρετικό έλεγχο από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία].Άρθρο 161, παρ. 433,33%
28Απαίτηση για Χορήγηση του μερίσματος σε μετρητά και όχι σε είδος ( εκτός εισηγμένους σε αγορά τίτλους). [Εφαρμόζεται στις εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρεωτικό ή σε προαιρετικό έλεγχο από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία.]Άρθρο 161, παρ. 4Μία Μετοχή
29Η εταιρεία μπορεί να λυθεί με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον αν: α) κατά τη σύσταση της εταιρείας δεν καταβλήθηκε το κεφάλαιο, ή β) η εταιρεία δεν έχει το ελάχιστο κεφάλαιο που ορίζεται κάθε φορά από το νόμο, ή γ) η εταιρεία δεν έχει υποβάλλει προς καταχώριση χρηματοοικονομικές καταστάσεις δύο (2) τουλάχιστον συνεχών διαχειριστικών χρήσεων, εγκεκριμένες από τη γενική συνέλευση.Άρθρο 165Μία Μετοχή
30Η εταιρεία μπορεί να λυθεί με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση μετόχου ή μετόχων που εκπροσωπούν το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου, αν υφίσταται προς τούτο σπουδαίος λόγος, που, κατά τρόπο προφανή και μόνιμο, καθιστά τη συνέχιση της εταιρείας αδύνατη.Άρθρο 16633,33%
31Το δικαστήριο ύστερα από αίτηση μετόχου που εκπροσωπεί το 10% του κεφαλαίου, μπορεί να διατάξει με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας την παράλειψη ή τη διακοπή του σταδίου της εκκαθάρισης και την άμεση διαγραφή της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ., αν η περιουσία της εταιρείας δεν αναμένεται να επαρκέσει για την κάλυψη των εξόδων της εκκαθάρισης.Άρθρο 16710,00%
32Σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης . Αν το σχέδιο δεν εγκριθεί, ο εκκαθαριστής ή μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου μπορούν να ζητήσουν την έγκριση του σχεδίου ή τον ορισμό άλλων κατάλληλων μέτρων από το δικαστήριοΆρθρο 1695,00%
33Αν το διοικητικό συμβούλιο δεν προβεί στις ενέργειες Ονομαστικοποίησης των μετοχών, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019, κάθε μέτοχος που έχει ανώνυμες μετοχές μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να υποχρεωθεί η εταιρεία να εγγράψει τον αιτούντα στο βιβλίο μετόχων και να εκδώσει και να παραδώσει σε αυτόν νέες ονομαστικές μετοχές.Άρθρο 184Μία Μετοχή

Δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά των μετοχών της από την εταιρεία (Άρθρο 45 )

1. Ένας ή περισσότεροι μέτοχοι μπορούν, για τους λόγους που ορίζονται στην παράγραφο 2, να ζητήσουν με αγωγή από το δικαστήριο την εξαγορά των μετοχών τους από την εταιρεία, αν για τους λόγους αυτούς η παραμονή τους σε αυτήν καθίσταται, κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη. Το δικαίωμα αυτό υφίσταται με την προϋπόθεση ότι οι μέτοχοι που ζητούν την εξαγορά παρέστησαν στη γενική συνέλευση και αντιτάχθηκαν στη λήψη της σχετικής απόφασης, εκτός αν, στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2, ο λόγος εξαγοράς δεν σχετίζεται με τέτοια απόφαση.
2. Εξαγορά μπορεί να ζητηθεί:
α)
 αν η γενική συνέλευση αποφάσισε τη μεταφορά της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος,
β) αν η γενική συνέλευση αποφάσισε

· την εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών ή

· την αλλαγή του σκοπού της εταιρείας, ή

γ) σε άλλες περιπτώσεις που προβλέπει το καταστατικό, εφόσον προβλέπει και σχετική προθεσμία για την άσκηση της αγωγής της παραγράφου 1.
3. Η αγωγή της παραγράφου 1 μπορεί να ασκηθεί μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη συντέλεση της σχετικής τροποποίησης του καταστατικού. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 η αγωγή ασκείται εντός της προθεσμίας που προβλέπει το καταστατικό.
4. Το δικαστήριο, που δικάζει και δέχεται την αγωγή, ορίζει το αντάλλαγμα της εξαγοράς, που πρέπει να είναι δίκαιο και να ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία των μετοχών, καθώς και τους όρους καταβολής του.

Για τον προσδιορισμό της αξίας, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει πραγματογνωμοσύνη, που διενεργείται από τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 17.

Σχετικά με τις εργασίες των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών δείτε το επισυναπτόμενο έγγραφο :

« Οδηγίες προς τους Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές για τη σύνταξη των «ειδικών» εκθέσεων στο πλαίσιο εκτέλεσης εργασιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4548/2018». ( Σ.Ο.Ε.Λ 2/7/2019, Αρ. Πρωτ. 1555 )

· Πρόκειται για εργασία αποτίμησης που δεν εμπίπτει στα επαγγελματικά πρότυπα της IFAC.

·  Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 17 η σύνταξη της έκθεσης αποτίμησης της παρ. 3 συνιστά ασυμβίβαστο με τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου [ο Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής δεν πρέπει να έχει αναλάβει τον υποχρεωτικό έλεγχο της εταιρείας κατά την τελευταία τριετία]

Αν οι μέτοχοι που ζήτησαν την εξαγορά δεν αποδέχονται το τίμημα που προσδιορίζεται κατά τα ανωτέρω, μπορούν να αρνηθούν την εξαγορά, επιβαρύνονται όμως με τα έξοδα της δίκης για τον προσδιορισμό της αξίας των μετοχών τους.
5. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει τη λύση της εταιρείας αν η εξαγορά που διατάσσεται, κατά το παρόν άρθρο, δεν ολοκληρωθεί μέσα σε ορισμένη προθεσμία, εξαιτίας πταίσματος του υπόχρεου σε εξαγορά.
6. Στις ανωτέρω περιπτώσεις εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 4 έως 7 του άρθρου 49 και του άρθρου 50 [ Ίδιες Μετοχές ].
7. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται επί εταιρειών των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ.

Δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον πλειοψηφούντα μέτοχο  ( Άρθρο 46.)

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για τη δημόσια πρόταση αγοράς κινητών αξιών, αν ένας μέτοχος απέκτησε μετά την ίδρυση της εταιρείας και διατηρεί τουλάχιστον το ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) του κεφαλαίου της, ένας ή περισσότεροι από τους λοιπούς μετόχους μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο με αγωγή, η οποία ασκείται μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ετών από τότε που ο μέτοχος απέκτησε το παραπάνω ποσοστό, την εξαγορά της συμμετοχής τους από τον μέτοχο αυτόν.

 Στο ποσοστό του κεφαλαίου της εταιρείας που κατέχει ο παραπάνω μέτοχος συνυπολογίζονται τα ποσοστά που κατέχουν: α) συνδεδεμένες με αυτόν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014, και β) τα στενά μέλη οικογένειας αυτού, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα Α΄ του ν. 4308/2014.
2.
 Στην εξαγορά τους παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 45.

Εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας από τον πλειοψηφούντα μέτοχο ( Άρθρο 47)
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για τη δημόσια πρόταση αγοράς κινητών αξιών, αν ένας μέτοχος απέκτησε μετά την ίδρυση της εταιρείας και διατηρεί το ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) τουλάχιστον του κεφαλαίου της, μπορεί να εξαγοράσει τις μετοχές των μειοψηφούντων μετόχων έναντι ανταλλάγματος, που πρέπει να ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία των μετοχών αυτών. Το δικαίωμα αυτό ασκείται μέσα σε πέντε (5) έτη από τότε που ο πλειοψηφών μέτοχος απέκτησε το παραπάνω ποσοστό.
2. Στον έλεγχο των προϋποθέσεων άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς και στον προσδιορισμό του ανταλλάγματος προβαίνει, ύστερα από αίτηση του πλειοψηφούντος μετόχου, το δικαστήριο με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

Ο αιτών υποβάλλει στο δικαστήριο έκθεση πραγματογνωμοσύνης, που συντάσσεται από τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 17. Τα πρόσωπα αυτά ορίζει ο αιτών. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας υποχρεούται να παράσχει στα πρόσωπα αυτά όλα τα αναγκαία οικονομικά στοιχεία. Το δικαστήριο εκτιμά ελεύθερα την έκθεση των πραγματογνωμόνων.
3. Ο πλειοψηφών μέτοχος οφείλει να παρακαταθέσει το συνολικό αντάλλαγμα, που αντιστοιχεί στις μετοχές της μειοψηφίας, σε πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο αναλαμβάνει να καταβάλει το αντάλλαγμα στους δικαιούχους μετόχους, ύστερα από έλεγχο της νομιμοποίησής τους. …..

 

33) Λύση και Εκκαθάριση – Κατάργηση ως λόγου Λύσεως το γεγονός ότι : «Το Σύνολο των Ιδίων Κεφαλαίων καταστεί κατώτερο του 1/10 του Μετοχικού Κεφαλαίου» ( Άρθρα 164-171 )

α) Το άρθρο 164 βασίζεται στις διατάξεις του ισχύοντος δικαίου (παρ. 1 και 2 άρθρου 47α του κ.ν. 2190/1920).

Η εταιρεία λύεται:

(α) με την πάροδο του κατά το καταστατικό χρόνου διάρκειάς της,

(β) με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία,

(γ) με την κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση, και

(δ) σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης πτώχευσης, λόγω ανεπάρκειας της περιουσίας του οφειλέτη για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας.

Ως λόγος λύσης προστίθεται η περίπτωση απόρριψης της αίτησης πτώχευσης λόγω ανεπάρκειας της περιουσίας του οφειλέτη, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 του Πτωχευτικού Κώδικα, δεδομένου ότι εν προκειμένω έχει διαγνωσθεί δικαστικά ότι, ενώ πληρούνται οι προϋποθέσεις της πτώχευσης, αυτή δεν μπορεί να κηρυχθεί λόγω έλλειψης ενεργητικού. Εξάλλου, αντίστοιχη είναι η πρόβλεψη της παραγράφου 1 του άρθρου 167, σύμφωνα με την οποία η περάτωση της πτώχευσης (που μπορεί να οφείλεται και σε έλλειψη ενεργητικού) οδηγεί σε εκκαθάριση της εταιρείας.
β) Το άρθρο 165 μεταφέρει τις διατάξεις του ισχύοντος δικαίου (άρθρο 48 του κ.ν. 2190/1920).

Στην περίπτωση α΄της παραγράφου 1 διευκρινίζεται ότι η αίτηση λύσης προϋποθέτει ότι το κεφάλαιο εξακολουθεί να είναι μη καταβεβλημένο μέχρι και την ημέρα υποβολής της αίτησης.

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του ισχύοντος άρθρου, η οποία προέβλεπε λύση της εταιρείας με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, όταν το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων καταστεί κατώτερο του 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου, δεν επαναλαμβάνεται, αφού είναι σκοπιμότερο και ασφαλέστερο να λειτουργήσει σε τέτοιες περιπτώσεις το πτωχευτικό δίκαιο (αντί της κοινής εταιρικής εκκαθάρισης), με τις δικές του προϋποθέσεις και τα δικά του αποτελέσματα.

[ Δείτε και ανωτέρω : 9) Ελάχιστο Μετοχικό Κεφάλαιο (25.000 Ευρώ) και έλεγχος της επάρκειας των Ιδίων Κεφαλαίων.]

Επίσης, τροποποιείται η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του ισχύοντος άρθρου (νυν περίπτωση γ΄), καθώς ορίζεται ότι αρκεί η μη υποβολή χρηματοοικονομικών καταστάσεων δύο διαχειριστικών χρήσεων για την υποβολή αίτησης λύσης (αντί τριών).
γ)
 Στο άρθρο 166 (λύση με αίτηση των μετόχων) επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές σε σχέση με το ισχύον δίκαιο (άρθρο 48α του κ.ν. 2190/1920): Ορίζεται ως αρμόδιο δικαστήριο για την εξέταση της εν λόγω αίτησης το μονομελές πρωτοδικείο, το οποίο δικάζει με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Στην παράγραφο 4, καταργείται η δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας για την άρση των λόγων λύσης, καθώς κρίθηκε ότι αρκεί το διάστημα των δύο ως τεσσάρων μηνών. Επιπλέον, επαυξάνεται το απαιτούμενο ποσοστό των μετόχων που δικαιούνται να ασκήσουν παρέμβαση, και συγκεκριμένα από 1/5 (όπως ορίζεται στην παρ. 3 του ισχύοντος δικαίου) σε 1/3 (όπως ορίζεται στην παρ. 5 του νομοσχεδίου). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στους παρεμβαίνοντες μετόχους επιφυλάσσεται ένα σημαντικότατο δικαίωμα, ήτοι της εξαγοράς των μετοχών του αιτούντος.
δ) Το άρθρο 169 μεταφέρει τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920 με ορισμένες τροποποιήσεις. Ορίζεται ότι το σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης υποβάλλεται 3 χρόνια μετά την έναρξη της εκκαθάρισης (αντί για 5). Στην παράγραφο 2 επαναλαμβάνεται η δυνατότητα του εκκαθαριστή ή μετόχων που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου να ζητούν από το δικαστήριο την έγκριση του σχεδίου, σε περίπτωση που η Γ.Σ. δεν έδωσε την έγκριση αυτή. Προστίθεται η δυνατότητα των αιτούντων να προτείνουν άλλα μέτρα στην αίτηση προς το δικαστήριο, όπως και η αντίστοιχη δυνατότητα του δικαστηρίου να αποκλίνει από το αρχικό σχέδιο, ακόμα και προσθέτοντας νέα μέτρα. Έτσι, παρέχεται διέξοδος στο δικαστήριο στην περίπτωση που τα προτεινόμενα μέτρα δεν είναι ρεαλιστικά.

34) Κρατική Εποπτεία

Το Κεφάλαιο 8ο του κ.ν. 2190/1920 δεν επαναλαμβάνεται στο νέο νόμο. Η κρατική εποπτεία, που δεν υπάρχει σε καμιά άλλη εταιρική μορφή, είχε απομειωθεί ήδη με το ν. 3604/2007, η πείρα όμως έχει δείξει ότι, ακόμη και μειωμένη, δεν έχει να παρουσιάσει κάποιο χειροπιαστό όφελος και περισσότερο δημιουργεί γραφειοκρατικά εμπόδια, επιπλέον δε, ζητήματα ίσης μεταχείρισης των επιχειρήσεων.

Ειδικότερα :

· Η δημοσιότητα των νέων εταιρειών πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την εγγραφή της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. χωρίς να ελέγχεται απ’ αυτό (Άρθρο 9. Έλεγχος που διενεργείται κατά την ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας και τις εταιρικές μεταβολές).

·  Η αποτίμηση των εισφορών σε είδος διενεργείται πλέον από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή ελεγκτική εταιρεία ή, κατά περίπτωση, από πιστοποιημένους εκτιμητές. Η έκθεση εκτίμησης δεν υπόκειται σε αποδοχή από τη Διοίκηση, αφού αποστέλλεται κατευθείαν στο Γ.Ε.ΜΗ. με μέριμνα των ενδιαφερομένων. ( Άρθρο 17. Εισφορές σε είδος και αποτίμηση των εισφορών αυτών)

35) Δημοσιότητα και  Έλεγχος που διενεργείται κατά την ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας και τις εταιρικές μεταβολές ( Άρθρα 9 και 12-14)

Δημοσιότητα

Τι είναι : Η υποβολή εταιρικής πράξης ή άλλου στοιχείου «σε δημοσιότητα» του άρθρου 13 του ν. 4548/2018,

Πως πραγματοποιείται : Η δημοσιότητα στο Γ.Ε.ΜΗ. πραγματοποιείται με εγγραφή της εταιρείας και με καταχώριση των δημοσιευτέων πράξεων και στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3419/2005, του άρθρου 232 του ν. 4072/2012 (Α΄86) και του άρθρου 2 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74).

Πράξεις που υποβάλλονται σε δημοσιότητα

Σε δημοσιότητα υποβάλλονται οι εξής πράξεις και στοιχεία:
α) Οι ιδρυτικές πράξεις των ανωνύμων εταιρειών με το καταστατικό και, όπου τυχόν απαιτείται, με την εγκριτική απόφαση της Διοίκησης.
β) Οι αποφάσεις για τροποποίηση του καταστατικού με την εγκριτική απόφαση της Διοίκησης, όπου τυχόν απαιτείται, καθώς και ολόκληρο το νέο κείμενο του καταστατικού μαζί με τις γενόμενες τροποποιήσεις.
γ) Ο διορισμός και η για οποιοδήποτε λόγο παύση, με τα στοιχεία ταυτότητας, των προσώπων που: αα) ασκούν τη διαχείριση της εταιρείας, ββ) έχουν την εξουσία να την εκπροσωπούν από κοινού ή μεμονωμένα, γγ) είναι αρμόδια να ασκούν τον τακτικό της έλεγχο.

δ) Κάθε απόφαση για τακτική ή έκτακτη αύξηση ή μείωση του κεφαλαίου της εταιρείας. Στην απόφαση για αύξηση του κεφαλαίου πρέπει να αναγράφεται το νέο κεφάλαιο, ο αριθμός και το είδος των μετοχών που εκδίδονται, η ονομαστική τους αξία και γενικά οι όροι έκδοσής τους, καθώς και ο συνολικός αριθμός των μετοχών της εταιρείας.

ε) Η πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου, είτε κατά τη σύσταση της εταιρείας είτε ύστερα από κάθε αύξησή του, σύμφωνα με το άρθρο 20.
στ) Οι εγκεκριμένες ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και οι σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών της ανώνυμης εταιρείας. Οι ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις πρέπει να περιέχουν τα ατομικά στοιχεία των προσώπων που, κατά νόμο, τις υπογράφουν και τις πιστοποιούν.
ζ) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 162 για τη διανομή προσωρινού μερίσματος.
η) Η λύση της εταιρείας.
θ) Η δικαστική απόφαση παντός βαθμού, που κηρύσσει άκυρη την εταιρεία ή σε κατάσταση πτώχευσης ή την υποβάλλει σε άλλη συλλογική διαδικασία, καθώς και οι δικαστικές αποφάσεις παντός βαθμού
 που αναγνωρίζουν ως άκυρες ή ακυρώνουν αποφάσεις γενικών συνελεύσεων. Σε δημοσιότητα υποβάλλονται και οι δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν τις παραπάνω αποφάσεις.
ι) Ο διορισμός και η αντικατάσταση των εκκαθαριστών με τα στοιχεία της ταυτότητάς τους.
ια) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εκκαθάρισης, καθώς και οι τελικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
ιβ) Η διαγραφή της εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 170.
ιγ) Κάθε άλλη πράξη ή στοιχείο, του οποίου η δημοσιότητα επιβάλλεται από κατ’ ιδίαν διατάξεις.
Σύγκριση με το Κ.Ν 2190/20

Επαναλαμβάνονται διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (άρθρο 7α παράγραφος 1), ενώ οι διατάξεις για τη δημοσιότητα των αλλοδαπών εταιρειών περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο για τις αλλοδαπές εταιρείες.

Το άρθρο 13, αναφέρεται στη υποβολή των εταιρικών στοιχείων και πράξεων σε δημοσιότητα με παραπομπή στα ισχύοντα στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), όπως σήμερα ρυθμίζεται. Προς τούτο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι ρυθμίσεις των νόμων 4072/20124281/2014 και 4250/2014 σε σχέση με την καταργηθείσα δημοσιότητα διά του τύπου, του ΦΕΚ και του διαδικτυακού τόπου της εταιρείας, καθώς και οι ρυθμίσεις του νόμου 4281/2014 (άρθρα 203 επ.) για την (προαιρετική) ηλεκτρονική υποβολή εγγράφων και στοιχείων στο Γ.Ε.ΜΗ..

Με το άρθρου 14 επαναλαμβάνονται διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (άρθρο 7γ).

Έλεγχος «νομιμότητας» και «πληρότητας»

Απόφαση 44559/20-4-2019 .

Εμπορική δημοσιότητα των πράξεων και στοιχείων των ανωνύμων εταιρειών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 του ν.4548/2018. Νέοι κανόνες περί ελέγχου νομιμότητας και πληρότητας από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, τις Δ/νσεις Αναπτύξεως των Περιφερειακών Ενοτήτων και τις Υπηρεσίες ΓΕΜΗ

ΕΝΟΤΗΤΑ 1 (Πλαίσιο ελέγχου ν.4548/2018 & διάκριση του ελέγχου νομιμότητας από αυτόν της πληρότητας)
« Με τις νέες διατάξεις του ν.4548/2018 τέθηκε νέο πλαίσιο ελέγχου που διενεργείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή (Δ/νση Εταιρειών), των Διευθύνσεων Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας και τις Υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. της χώρας. Έτσι, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4548/2018, προβλέπονται δύο είδη ελέγχων διακριτά και διαφοροποιημένα μεταξύ τους που είναι:


1. Έλεγχος νομιμότητας (άρθρο 9 παρ. 21 & 32 ν.4548/2018) που ασκείται από την Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή (ΓΓΕΠΚ) και τις αρμόδιες Υπηρεσίες των Περιφερειακών Ενοτήτων (Π.Ε.) της χώρας των Δ/νσεων Ανάπτυξης.

(1) 2. Η τροποποίηση του καταστατικού, η λύση της ανώνυμης εταιρείας ύστερα από απόφαση της γενικής συνέλευσης και η αναβίωσή της εγκρίνονται, ύστερα από τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας από την αρμόδια υπηρεσία της Περιφερειακής ενότητας της έδρας της εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του ν. 3419/2005 (Α’ 297). Ο έλεγχος νομιμότητας περιορίζεται στην τήρηση των διατάξεων του παρόντος, του καταστατικού και των διατάξεων του ν. 3419/2005 και αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη διενέργεια της καταχώρισης και την πραγματοποίηση της δημοσιότητας από την αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. Σε περίπτωση μεταβολών των καταχωρίσεων της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ., που δεν εμπίπτουν στο πρώτο εδάφιο, όπως μεταβολών στην εκπροσώπηση της εταιρείας ή δηλώσεων προσαρμογής του καταστατικού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4, η αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. προβαίνει σε τυπικό έλεγχο (έλεγχο πληρότητας) του άρθρου 7 του ν. 3419/2005 των υποβληθέντων εγγράφων. Τυπικός έλεγχος (έλεγχος πληρότητας) νοείται η διαπίστωση ότι τα υποβαλλόμενα έγγραφα είναι πλήρη και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του νόμου, χωρίς έλεγχο του περιεχομένου τους. ]

[ (2) 3. Ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από έλεγχο νομιμότητας, εγκρίνει τη σύσταση και την τροποποίηση του καταστατικού των παρακάτω εταιρειών:
α) των εταιρειών δημόσιου ενδιαφέροντος κατά την έννοια της περίπτωσης ιβ΄ του άρθρου 2 του παρόντος,

Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος (Public interest entities): Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος είναι οντότητες που υπόκεινται στον Ελληνικό νόμο και περιλαμβάνουν:
α) Τις οντότητες των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια της Οδηγίας 2004/39/ΕΟΚ και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις των περιπτώσεων 5 και 6 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012.
γ) Τα πιστωτικά ιδρύματα όπως αυτά καθορίζονται από την περίπτωση 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) αριθ. 575/2013.
δ) Οντότητες που καθορίζονται από τη νομοθεσία ως δημοσίου ενδιαφέροντος οντότητες, με βάση τη φύση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, το μέγεθος ή τον αριθμό των απασχολούμενων.]
β) των μεγάλων οντοτήτων της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), καθώς και κάθε άλλης ανώνυμης εταιρείας, εφόσον αυτό προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου,

[ Μεγάλες οντότητες είναι οι οντότητες οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους υπερβαίνουν τα όρια δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: α) Σύνολο ενεργητικού: 20.000.000 ευρώ. β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ. γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 250 άτομα. ]
γ) των εταιρειών που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Το Γ.Ε.ΜΗ. των παραπάνω εταιρειών τηρείται από την αρμόδια Διεύθυνση Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Από την ίδια υπηρεσία τηρείται το Γ.Ε.ΜΗ. των υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών της περίπτωσης γ’, καθώς και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών που είναι οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος των περιπτώσεων β’ και γ’ του Παραρτήματος Α’ του ν. 4308/2014 (Α’ 251). ]

Πρόκειται για προληπτικό, ουσιαστικό έλεγχο που αποσκοπεί στη διαπίστωση της συμφωνίας του περιεχομένου των προς καταχώριση πράξεων με τις διατάξεις του ν. 4548/2018 που διέπουν την Ανώνυμη Εταιρεία του καταστατικού της και του ν. 3419/2005.

 Ο έλεγχος αυτός διενεργείται σε όσες εταιρικές πράξεις (τροποποίηση καταστατικού, λύση, αναβίωση) δεν παράγουν τα κατά νόμο αποτελέσματά τους παρά μόνο ΑΠΟ και ΜΕΤΑ την καταχώριση τους στο Γ.Ε.ΜΗ..

Οι πράξεις αυτές είναι οι αναφερόμενες στην παρ.13 του άρθρου 15 του ν.3419/2005.

(3) [ «««1. Με την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. των νομικών γεγονότων, δηλώσεων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, επέρχονται, ως προς τις ομόρρυθμες εταιρείες, τις ετερόρρυθμες εταιρείες (απλές ή κατά μετοχές), τις ανώνυμες εταιρείες, τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, τις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, τους αστικούς συνεταιρισμούς, τις εταιρείες που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ`, δ` και ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και τους υπόχρεους που αναφέρονται στην περίπτωση β` της παραγράφου 2 του άρθρου 1, τα ακόλουθα αποτελέσματα:
α. Τα υπό σύσταση νομικά πρόσωπα που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο αποκτούν νομική προσωπικότητα.
β. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που ρυθμίζουν τη μετατροπή ή το μετασχηματισμό των εταιρειών, συντελείται η μετατροπή των υπόχρεων εταιρειών σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, αστικούς συνεταιρισμούς και σε εταιρείες που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ`, δ` και ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1.
γ. Επέρχεται η τροποποίηση του καταστατικού.
δ. Συντελείται η συγχώνευση ή η διάσπαση, με μόνη την εγγραφή και πριν από τη διαγραφή της εταιρείας που απορροφάται ή διασπάται.
ε. Επέρχεται η λύση, μετά από απόφαση των εταίρων ή έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης.
στ. Επέρχεται η αναβίωση».
» ]

Τονίζεται ότι, όσον αφορά στους μετασχηματισμούς, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4601/2019 και ο έλεγχος νομιμότητας ασκείται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον ειδικό νόμο.

Μετά τη διενέργεια του ελέγχου νομιμότητας και εφόσον οι υποβαλλόμενες πράξεις είναι σύμφωνες με τις διατάξεις που τις διέπουν, εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία σχετική διοικητική πράξη (απόφαση) έγκρισης.

Η εν λόγω διαδικασία αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη διενέργεια της καταχώρισης και την πραγματοποίηση της δημοσιότητας της αιτούμενης πράξης στο Γ.Ε.ΜΗ.

Οι όποιες παραλείψεις- ασυμφωνίες διαπιστωθούν από τη Διοίκηση, κατά τη διαδικασία ελέγχου νομιμότητας, ως προς το περιεχόμενο της πράξης του οργάνου (π.χ. Γ.Σ., Δ.Σ.,) σε σχέση με το νόμο ή το καταστατικό, επιβάλλουν τη μη έκδοση της αντίστοιχης διοικητικής πράξης, την μη καταχώριση της και την μη πραγματοποίηση της δημοσιότητας από την αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ.,
Επισημαίνεται ότι σε καμία περίπτωση ο έλεγχος που γίνεται κατά την καταχώριση αποφάσεων των εταιρικών οργάνων δεν εκτείνεται σε πλημμέλειες που αποτελούν λόγους ακυρωσίας των αποφάσεων αυτών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ.5 του ν.4548/2018.

Οι ακυρώσιμες αποφάσεις των εταιρικών Οργάνων για τις οποίες η παρ. 54 του άρθρου 137 του ν.4548/2018 θέτει σχετικό πλαίσιο, καταχωρίζονται στο ΓΕΜΗ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 137 παρ.125 του ίδιου νόμου η δε ακυρότητα αυτών αποφασίζεται και απαγγέλλεται από το δικαστήριο.

2. Έλεγχος πληρότητας που ασκείται από τις αρμόδιες Υ.Γ.Ε.ΜΗ. όλης της χώρας.

 Ως έλεγχος πληρότητας νοείται ο τυπικός έλεγχος που διενεργείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες ΓΕΜΗ της χώρας προκειμένου να διαπιστώσουν ότι η αίτηση καταχώρισης πράξης, στοιχείου ή δήλωσης συνοδεύεται από όλα τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά που επιτρέπουν την καταχώριση και δημοσίευση των ανωτέρω ( πράξεων , στοιχείων ή και δηλώσεων) στο Γ.Ε.ΜΗ, χωρίς να υπεισέλθουν στο περιεχόμενο αυτών.

 Οι εταιρικές πράξεις που υπόκεινται στον έλεγχο αυτής της μορφής είναι εκείνες των οποίων η καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. και η σχετική ανακοίνωση περί της καταχώρισης έχει δηλωτικό/αποδεικτικό χαρακτήρα για τους τρίτους, τα δε έννομα αποτελέσματά τους εκκινούν από την τέλεσή τους και όχι από την καταχώρηση τους στο ΓΕΜΗ (π.χ. εκλογή Δ.Σ., αλλαγή εκπροσώπησης κτλ.).

Οι σχετικές πράξεις αναλύονται στην Ενότητα 4.

Τονίζεται ότι για την Ανώνυμη Εταιρεία έχει προκύψει ρητή παρέκκλιση από την παρ.4 του άρθρου 7 του ν. 3419/20056 καθώς η αρμόδια Υπηρεσία ΓΕΜΗ ελέγχει τις πράξεις και τα στοιχεία μόνο ως προς την πληρότητα τους και όχι ως προς την νομιμότητα, την ακρίβεια ή την σαφήνεια αυτών.

Ωστόσο, προκειμένου να προχωρήσει η αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. στην καταχώριση, πρέπει να διασφαλίσει ότι οι σχετικές πράξεις είναι πλήρεις περιέχουν δηλαδή όλα τα αναγκαία στοιχεία που πρέπει να ανακοινωθούν, όπως ειδικότερα αναφέρεται στην Ενότητα 4. Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία της παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 3419/2005, ήτοι να ζητηθεί η συμπλήρωση, παροχή διευκρινίσεων, διορθώσεων κλπ. Σημειώνεται ότι οι αιτήσεις καταχώρισης πράξεων και στοιχείων που είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του ΓΕΜΗ για τις ανώνυμες εταιρείες εξασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό την «πληρότητα» όπως περιγράφηκε ανωτέρω.

ΕΝΟΤΗΤΑ 2 (Διοικητική έγκριση & Υπηρεσίες ελέγχου νομιμότητας)
Με την ολοκλήρωση του ελέγχου νομιμότητας και την διαπίστωση της συμφωνίας των προς καταχώριση πράξεων και στοιχείων με τις διατάξεις του ν. 4548/2018, του ν. 3419/2005, του ν. 4601/2019, εφόσον συντρέχει περίπτωση και του καταστατικού της εταιρείας, εκδίδεται διοικητική πράξη (εγκριτική απόφαση) από το αρμόδιο για την άσκηση του ελέγχου όργανο ήτοι

1. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εταιρειών, αρμόδιας Υπηρεσίας για τις εταιρείες της παρ.3 του άρθρου 9 του ν.4548/2018, ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση σχετικής απόφασης7. Η εν λόγω απόφαση αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη διενέργεια της καταχώρισης8 των σχετικών πράξεων και στοιχείων ως και των συνοδευτικών δικαιολογητικών και την πραγματοποίηση της δημοσιότητας αυτών στην μερίδα των εταιρειών στο Γ.Ε.ΜΗ. (εταιρείες της παρ.3 του άρθρου 9 του ν.4548/2018). Περαιτέρω οι αποφάσεις αυτές (με εντολή του Υπουργού Οικονομίας & Ανάπτυξης) καταχωρίζονται και δημοσιεύονται στο ΓΕΜΗ ταυτόχρονα με την έκδοση της σχετικής ανακοίνωσης από την εν λόγω Υπηρεσία..
2. Τα εξουσιοδοτημένα όργανα των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.2 του ν.4548/2018. κατά κανόνα από τους Προϊστάμενους των αρμόδιων Υπηρεσιών των Δ/νσεων Ανάπτυξης των Περιφερειακών ενοτήτων της χώρας
Εφιστούμε την προσοχή σε όλες τις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες (Δ/νση Εταιρειών, Δ/νσεις Αναπτύξεως & Υπηρεσίες ΓΕΜΗ) ότι οι ανωτέρω έλεγχοι (νομιμότητας και πληρότητας) και η σχετική καταχώριση της πράξης στο Γ.Ε.ΜΗ πρέπει να ολοκληρώνονται εντός 21 ημερών από την υποβολή της πλήρους τεκμηρίωσης της αίτησης από τον υπόχρεο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.9 του άρθρου 79 του ν.3419/2005.

ΕΝΟΤΗΤΑ 3 (Πράξεις για τις οποίες απαιτείται έλεγχος νομιμότητας & έκδοση της σχετικής διοικητικής πράξης σύμφωνα με ρητή διάταξη του ν.4548/2018)
Οι πράξεις για την καταχώριση των οποίων απαιτείται η διενέργεια ελέγχου νομιμότητας είτε από την Δ/νση Εταιρειών (ΓΓΕΠΚ) είτε από τις Δ/νσεις Αναπτύξεως των Π.Ε. είναι οι ακόλουθες:
A. Διεύθυνση Εταιρειών (Τμήματα Β’ & Γ’) της Γενικής Δ/νσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή (ΓΓΕΠΚ).
i. Η σύσταση των εταιρειών δημοσίου ενδιαφέροντος του Παραρτήματος Α’ του ν. 4308/2014,

ii. Η σύσταση των εταιρειών του ν. 3429/200510 [ Νόμος περί Δημοσιών Οργανισμών και ΔΕΚΟ (ΦΕΚ Α’ 314/2005).] , εφόσον συντρέχει περίπτωση,
iii. Η σύσταση των εταιρειών που λαμβάνουν άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και για τις οποίες χορηγείται έγκριση του καταστατικού τους από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
iv. Η σύσταση κάθε άλλης ανώνυμης εταιρείας, εφόσον αυτό προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου.
v. Η τροποποίηση του καταστατικού όλων των ανωτέρω αναφερόμενων εταιρειών, καθώς και των μεγάλων οντοτήτων της 
παρ.6 του άρθρου 2 του ν. 4308/2014

vi. Ο μετασχηματισμός κάθε είδους (μετατροπή, συγχώνευση, διάσπαση, απόσχιση) των ανωτέρω αναφερόμενων εταιρειών σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν.4601/2019.
vii. Η διασυνοριακή συγχώνευση μίας εκ των ανωτέρω εταιρειών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.4 του ν.4548/2018 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ν.3777/2009.
viii. Η λύση των ανωτέρω εταιρειών ύστερα από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων.
ix. Η αναβίωση λυθείσας εταιρείας που υπάγεται στις ανωτέρω περιπτώσεις σύμφωνα με το 
άρθρο 171 του ν.4548/2018.

B. Δ/νσεις Αναπτύξεως των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας
i. 
Η τροποποίηση του καταστατικού όλων των ανωνύμων εταιρειών χωρικής αρμοδιότητας τους.
ii. Ο μετασχηματισμός κάθε είδους (μετατροπή, συγχώνευση, διάσπαση, απόσχιση) των ανωτέρω ανωνύμων εταιρειών χωρικής αρμοδιότητας τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν.4601/2019.
iii. Η λύση των ανωνύμων εταιρειών χωρικής αρμοδιότητάς τους ύστερα από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων.
iv. Η αναβίωση λυθείσας ανώνυμης εταιρείας σύμφωνα με το άρθρο 171 του ν.4548/2018.

Γ. Εφιστούμε την προσοχή σας στις παρακάτω πράξεις, για τις οποίες απαιτείται έλεγχος νομιμότητας και έκδοση διοικητικής πράξης.
Ακολουθεί σχετικός πίνακας στον οποίο εμφανίζεται τόσο ο χαρακτηρισμός της πράξης με αναφορά στο άρθρο του νόμου όσο και:

 α) το αρμόδιο για την υποβολή όργανο,

 β) το όργανο που αποφασίζει την πράξη (ΔΣ, ΓΣ, Ιδρυτής κτλ.),

 γ) Οι πράξεις που υποβάλλονται και

δ) τα τυχόν επιπλέον στοιχεία που από την νομοθεσία απαιτούνται.

 Συγκεκριμένα:

Α/ΑΠράξη & Άρθρο ΝόμουΜε μέριμνα / Όργανο Απόφασης / Πράξεις / Τυχόν Επιπλέον Στοιχεία όπου απαιτούνται
1Μη εμπρόθεσμη καταβολή της αύξησης MK
Άρθρα: 20 παρ. 9 και 21 παρ. 5
Με μέριμνα: Δ.Σ.
Όργανο απόφασης: Γ.Σ. που συνεδριάζει με απλή απαρτία και πλειοψηφία και αποφασίζει τη μείωση του Μ.Κ. Πράξεις:
α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ., της πρώτης που θα συνέλθει μετά τη λήξη της προθεσμίας καταβολής.
β) Αντίγραφο τροποποιημένου καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μείωση λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής το οποίο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο νόμιμο όριο 25.000€
2Μείωση ΜΚ σε είδος (ομόφωνη απόφαση ΓΣ)
Άρθρο: 31 παρ. 1
Με μέριμνα: Δ.Σ.
Όργανο απόφασης: Γ.Σ. που συνεδριάζει με ομοφωνία και αποφασίζει τη μείωση του Μ.Κ.
Πράξεις:
α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ., που πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια τα περιουσιακά στοιχεία που θα περιέλθουν σε καθένα από τους μετόχους. Αποτίμηση των στοιχείων σε είδος δεν απαιτείται, εφόσον οι μέτοχοι αποφάσισαν ομόφωνα τον τρόπο υλοποίησης της μείωσης.

 

 
β) Αντίγραφο τροποποιημένου καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μείωση το οποίο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο όριο των 25.000€
3Μείωση ΜΚ σε είδος (μη ομόφωνη απόφαση ΓΣ) Άρθρο: 31 παρ. 1Με μέριμνα: Δ.Σ.
Όργανο απόφασης: Γ.Σ. που συνεδριάζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και αποφασίζει τη μείωση του Μ.Κ.
Πράξεις:
α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ., που πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια τα περιουσιακά στοιχεία που θα περιέλθουν σε καθένα από τους μετόχους.
β) Αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων σε είδος σύμφωνα με το άρθρο 17 από ορκωτό ελεγκτή (δημοσιεύεται)
γ) Αντίγραφο τροποποιημένου καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μείωση το οποίο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο όριο των 25.000€
4Μείωση ΜΚ με σκοπό το σχηματισμό ειδικού αποθεματικού
Άρθρο: 31 παρ. 2
Με μέριμνα: Δ.Σ.
Όργανο απόφασης: Γ.Σ. που συνεδριάζει με με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και αποφασίζει τη μείωση του Μ.Κ.
Πράξεις:
α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ., που αποφασίζει τη μείωση με τη δημιουργία ειδικού αποθεματικού
β) Αντίγραφο τροποποιημένου καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μείωση και το οποίο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο όριο των 25.000€
5Ακύρωση ιδίων μετοχών που δεν μεταβιβάζονται ‘Αρθρο : 49 παρ.6Με μέριμνα: Δ.Σ.
Όργανο απόφασης: Γ.Σ. με απλή απαρτία και πλειοψηφία.
Πράξεις:
α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ, η οποία αποφασίζει τη μείωση του Μ.Κ. λόγω ακύρωσης ιδίων μετοχών που δεν μεταβιβάστηκαν Επιπλέον στοιχεία;
α) Αντίγραφο τροποποιημένου καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μείωση λόγω ακύρωσης μετοχών.
β) Δημοσιευμένη πρόσκληση είκοσι (20) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα συνεδρίασης
γ) δικαιούμενοι συμμετοχής στη Γ.Σ. μέτοχοι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 124 του ν.4548/2018
δ) νόμιμη απαρτία και πλειοψηφία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 130 και 132 του ν.4548/2018
Σημείωση: Το κεφάλαιο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ελάχιστο νόμιμο όριο 25.000€ εκτός αν υπάρχει ταυτόχρονη αύξηση.
(σε συνδυασμό με το άρθρο 29)


Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να χορηγηθούν ορισμένες διευκρινήσεις και ειδικότερα δεν υπάγονται σε καθεστώς διοικητικής έγκρισης (απόφασης):

i. Η έκτακτη αύξηση του άρθρου 24 του ν.4548/2018 – η οποία αποτελεί τροποποίηση καταστατικού – σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρου του άρθρου 2411 εξαιρείται ρητά από την χορήγηση διοικητικής έγκρισης. Έτσι λοιπόν δεν είναι στο πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης v του Α ανωτέρω και της περίπτωσης i του Β ανωτέρω.
ii. Ο ορισμός εκκαθαριστών που ακολουθεί την λύση των ανωτέρω αναφερόμενων εταιρειών των ανωτέρω περιπτώσεων viii του Α και iii του Β.
iii. Η σύσταση της ανώνυμης εταιρείας ως ορίζεται στον ν.4441/2016 πλην των περιπτώσεων i έως iv της παραγράφου Α της παρούσας Ενότητας (Ενότητα 3). Επίσης επισημαίνεται ότι οι εταιρείες που κατατάσσονται ως «μεγάλες» δηλαδή με πάνω από 1.000.000,00 μετοχικό κεφάλαιο κατά την στιγμή της ίδρυσης δεν απαιτούν σε καμία περίπτωση την διοικητική έγκριση του Υπουργού Οικονομίας & Ανάπτυξης12 καθώς αυτές για τις οποίες χορηγείται διοικητική έγκριση είναι μόνο οι αναφερόμενες ως «μεγάλες» κατά την έννοια της παρ.6 του άρθρου 2 του ν.4308/2014. Οι ορισμοί της παρ. ια13 του άρθρου 2 του ν.4548/2018 εξυπηρετούν μόνο λογιστικούς σκοπούς (σύνταξη πρώτου ισολογισμού) και όχι σκοπούς διοικητικής έγκρισης κατά το συστατικό στάδιο.

ΕΝΟΤΗΤΑ 4 {Πράξεις για τις οποίες απαιτείται έλεγχος πληρότητας}
Για κάθε πράξη που ο ν.4548/2018 κρίνει ως καταχωριστέα & δημοσιευτέα στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) πλην των περιπτώσεων Α, Β και Γ της Ενότητας 3 του παρόντος πραγματοποιείται έλεγχος πληρότητας με περιεχόμενο σύμφωνο με την παρ.2 της Ενότητας 1 του παρόντος.

Ακολουθεί πίνακας ενδεικτικών εταιρικών μεταβολών & πράξεων οι οποίες καταχωρίζονται & δημοσιεύονται στο ΓΕΜΗ μετά από τυπικό έλεγχο (πληρότητας). Η καταχώριση των εν λόγω πράξεων διενεργείται τόσο από την αρμόδια Υπηρεσία της Δ/νσης Εταιρειών όσο και από τις Υπηρεσίες ΓΕΜΗ της χώρας. Παρατίθενται κατωτέρω οι συνηθέστερες εξ’ αυτών:

Α/ΑΠράξη & Άρθρο ΝόμουΜε μέριμνα / Όργανο Απόφασης / Πράξεις / Τυχόν Επιπλέον Στοιχεία όπου απαιτούνται
1Κήρυξη ακυρότητας της ΑΕ:Άρθρο: 11Με μέριμνα: Του οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης: Δικαστήριο
Πράξεις: Δικαστική Απόφαση κήρυξης της ακυρότητας
Επιπλέον στοιχεία: Αντίγραφο δικαστικής απόφασης ατελώς υποβαλλόμενο στο ΓΕΜΗ
2Εκθέσεις αποτίμησης εισφορών σε είδος: Άρθρο: 17Με μέριμνα: Δ.Σ., ενδιαφερομένων Όργανο απόφασης: Εκτιμητές Πράξεις: Έκθεση εκτίμησης
3Μη αποτίμηση εταιρικών εισφορών Άρθρο: 18Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ.Πράξεις: Δήλωση Δ.Σ. με στοιχεία της παρ. 4 και 5 του παρόντος άρθρου
4Πιστοποίηση καταβολής Μ.Κ. της σύστασης σε χρήμα μεγάλες, και μεσαίες ΑΕ:Άρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή ελεγκτική εταιρεία ή Δ.Σ.Πράξεις: Έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας ή πρακτικό Δ.Σ..Επιπλέον στοιχεία: Απόσπασμα κίνησης λογαριασμού από πιστωτικό ίδρυμα (μη δημοσιευτέο στοιχείο)
5Πιστοποίηση καταβολής Μ.Κ. της σύστασης σε χρήμαΜε μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Δ.Σ ή Ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή ελεγκτική εταιρείαΠράξεις: Δ.Σ ή Έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείαςΕπιπλέον στοιχεία: Απόσπασμα κίνησης λογαριασμού από πιστωτικό ίδρυμα (μη δημοσιευτέο στοιχείο)
μικρές και πολύ μικρές ΑΕ: Άρθρο:20
6Πιστοποίηση καταβολής Μ.Κ. της αύξησης σε χρήμα μεγάλες, και μεσαίες ΑΕ:‘Αρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή ελεγκτική εταιρείαΠράξεις: Έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείαςΕπιπλέον στοιχεία: Απόσπασμα κίνησης λογαριασμού από πιστωτικό ίδρυμα το οποίο αποτελεί μη δημοσιευτέο στοιχείο
7Πιστοποίηση καταβολής Μ.Κ. της αύξησης σε χρήμα μικρές και πολύ μικρές ΑΕ: Άρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Δ.Σ. ή Ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή ελεγκτική εταιρείαΠράξεις: Αντίγραφο Πρακτικού Δ.Σ. ή έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας Επιπλέον στοιχεία: Απόσπασμα κίνησης λογαριασμού από πιστωτικό ίδρυμα το οποίο αποτελεί μη δημοσιευτέο στοιχείο
8Πιστοποίηση καταβολής Μ.Κ. της αύξησης ή της σύστασης σε είδος ανεξαρτήτως μεγέθους ΑΕ: Άρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή ελεγκτική εταιρεία ή Δ.Σ.Πράξεις: Έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας ή Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ..
9Πιστοποίηση μη καταβολής Μ.Κ. της σύστασης ανεξαρτήτως μεγέθους ΑΕ: Άρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. που πιστοποιεί την μη καταβολή14
10Πιστοποίηση μη καταβολής Μ.Κ. της αύξησης ανεξαρτήτως μεγέθους ΑΕ: Άρθρο:20Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. που πιστοποιεί την μη καταβολή
11Έκτακτη αύξηση Μ.Κ.:Άρθρο:24Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Δ.Σ. μετά από καταστατική πρόβλεψη ή παροχή εξουσιοδότησης από τη Γ.Σ. Πράξεις: α) Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. Η απόφαση του Δ.Σ. πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον το ποσό της αύξησης, τον τρόπο και την προθεσμία κάλυψής της, τον αριθμό και το είδος των μετοχών που θα εκδοθούν, την ονομαστική αξία και την τιμή διάθεσης αυτών. Επιπλέον στοιχεία: Αντίγραφο καταστατικού, με τροποποιημένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά την αύξηση.
12Έκτακτη αύξηση Μ.Κ.:Άρθρο:24Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. μετά από καταστατική πρόβλεψη.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. 15

 

 
Επιπλέον στοιχεία: Αντίγραφο καταστατικού, με τροποποιημένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά την αύξηση.
13Ανανέωση εξουσίας Δ.Σ. για αύξηση Μ.Κ. με απόφαση Γ.Σ.: Άρθρο:24Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. η οποία αποφασίζει την ανανέωση της εξουσίας του Δ.Σ. να αυξάνει το Μ.Κ.
14Περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης: Άρθρο:27 παρ. 1Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. η οποία αποφασίζει περιορισμό ή κατάργηση δικαιώματος προτίμησης. Επιπλέον στοιχεία: Έκθεση Δ.Σ. που δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ και στην οποία αναφέρονται οι λόγοι περιορισμού ή κατάργησης του δικαιώματος προτίμησης.
15Περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης: Άρθρο:27 παρ. 4Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. το οποίο αποφασίζει τον περιορισμό ή αποκλεισμό δικαιώματος προτίμησης. Επιπλέον στοιχεία; α) Έκθεση Δ.Σ. που δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ και στην οποία αναφέρονται οι λόγοι περιορισμού ή κατάργησης του δικαιώματος προτίμησης καθώς και οι λόγοι που η κατάργηση του δικαιώματος γίνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.
16Μερική κάλυψη (καταβολή)του κεφαλαίου σε περιπτώσεις αύξησης ανεξαρτήτως μεγέθους ΑΕ Άρθρο:28 σε συνδυασμό με άρθρο 20 & 21Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. το οποίο αποφασίζει: Α) τη πιστοποίηση της μερικής κάλυψης του ποσού της αύξησης του Μ.Κ.Β) τη προσαρμογή του περί κεφαλαίου άρθρου του καταστατικού μέχρι του ποσού της κάλυψης. Επιπλέον στοιχεία:α) αντίγραφο καταστατικού με προσαρμοσμένο το περί κεφαλαίου άρθρο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται το ποσό του κεφαλαίου, όπως προέκυψε μετά τη μερική κάλυψη. β) τα σχετικά δικαιολογητικά περί πιστοποίησης (άρθρο 20 του ν.4548/2018 περιπτώσεις 8 -12 του παρόντος)
17Απόσβεση Κεφαλαίου Άρθρο:32Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. η οποία αποφασίζει την απόσβεση
18Κατάργηση ή περιορισμός του προνομίου Άρθρο 38Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. των προνομιούχων μετόχων με πλειοψηφία των 2/3 του προνομιούχου κεφαλαίου. Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ.
19Εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας από τον πλειοψηφούντα μέτοχο Άρθρο:47Με μέριμνα: του πλειοψηφούντος μετόχου Όργανο απόφασης: ο πλειοψηφών μέτοχος Πράξεις: Δήλωση του πλειοψηφούντος μετόχου για άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς των μετοχών της μειοψηφίας με το περιεχόμενο της παρ. 4 του άρθρου 47
20Ίδιες μετοχές – παράγωγη κτήση Άρθρο:49 (παρ. 1-5)Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. με απόφαση έγκρισης απόκτησης ίδιων μετοχών
21Παροχή πιστώσεων κ.λπ. για απόκτηση ιδίων μετοχών Άρθρο: 51Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. που εγκρίνει τη συναλλαγή Πράξεις: Γραπτή έκθεση του Δ.Σ. προς την Γ.Σ. και όπου απαιτείται έκθεση ορκωτού ελεγκτή (άρθρο 51 παρ. 1β και 3 ν. 4548/2018)
22Ορισμός φυσικού προσώπου από νομικό πρόσωπο ως αντιπροσώπου αυτού στο Δ.Σ. (άσκηση εξουσιών του Ν.Π. ως μέλος του Δ.Σ.) Άρθρο:77Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης; Γ,Σ.Πράξεις: Πρακτικό ΓΣ περί διορισμού Νομικού προσώπου ως μέλους ΔΣ και πρακτικό ΔΣ περί συγκρότησής του σε σώμα με συνημμένη την απόφαση Οργάνου Νομικού Προσώπου για ορισμό φυσικού προσώπου ως μέλους Δ.Σ. (ΓΣ ή ΔΣ ή Διαχειριστής ή άλλο ισοδύναμο όργανο αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο εξωτερικού) (ιδιωτικό έγγραφο)Επιπλέον στοιχεία: ο ορισμός του φυσικού προσώπου πρέπει να γίνει μέσα σε 15 ημέρες από το διορισμό του νομικού προσώπου ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου
23Ορισμός πρώτου Δ.Σ. από το καταστατικό Άρθρο:78Δυνάμει του ν.4441/2016, της ΥΑ 31637/15.3.2017 & της ΚΥΑ 63577/13.6.2018
24Ορισμός πρώτου Δ.Σ. από το Δικαστήριο Άρθρο:78Με μέριμνα: των μετόχων ή των εχόντων έννομο συμφέρονΌργανο απόφασης: Δικαστήριο Πράξεις: Απόφαση δικαστηρίου
25Εκλογή Δ.Σ. από τη Γ.Σ. και αναπληρωματικών μελώνΆρθρα:78 & 81Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης; Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που εκλέγει τακτικά και αναπληρωματικά μέλη16.
26Αντικατάσταση των μελών Δ.Σ. Άρθρο:82Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης; Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο Πρακτικού Δ.Σ.17 που αποφασίζει την αντικατάσταση μελών που εξέλιπαν.
27Ανάθεσηαρμοδιοτήτων του Δ.Σ. σε μέλη του ή τρίτους ή εκτελεστική επιτροπή ( Συγκρότηση σε σώμα)Άρθρο:87 και 89Με μέριμνα; Δ.Σ. Όργανο απόφασης; Δ.Σ.18Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. που αποφασίζει: α) την ανάθεση των εξουσιών διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας σε μέλη του Δ.Σ. ή μη. β) την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των μελών του.γ) τον διορισμό Προέδρου, Αντιπροέδρου, Διευθ/ντα ή Εντεταλμένου Συμβούλου19.
28Εκλογή Προέδρου Δ.Σ. και αναπληρωτή του.Άρθρο:89Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. ή Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. ή Δ.Σ. που αποφασίζει την εκλογή Προέδρου και αναπληρωτή
29Αντικατάσταση Προέδρου Δ.Σ. και αναπληρωτή του Άρθρο:89Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Δ.Σ20Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. με απόφαση αντικατάστασης και ανάληψης καθηκόντων από τον νέο Πρόεδρο και τον αναπληρωτή του
30Χορήγηση άδειας για την κατάρτιση συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) Άρθρα:100-101Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Δ.Σ. ή Γ.Σ. που παρέχει την άδεια συναλλαγής με το συνδεδεμένο μέρος Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Δ.Σ. που ανακοινώνει την παροχής άδειας (από το ίδιο ή τη ΓΣ) για την κατάρτιση συναλλαγής, την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας της παρ. 3 του άρθρου 100 και περιέχει της πληροφορίες της παρ. 2 του άρθρου 101. Επιπλέον στοιχεία: Για εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, η έκθεση της παρ. 1 του άρθρου 101
31Έγκριση πολιτικής αποδοχών(Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία2017/828/ΕΕ)Άρθρο:110 παρ. 5Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που εγκρίνει την πολιτική αποδοχών που έχει οριστεί από την εταιρεία.
32Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του Δ.Σ. & το προσωπικό με τη μορφή δικαιώματος προαίρεσης (option) απόκτησης μετοχών Άρθρο:113 παρ.1 και 4Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. ή Δ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. ή Δ.Σ. που αποφασίζει το πρόγραμμα διάθεσης μετοχών
33Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του Δ.Σ. & το προσωπικό με τη μορφή δικαιώματος προαίρεσης (option) απόκτησης μετοχών Άρθρο:113 παρ. 1 και 2Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που αποφασίζει το πρόγραμμα διάθεσης μετοχών και την ανάθεση στο Δ.Σ. της εξουσίας του καθορισμού των δικαιούχων ή των κατηγοριών αυτών, τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος και οποιονδήποτε άλλο όρο του προγράμματος διάθεσης μετοχών.
34Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και στο προσωπικό της ΑΕ με τη μορφή δικαιώματος προαίρεσης (option) απόκτησης μετοχών Άρθρο:113 παρ.4Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που αποφασίζει να εξουσιοδοτήσει το διοικητικό συμβούλιο να θεσπίζει πρόγραμμα διάθεσης μετοχών, αυξάνοντας ενδεχομένως το κεφάλαιο και λαμβάνοντας όλες τις άλλες σχετικές αποφάσεις.
35Δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και στο προσωπικό της ΑΕ Άρθρο:114Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που αποφασίζει δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό της εταιρείας
36Δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη ΔΣ και του προσωπικού και ανάθεση στο Δ.Σ. εξουσίας του καθορισμού των δικαιούχων ή των κατηγοριών τους και οποιονδήποτε άλλος όρο στην δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό Άρθρο:114Με μέριμνα: Δ.Σ. Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που αποφασίζει δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το προσωπικό της εταιρείας και αναθέτει στο ΔΣ τον καθορισμό των δικαιούχων ή των κατηγοριών τους ή οποιουδήποτε άλλου όρου.
37Εκλογή μονομελούς Δ.Σ.Άρθρο:115Με μέριμνα: Μονομελούς Διοικητικού ΟργάνουΌργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις:α) Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. που εκλέγει21 το μονομελές Διοικητικό όργανο και αναθέτει τη διαχείριση και την εκπροσώπηση της εταιρείας στον εκλεγμένο σύμβουλο – διαχειριστήβ) Πράξη αποδοχής του διορισμού του εκλεγμένου μέλους και της ανάθεσης των εξουσιών διαχείρισης και εκπροσώπησης .
38Αγωγή ακύρωσης απόφασης Γ.Σ. Άρθρο: 137Με μέριμνα: του ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Ενάγων Πράξεις: Δικόγραφο Αγωγής
39Δικαστική απόφαση που απαγγέλει την ακύρωση απόφασης, ΓΣ,Άρθρο: 137Με μέριμνα: του ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Δικαστήριο Πράξεις: Δικαστική απόφαση
40Δικαστική απόφαση που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα ή που αναστέλλει την ισχύ της απόφασης ΓΣΆρθρο: 137Με μέριμνα: του ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Δικαστήριο Πράξεις: Δικαστική απόφαση

 

 

 
41Αγωγή για αναγνώριση ακυρότητας Άρθρο: 138Με μέριμνα; Ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Ενάγων Πράξεις: Δικόγραφο Αγωγής
42Δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ακυρότητα απόφασης, ΓΣ, Άρθρο: 138Με μέριμνα: του ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Δικαστήριο Πράξεις: Δικαστική απόφαση
43Δικαστική απόφαση που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα ή που αναστέλλει την ισχύ της απόφασης ΓΣΆρθρο: 138Με μέριμνα: του ενδιαφερόμενου Όργανο απόφασης: Δικαστήριο Πράξεις: Δικαστική απόφαση
44Δημοσίευση Ετήσιων Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων & σχετικών εκθέσεων Άρθρα:149Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. η οποία εγκρίνει τις χρηματοοικονομικές καταστάσειςΠράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. με απόφαση έγκρισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων Επιπλέον στοιχεία22:α) νόμιμα εγκεκριμένες χρηματοοικονομικές καταστάσειςβ) Έκθεση διαχείρισης Δ.Σ. όπου απαιτείται

γ) Γνώμη του Ορκωτού Ελεγκτή ή της Ελεγκτικής εταιρείας μαζί με την Έκθεση Ελέγχου & το σχετικό Πιστοποιητικό Ελέγχου όπου απαιτείται
45Δημοσίευση Ετήσιων Ενοποιημένων Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων & σχετικών εκθέσεων Άρθρα:149Με μέριμνα: Δ.Σ. ΑΕ που ενοποιείΌργανο απόφασης: Γ.Σ. ΑΕ που ενοποιεί και εγκρίνει τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. με απόφαση έγκρισης των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων Επιπλέον στοιχεία23: α) νόμιμα εγκεκριμένες ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις β) Ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης Δ.Σ. όπου απαιτείται

 

 
γ) Γνώμη του Ορκωτού Ελεγκτή ή της Ελεγκτικής εταιρείας μαζί με την Έκθεση Ελέγχου (για την ενοποίηση) & το σχετικό Πιστοποιητικό Ελέγχου όπου απαιτείται
46Δημοσίευση Ατομικών & Ενοποιημένων Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων & σχετικών εκθέσεων οντοτήτων δημοσίου ενδιαφέροντος κατά την έννοια του παραρτήματος Α’ του ν. 4308/2014 Άρθρα: 151- 156 σε συνδυασμό με 149Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης: Γ.Σ. η οποία εγκρίνει τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις (ατομικές ή και ενοποιημένες)Πράξεις: Αντίγραφο πρακτικού Γ.Σ. με απόφαση έγκρισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων (ατομικές ή και ενοποιημένες) Επιπλέον στοιχεία:α) νόμιμα εγκεκριμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις (ατομικές ή και ενοποιημένες) β) Έκθεση διαχείρισης Δ.Σ. (ατομική ή και ενοποιημένη) και όπου απαιτείται:I. Μη χρηματοοικονομική κατάσταση / μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ατομική ή και ενοποιημένη)II. Δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης (ατομική ή και ενοποιημένη)III. Έκθεση πληρωμών προς κυβερνήσεις (ατομική ή και ενοποιημένη)γ) Γνώμη του Ορκωτού Ελεγκτή ή της Ελεγκτικής εταιρείας μαζί με την Έκθεση Ελέγχου & το σχετικό Πιστοποιητικό Ελέγχου
47Προσωρινό μέρισμα & διανομή κερδών και προαιρετικών αποθεματικών μέσα στην τρέχουσα εταιρική χρήση Άρθρο:162Με μέριμνα·. Δ.Σ. Όργανο απόφασης· Δ.Σ.Πράξεις· Οικονομικές καταστάσεις περιόδου24
48Προσωρινό μέρισμα & διανομή κερδών και προαιρετικών αποθεματικών μέσα στην τρέχουσα εταιρική χρήση Άρθρο:162Με μέριμνα: Δ.Σ.Όργανο απόφασης· Γ.Σ. ή Δ.Σ.Πράξεις: Πρακτικό Δ.Σ. ή Γ.Σ. που αποφασίζει τη διανομή25.

 

 

 
49Λύση της ΑΕ Άρθρο :164 παρ.1αΜε μέριμνα·. ΥΓΕΜΗ (αυτεπάγγελτη) με αναφορά στην σχετική καταστατική διάταξη περί διάρκειας της ΑΕ. Όργανο απόφασης· ΥΓΕΜΗ
50Λύση της ΑΕ Άρθρο : 164 παρ.1γΜε μέριμνα· Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης· ΔικαστήριοΠράξεις· Απόφαση δικαστηρίου περί κήρυξης της εταιρείας σε πτώχευση
51Λύση της ΑΕ Άρθρο : 164 παρ.1δΜε μέριμνα· Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης· ΔικαστήριοΠράξεις· Απόφαση δικαστηρίου περί απόρριψης της αίτησης πτώχευσης
52Λύση της ΑΕ με δικαστική απόφαση Άρθρο : 165 παρ.1-3Με μέριμνα· Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης· Δικαστήριο Πράξεις· Απόφαση δικαστηρίου
53Αίτηση για λύση της ΑΕ του έχοντος έννομο συμφέρον Άρθρο : 165 παρ.4Με μέριμνα· Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρονΌργανο απόφασης· ΑιτούντεςΠράξεις· Αίτηση για λύση προς το δικαστήριο
54Λύση της ΑΕ με δικαστική απόφαση αιτήσει μετόχων Άρθρο : 166Με μέριμνα· Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης· Δικαστήριο Πράξεις· Απόφαση δικαστηρίου
55Αίτηση για λύση της ΑΕ αιτήσει μετόχων Άρθρο : 166 παρ.8Με μέριμνα· Μέτοχοι εκπροσωπούντες 1/3 Μ.Κ.Όργανο απόφασης· ΑιτούντεςΠράξεις· Αίτηση για λύση προς το δικαστήριο
56Εκκαθαριστές (διορισμός) Άρθρο : 167 παρ.2Με μέριμνα· ΥΓΕΜΗ (αυτεπάγγελτη) στην περίπτωση της παρ.1α του άρθρου 16426
Όργανο απόφασης· ΥΓΕΜΗ
57Εκκαθαριστές (διορισμός) Άρθρο : 167 παρ.2Με μέριμνα· ΥΓΕΜΗ (αυτεπάγγελτη) ) στην περίπτωση της παρ.1δ του άρθρου 164
Όργανο απόφασης· ΔικαστήριοΠράξεις· Απόφαση δικαστηρίου που απορρίπτει την αίτηση πτώχευσης
58Εκκαθαριστές (διορισμός) Άρθρο : 167 παρ.2Με μέριμνα· Γ.Σ. Όργανο απόφασης· Γ.Σ.Πράξεις· Πρακτικό Γ.Σ. που ορίζει εκκαθαριστή.
59Διενέργεια της εκκαθάρισης (οικονομικές καταστάσεις έναρξης εκκαθάρισης & ενδιάμεσες) Άρθρο:168Με μέριμνα: Εκκαθαριστές Όργανο απόφασης: ΕκκαθαριστέςΠράξεις: Ισολογισμός έναρξης εκκαθάρισης, Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις περιόδου εκκαθάρισης
60Διενέργεια της εκκαθάρισης (οικονομικές καταστάσεις περάτωσης εκκαθάρισης)Άρθρο : 168Με μέριμνα: Εκκαθαριστές Όργανο απόφασης: Γ.Σ.Πράξεις: Γ.Σ. που εγκρίνει Οικονομικές Καταστάσεις περάτωσης εκκαθάρισης.
61Διαγραφή ΑΕ από ΓΕΜΗΆρθρο:170Με μέριμνα: Εκκαθαριστές ή Πρόσωπα της περ. ε’ παρ 1 άρθρου 10 ν. 3419/2005 Όργανο απόφασης: -Πράξεις: Να έχουν καταχωρισθεί οι οικονομικές καταστάσεις περάτωσης εκκαθάρισης
62Διαγραφή ΑΕ από ΓΕΜΗΆρθρο:170Με μέριμνα: Ο εκκαθαριστής ή πρόσωπα της περ. ε’ παρ 1 άρθρου 10 ν. 3419/2005 Όργανο απόφασης: -Πράξεις: Πάροδος 5 ετών από την έναρξη της εκκαθάρισης. Σε περίπτωση των εκκρεμών εκκαθαρίσεων κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4548/2018, η προθεσμία δεν συμπληρώνεται πριν την παρέλευση 6 μηνών από την έναρξη ισχύος.
63Ανάκληση διαγραφής ΑΕ από ΓΕΜΗ Άρθρο:170Με μέριμνα: Πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον Όργανο απόφασης: ΔικαστήριοΠράξεις: Δικαστική απόφαση (ασφαλιστικά μέτρα) που διατάσσει την προσωρινή επανεγγραφή της εταιρείας στο ΓΕΜΗ και ορίζει και εκκαθαριστή.
64Δημοσιότητα υποκαταστημάτων κρατών μελών Άρθρο : 172Με μέριμνα: Πληρεξούσιου υποκαταστήματοςΌργανο απόφασης: Συνέλευση εταίρων ή μετόχων ήδιαχειριστικά όργανα εταιρείας του Κράτους Μέλους ήπληρεξούσιοςΠράξεις:α) η ιδρυτική πράξη και το καταστατικό, αν αυτό αποτελεί αντικείμενο χωριστής πράξης, καθώς και οι τροποποιήσεις των εγγράφων,

β) η βεβαίωση του μητρώου, στο οποίο έχει καταχωρισθεί η εταιρεία,

γ) η ταχυδρομική ή άλλη διεύθυνση του υποκαταστήματος,δ) η αναφορά των δραστηριοτήτων του υποκαταστήματος,ε) το μητρώο στο οποίο έχει ανοιχθεί για την εταιρεία οφάκελος που αναφέρει το άρθρο 16 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132, καθώς και ο αριθμός εγγραφής της στο μητρώο αυτό, στ) η επωνυμία και η μορφή της εταιρείας, καθώς και η επωνυμία του υποκαταστήματος, αν δεν είναι η ίδια με την επωνυμία της εταιρείας,

ζ) ο διορισμός, η λήξη των καθηκόντων, καθώς και τα ατομικά στοιχεία ταυτότητος των προσώπων, που έχουν την εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων και να την εκπροσωπούν ενώπιον δικαστηρίου:- ως προβλεπόμενα από το νόμο όργανα διοίκησης της εταιρείας ή ως μέλη ενός τέτοιου οργάνου, σύμφωνα με τη δημοσιότητα που λαμβάνει χώρα για την εταιρεία βάσει του άρθρου 14 στοιχείο δ’ της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132,- ως μόνιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος, με μνεία της έκτασης των αρμοδιοτήτων τους,

η) η λύση της εταιρείας, ο διορισμός, τα ατομικά στοιχεία ταυτότητος και οι εξουσίες των εκκαθαριστών, καθώς και η περάτωση της εκκαθάρισης, σύμφωνα με τη δημοσιότητα που λαμβάνει χώρα για την εταιρεία, που στις περιπτώσεις η’, ι’ και ια’ του άρθρου 14 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132, όπως επίσης η διαδικασία πτώχευσης, πτωχευτικού συμβιβασμού ή άλλη ανάλογη διαδικασία, στην οποία υπόκειται η εταιρεία, θ) τα λογιστικά έγγραφα (χρηματοοικονομικές καταστάσεις) της εταιρείας, όπως καταρτίσθηκαν, ελέγχθηκαν και δημοσιεύθηκαν κατά το δίκαιο του κράτους-μέλους, από το οποίο διέπεται η εταιρεία και, σύμφωνα με τις Οδηγίες 2013/34/ΕΕ και 2006/43/ΕΚ. Αυτό δεν εφαρμόζεται στα υποκαταστήματα, τα οποία έχουν ιδρύσει τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αποτελούν αντικείμενο της Οδηγίας 89/117/ΕΟΚ,ι) το κλείσιμο του υποκαταστήματος.
65Δημοσιότητα υποκαταστημάτων τρίτων χωρών Άρθρο:173Με μέριμνα·. Πληρεξούσιου υποκαταστήματοςΌργανο απόφασης· Συνέλευση εταίρων ή μετόχων ήδιαχειριστικά όργανα αλλοδαπής εταιρείας» ήπληρεξούσιοςΠράξεις:α) τα αναφερόμενα στις περιπτώσεις α’, γ’, δ’, στ’, η’ και ι’ της παραγράφου 2 του άρθρου 172,

β) το δίκαιο του κράτους, από το οποίο διέπεται η εταιρεία,γ) αν το δίκαιο του κράτους από το οποίο διέπεται η εταιρεία το προβλέπει, το μητρώο, στο οποίο η εταιρεία είναι εγγεγραμμένη και τον αριθμό εγγραφής της στο μητρώο αυτό,

δ) τη μορφή, την έδρα και το αντικείμενο της εταιρείας, καθώς και μία (1) τουλάχιστον φορά το χρόνο, το ποσό του καλυφθέντος κεφαλαίου, αν τα στοιχεία αυτά δεν περιέχονται στα παραπάνω έγγραφα,

ε) το διορισμό, τη λήξη των καθηκόντων, καθώς και τα στοιχεία ταυτότητος των προσώπων που έχουν την εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων και να την εκπροσωπούν ενώπιον δικαστηρίου:- ως νόμιμα προβλεπόμενα όργανα της εταιρείας ή ως μέλη ενός τέτοιου οργάνου,- ως μόνιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος, με μνεία της έκτασης των εξουσιών τους και ενδεχόμενης δυνατότητας να ασκούν τις εξουσίες αυτές μόνοι,

στ) τα λογιστικά έγγραφα (χρηματοοικονομικές καταστάσεις) της εταιρείας, με εξαίρεση τα λογιστικά έγγραφα των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως καταρτίσθηκαν, ελέγχθηκαν και δημοσιεύθηκαν κατά το δίκαιο του κράτους, από το οποίο διέπεται η εταιρεία.
66Γενική δημοσιότητα δικαστικών αποφάσεων περί άκυρης ΑΕ, πτώχευσης ή άλλης συλλογικής διαδικασίας ΑΕ, ακύρωσης αποφάσεων ΓΣ ή ανατροπής δικαστικών αποφάσεων σύμφωνα με τα ανωτέρωΆρθρο:12Με μέριμνα: Οποιοσδήποτε με έννομο συμφέρονΌργανο απόφασης: ΔικαστήριοΠράξεις:Απόφαση δικαστηρίου περί:i. Άκυρης ΑΕ,ii. Πτώχευσης ή άλλης συλλογικής διαδικασίας ΑΕiii. Ακύρωσης αποφάσεων ΓΣiv. Ανατροπής δικαστικών αποφάσεων των i έως iii ανωτέρω



ΕΝΟΤΗΤΑ 6 (Διευκρινίσεις για τις πράξεις της παρ.427 του άρθρου 4 του ν.4548/2018 για τις οποίες απαιτείται έλεγχος πληρότητας σύμφωνα με την ενότητα 6)
Σύμφωνα με την ρητή διάταξη της παρ.4 του άρθρου 4 του ν.4548/2018 προσαρμογές του καταστατικού απαιτούνται σε μια σειρά πράξεων που ο εν λόγω νόμος αναφέρει και για τις οποίες ισχύουν τα εξής:
1) Οι προσαρμογές του καταστατικού δεν αποτελούν άμεσο αποτέλεσμα απόφασης εταιρικού οργάνου (Γ.Σ. ή Δ.Σ.). Προκαλούνται από την επέλευση άλλων γεγονότων όπως π.χ. της μερικής κάλυψης του μετοχικού κεφαλαίου (άρθρο 28 παρ. 2) όταν αυτή δεν πραγματοποιείται μετά από απόφαση του Δ.Σ. ή της Γ.Σ. αλλά από το γεγονός ότι η αύξηση του Μ.Κ. που αποφασίστηκε σε προγενέστερο χρόνο δεν καλύφθηκε πλήρως. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της αύξησης του Μ.Κ. μετά από άσκηση του δικαιώματος κτήσης μετοχών (άρθρο 58 παρ. 3) όπου και εδώ έχουμε αυτόματη αύξηση του Μ.Κ. και όχι αύξηση μετά από απόφαση Γ.Σ. ή Δ.Σ.
2) Προσαρμόζεται μόνο το αντίστοιχο τροποποιούμενο άρθρο (με μέριμνα του Δ.Σ.) και όχι λοιπά άρθρα του καταστατικού προκειμένου αυτό να εμφανίζει τα γεγονότα όπως συνέβησαν εκείνη την δεδομένη στιγμή. Οι πράξεις προσαρμογής είναι οι ακόλουθες;
> Πιστοποίηση μερικής κάλυψης του Μ.Κ. (άρθρο 28 παρ. 2)
> Πιστοποίηση άσκησης δικαιώματος κτήσης μετοχών (άρθρο 58 παρ. 3)
> Πιστοποίηση μετατροπής μετατρέψιμων ομολογιών (άρθρο 71)

ΕΝΟΤΗΤΑ 7 (Πράξεις για τις οποίες δεν απαιτείται έλεγχος νομιμότητας και πληρότητας και οι οποίες καταχωρίζονται απευθείας και ατελώς στο ΓΕΜΗ
Στις διατάξεις του ν.4548/2018 προβλέπονται δύο συγκεκριμένες πράξεις η οποίες καταχωρίζονται στο ΓΕΜΗ με επιμέλεια της εταιρείας χωρίς έλεγχο (νομιμότητας ή πληρότητας) και χωρίς καταβολή σχετικού τέλους καταχώρισης.

Αυτές είναι:
i. Η πρόσκληση για την άσκηση του δικαιώματος προτίμησης (άρθρο 26), στην οποία μνημονεύεται υποχρεωτικά και η προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να ασκηθεί αυτό το δικαίωμα, υποβάλλεται με επιμέλεια της εταιρείας στη δημοσιότητα του ΓΕΜΗ28 και
ii. Η πρόσκληση της γενικής συνέλευσης των μετόχων (άρθρο 122 παρ.2) που δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ με επιμέλεια της εταιρείας29.
………………………………………………………..

Διαθέσιμες αιτήσεις μεταβολών ανά νομική μορφή ( Εκτιμούμε ότι θα υπάρξει σχετική επικαιροποίηση )

https://services.businessportal.gr/

Α) Αναρτώμενες στο ΓΕΜΗ απ’ ευθείας και με ευθύνη της εταιρείας (χωρίς παρέμβαση των Υπηρεσιών ΓΕΜΗ)

· ΑΕ – Πρόσκληση σε Γενική Συνέλευση

· ΑΕ – Πρόσκληση για ενάσκηση δικαιώματος προτίμησης της παρ.9 του αρ.13 του Κ.Ν. 2190/1920

Β) Υποβαλλόμενες στο ΓΕΜΗ με ευθύνη της ΑΕ και μέσω των Υπηρεσιών ΓΕΜΗ (για Έλεγχο, Καταχώριση και δημοσιότητα)

· (ΑΕ) Αίτηση Καταχώρησης απόφασης Διοικητικού Συμβουλίου για την πιστοποίηση καταβολής αρχικού μετοχικού κεφαλαίου

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης για αλλαγή διεύθυνσης γραφείων, χωρίς αλλαγή δήμου

· (AE) Αίτηση Καταχώρισης Ιστοσελίδας

· (AE) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την «Έγκριση οικονομικών καταστάσεων» ME εκλογή ελεγκτών και Καταχώρισης Ισολογισμού κατά Ε.Λ.Π -Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ή Δ.Λ.Π. (Αφορά Χρήσεις που λήγουν 07/07/2016 και META)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την «Έγκριση οικονομικών καταστάσεων» ΧΩΡΙΣ εκλογή ελεγκτών και Καταχώρισης Ισολογισμού κατά Ε.Λ.Π -Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ή Δ.Λ.Π. (Αφορά Χρήσεις που λήγουν 07/07/2016 και META)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης πρακτικού ΓΣ για την εκλογή ΔΣ και πρακτικού ΔΣ για την συγκρότηση αυτού σε σώμα και παροχής εξουσιοδοτήσεων

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρiσης απόφασης ΓΣ για την Tροποποίηση καταστατικού

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρισης Γενικής Συνέλευσης κατά την οποία ΔΕΝ λήφθηκαν αποφάσεις δημοσιευτέες στο ΓΕΜΗ (παρ.2, Άρθρο 26α, ν.2190/1920)

· (ΑΕ) Αίτηση Καταχώρισης Λοιπών αποφάσεων ΓΣ που υπόκεινται σε δημοσιότητα

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης Δ.Σ. για την Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου (χωρίς τροποποίηση καταστατικού και ΑΝΩ των 3εκ. ευρώ)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης Δ.Σ. για την Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου (χωρίς τροποποίηση καταστατικού και ΚΑΤΩ των 3εκ. ευρώ)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΔΣ για την μεταβολή ΔΣ, Ανασυγκρότηση ΔΣ ή/και αλλαγή Εκπροσώπησης

· (ΑΕ) Καταχώρηση απόφασης Διοικητικού Συμβουλίου για την πιστοποίηση καταβολής αύξησης μετοχικού κεφαλαίου (Ολική ή Μερική ή Μη Καταβολή)

· (AE) Καταχώρηση Απόφασης ΓΣ για θέση της εταιρίας σε Λύση & Εκκαθάριση και ορισμός εκκαθαριστών

· (ΑΕ) Καταχώριση Ισολογισμού Έναρξης Εκκαθάρισης

· (AE) Αίτηση Καταχώρησης Απόφασης ΓΣ για την έγκριση Ισολογισμού Πέρατος Εκκαθάρισης (με δημοσίευση του ισολογισμου) και για την ΔΙΑΓΡΑΦΗ της εταιρίας από το ΓΕΜΗ

· (ΑΕ) Σχέδιο Σύμβασης Συγχώνευσης

· (AE) Αίτηση καταχώρησης Μηνιαίων Λογιστικών Καταστάσεων Τραπεζών

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρισης Ισολογισμού κατά Ε.Λ.Π -Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ή Δ.Λ.Π. (παλαιές χρήσεις χωρίς αρχείο ΓΣ που λήγουν μέχρι 07/07/2016)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης Eνοποιημένων οικονομικών καταστάσεων και δημοσίευσης Eνοποιημένου ισολογισμού (ειδική περίπτωση)

· (ΑΕ) Καταχώριση οικονομικών καταστάσεων / συνοπτικών οικονομικών στοιχείων (Αφορά Ισολογισμούς χρήσεων 2014 ή παλαιότερες)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την «Έγκριση οικονομικών καταστάσεων» (Χωρίς εκλογή ελεγκτών & χωρίς αλλαγή στοιχείων του ισολογισμού)(παλαιές που λήγουν μέχρι 07/07/2016)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την «Έγκριση τροποποιημένων οικονομικών καταστάσεων» και επαναδημοσίευση των τροποποιημένων στοιχείων (ισολογισμού κλπ.)(παλαιές χρήσεις που λήγουν μέχρι 07/07/2016)

· (ΑΕ) Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την «Έγκριση οικονομικών καταστάσεων» με εκλογή ελεγκτών (παλαιές χρήσεις που λήγουν μέχρι 07/07/2016)

( Πηγή : Υπηρεσία Ηλεκτρονικής Υποβολής Αιτήσεων Καταχώρισης στο ΓΕΜΗ

https://services.businessportal.gr/ )

Σημειώνουμε ότι :

Σύμφωνα με το ν. 3419/2005 Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και Εκσυγχρονισμός της Επιμελητηριακής Νομοθεσίας. (ΦΕΚ Α’ 297/06-12-2005)

[ Άρθρο 6 :

2. Στη Μερίδα καταχωρίζονται, σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από το πρόσωπο του υπόχρεου, τα ακόλουθα στοιχεία:
α.
 Ο Αριθμός του Γ.Ε.ΜΗ. του υπόχρεου, του υποκαταστήματος ή του πρακτορείου.
β. Η υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. ή το Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ. που διενήργησε την εγγραφή ή τη μεταγενέστερη καταχώριση και το ονοματεπώνυμο του αρμόδιου υπαλλήλου.
γ. Ο αριθμός πρωτοκόλλου της αίτησης εγγραφής και ο Κωδικός Αριθμός Καταχώρισης.
δ. Τα στοιχεία της απόφασης των αρμόδιων αρχών ή υπηρεσιών οι οποίες χορηγούν άδεια άσκησης επιτηδεύματος ή επαγγέλματος ή άδεια ίδρυσης και λειτουργίας επιχείρησης ή υποκαταστήματος, εφόσον, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, προαπαιτείται η άδεια αυτή για τη σύσταση εταιρίας ή την έναρξη εργασιών επιτηδευματία.
ε. Οι δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες ο υπόχρεος κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης ή σε διαδικασία συνδιαλλαγής ή άλλης συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης των πιστωτών του. Επίσης, στη Μερίδα καταχωρίζονται το ονοματεπώνυμο, το ονοματεπώνυμο γονέων, ο αριθμός δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου, ο τόπος και ο χρόνος γέννησης, η ιθαγένεια και η διεύθυνση κατοικίας των εκκαθαριστών, των αναγκαστικών διαχειριστών, των επιτρόπων και των συνδίκων του υπόχρεου.
στ. Τα στοιχεία των δικαστικών αποφάσεων με τις οποίες περατώνονται, αναστέλλονται ή ανατρέπονται οι έννομες καταστάσεις, που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση.
ζ. Τα στοιχεία των οποίων προβλέπεται η δημοσίευσή τους από την πτωχευτική νομοθεσία.
η. Τα στοιχεία των εκκρεμών αιτήσεων πτώχευσης ή διαδικασίας συνδιαλλαγής ή άλλης συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης των πιστωτών,
θ. Ο αριθμός των υποκαταστημάτων ή πρακτορείων του υπόχρεου στην ημεδαπή, καθώς και η διεύθυνση και ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ. που αφορά το καθένα από αυτά.
ι. Ο αριθμός, η διεύθυνση και τα στοιχεία των υποκαταστημάτων ή πρακτορείων του υπόχρεου στην αλλοδαπή.
ια) κατ’ έτος το σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων) της εταιρείας, το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών αυτής και ο μέσος όρος απασχολουμένων σε αυτή κατά τη διάρκεια του έτους.
2α. Στη Μερίδα καταχωρίζονται και δημοσιεύονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 παρ. 1, προκειμένου για κεφαλαιουχικές εταιρείες με έδρα στην ημεδαπή, και τα ακόλουθα στοιχεία:
α)
 η ιδρυτική πράξη και το καταστατικό,
β) οι τροποποιήσεις της ιδρυτικής πράξης ή του καταστατικού, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η παράταση της διάρκειας ζωής της εταιρείας, καθώς και ύστερα από κάθε τροποποίηση της ιδρυτικής πράξης ή του καταστατικού, το πλήρες κείμενο αυτών, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση στη νέα διατύπωσή του,
γ) ο διορισμός, η αποχώρηση, καθώς και τα ατομικά στοιχεία των προσώπων τα οποία, είτε ως όργανο προβλεπόμενο από το νόμο, είτε ως μέλη τέτοιου οργάνου:
αα) έχουν την εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων. Σε περίπτωση που τα πρόσωπα αυτά είναι περισσότερα του ενός, με τη σχετική καταχώριση διευκρινίζεται αν τα πρόσωπα αυτά δύνανται να ενεργούν μόνα τους ή πρέπει να ενεργούν από κοινού,
ββ) εκπροσωπούν την εταιρεία ενώπιον δικαστηρίου,
γγ) συμμετέχουν στη διοίκηση, στην εποπτεία ή στον έλεγχο της εταιρείας,
δ) τουλάχιστον κατ’ έτος, το ύψος του καλυφθέντος κεφαλαίου εφόσον η ιδρυτική πράξη ή το καταστατικό αναφέρονται σε εγκεκριμένο κεφάλαιο, εκτός αν κάθε αύξηση του καλυφθέντος κεφαλαίου συνεπάγεται τροποποίηση του καταστατικού,
ε) τα λογιστικά έγγραφα κάθε χρήσεως των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική βάσει των Οδηγιών του Συμβουλίου 78/660/ΕΟΚ (EE L 222 14.8.1978), 83/349/ΕΟΚ (EE L 193 18.7.1983), 86/635/ΕΟΚ (EE L 372 31.12.1986) και 91/674/ΕΟΚ (EE L 374/31.12.1991),
στ) οποιαδήποτε μεταβολή της έδρας,
ζ) η λύση της εταιρείας,
η) η δικαστική απόφαση με την οποία κηρύσσεται η ακυρότητα της εταιρείας,
θ) ο διορισμός και τα ατομικά στοιχεία των εκκαθαριστών,
ι) η περάτωση της εκκαθαρίσεως και η διαγραφή από τα μητρώα.
2β. Στη Μερίδα καταχωρίζονται και δημοσιεύονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 παρ. 1, προκειμένου για υποκαταστήματα της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 [ ζ. Οι αλλοδαπές εταιρείες που αναφέρονται στο άρθρο 1 της Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ (ΕΕΕΚ L. 65), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 της Οδηγίας 2003/58/ΕΚ (ΕΕΕΚ L. 221) και έχουν έδρα σε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), ως προς τα υποκαταστήματα ή πρακτορεία που διατηρούν στην ημεδαπή.] , και τα ακόλουθα στοιχεία:
α) η ταχυδρομική ή άλλη διεύθυνση του υποκαταστήματος,
β) η αναφορά του αντικειμένου των εργασιών του υποκαταστήματος,
γ) το μητρώο κράτους – μέλους, στο οποίο τηρείται για την εταιρεία φάκελος, με μνεία του αριθμού εγγραφής της σε αυτό,
δ) η επωνυμία και η μορφή της εταιρείας, καθώς και η επωνυμία του υποκαταστήματος, εάν δεν είναι η ίδια με την επωνυμία της εταιρείας,
ε) ο διορισμός, η λήξη των καθηκόντων, καθώς και τα ατομικά στοιχεία των προσώπων που έχουν την εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων και να την εκπροσωπούν ενώπιον δικαστηρίου:
αα) εφόσον προβλέπονται από το νόμο ως όργανα διοίκησης της εταιρείας ή ως μέλη ενός τέτοιου οργάνου, σύμφωνα με τη δημοσιότητα που λαμβάνει χώρα για την εταιρεία βάσει του άρθρου 2 παρ. 1 της Οδηγίας 2009/101/ΕΚ,
ββ) ως μόνιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος, με μνεία της έκτασης των αρμοδιοτήτων τους,
στ) η λύση της εταιρείας, ο διορισμός, τα ατομικά στοιχεία και οι εξουσίες των εκκαθαριστών, η περάτωση της εκκαθάρισης και η σχετική μνεία στο μητρώο κράτους – μέλους, η διαδικασία πτώχευσης, πτωχευτικού συμβιβασμού ή άλλη ανάλογη διαδικασία στην οποία υπόκειται η εταιρεία,
ζ) τα λογιστικά έγγραφα της εταιρείας, όπως καταρτίσθηκαν ελέχθηκαν και δημοσιεύθηκαν κατά το δίκαιο του κράτους – μέλους από το οποίο διέπεται η εταιρεία και, σύμφωνα με τις Οδηγίες 78/660/ΕΟΚ (EE L 222 14.8.1978), 83/349/ΕΟΚ (EE L 193 18.7.1983) και 84/253/ΕΟΚ ( EE L 126/20 12.5/1984),
η) το κλείσιμο του υποκαταστήματος.

 

………………………..

Μητρώο Επιχειρήσεων Εταιρείες με σύσταση ΜΕΤΑ τις 4/4/11 ή που έχουν αυτοαπογραφεί Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. Απαντήσεις σε Συχνές Ερωτήσεις Γ.Ε.ΜΗ.

https://www.acci.gr/acci/articles/article.jsp?context=103&categoryid=8363&articleid=8366#1

1) Πώς γίνεται η καταχώριση στο ΓΕΜΗ αιτημάτων ΑΕ (όταν δεν υπάρχει ο τύπος αίτησης μέσα από τις επιλογές στο Businessportal.gr) ;

Στην περίπτωση που δεν υπάρχει ο ακριβής τύπος ηλεκτρονικής αίτησης μέσα από τις έτοιμες αιτήσεις στο businessportal, η κατάθεση της αίτησης γίνεται με φυσική παρουσία στο Helpdesk AE (1ος όροφος) με προσκόμιση των εγγράφων σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή. Αναλυτικότερα ο ενδιαφερόμενος πρέπει να προσκομίσει στην υπηρεσία ΓΕΜΗ :

Αντίγραφο (όχι απόσπασμα) του Πρακτικού του αρμόδιου οργάνου (Δ.Σ. ή/και Γ.Σ.) της εταιρείας που (σύμφωνα με το Ν.4548/18) αποφάσισε τη μεταβολή, νομίμως υπογεγραμμένο σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή (αρχείο WORD, PDF μικρότερο από 5 MB) σε cd ή usb,
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Σε περίπτωση που απαιτείται να συνυποβληθεί και το νέο κείμενο του ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ της εταιρείας, θα πρέπει να είναι χωρίς υπογραφές ΜΟΝΟ στο cd ή στο usb, ενώ στην έντυπη μορφή του θα πρέπει να είναι νομίμως υπογεγραμμένο.

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ στο ΓΕΜΗ, η οποία υπάρχει διαθέσιμη στην υπηρεσία ΓΕΜΗ και στην ιστοσελίδα του ΕΒΕΑ (www.acci.gr).

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ : Εάν η υποβολή πραγματοποιηθεί με έντυπο ΑΙΤΗΣΗ στην Υπηρεσία ΓΕΜΗ, όλες οι πράξεις και τα στοιχεία που συνοδεύουν την αίτηση μπορούν να υποβληθούν σε ψηφιακό μέσο και θα γίνονται αποδεκτά και ανυπόγραφα, (σύμφωνα με το Έγγραφο ΑΠ 69931/25-6-2015 της Δ/ΝΣΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ & Γ.Ε.ΜΗ. της ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ), εφόσον η έντυπη αίτηση συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της ΑΕ, με το εξής περιεχόμενο: «Βεβαιώνεται υπεύθυνα και με γνώση των συνεπειών του νόμου 1599/1986 περί υπευθύνου δηλώσεως αλλά και των ειδικότερων διατάξεων τουΝ.4548/2018 ότι όλα τα έγγραφα τα οποία προσκομίστηκαν με την παρούσα αίτηση σε ηλεκτρονική μορφή προκειμένου να καταχωριστούν στην βάση του ΓΕΜΗ αποτελούν ακριβή αντίγραφα των νομίμως υπογεγραμμένων εγγράφων τα οποία διατηρούνται στο αρχείο της εταιρείας και είναι στη διάθεση των αρχών ανά πάσα στιγμή για τη διενέργεια τακτικών ή δειγματοληπτικών ελέγχων ή για την κατά το νόμο άσκηση εποπτείας.»

2) Πως γίνεται η καταχώριση στο ΓΕΜΗ μονομελούς διοικητικού οργάνου;

Βάσει του άρθρου 115 παρ.1 του Ν.4548/18, αντί διοικητικού συμβουλίου το καταστατικό μπορεί να προβλέπει το διορισμό μονομελούς διοικητικού οργάνου (σύμβουλος-διαχειριστής), εκλεγόμενου από τη Γενική Συνέλευση. Ο σύμβουλος-διαχειριστής είναι πάντοτε φυσικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παρ.6 του ανωτέρω άρθρου δεν εφαρμόζεται στις μεγάλες και μεσαίες εταιρείες, ούτε σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά.
Η καταχώριση στην υπηρεσία ΓΕΜΗ γίνεται μέσω του businessportal.gr, με την ηλεκτρονική αίτηση : ‘’Αίτηση καταχώρισης πρακτικού ΓΣ για την εκλογή ΔΣ και πρακτικού ΔΣ για την συγκρότηση αυτού σε σώμα και παροχής εξουσιοδοτήσεων’’ στην οποία θα αναρτηθεί, :

To Αντίγραφο (όχι απόσπασμα) του Πρακτικού με την απόφαση της Γ.Σ. &

Το Πρακτικό του διαχειριστή – συμβούλου στο πεδίο ‘’Πρακτικό Δ.Σ.’’ στο οποίο θα αναφέρεται η αποδοχή διορισμού του καθώς και οι εξουσίες του ως προς την εκπροσώπηση της εταιρείας.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ : Σε περίπτωση που δεν προβλέπεται από το καταστατικό η δυνατότητα ορισμού μονομελούς διοικητικού οργάνου, θα πρέπει προηγούμενα ή και ταυτόχρονα να υποβληθεί 

Το πρακτικό Γ.Σ., που θα έχει σαν θέμα την τροποποίηση του άρθρου του καταστατικού που αφορά τον αριθμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και την δυνατότητα για διορισμό μονομελούς διοικητικού οργάνου (συμβούλου – διαχειριστή), και

Το νέο κείμενο του καταστατικού το οποίο υποβάλλεται για καταχώριση με τον ηλεκτρονικό τύπο αίτησης ‘’Αίτηση καταχώρησης απόφασης ΓΣ για την Τροποποίηση καταστατικού’’.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ Υπάρχει δυνατότητα (στο ίδιο Πρακτικό) να υπάρχει ως δεύτερο θέμα και η Γ.Σ. να αποφασίσει και το διορισμό του μονομελούς διοικητικού οργάνου (συμβούλου – διαχειριστή).
Στην περίπτωση αυτή η καταχώριση της αίτησης έπεται της ολοκλήρωσης της καταχώρισης της απόφασης Γ.Σ. για την τροποποίηση του καταστατικού.

3) Ποιά στοιχεία πρέπει να αναφέρονται στα έγγραφα της εταιρείας;

Βάσει του άρθρου 14 παρ.1 του Ν.4548/18 κάθε έγγραφο της εταιρείας, έντυπο ή μη, περιλαμβανομένων των επιστολών, των διαφημίσεων και των εγγράφων παραγγελίας, πρέπει να περιέχει τις εξής, τουλάχιστον, ενδείξεις:α) Τον αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. της εταιρείας, β) Τη νομική μορφή της εταιρείας, την επωνυμία, την έδρα και, ενδεχομένως, το γεγονός ότι βρίσκεται σε εκκαθάριση ή έχει υποβληθεί σε συλλογική διαδικασία.

4) Πως γίνεται η καταχώριση στην επωνυμία της εταιρείας ως μονοπρόσωπη;

Βάσει του άρθρου6 παρ.3 του Ν.4548/18 αν η ανώνυμη εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία πρέπει να περιέχεται η ένδειξη «Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία» ή «Μονοπρόσωπη Α.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι παραπάνω λέξεις εκφράζονται ως «SingleMemberSocieteAnonyme» ή «SingleMember S.A.».
Η ένδειξη αυτή προστίθεται ή αφαιρείται με καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ., με μέριμνα του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς τροποποίηση του καταστατικού. Η καταχώριση μπορεί να γίνει μόνο μέσω Γενικής Αίτησης στο helpdesk ανωνύμων εταιρειών, σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή προσκομίζοντας

Το πρακτικό διοικητικού συμβουλίου και

Το νέο καταστατικό, που στο άρθρο περί επωνυμίας (σύμφωνα και με το άρθρο 5 παρ.1α, Ν. 4548/18) θα πρέπει να υπάρχει η σωστή επωνυμία, όπως θα διαμορφωθεί μετά την κατά τα ανωτέρω προσθήκη, προκειμένου να χορηγούνται σωστά αντίγραφα του καταστατικού.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Επειδή η προσθήκη αυτή δεν θεωρείται ως τροποποίηση του καταστατικού, οι αιτήσεις αυτές δεν θα στέλνονται για έγκριση στην αρμόδια ΠΕ.

5) Πως γίνεται η καταχώριση Απόφασης ΔΣ, που μετά από παραίτηση μέλους διοικητικού συμβουλίου, συνεχίζεται η θητεία του, χωρίς αντικατάστασή του παραιτηθέντος;

Για καταχώριση τηςσυγκεκριμένης απόφασης στο ΓΕΜΗ υποβάλλεται με Πρακτικό Διοικητικού Συμβουλίου.
Η συνέχιση της θητείας και των εργασιών του ΔΣ, γίνεται μόνο στην περίπτωση που δεν παραμένουν λιγότερα μέλη από αυτά που ορίζονται στο καταστατικό της εταιρείας ή λιγότερα από 3 και εφόσον η μη αντικατάσταση μέλους επιτρέπεται από το καταστατικό,
Επίσης Πρακτικό ΔΣ απαιτείται και στην περίπτωση αντικατάστασης μέλους χωρίς ανασυγκρότηση.
Και στις δύο ως άνω περιπτώσεις τα Πρακτικά αυτά καταθέτοντάς το στο helpdesk ΑΕ. της υπηρεσίας ΓΕΜΗ και αναρτώνται στο σύστημα με Γενική Αίτηση.

6) Πώς γίνεται η διόρθωση αίτησης στο Businessportal;

Στο e-mail που έχει δηλωθεί στα στοιχεία επικοινωνίας του businessportal γνωστοποιείται η επιστροφή της ηλεκτρονικής αίτησης με παρατηρήσεις. Η διόρθωση της αίτησης γίνεται ως εξής: Στις Αιτήσεις μεταβολής / Αιτήσεις υπό διεκπεραίωση, στη στήλη ‘’Αριθμός Πρωτοκόλλου Αίτησης’’ εμφανίζεται η αίτηση για την οποία ζητείται διόρθωση. Πατώντας τον αριθμό πρωτοκόλλου, στην επόμενη οθόνη εμφανίζεται το Ιστορικό Διεκπεραίωσης όπου μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά τις παρατηρήσεις. Μεταβαίνοντας στην προηγούμενη οθόνη, στη στήλη “Ενέργειες που απαιτούνται εκ μέρους σας”, εμφανίζεται με μπλε πλαίσιο το μήνυμα “Πρέπει να διορθώσετε την αίτηση σας”. Πατώντας πάνω στο συγκεκριμένο πλαίσιο ανεβάζετε τα διορθωμένα έγγραφα στο πεδίο “Ανεβάστε τώρα ένα ή περισσότερα έγγραφα” για να μπορέσετε να προχωρήσετε στη διόρθωση της αίτησης. Παρότι μπορεί να μην χρειάζεται να αντικαταστήσετε τα έγγραφα, αλλά απλά να κάνετε διορθώσεις μέσα στην αίτηση, κάποιες φορές απαιτείται από το σύστημα η ανάρτηση των ίδιων εγγράφων που είχαν αρχικώς αναρτηθεί. Στην επόμενη οθόνη αφού γίνουν οι διορθώσεις καθώς και η Αποδοχή της δήλωσης στο πλαίσιο στο κάτω μέρος της οθόνης επιλέγετε το πεδίο “Τα στοιχεία είναι σωστά, να γίνει οριστική υποβολή” και επαναπροωθείται η αίτηση στην υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. για τη διεκπεραίωσή της.

7) Ποιες ενέργειες χρειάζεται να κάνει μια ανώνυμη εταιρεία όταν αντιμετωπίζει πρόβλημα σχετικά με την πληρωμή αίτησης ή ετήσιου τέλους στο Γ.Ε.ΜΗ.;

Σε περίπτωση θεμάτων πληρωμής όπως πληρωμές που δεν έχουν επιβεβαιωθεί από το σύστημα, πληρωμές που απορρίπτονται από την τράπεζα, διπλές πληρωμές κ.α. θα χρειαστεί να έρθετε σε επικοινωνία με την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων στο τηλέφωνο 210-3392440 (Κεντρική Υπηρεσία ΓΕΜΗ).

………………………

 «Πιστοποιητικό Καλής Λειτουργίας ή Good Standing Certificate»

« 5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επιτρέπεται η χορήγηση από το Γ.Ε.ΜΗ. πιστοποιητικού, από το οποίο να προκύπτει ότι η εταιρεία συστάθηκε, σύμφωνα με το νόμο, ότι υφίσταται και δεν έχει διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ., ότι δεν έχει πτωχεύσει και ότι δεν έχει υποβληθεί εναντίον της αίτηση πτώχευσης και ότι έχει υποβάλλει προς καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. ετήσιες οικονομικές καταστάσεις κατά την τελευταία τριετία ή ότι νομίμως δεν έχει την υποχρέωση αυτή («Πιστοποιητικό Καλής Λειτουργίας ή Good Standing Certificate»). Με την ίδια απόφαση προβλέπονται τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που θα μπορεί να περιέχει το πιστοποιητικό, η διαδικασία χορήγησής του, το κόστος χορήγησης και η διάρκεια ισχύος του. Το πιστοποιητικό αυτό αποδεικνύει κατά τη διάρκεια ισχύος του την ύπαρξη της εταιρείας έναντι του Δημοσίου και τρίτων. Η τυχόν επελθούσα λύση της εταιρείας κατά τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού δεν αντιτάσσεται στον λαβόντα τούτο, εκτός αν αυτός γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τη λύση. » ( άρθρο 170 )

Με το νέο θεσμικό πλαίσιο για το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, το οποίο θα ενσωματωθεί στο πολυνομοσχέδιο του Υπ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων, θεσπίζεται το «Πιστοποιητικό Καλής Λειτουργίας» από το ΓΕΜΗ.
Το εν λόγω πιστοποιητικό θα χορηγείται από τις αρμόδιες Υ.ΓΕΜΗ εφόσον το εγγεγραμμένο πρόσωπο:
→ δεν έχει διαγραφεί,
→ δεν βρίσκεται σε κατάσταση λύσης και σε διαδικασία εκκαθάρισης,
→ δεν έχει κατατεθεί για το πρόσωπο αυτό αίτηση συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης των πιστωτών (ιδίως πτώχευσης, εξυγίανσης, συνδιαλλαγής, ειδικής διαχείρισης, ειδικής εκκαθάρισης), …

→ έχει εκπληρώσει την υποχρέωση δημοσίευσης πράξεων ή νομίμως έχει απαλλαχθεί από την υποχρέωση αυτή.

36) Επίλυση Εταιρικών Διαφορών – Διαιτησία ( Άρθρο 3)

α) Αρμόδιο δικαστήριο

Το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας αποκτά γενική αρμοδιότητα για τις εταιρικές διαφορές, που προκύπτουν κατά την εφαρμογή του νόμου.

β) Δυνατότητα «Διαιτησίας»

Επιπλέον το άρθρο αυτό αποσκοπεί στην επιτάχυνση μέσω διαιτησίας της επίλυσης των διαφορών αυτών για Α.Ε. που δεν είναι εισηγμένες, με πρότυπο το άρθρο 48 ν. 4072/2012 για την Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία (Ι.Κ.Ε.), που προβλέπει επίσης διαδικασίες διαιτησίας.

Η διαιτησία μπορεί να καλύπτει το σύνολο ή μέρος των εταιρικών διαφορών, ανάλογα με τη διατύπωση της διαιτητικής ρήτρας.

Ακόμη και υποθέσεις που κρίνονται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας μπορεί να υπάγονται σε διαιτησία, αν (όπως ορίζει το άρθρο 867 Κ.Πολ.Δ.) τα μέρη «έχουν την εξουσία να διαθέτουν ελεύθερα το αντικείμενο της διαφοράς» (θα πρόκειται συνήθως για «μη γνήσιες» υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας).

37) Ποινικές Διατάξεις ( Άρθρα 176-181 )

Γενικά

· Οι ποινικές διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, πού μέχρι σήμερα έχουν τύχει ελάχιστης εφαρμογής, έχουν ελαφρά αναμορφωθεί.

· Πρέπει βέβαια να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν παράλληλες ποινικές διατάξεις σε άλλους νόμους (π.χ. για την κατάχρηση αγοράς), που, στο μέτρο που εφαρμόζονται, καθιστούν περιττή την ύπαρξη συναφών ποινικών διατάξεων και στο νόμο για τις Α.Ε..

· Επίσης υπάρχουν συμπεριφορές που τιμωρούνται ήδη με βάση τις γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, ώστε να μην απαιτείται η κατάστρωση ειδικής ποινικής μεταχείρισης για τις ανώνυμες εταιρείες.

· Τέλος, ορισμένες ποινικές διατάξεις συνδεόμενες με την κρατική εποπτεία έχουν εκ των πραγμάτων απαλειφθεί, λόγω της ουσιαστικής κατάργησης της εποπτείας αυτής (π.χ. άρθρο 57 περίπτωση ε΄ του κ.ν. 2190/1920).

· Καταργήθηκαν εξάλλου και οι διοικητικές κυρώσεις που είχαν εισαχθεί με το άρθρο 63δ του κ.ν. 2190/1920, δεδομένου ότι ανάλογες κυρώσεις προβλέπονται από το άρθρο 17 του ν. 3419/2005 για το Γ.Ε.ΜΗ.. Άλλωστε η αρμοδιότητα εποπτείας για τις παραβάσεις του εταιρικού δικαίου, που θα δικαιολογούσε την επιβολή προστίμου, έχει ουσιαστικά καταργηθεί.

· Από την άλλη πλευρά προστέθηκαν ποινικές διατάξεις π.χ. για την παρά το νόμο κτήση ιδίων μετοχών από την εταιρεία και την παρά τον νόμο παροχή πιστώσεων, εγγυήσεων κλπ. για την απόκτηση ιδίων μετοχών (άρθρο 177 περιπτώσεις 3 και 4), επειδή οι πράξεις αυτές αντιβαίνουν στην προστασία του κεφαλαίου και θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των πιστωτών, όπως και η ήδη τιμωρούμενη παρά τον νόμο διανομή κερδών.

· Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε καμιά περίπτωση (αντίθετα προς το ποινικό δίκαιο του κ.ν. 2190/1920) η παράβαση του καταστατικού δεν συνιστά αξιόποινη πράξη.

Ειδικότερα προβλέπονται :

α) Άρθρο 176. Ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις προς το κοινό

Τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή από 10.000 μέχρι 100.000 ευρώ ο ιδρυτής, το μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή ο διευθυντής της εταιρείας, ο οποίος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδή ή παραπλανητική δήλωση προς το κοινό,
α) που αφορά την κάλυψη ή την καταβολή του κεφαλαίου, ή
β) με σκοπό την εγγραφή σε τίτλους που εκδίδει η εταιρεία και αφορά στοιχεία αυτής, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή επί των εταιρικών υποθέσεων.

β) Άρθρο 177. Παραβάσεις μελών διοικητικού συμβουλίου

Τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή από 10.000 μέχρι 100.000 ευρώ το μέλος του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο:
1. Εν γνώσει του συντάσσει ή εγκρίνει ανακριβείς ή παραπλανητικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, που οφείλει να συντάξει, ή τις συντάσσει κατά παράβαση του νόμου ως προς το περιεχόμενό τους. Ποινή δεν επιβάλλεται σε περίπτωση επουσιωδών ελλείψεων, που δεν επηρεάζουν τη συνολική εικόνα των καταστάσεων.
2. Προβαίνει σε διανομή κερδών ή άλλων ωφελημάτων σε μετόχους της εταιρείας ή τρίτο πρόσωπο, που δεν προκύπτουν από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή χωρίς να έχουν συνταχθεί χρηματοοικονομικές καταστάσεις ή με βάση χρηματοοικονομικές καταστάσεις που εν γνώσει του είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ή συντάχθηκαν κατά παράβαση του νόμου.
3.
 Εν γνώσει του εξαγοράζει εξαγοράσιμες μετοχές, κατά παράβαση του άρθρου 39 ή προκαλεί την απόκτηση από την εταιρεία ιδίων μετοχών της ή τίτλων κτήσης μετοχών της ή μετοχών της μητρικής της ή τίτλων κτήσης μετοχών της μητρικής της, κατά παράβαση των άρθρων 48, 49, 52 ή 57 του παρόντος.
4. Χορηγεί προκαταβολή, δάνειο ή εγγύηση είτε επιβαρύνοντας την εταιρεία, με σκοπό να αποκτήσει τρίτος μετοχές αυτής, είτε επιβαρύνοντας θυγατρική της με σκοπό να αποκτήσει τρίτος μετοχές της μητρικής της, κατά παράβαση του άρθρου 51.
5. Εν γνώσει του συντάσσει αναληθή ή ελλιπή έκθεση διαχείρισης ή άλλη υποχρεωτική κατά το νόμο ετήσια έκθεση.

γ) Άρθρο 178. Παραβάσεις ελεγκτών

Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή από 10.000 μέχρι 100.000 ευρώ ή και με τις δύο ποινές:
1.
 Ο τακτικός ελεγκτής ανώνυμης εταιρείας, ο οποίος θεωρεί οικονομική κατάσταση αυτή που εν γνώσει του έχει καταρτισθεί κατά παράβαση των διατάξεων του νόμου ως προς το περιεχόμενό τους.
2. Ο τακτικός ελεγκτής ανώνυμης εταιρείας ή ο διενεργών έκτακτο έλεγχο, ο οποίος παραβιάζει το καθήκον εχεμύθειας που έχει από το νόμο. Η ποινική δίωξη στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου ασκείται μόνο με έγκληση της εταιρείας.

Επισήμανση

Νόμος 4449/2017 Υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, δημόσια εποπτεία επί του ελεγκτικού έργου και λοιπές διατάξεις

Άρθρο 37. Αστική ευθύνη – ασφαλιστική κάλυψη

1. Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές και οι ελεγκτικές εταιρείες του παρόντος νόμου, καθώς και οι ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών ευθύνονται για κάθε ζημιά από θετική ενέργεια ή παράλειψη έναντι της ελεγχόμενης οντότητας και τρίτων που ζημιώθηκαν από τη χρήση της έκθεσης ελέγχου.
2.
 Το συνολικό ύψος της αποζημίωσης όλων των ζημιωθέντων από συγκεκριμένο ελεγκτικό έργο δεν μπορεί να υπερβεί το δεκαπλάσιο της αμοιβής που καταβλήθηκε για το έργο αυτό.
3. Στην περίπτωση που οι υποχρεωτικοί έλεγχοι διενεργούνται στο όνομα και για λογαριασμό ελεγκτικής εταιρείας ή ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας, η ευθύνη για αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί το δεκαπλάσιο των αμοιβών της ελεγκτικής εταιρείας ή της ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας για το συγκεκριμένο ελεγκτικό έργο έναντι όλων των ζημιωθέντων για το έργο αυτό.
4. Για την καταβολή της αποζημίωσης που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον τα πρόσωπα που προβλέπονται από το άρθρο 25 του παρόντος νόμου εφόσον αποδειχθεί ότι έθεσαν σε κίνδυνο την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα του ελεγκτή.
5. Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές, οι ελεγκτικές εταιρείες και οι ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών έχουν υποχρέωση να έχουν επαρκή ασφαλιστική κάλυψη.
6. Η μη συμμόρφωση με τα οριζόμενα της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου συνεπάγεται την αναστολή της άδειας άσκησης επαγγέλματος μέχρι τη διαπίστωση, από την Ε.Λ.Τ.Ε., της συμμόρφωσης.

δ) Άρθρο 179. Παραβάσεις σχετικές με την εύρυθμη λειτουργία της εταιρείας

Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 50.000 ευρώ:
1.
 Όποιος συνάπτει για λογαριασμό της εταιρείας σύμβαση, για την οποία απαιτείται προηγούμενη άδεια κατά το άρθρο 100, αν η άδεια δεν δόθηκε. Το αξιόποινο εξαλείφεται αν η άδεια δοθεί κατά το άρθρο 100 μετά τη σύναψη της σύμβασης.
2. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου το οποίο παραβιάζει την υποχρέωση πιστοποίησης καταβολής του κεφαλαίου μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 20 ή προβαίνει σε ψευδή πιστοποίηση της εν λόγω καταβολής. Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο ορκωτός ελεγκτής ο οποίος προβαίνει σε ψευδή πιστοποίηση της εν λόγω καταβολής.
3. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραλείπει να συντάξει ή συντάσσει εκπρόθεσμα τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις ή την ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου ή την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή την πολιτική αποδοχών ή την έκθεση αποδοχών, που οφείλει να συντάξει, ή άλλη κατά το νόμο ετήσια έκθεση, που οφείλει να συντάξει.
4. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραβιάζει την υποχρέωση αναπροσαρμογής του κεφαλαίου της εταιρείας, όταν τούτο επιβάλλεται από τον νόμο.
5.
 Όποιος παρακωλύει τη διενέργεια ελέγχου της εταιρείας από τους τακτικούς ελεγκτές ή τους ελεγκτές που έχουν ορισθεί για τη διενέργεια εκτάκτου ελέγχου ή δεν παρέχει σε αυτούς τις πληροφορίες που οφείλει να παράσχει και οι οποίες του ζητούνται νομίμως.

ε) Άρθρο 180. Παραβάσεις σχετικές με τις συνελεύσεις μετόχων και ομολογιούχων

Τιμωρείται με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 15.000 ευρώ:
1. Όποιος παραλείπει να συγκαλέσει γενική συνέλευση των μετόχων ή ομολογιούχων ή να συμπεριλάβει ορισμένο θέμα στην ημερήσια διάταξη κατά παράβαση του παρόντος νόμου ή του προγράμματος έκδοσης ομολογιών. Αν η υποχρέωση σύγκλησης γενικής συνέλευσης ή προσθήκης θέματος στην ημερήσια διάταξη ανακύψει ύστερα από αίτηση μετόχου ή ομολογιούχου, η ποινική δίωξη ασκείται μόνο με έγκληση αυτού.
2. Όποιος εν γνώσει του μετέχει σε γενική συνέλευση μετόχων ή ομολογιούχων ή ψηφίζει χωρίς να έχει το δικαίωμα αυτό.
3. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραβιάζει την υποχρέωση παροχής πληροφοριών σε μετόχους, σύμφωνα με το άρθρο 141. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο με έγκληση εκείνου που υπέβαλε το αίτημα παροχής πληροφοριών.

Τέλος : Δεν αποκλείονται διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από ειδικότερες διατάξεις.

Προσοχή:

Δεν αποκλείονται διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από ειδικότερες διατάξεις. (άρθρο 181)

38) Προθεσμίες

Α/ΑΘΕΜΑΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ του ΝΟΜΟΥΕΙΔΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ[ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ]
1Χρόνος Εναρμόνισης των Καταστατικών των Α.Εα) Έως 31/12/2019, με απλή απαρτία και πλειοψηφία, β) Μεταγενέστερη εναρμόνιση, γίνεται κατά τις γενικές διατάξεις του Ν. 4548/2018.Άρθρο 183Δεν προβλέπονται4
2Ελάχιστο Μετοχικό Κεφάλαιο (25.000 Ευρώ)Έως 31η Δεκεμβρίου 2019Άρθρο 183Αδυναμία νεότερων καταχωρίσεων στο Γ.Ε.ΜΗ.9
3Υποχρεωτική Ονομαστικοποίηση των ΜετοχώνΈως 1/1/2020Άρθρα 40 και 184Οι μετοχές δεν παρέχουν μετοχικά δικαιώματα ούτε και μπορούν να μεταβιβασθούν10

39) Πρόβλεψη για «Νέα Όργανα» και «Νέους Τίτλους», στην Α.Ε.

Α/Α“ΝΈΑ ΟΡΓΑΝΑ” και ” ΝΕΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ”ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ του ΝΟΜΟΥ[ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ]
1Μονομελές Διοικητικό Όργανο («Μονοπρόσωπο Δ.Σ » )Άρθρο 11529
2Εκτελεστική Επιτροπή»Άρθρο 8730
3Ενώσεις μετοχώνΆρθρο 14432
4«Τίτλος Κτήσης ( Warrants )»Άρθρα 56- 5822

40) Σημαντικές Αλλαγές – Σύνοψη

Α/ΑΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ του ΝΟΜΟΥ[ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ]
1Κατηγοριοποίηση των Α.Ε ανάλογα με το ΜέγεθοςΆρθρο 26
2Κατάργηση της Δυνατότητας Έκδοσης Ανωνύμων ΜέτοχωνΆρθρο 4010
3Μείωση της Κατωτάτης Τιμής κάθε Μετοχής και Εύρος αξίας κάθε μετοχής [ 0,04 έως 100 ευρώ ]Άρθρο 3511
4Κανόνες Διανομής Κερδών [Απαγόρευση διανομής των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη ]Άρθρα 158-16412
5Δυνατότητα Ίδρυσης Α.Ε με «Ιδιωτικό Συμφωνητικό »Άρθρο 413
6Διάρκεια της Α.Ε [ Η διάρκεια μπορεί να είναι αορίστου χρόνου]Άρθρο 815
7Η αποτίμηση των εισφορών σε είδος διενεργείται πλέον μόνο από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή ελεγκτική εταιρεία ή, κατά περίπτωση, από πιστοποιημένους εκτιμητέςΆρθρο 1716
8Η πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου γίνεται από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία, εκτός από τις μικρές και πολύ μικρές εταιρείαςΆρθρο 2017
9Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου – Δυνατότητα και Επιστροφής σε ΕίδοςΆρθρο 3120
10Συναλλαγές της Εταιρείας με Συνδεδεμένα ΠρόσωπαΆρθρα 99 – 10127
11Αμοιβές Διοικητικού ΣυμβουλίουΆρθρα 109-11428
12Προκαταβολή αμοιβής για το χρονικό διάστημα μέχρι την επόμενη τακτική γενική συνέλευσηΆρθρο 11728
13Γενική Συνέλευση – Κάθε μέτοχος έχει το δικαίωμα να ζητήσει από την εταιρεία να του αποστέλλει με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ατομική πληροφόρηση για επικείμενες γενικές συνελεύσεις τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης.Άρθρο 12231
14Γενική Συνέλευση – Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, οι Οικονομικές Καταστάσεις αποστέλλονται στους μετόχους, εφόσον οι μέτοχοι έχουν γνωστοποιήσει εγκαίρως στην εταιρεία τα στοιχεία επικοινωνίας τουςΆρθρο 12331
15Κατάργηση ως λόγου Λύσεως το γεγονός ότι : «Το Σύνολο των Ιδίων Κεφαλαίων καταστεί κατώτερο του 1/10 του Μετοχικού Κεφαλαίου»Άρθρα 164-16633
16Κρατική Εποπτεία [ Το Κεφάλαιο 8ο του κ.ν. 2190/1920 δεν επαναλαμβάνεται στο νέο νόμο. ]
 
34
17Επίλυση Εταιρικών Διαφορών – Διαιτησία [ μπορεί να καλύπτει το σύνολο ή μέρος των εταιρικών διαφορών, ανάλογα με τη διατύπωση της διαιτητικής ρήτρας ]Άρθρο 336
18Κατάργηση της διάταξης :Εάν στη συνέλευση παρίσταται ένας μόνο μέτοχος, είναι υποχρεωτική η παρουσία συμβολαιογράφου, ο οποίος προσυπογράφει τα πρακτικά της γενικής συνέλευσης.Άρθρο 32. Πρακτικά της γενικής συνέλευσης (Ν. 2190/20)

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΔΕΔ 1411/2019 Λογιστικές διαφορές – Ενδοομιλικά μερίσματα και χρόνος απόκτησης φορολογικού πλεονεκτήματος – Ταμειακές εγγραφές χωρίς παραστατικά και προσθήκη αυτών σαν λογιστικές διαφορές

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ’ όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α’ 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β’ 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία – Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β’ / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 11/01/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία , ΑΦΜ , με έδρα επιχείρησης στις , κατά: α) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, β) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, γ) υπ’ αριθμ. /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2016, δ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, ε) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, στ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2016, ζ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, η) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, θ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 7 ν. 4337/2015 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, ι) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 7 ν.4337/2015 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, ια) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, ιβ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, ιγ) της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 56 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2018, καθώς και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. α) Τις ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις, των οποίων ζητείται η ακύρωση, καθώς και τις από 26/11/2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.

6. Τις απόψεις του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α4, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 11/01/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία , ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

1. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

α) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 73.784,750 ευρώ πλέον προστίμου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 36.892,38 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 110.677,13 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4509/2017.

β) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 185.176,54 ευρώ πλέον προστίμου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 92.588,27 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 277.764,81 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4509/2017.

γ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2016, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 1.529,43 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013.

Οι παραπάνω οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος εκδόθηκαν συνεπεία της από 26/11/2018 έκθεσης μερικού ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., η οποία συντάχθηκε βάσει της υπ’ αριθμ -13/04/2018 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου της ως άνω Υπηρεσίας. Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση διαπιστώθηκε διαφορά μεταξύ του πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος της προσφεύγουσας επιχείρησης και του δηλωθέντος με τις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και καταστάσεις φορολογικής αναμόρφωσης για τις χρήσεις 2014, 2015 και 2016. Πιο συγκεκριμένα δεν αναγνωρίστηκαν επιπλέον από τον έλεγχο και προστέθηκαν στα καθαρά φορολογητέα κέρδη της προσφεύγουσας οι κάτωθι λογιστικές διαφορές:

01/01/2014-31/12/2014
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσης βάση δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
20-00­00-0036 Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού 13% 281.769,60 0 600,96 600,96
64-02­06-0000 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενίας άνευ ΦΠΑ 433,34 0 83,97 83,97
64-02­06-0036 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενίας 67,82 0 62,65 62,65
64-02­06-0037 Μη εκπιπτόμενα έξοδα υποδοχής και φιλοξενίας 13% 176,99 0 176,99 176,99
63-98­09-1000 ΦΠΑ μη εκπιπτόμενο στην φορολογία εισοδήματος 38,14 0 38,14 38,14
61-00­00-0057 Αμοιβές και έξοδα δικηγόρων ΦΠΑ 23% 615,44 0 615,44 615,44
64-01­00-0000 Έξοδα ταξιδιών εσωτερικού 716,52 0 574,88 574,88
76-00­04-0000 Μέρισμα από συμμετοχή σε άλλη εταιρία 14.999,51 0 14.999,51 14.999,51
70 Πωλήσεις εμπορευμάτων άνευ φπα – Βάσει ελέγχου – παρ. 4.3 «Ειδικές Ελεγκτικές Επαληθεύσεις» περ. β (Έλεγχος αποθήκης υποπερ.3Α) 0 0 266.634,97 266.634,97
ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 283.787,51 283.787,51


01/01/2015-31/12/2015
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσ ης βάση αρχικής δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση Τροποποιητικής δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
20-00-00­0057 Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού 23% 213.412,92 0 0 624,00 624,00
20-00-00­0000 Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού χωρίς ΦΠΑ 18.162.626,37 0 0 315.680,44 315.680,44
20 Αγορές Διαφορά αγορών από την 2801/ 13­08-2018 Τροποποιητική Δήλωση   0 0 18.817,01 18.817,01
61-02­01-0000 Προμήθειες για πωλήσεις άνευ ΦΠΑ 4.651,00 0 1.665,00 1.665,00 0
61-02­99-0000 Λοιπές προμήθειες τρίτων άνευ ΦΠΑ 948,83 0 0 948,83 948,83
61-98­00-0057 Αμοιβές διαφόρων με ΦΠΑ 23% 740,67 0 0 465,43 465,43
62-04­03-0000 Ενοίκια μεταφορικών μέσων 7.074,03 0 7.074,03 7.074,03 0
63-98­08-0002 ΦΠΑ ΠΡΟΡΑΤΑ μη εκπιπτόμενο 7.312,76   7.312,76 7.312,76 0
63-98­99-0000 Λοιποί φόροι τέλη 57.513,48 57.513,48 58.455,68 58.455,68 0
64-01­01-0000 Έξοδα ταξιδίων εξωτερικού άνευ ΦΠΑ 528,00 0 0 528,00 528,00
64-98­99-0058 Διάφορα έξοδα με ΦΠΑ 678,29 0 0 200,00 200,00
65-98­99-0000 Διάφορα έξοδα τραπεζών 6.014,17 0 6.014,17 6.014,17 0
74 (βάσει ΕΛΠ) Έσοδα Συμμετοχών 0 0 37.715,63 37.715,63 0
Αρ.28 Ν.3296/ 2004 Διαφορά ταμείου 0 0 0 301.276,09 301.276,09
ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 118.237,27 756.777,07 638.539,80


01/01/2016-31/12/2016
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσης βάση δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
63-98­99-0000 Λοιποί φόροι τέλη 800,00 800,00 800,00 0
61-02­01-0000 Προμήθειες για πωλήσεις άνευ ΦΠΑ 10.452,00 0 1.344,00 1.344,00
64-98­99-0058 Διάφορα έξοδα με ΦΠΑ 23% 788,99 0 730,89 730,89
79 (Βάσει ΕΛΠ) Ασυνήθη έσοδα και κέρδη 0 0 3.199,02 3.199,02
ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 800,00 6.073,91 5.273,91


2. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ Φ.Π.Α.

δ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 84,06 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2859/2000.

ε) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 2.625,25 ευρώ πλέον προστίμου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 745,73 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 3.370,98 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2859/2000 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4509/2017.

στ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2016, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 3,34 ευρώ πλέον προστίμου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 1,67 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 5,01 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2859/2000 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4509/2017.

Οι παραπάνω οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α. εκδόθηκαν συνεπεία της από 26/11/2018 έκθεσης μερικού ελέγχου προσδιορισμού φόρου προστιθέμενης αξίας του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., σύμφωνα με την οποία προέκυψαν διαφορές μεταξύ των δεδομένων των βιβλίων, αυτών των περιοδικών δηλώσεων της χρήσης και του ελέγχου:

– Για το φορολογικό έτος 2014 διαπιστώθηκαν διαφορές στις φορολογητέες δαπάνες κατά 615,44 ευρώ, οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι η επιχείρηση συμπεριέλαβε στις φορολογητέες δαπάνες της το παραπάνω ποσό που αφορά δαπάνη για προσημείωση υποθήκης ακινήτου που ανήκει στα μέλη της εταιρείας, όπως έχει παρουσιαστεί και στον παραπάνω πίνακα των λογιστικών διαφορών στη φορολογία εισοδήματος της χρήσης 2014, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 30-32 του ν.2859/2000. Το ποσό του μη εκπεστέου Φ.Π.Α. ανέρχεται σε 141,55 ευρώ.

– Για το φορολογικό έτος 2015 διαπιστώθηκαν οι κάτωθι διαφορές:

1. στις φορολογητέες εκροές με συντελεστή 13%, ποσού 3.008,83 ευρώ και στις φορολογητέες εκροές με συντελεστή 23%, ποσού 4.738,80 ευρώ, ήτοι συνολική διαφορά φορολογητέων εκροών 7.747,63 ευρώ.

Τα παραπάνω ποσά προέκυψαν από αναγωγή σε φορολογητέες εκροές και σε απαλλασσόμενες εκροές του ποσού των 301.276,09 ευρώ που θεωρήθηκε αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη (άρθρο 28 ν. 3296/04) και προστέθηκε ως λογιστική διαφορά στα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας, όπως έχει παρουσιαστεί και στον παραπάνω πίνακα των λογιστικών διαφορών στη φορολογία εισοδήματος της χρήσης 2015.

2. στις φορολογητέες δαπάνες κατά 6.479,46 ευρώ, οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι η επιχείρηση συμπεριέλαβε στις φορολογητέες δαπάνες της τα παρακάτω ποσά: α) τη δαπάνη του λογαριασμού ποσού 5.814,03 ευρώ που αφορά δαπάνη μίσθωσης Ε.Ι.Χ. με αριθμό κυκλοφορίας , για την οποία δεν παρέχεται έκπτωση του Φ.Π.Α. σύμφωνα με τα οριζόμενα του άρθρου 30 παρ. 4 του ν. 2859/2000, με το ποσό του μη εκπεστέου Φ.Π.Α. να ανέρχεται σε 1.337,23 ευρώ, β) τη δαπάνη για προσημείωση υποθήκης ακινήτου που ανήκει στα μέλη της εταιρείας, για την οποία δεν παρέχεται έκπτωση του Φ.Π.Α., με το ποσό του μη εκπεστέου Φ.Π.Α. να ανέρχεται σε 107,05 ευρώ και γ) τη δαπάνη του λογαριασμού ποσού 200,00 ευρώ, της οποίας το δικαιολογητικό δεν εκδόθηκε προς την προσφεύγουσα επιχείρηση, αλλά προς την , ΑΦΜ , με το ποσό του μη εκπεστέου Φ.Π.Α. να ανέρχεται σε 46,00 ευρώ.

– Για το φορολογικό έτος 2016 διαπιστώθηκαν διαφορές στις φορολογητέες δαπάνες κατά 730,89 ευρώ, οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι η επιχείρηση συμπεριέλαβε στις φορολογητέες δαπάνες της το παραπάνω ποσό που έχει καταχωρηθεί στο λογαριασμό και αφορά προσωπικές δαπάνες των μελών της εταιρείας, όπως έχει παρουσιαστεί και στον παραπάνω πίνακα των λογιστικών διαφορών στη φορολογία εισοδήματος ης χρήσης 2016, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 30-32 του ν.2859/2000. Το ποσό του Φ.Π.Α. χωρίς δικαίωμα έκπτωσης ανέρχεται σε 168,11 ευρώ.

3. ΧΑΡΤΟΣΗΜΟ ΑΝΑΛΗΨΕΩΝ – ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

ζ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκαν σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας τέλη χαρτοσήμου ποσού 250,00 ευρώ πλέον εισφοράς 20% υπέρ ΟΓΑ επί χαρτοσήμου ποσού 50,00 ευρώ πλέον προστίμου φόρου τέλους χαρτοσήμου ποσού 125,00 ευρώ πλέον πρόσθετου φόρου ΟΓΑ χαρτοσήμου ποσού 25,00 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 450,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου και του άρθρου 49 του ν. 4509/2017.

4. ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΎΜΕΝΟΣ ΦΟΡΟΣ ΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ

η) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας κύριος φόρος ποσού 1.499,95 ευρώ πλέον προστίμου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 749,98 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 2.249,93 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4509/2017.

5. Κ.Φ.Α.Σ. – Ε.Λ.Π. – Κ.Φ.Δ.

θ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξη επιβολή προστίμου άρθρου 7 ν.4337/2015 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο ποσού 66.658,74 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 3 περ. στ’ του ν. 4337/2015. Η παράβαση καταλογίστηκε διότι η προσφεύγουσα κατά το παραπάνω φορολογικό έτος δεν εξέδωσε παραστατικά στοιχεία, τουλάχιστον σε μία περίπτωση, συνολικής αξίας 266.634,97 ευρώ, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 6, 7, 8 του Κ.Φ.Α.Σ. και του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 4174/2013.

ι) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 7 ν.4337/2015 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο συνολικού ποσού 126.272,18 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 3 περ. β’ του ν. 4337/2015. Η παράβαση καταλογίστηκε διότι η προσφεύγουσα κατά το παραπάνω φορολογικό έτος καταχώρησε στα βιβλία, αγορές ή έξοδα που δεν έχουνε πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 4174/2013 και του άρθρου 2 παρ. 3 του Κ.Φ.Α.Σ. ή 5 των Ε.Λ.Π. Συγκεκριμένα οι ανύπαρκτες συναλλαγές που καταχωρήθηκαν στα βιβλία, για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί φορολογικά στοιχεία αναλύονται ως ακολούθως:
 

Είδος στοιχείου Αριθμός/ Ημερομηνία Αξία/ Φόρος Συντελεστής/ Ποσό Σύνολο προστίμου
  02/02/2015 70.212,65 40,00% 28.085,06
  06/04/2015 176.210,53 40,00% 70.484,21
  07/09/2015 69.257,26 40,00% 27.702,90


ια) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο συνολικού ποσού 2.600,00 ευρώ. Η παράβαση καταλογίστηκε διότι η προσφεύγουσα κατά το παραπάνω φορολογικό έτος:

1. Υπέβαλε ανακριβή Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Ενδοκοινοτικών Αποκτήσεων (listing), που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 5δ του ν.2859/00, όπως ίσχυε για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποίησε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 και 2 και 12 του ν.2859/0000, κατά το μήνα Μάιο 2014.

Για την παράβαση αυτή επιβάλλεται συνολικό πρόστιμο 100,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 παρ. 1 περ. α’ και παρ. 2 περ.α’ του ν. 4174/2013.

2. Δε συμμορφώθηκε με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις της, ήτοι δεν τήρησε το Λογαριασμό 94, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 4 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.), κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 παρ. 1 του ν.4174/2013.

Για την παράβαση αυτή επιβάλλεται συνολικό πρόστιμο 2.500,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 παρ. 1 περ. η’ και παρ. 2 περ. ε’ του ν. 4174/2013.

ιβ) Με την υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο ποσού 100,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 παρ. 1 περ. α’ και παρ. 2 περ. α’ του ν. 4174/2013. Η παράβαση καταλογίστηκε διότι η προσφεύγουσα κατά το παραπάνω φορολογικό έτος υπέβαλε ανακριβή Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Ενδοκοινοτικών Αποκτήσεων (listing), που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 5δ του ν.2859/00, όπως ίσχυε για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποίησε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 και 2 και 12 του ν.2859/00, κατά το μήνα Απρίλιο 2015.

ιγ) Με την υπ’ αριθμ. της /26-11-2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2018, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο ποσού 5.000,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 4 και 56 παρ. 3 του ν. 4174/2013. Η παράβαση καταλογίστηκε διότι η προσφεύγουσα δεν έθεσε στη διάθεση της φορολογικής αρχής το Φάκελο Τεκμηρίωσης μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 4174/2013 (για το φορολογικό έτος 2016).

Επειδή η προσφεύγουσα εταιρεία στρέφεται κατά των παρακάτω πράξεων και ζητάει την ακύρωσή τους:

1. της υπ’ αριθμ /26-11-2018 οριστικής πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014,

2. της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2014,

3. της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2015 και

4. της υπ’ αριθμ /26-11-2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 56 ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., φορολογικού έτους 2018, χωρίς ωστόσο να επικαλείται οποιοδήποτε στοιχείο ή συγκεκριμένους ισχυρισμούς για την ακύρωση αυτών.

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΟΡΟ ΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4172/2013:

«1. Ο όρος «μερίσματα» σημαίνει το εισόδημα που προκύπτει από μετοχές, ιδρυτικούς τίτλους, ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη τα οποία δεν αποτελούν απαιτήσεις από οφειλές (χρέη), καθώς και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα, στα οποία περιλαμβάνονται τα μερίδια, οι μερίδες συμπεριλαμβανομένων των προμερισμάτων και μαθηματικών αποθεματικών, οι συμμετοχές σε κέρδη προσωπικών επιχειρήσεων, οι διανομές των κερδών από κάθε είδους νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, καθώς και κάθε άλλο συναφές διανεμόμενο ποσό.

2. Εάν η διανομή των μερισμάτων υπόκειται σε παρακράτηση φόρου, όπως ορίζεται στο Μέρος Τέταρτο του Κ.Φ.Ε., ο παρακρατούμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση μόνο για τα φυσικά πρόσωπα και για το συγκεκριμένο είδος εισοδήματος του φορολογούμενου με βάση τον Κ.Φ.Ε.»

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 4172/2013, όπως ίσχυε για το φορολογικό έτος 2014: «1. Τα μερίσματα φορολογούνται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%)».

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 1, 3 και 4 του ν. 4172/2013:

«1. Τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, απαλλάσσονται από το φόρο, εάν το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή: α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α’ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει, και

β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογήν όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και

γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β’ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και

δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και

ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.

3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ’ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.»

4. Εάν η διανομή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συμμετοχή σε άλλο νομικό πρόσωπο, ο φορολογούμενος δεν μπορεί να εκπέσει τις επιχειρηματικές δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή αυτή.»

Επειδή με την ΠΟΛ. 1039/26.1.2015 με θέμα “Οδηγίες για την εφαρμογή των άρθρων 48 και 63 του Ν.4172/2013, αναφορικά με την απαλλαγή ενδοομιλικών μερισμάτων και παρακράτησης φόρου ενδοομιλικών πληρωμών” διευκρινίστηκαν τα εξής:

«Άρθρο 48
Απαλλαγή ενδοομιλικών μερισμάτων

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού παρέχεται απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος για τα μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή (καταβάλλων):

i) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α’ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει,

ii) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους – μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος και

iii) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β’ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιονδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς και

β) το νομικό πρόσωπο που λαμβάνει τα μερίσματα (λήπτης):

i) κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει και

ii) διακρατεί το ως άνω ποσοστό τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) μήνες.

Ως προς τον καταβάλλοντα τα μερίσματα διευκρινίζεται ότι στο Παράρτημα Ι Μέρος Α’ της Οδηγίας Μητρικών – Θυγατρικών, στον πίνακα των εταιρειών που αναφέρονται στο άρθρο 2 περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και οι εταιρείες του ελληνικού δικαίου που αποκαλούνται «ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε), καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του ελληνικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Ελλάδα». Επίσης, στο Μέρος Β’ του ίδιου ως άνω Παραρτήματος, στον πίνακα φόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο α περίπτωση iii, περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων και ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων κερδοσκοπικού χαρακτήρα στην Ελλάδα.

Επομένως, προκειμένου για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, ο καταβάλλων μπορεί να είναι νομικό πρόσωπο είτε της ημεδαπής είτε της αλλοδαπής (Ε.Ε.) και περαιτέρω, προκειμένου για νομικά πρόσωπα της ημεδαπής, αυτά μπορεί να είναι, πέρα από τα ρητά κατανομαζόμενα στο Παράρτημα της Οδηγίας (Α.Ε. και Ε.Π.Ε.), οι ΙΚΕ, καθώς και οι προσωπικές εταιρίες, οι οποίες πλέον υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Ελλάδα

Ομοίως, ως προς τον λήπτη των μερισμάτων, φορολογικό κάτοικο Ελλάδος, επισημαίνεται ότι και αυτός πρέπει να είναι, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, νομικό πρόσωπο. Ως τέτοιο νοείται, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν και πιο πάνω, τα οριζόμενα στην περ. γ’ του άρθρου 2 του Ν.4172/2013 πρόσωπα, ήτοι επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή ένωση επιχειρήσεων ή εταιρειών με νομική προσωπικότητα (κεφαλαιουχικές και προσωπικές εταιρείες).

Το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις κοινοποιούμενες διατάξεις, προκειμένου για τα νομικά πρόσωπα που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, εμφανίζεται σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού, το οποίο όμως δεν φέρει τον όρο «αφορολόγητο» όπως άλλωστε έχει διευκρινιστεί με την ΠΟΛ.1007/2014 εγκύκλιό μας για τα αφορολόγητα έσοδα που προβλέπονται από τις διατάξεις του νέου Κ.Φ.Ε, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα εισπραττόμενα μερίσματα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48. Για τα λοιπά νομικά πρόσωπα που τηρούν απλογραφικά βιβλία, το απαλλασσόμενο ποσό θα αφαιρείται κατ’ ανάγκη από τα καθαρά κέρδη προκειμένου για το προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών τους, δίχως να εμφανίζεται σε λογαριασμό αποθεματικού.

Για την τεκμηρίωση της πλήρωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 48 το νομικό πρόσωπο που λαμβάνει τα μερίσματα δεν συμπληρώνει ειδικό έντυπο κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 5 του ίδιου άρθρου, καθόσον για την εκπλήρωση της συνδρομής των προϋποθέσεων για την εφαρμογή του άρθρου αυτού έχει ενσωματωθεί στο έντυπο φορολογίας εισοδήματος, ειδικός πίνακας ο οποίος συμπληρώνονται μαζί τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος στις αντίστοιχες προθεσμίες υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους μέσα στο οποίο αποκτήθηκαν τα υπόψη εισοδήματα, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 68 του ίδιου νόμου.

3. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου προβλέπεται ότι εάν ο λήπτης (νομικό πρόσωπο), δικαιούχος του εισοδήματος, δεν πληροί την προϋπόθεση διακράτησης του ποσοστού συμμετοχής (24 μήνες) κατά το χρόνο χορήγησης του φορολογικού πλεονεκτήματος, ήτοι κατά το χρόνο λήψης της απόφασης διανομής των μερισμάτων από τα αρμόδια όργανα του καταβάλλοντος νομικού προσώπου ή προκειμένου για τα μερίσματα που διανέμουν οι προσωπικές εταιρίες κατά το χρόνο απόκτησης αυτών από τα μέλη τους, αλλά πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος για τα εισπραττόμενα μερίσματα, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Ως εισπραττόμενα μερίσματα λαμβάνεται το καθαρό ποσό των μερισμάτων που εισέπραξε ο δικαιούχος μετά την αναγωγή του σε μικτό ποσό με την προσθήκη του φόρου εισοδήματος του αλλοδαπού νομικού προσώπου και του παρακρατηθέντος φόρου. Κατά συνέπεια, το ποσό της εγγυητικής επιστολής προκύπτει ως εξής:

Φορολογικός συντελεστής x εισπραττόμενο ποσό (μικτό)

Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των 24 μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή και περαιτέρω επιβάλλεται αναδρομικά φορολογία στα κέρδη του νομικού προσώπου, με τις κυρώσεις που προβλέπονται με βάση τις διατάξεις του Ν.4174/2013.

Η εγγυητική επιστολή θα πρέπει να κατατίθεται χειρόγραφα στην αρμόδια Φορολογούσα Αρχή (Δ.Ο.Υ.) μέχρι την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους μέσα στο οποίο αποκτήθηκε το σχετικό εισόδημα για το οποίο αιτείται η σχετική απαλλαγή. Τα στοιχεία της εγγυητικής επιστολής θα πρέπει να αναγράφονται στο σχετικό έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος σε ειδικό πίνακα που έχει προβλεφθεί για το σκοπό αυτό.»


Επειδή, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα επιχείρηση συμμετέχει με ποσοστό 50%, ως ομόρρυθμο μέλος, στην επιχείρηση ΑΦΜ Κατά το φορολογικό έτος 2014 η προσφεύγουσα εισέπραξε ενδοομιλικά μερίσματα από την ανωτέρω επιχείρηση, ποσού 14.999,51 ευρώ. Όπως αναφέρεται και στην οικεία έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.:

• Ως προς την καταβάλλουσα τα μερίσματα επιχείρηση αυτή:

α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α’ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ,

β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δε θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και

γ) υπόκειται, χωρίς την δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο παράρτημα Ι Μέρος Β’της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιονδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.

• Ως προς την προσφεύγουσα, λήπτη των μερισμάτων, αυτή:

α) κατέχει ποσοστό συμμετοχής 50%, επομένως πληροί την προϋπόθεση του ποσοστού συμμετοχής τουλάχιστον 10% της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή του βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει και β) η ημερομηνία κτήσης της συμμετοχής είναι στις 09/05/2014.

Επειδή, με βάση τα ανωτέρω, η προσφεύγουσα κατά το χρόνο χορήγησης του φορολογικού πλεονεκτήματος, ήτοι προκειμένου για τα μερίσματα που διανέμουν οι προσωπικές εταιρίες κατά το χρόνο απόκτησης αυτών από τα μέλη τους, δηλαδή την 31/12/2014, δεν πληρούσε την προϋπόθεση διακράτησης του ποσοστού συμμετοχής (24 μήνες). Συνεπώς όφειλε, προκειμένου να τύχει απαλλαγής από από το φόρο εισοδήματος για τα εισπραττόμενα μερίσματα, να εκδόσει εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να την καταθέσει χειρόγραφα στην αρμόδια φορολογική αρχή μέχρι την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάεξις της Π0Λ.1039/2015. Ωστόσο, αν και εξέδωσε τη με αριθμ./29-07-2015 εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ποσού 6.044,80 ευρώ, ουδέποτε την κατέθεσε, ως όφειλε, χειρόγραφα στην αρμόδια φορολογική αρχή. Συνεπώς δε δύναται να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 4172/2013 και η προσφεύγουσα έπρεπε να είχε φορολογηθεί για το ποσό των 14.991,51 ευρώ που εισέπραξε ως μερίσματα από την εταιρεία με ΑΦΜ Επομένως ορθώς ο έλεγχος αφενός πρόσθεσε ως λογιστική διαφορά το παραπάνω ποσό και αφετέρου δεν το αφαίρεσε κατά την διανομή των κερδών της, ώστε να παρακρατηθεί ο φόρος με συντελεστή 10%.

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014

Επειδή από το σύνολο των λογιστικών διαφορών για το φορολογικό έτος 2014, η προσφεύγουσα προσβάλλει τις κάτωθι:
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσης βάση δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
76-00­04-0000 Μέρισμα από συμμετοχή σε άλλη εταιρία 14.999,51 0 14.999,51 14.999,51
70 Πωλήσεις εμπορευμάτων άνευ φπα – Βάσει ελέγχου – παρ. 4.3 «Ειδικές Ελεγκτικές Επαληθεύσεις» περ. β (Έλεγχος αποθήκης υποπερ.3Α) 0 0 266.634,97 266.634,97
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 281.634,48 281.634,48


Επειδή, ως προς την πρώτη λογιστική διαφορά ποσού 14.999,51 ευρώ, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 1 και 3 του άρθρου 48 του ν. 4172/2013. Η εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου είχε εκδοθεί, αλλά η αρμόδια φορολογική αρχή δε δέχτηκε να την παραλάβει, ωστόσο η άρνηση αυτή της φορολογικής αρχής δεν μπορεί να λειτουργήσει σε βάρος της.

Επειδή, όπως έχει ήδη αναφερθεί παραπάνω στα σχετικά με το φόρο μερισμάτων, κατά τον χρόνο του φορολογικού πλεονεκτήματος δε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των παρ. 1 και 3 του άρθρου 48 του ν. 4172/2013, και επιπλέον δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο η άρνηση της αρμόδιας φορολογικής αρχής να παραλάβει τη με αριθμ /29-07-2015 εγγυητική επιστολή της προσφεύγουσας υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ο σχετικός ισχυρισμός της προσφεύγουσας απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Επειδή, ως προς η δεύτερη λογιστική διαφορά ποσού 266.634,97 ευρώ, η προσφεύγουσα για το φορολογικό έτος 2014 δεν τήρησε, ως όφειλε σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 4 του ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.) και της ερμηνευτικής ΠΟΛ. 1004/2013, τον «Λογαριασμό 94» για το φορολογικό έτος 2014, ο έλεγχος των αποθεμάτων έγινε με την μέθοδο της κλειστής αποθήκης κατά την 29/12/2014, 30/12/2014 και την 31/12/2014 και προέκυψαν για 63 είδη διαφορές συνολικού ποσού 266.634,97 ευρώ. Ο έλεγχος θεώρησε ότι όλες οι διαφορές στις ποσότητες των ειδών αυτών, όπως καταγράφονται αναλυτικά στις σελ. 72-74 της οικείας έκθεσης ελέγχου φορολογίας εισοδήματος, πουλήθηκαν τουλάχιστον σε μία περίπτωση χωρίς την έκδοση του αντίστοιχου φορολογικού στοιχείου πώλησης. Συνεπώς η αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ποσού 266.634,97 ευρώ προστέθηκε ως λογιστική διαφορά στα φορολογητέα κέρδη της προσφεύγουσας.

Επειδή η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν υφίσταται φοροδιαφυγή ούτε απόκρυψη συναλλαγής, αντίθετα υπήρχαν φορολογικά στοιχεία που δεν είχαν από προφανές σφάλμα καταχωρηθεί. Συγκεκριμένα, δεν καταχωρήθηκαν τα υπ’ αριθμ -27/01/2014 και /15-12-2014 τιμολόγια της εταιρίας , αξίας 136.183,26 ευρώ και 119.359,75 ευρώ αντίστοιχα. Σε ότι αφορά τη μη καταχώρηση τους, αυτή δε συνιστά απόκρυψη φορολογητέας ύλης, αλλά δαπάνη εκπεστέα. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί θέμα φορολογικής παράβασης, ούτε βέβαια η εν λόγω δαπάνη μπορεί να αντιμετωπισθεί ως αποκρυβέν εισόδημα, καθώς το έλλειμμα οφείλεται συγκεκριμένα σε μη καταχώρηση δαπανών και δε μπορεί να γίνει αναγωγή σε παράβαση μη έκδοσης.

Επειδή τα παραπάνω τιμολόγια της εταιρίας που επικαλείται η προσφεύγουσα αφενός δεν αντιστοιχούν στις ημερομηνίες που έγινε ο έλεγχος της κλειστής αποθήκης, δηλαδή κατά την 29/12/2014, 30/12/2014 και την 31/12/2014, και αφετέρου αν λαμβάνονταν υπόψη από τον έλεγχο, η διαπιστωθείσα διαφορά δε θα καλυπτόταν αλλά θα αυξανόταν (επειδή θα αυξανόταν η ποσότητα των αγορών), ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφεύγουσας απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Β. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΤΟΣ 2015

Επειδή από το σύνολο των λογιστικών διαφορών για το φορολογικό έτος 2015, η προσφεύγουσα προσβάλλει τις κάτωθι:
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσης βάση αρχικής δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση Τροποποιητικής δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
20-00-00­0000 Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού χωρίς ΦΠΑ 18.162.626,37 0 0 315.680,44 315.680,44
20-00­00-0000 Αγορές Διαφορά αγορών από την … / 13-08-2018 Τροποποιητική Δήλωση   0 0 18.817,01 18.817,01
61-02­99-0000 Λοιπές προμήθειες τρίτων άνευ ΦΠΑ 948,83 0 0 948,83 948,83
61-98­00-0057 Αμοιβές διαφόρων με ΦΠΑ 23% 740,67 0 0 465,43 465,43
Αρ.28 Ν.3296/ 2004 Διαφορά ταμείου 0 0 0 301.276,09 301.276,09
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 0 637.187,80 637.187,80


Επειδή ως προς τις λογιστικές διαφορές του λογαριασμού 20-00-00-0000 «Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού χωρίς ΦΠΑ»:

α) το ποσό 315.680,44 ευρώ αφορά αγορές εμπορευμάτων, οι οποίες καταχωρήθηκαν δύο φορές στα βιβλία της προσφεύγουσας. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην οικεία έκθεση ελέγχου, οι συναλλαγές με αριθμό εγγραφής ημερολογίου , και δεν πληρούν την προϋπόθεση που ορίζεται με την περίπτωση β’ του άρθρου 22 του ν. 4172/2013 (ήτοι δεν αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή) και δεν αναγνωρίστηκαν προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας.

β) το ποσό 18.817,01 ευρώ προέκυψε καθώς η προσφεύγουσα στην υποβληθείσα με αριθμ. /13-08-2018 τροποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2015 συμπεριέλαβε για τον προσδιορισμό του αποτελέσματος αγορές, οι οποίες δεν ήταν καταχωρημένες στα τηρούμενα βιβλία της και συνεπώς δεν αναγνωρίστηκαν προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ’ του άρθρου 22 του ν.4172/2013.

Επειδή η προσφεύγουσα επικαλείται έγγραφη βεβαίωση του μηχανικού που ήταν υπεύθυνος για το μηχανογραφικό σύστημα του λογιστηρίου που τηρούσε τα βιβλία της, από την οποία προκύπτει ότι υπήρχε τεχνικό σφάλμα με αποτέλεσμα να μην εμφανίζονται κάποιες εγγραφές, ενώ άλλες να εμφανίζονται διπλές. Μετά την παραμετροποίηση και την διόρθωση της βάσης δεδομένων οι εγγραφές εμφανίζονται κανονικά. Τα μη καταχωρηθέντα ποσά υπερέβαιναν σε αξία κατά 17.101,35 ευρώ τα φερόμενα ως διπλοκαταχωρημένα, από το οποίο σαφώς προκύπτει ότι δεν υπήρξε πρόθεση φοροδιαφυγής αλλά τεχνικό σφάλμα. Σε κάθε περίπτωση η εταιρεία υπέβαλε την υπ’ αριθμ /13-08-2018 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2015 που απεικόνιζε την πραγματική φορολογητέα ύλη για την οποία η εταιρεία έπρεπε να καταβάλει φόρο.

Επειδή στο άρθρο 22 του ν. 4172/2013 ορίζεται:

«Άρθρο 22 Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,

γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά».

Επειδή στην ΠΟΛ. 1113/2.6.2015 διευκρινίζεται:

«Άρθρο 22
Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

1. Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, οι οποίες πληρούν αθροιστικά τα ακόλουθα κριτήρια, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

2. Ειδικότερα, εκπίπτουν οι δαπάνες που:

γ) εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.

Επομένως, οι δαπάνες θα πρέπει να έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του φορολογικού έτους που αυτές έχουν πραγματοποιηθεί με βάση τα κατάλληλα δικαιολογητικά »

Επειδή στις διατάξεις των άρθρων 3, 5 και 6 του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.) ορίζεται:

«Άρθρο 3 Λογιστικό σύστημα και βασικά λογιστικά αρχεία

1. Η οντότητα τηρεί, ως μέρος του λογιστικού συστήματός της, αρχείο κάθε συναλλαγής και γεγονότος αυτής που πραγματοποιείται στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, καθώς και των προκυπτόντων πάσης φύσεως εσόδων, κερδών, εξόδων, ζημιών, αγορών και πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεων και επιστροφών, φόρων, τελών και των πάσης φύσεως εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς.

2. Το λογιστικό σύστημα της οντότητας παρακολουθεί σε αρχείο κάθε στοιχείο του ισολογισμού, καθώς και κάθε μεταβολή αυτού.

5. Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.

10. Όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, χρησιμοποιεί ένα κατάλληλο διπλογραφικό σύστημα για την παρακολούθηση των στοιχείων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου και τηρεί: α) Αρχείο στο οποίο καταχωρείται αναλυτικά κάθε συναλλαγή και γεγονός (ημερολόγιο).

β) Αρχείο με τις μεταβολές κάθε τηρούμενου λογαριασμού (αναλυτικό καθολικό).

γ) Σύστημα συγκέντρωσης του αθροίσματος των αυξήσεων και μειώσεων (χρεώσεων και πιστώσεων), καθώς και το υπόλοιπο κάθε τηρούμενου λογαριασμού (ισοζύγιο).

Άρθρο 5 Διασφάλιση αξιοπιστίας λογιστικού συστήματος

1. Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη της τήρησης αξιόπιστου λογιστικού συστήματος και κατάλληλων λογιστικών αρχείων για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου ή, σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Α., κατά περίπτωση. Το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους για τους σκοπούς αυτού του νόμου.

2. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης της παραγράφου 1, τα λογιστικά αρχεία:

α) Τηρούνται με τάξη, πληρότητα και ορθότητα ως προς τον εντοπισμό, την καταγραφή και την επεξεργασία των λογιστικών δεδομένων που προκύπτουν από τις συναλλαγές και τα γεγονότα της οντότητας.

β) Συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις αυτού του νόμου.

γ) Υποστηρίζουν τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις αυτού του νόμου.

7. Η οντότητα εφαρμόζει κατάλληλες κατά την κρίση της δικλίδες για:

α) Τη διασφάλιση ότι υπάρχει αξιόπιστη και ελέγξιμη αλληλουχία τεκμηρίων (ελεγκτική αλυσίδα) για κάθε συναλλαγή ή γεγονός, από το χρόνο που προέκυψαν μέχρι το διακανονισμό τους.

β) Τη δημιουργία αξιόπιστης και ελέγξιμης αλληλουχίας τεκμηρίων, που διασφαλίζει την ευχερή συσχέτιση των συναλλαγών και άλλων γεγονότων με τα λογιστικά αρχεία και τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

γ) Την επίτευξη εύλογης διασφάλισης ως προς την αυθεντικότητα των παραστατικών (τεκμηρίων) της προηγούμενης παραγράφου και την ακεραιότητα του περιεχομένου τους, με σκοπό την επιβεβαίωση της προέλευσης αυτών και την τεκμηρίωση της συναλλαγής.

10. Από το τηρούμενο λογιστικό σύστημα πρέπει να παρέχονται ευχερώς, αναλυτικά και σε σύνοψη, όλα τα δεδομένα και πληροφορίες που απαιτούνται για να καθίσταται ευχερής η διενέργεια συμφωνιών και επαληθεύσεων κατά τη διενέργεια οποιουδήποτε ελέγχου.

18. Η οντότητα μπορεί να αναθέτει σε τρίτο πρόσωπο (εξωτερικός λογιστής) την τήρηση μέρους ή του συνόλου του λογιστικού της συστήματος ή τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων. Η ανάθεση της τήρησης του λογιστικού συστήματος ή της κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε τρίτο πρόσωπο δεν απαλλάσσει τη διοίκηση της οντότητας από τη σχετική ευθύνη που προκύπτει, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο ή εν γένει την κείμενη νομοθεσία, για τα λογιστικά αρχεία και τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

Άρθρο 6 Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων

1. Η ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων) γίνεται ως εξής:

α) Όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε μήνα γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα.

γ) Σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση γίνεται εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.»

Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα πραγματικά δεδομένα, και αναλυτικά περιγράφεται στην από 26/11/2018 έκθεση μερικού ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., για τις επίμαχες δαπάνες συνολικού ποσού 334.497,45 ευρώ του λογαριασμού 20-00-00-0000 «Αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού χωρίς ΦΠΑ», δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013 και της ΠΟΛ 1113/2015 και επομένως δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις έκπτωσης τους από τα ακαθάριστα έσοδα. Επιπλέον η προσφεύγουσα, ενώ είχε την υποχρέωση σύμφωνα με τις διατάξεις των Ε.Λ.Π., δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσει την αξιοπιστία του λογιστικού της συστήματος και των λογιστικών της αρχείων, και κατ’ επέκταση των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων (επαληθεύσεις, συμφωνίες καταστάσεων με προμηθευτή κτλ.). Όσον αφορά τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας εταιρείας ότι ο έλεγχος έσφαλε διότι δεν έλαβε υπόψη του τη διάταξη του άρθρου 19 του ν. 4174/2013 περί υποβολής τροποποιητικής δήλωσης, αυτός απορρίπτεται ως αβάσιμος, καθώς ο έλεγχος δε θεώρησε ότι η υπ’ αριθμ /13-08-2018 τροποποιητική της δήλωση για το φορολογικό έτος δεν ήταν νόμιμη, αλλά ότι τα δεδομένα της ότι δεν αντιστοιχούν στα δεδομένα των βιβλίων, μη δεχόμενος τον ισχυρισμό της περί τεχνικού σφάλματος.

Συνεπώς το φορολογητέο αποτέλεσμα βάσει ελέγχου προσδιορίσθηκε με βάση τα αρχικώς παραδοθέντα ηλεκτρονικά αρχεία, τα οποία ταυτίζονταν απόλυτα με τις αρχικώς υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τα συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά (Ε3, κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης κλπ) και τους Ισολογισμούς για όλα τα φορολογικά έτη 2014, 2015 και 2016, και τα πρόσθετα στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν τροποποίησαν την αρχική κρίση του ελέγχου.

Επειδή, ως προς τη λογιστική διαφορά του λογαριασμού 38-00-00-0000 «Ταμείο» ποσού 301.276,09 ευρώ, ο έλεγχος διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα είχε καταχωρήσει στα βιβλία της την παρακάτω εγγραφή:
 

Αριθμός εγγραφής Ημερομηνία Παραστατικό Λογαριασμός Περιγραφή Ποσό Χρέωσης Ποσό Πίστωσης
91754 01/12/2015 ΑΝΕΥ 38-00-00-0000 ΤΑΜΕΙΟ 281.354,65  
91754 01/12/2015 ΑΝΕΥ 50-00-00-0001     281.354,65


για την οποία δεν υφίσταται παραστατικό, ενώ από τα δεδομένα που στάλθηκαν στον έλεγχο από την επιχείρηση , δεν υφίσταται η ανωτέρω καταβολή χρημάτων ποσού 281.354,65 ευρώ προς την προσφεύγουσα. Επιπρόσθετα στα πλαίσια του ελέγχου ως προς την φορολογία του ΦΠΑ διαπιαστώθηκε ότι η προσφεύγουσα καταχώρησε στα βιβλία της την ακόλουθη εγγραφή:
 

Αριθμός εγγραφής Ημερομηνία Παραστατικό Λογαριασμός Περιγραφή Ποσό Χρέωσης Ποσό Πίστωσης
99386 31/12/2015 ΑΝΕΥ 38-00-00-0000 ΤΑΜΕΙΟ 19.921,44  
99386 31/12/2015 ΑΝΕΥ 54-00-99-0000 ΑΠΟΔΟΣΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΦΠΑ   19.921,44


για την οποία δεν υφίσταται παραστατικό, ενώ από τα στοιχεία που είχε στη διάθεση του ο έλεγχος δεν προέκυπτε ποσό 19.921,44 ευρώ «Απόδοση – εκκαθάριση ΦΠΑ» που να εισπράχθηκε από την προσφεύγουσα από οποιαδήποτε αιτία.

Με βάση τα παραπάνω, οι ως άνω εγγραφές με αριθμό 91754 και 99386 δε λήφθηκαν υπόψη από τον έλεγχο και το ποσό αυτών συνολικού ύψους 301.276,09 ευρώ θεωρήθηκε αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και προστέθηκε ως λογιστική διαφορά στα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας.

Επειδή η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν.3296/2004, με βάση την οποία ο έλεγχος καταλόγισε τη λογιστική διαφορά, εκδόθηκε στα πλαίσια του προγενέστερου συστήματος του Κ.Φ.Ε., ήτοι του ν. 2238/1994, και έχει παύσει να ισχύει μετά την 01/01/2004 και την εφαρμογή του ν. 4172/2013. Σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος έπρεπε να περιοριστεί αποκλειστικά στο ποσό απόκλισης (της θετικής ή αρνητικής διαφοράς) του πραγματικού ταμείου και λογαριασμού ταμείου, για τον έλεγχο του ταμείου απαιτούνταν να γίνει καταμέτρηση των ταμειακών διαθεσίμων, προκειμένου να προκύπτει η τυχούσα πραγματική διαφορά, με βάση το σύνολο των στοιχείων, ενώ μόνο το κόκκινο ταμείο μπορεί να θεωρηθεί ως απόκλιση άρα και λογιστική διαφορά.

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 5 του ν. 4308/2014:
«5. Κάθε συναλλαγή και γεγονός που αφορά την οντότητα τεκμηριώνεται με κατάλληλα παραστατικά (τεκμήρια). Τα παραστατικά αυτά εκδίδονται είτε από την οντότητα είτε από τους συναλλασσόμενους με αυτήν είτε από τρίτους, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν. Τα παραστατικά αναφέρουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την ασφαλή ταυτοποίηση κάθε μίας συναλλαγής ή γεγονότος, και σε κάθε περίπτωση όσα ορίζει ο παρών νόμος.»
Επειδή, περαιτέρω, στις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 2 του ν. 3296/2004, σχετικά με θέματα φορολογικών ελέγχων, ορίζεται:
«2. Κατά τους διενεργούμενους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις φορολογικούς ελέγχους επί επιτηδευματιών με βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., διενεργείται υποχρεωτικώς έλεγχος ταμείου και αξιογράφων, ο οποίος και προηγείται των λοιπών ελεγκτικών επαληθεύσεων. Σε περιπτώσεις διαπίστωσης αρνητικών ή θετικών διαφορών με βάση τον παραπάνω έλεγχο, οι διαφορές αυτές, πέραν των λοιπών συνεπειών και ανεξαρτήτως της προέλευσής τους, προστίθενται ως διαφορές καθαρών κερδών και παράλληλα προσαυξάνουν τα ακαθάριστα έσοδα του υπόχρεου, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες.»

Επειδή από καμία διάταξη των νόμων 4172/2013 και 4174/2013 δεν προκύπτει η κατάργηση της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 3296/2004, αντίθετα σύμφωνα με τις ΠΟΛ. 1124/2015 και ΠΟΛ.1036/2017, με βάση τις οποίες διενεργήθηκε ο έλεγχος και αφορούν ελέγχους επιχειρήσεων που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, απαιτείται να γίνει έλεγχος ταμείου για διαπίστωση πιστωτικών υπολοίπων ή διαφορών. Εξάλλου οι εγγραφές στα βιβλία απεικονίζουσες, κατ’ επιταγή των διατάξεων του ν. 4172/2013 και ν.4308/2014, τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα της επιχείρησης, πρέπει να εμφανίζουν την πραγματική κατάσταση των ταμειακών διαθεσίμων αυτής. Ο έλεγχος περιορίστηκε στο ποσό απόκλισης πραγματικού ταμείου και λογαριασμού ταμείου, ήτοι:
 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΤΑΜΕΙΟ ΒΑΣΕΙ ΒΙΒΛΙΩΝ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΒΑΣΕΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΙΑΦΟΡΑ
01/12/2015 569.211,41 287.856,76 281.354,65
31/12/2015 241.812,51 -59.463,58 301.276,09
Στο ανωτέρω ποσό περιλαμβάνεται και η διαφορά από την 01/12/2015 ήτοι: 281.354,65


Επιπλέον, ως προς την ισχυρισμό της προσφεύγουσας ότι για τον έλεγχο του ταμείου απαιτούνταν να γίνει και καταμέτρηση των ταμειακών διαθεσίμων, αυτή έγινε από την προσφεύγουσα κατά την 31/12/2014, καθώς για το υπόλοιπο του ταμείου την 31/12 κάθε έτους πραγματοποιείται φυσική καταμέτρηση/απογραφή, η οποία απαιτείται να είναι λεπτομερής και πραγματική και να απεικονίζει την πραγματική κατάσταση της επιχείρησης, καθώς με αυτήν επιτυγχάνεται η επαλήθευση των εγγραφών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία.

Επειδή, με βάση όλα τα ανωτέρω και τις ισχύουσες διατάξεις ορθώς ο έλεγχος θεώρησε το ποσό των 301.276,09 ευρώ αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και το πρόσθεσε ως λογιστική διαφορά στα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας.

Επειδή σχετικά με τις λοιπές λογιστικές διαφορές των λογαριασμών 61 -02-99-0000 «Λοιπές προμήθειες τρίτων άνευ ΦΠΑ» και 61-98-00-0057 «Αμοιβές διαφόρων με ΦΠΑ 23%, που καταλόγισε ο έλεγχος αυτές αφορούν τα παρακάτω φορολογικά στοιχεία:
 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΠΟΣΟ
22/04/2015     15,00
1/9/2015     15,00
1/9/2015     918,83
ΣΥΝΟΛΟ 61-02-99-0000 948,83
1/9/2015 1912   465,43
ΣΥΝΟΛΟ 61-98-00-0057 465,43


Σύμφωνα με τον έλεγχο τα παραπάνω φορολογικά στοιχεία αφορούν δαπάνες για προσημείωση υποθήκης ακινήτου που ανήκει στα μέλη της εταιρείας, επομένως πρόκειται για προσωπική δαπάνη και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας.

Επειδή η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι τα παραπάνω έξοδα δικηγόρων και υποθηκοφυλάκων αφορούν σε παραγωγική δαπάνη της επιχείρησης ασχέτως που τα ακίνητα δεν ανήκουν σε αυτήν, αφού το δάνειο εκδόθηκε για σκοπούς της εταιρείας.

Επειδή στα άρθρα 22 και 23 του ν. 4172/2013, όπως ίσχυαν κατά το φορολογικό έτος 2015, ορίζεται:

«Άρθρο 22 Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,

Άρθρο 23 Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:

ιβ) προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες και
»

Επειδή στην ΠΟΛ. 1113/2.6.2015 διευκρινίζεται:

«Άρθρο 22
Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

1. Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, οι οποίες πληρούν αθροιστικά τα ακόλουθα κριτήρια, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

2. Ειδικότερα, εκπίπτουν οι δαπάνες που:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της.

Συγκεκριμένα, στις δαπάνες της περίπτωσης αυτής εμπίπτει κάθε δαπάνη, που κρίνεται απαραίτητη από τον επιχειρηματία ή τη διοίκηση της επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν αυτή πραγματοποιείται δυνάμει νόμιμης ή συμβατικής υποχρέωσης, για την επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσης της στην αγορά, εφόσον αυτή ενεργείται στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της και μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος ή άλλως αποβλέπει στη διεύρυνση των εργασιών της και στην αύξηση του εισοδήματός της (ΣτΕ 2033/2012) ή στην υλοποίηση δράσεων στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Δεν επιτρέπεται, δε, στη φορολογική αρχή να ελέγχει τη σκοπιμότητα και το προσήκον μέτρο των δαπανών αυτών (ΣτΕ 2963/2013, 1729/2013, 1604/2011, κ.ά.), εκτός αν τούτο ορίζεται ρητά και ειδικά στο νόμο (π.χ. ενδοομιλικές συναλλαγές).
»

Επειδή σύμφωνα με την οικεία έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος από τα παραστατικά που επιδείχθηκαν στον έλεγχο προέκυψε ότι οι παραπάνω δαπάνες αφορούσαν υπηρεσίες για προσημείωση υποθήκης ακινήτου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν έχει ακίνητα στην κυριότητα της και ούτε προσκομίστηκαν στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι η προσημείωση αφορούσε δάνειο της εταιρίας, ορθώς ο έλεγχος απέρριψε τις δαπάνες αυτές ως μη παραγωγικές και τις πρόσθεσε στα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας.

Επειδή η προσφεύγουσα εταιρεία στην ενδικοφανή της προσφυγή ισχυρίζεται ότι λανθασμένα προστέθηκε ως λογιστική διαφορά στα κέρδη της ποσό 1.665,00 ευρώ που αφορά δαπάνες προμηθειών που έγιναν την 31/12/2015, ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός αλυσιτελώς προβάλλεται, δεδομένου ότι για το ποσό αυτό η ίδια η προσφεύγουσα έχει προβεί σε αναμόρφωση με την υποβληθείσα τροποποιητική της δήλωση και δεν έχει προστεθεί από τον έλεγχο η εν λόγω λογιστική διαφορά στα καθαρά της κέρδη.

Γ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016

Επειδή από το σύνολο των λογιστικών διαφορών για το φορολογικό έτος 2016, η προσφεύγουσα προσβάλλει τις κάτωθι:
 

Κωδικός Περιγραφή Λογαριασμού Ποσό βάση βιβλίων Ποσό αναμόρφωσης βάση δήλωσης Ποσό αναμόρφωσης βάση ελέγχου Διαφορά
61-02­01-0000 Προμήθειες για πωλήσεις άνευ ΦΠΑ 10.452,00 0 1.344,00 1.344,00
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 1.344,00 1.344,00


Η ως άνω λογιστική διαφορά αφορά τις κάτωθι αγορές εμπορευμάτων εσωτερικού των οποίων η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. β του άρθρου 23 του ν. 4172/2013:
 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΣΤ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΠΟΣΟ
31/12/2016     588,00
31/12/2016     756,00
ΣΥΝΟΛΟ 1.344,00


Επειδή η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι τα παραπάνω ποσά αφορούσαν δαπάνες που δίδονταν για πώληση λαχείων σκρατς, οι οποίες δίνονταν μεμονωμένα και τμηματικά καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και ήταν συναλλαγές κάτω του ποσού των 500,00 ευρώ, απλώς στα βιβλία της, λόγω της φύσης της συναλλαγής, αποτυπώνονταν συγκεντρωτικά.

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4172/2013, όπως ίσχυε για το φορολογικό έτος 2015:

«Άρθρο 23 Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:

β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, »

Επειδή στα παραστατικά με τα οποία πραγματοποιήθηκαν οι εγγραφές στα βιβλία της προσφεύγουσας που επιδείχθηκαν στον έλεγχο, δεν αναγράφονταν τμηματικές συναλλαγές, αλλά ούτε συνοδεύονταν από έγγραφα, ώστε να αποδεικνύεται ότι αφορούν τμηματικές συναλλαγές κάτω των 500,00 ευρώ, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας απορρίπτεται ως αναπόδεικτος.

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΟΡΟ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Επειδή σχετικά με τον προσδιορισμό του Φ.Π.Α. για τη χρήση 2015, η προσφεύγουσα προβάλει τον ισχυρισμό ότι ο έλεγχος εσφαλμένα έλαβε υπόψη του ως εκροή το ποσό των 301.276,09 ευρώ, καθώς σύμφωνα με τη νομολογία του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάση επιβολής του φόρου αποτελεί μόνο ό,τι πραγματικά έχει καταβληθεί και όχι μια πλασματική, κατ’ αντικειμενικό τρόπο προσδιοριζόμενη αξία. Επιπλέον η φορολόγηση μη πραγματικού εισοδήματος παραβιάζει ευθέως τις θεμελιώδεις συνταγματικές διατάξεις του άρθρου 78 παρ. 1 (αρχή της νομιμότητας του φόρου) και του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος (αρχή της φοροδοτικής ικανότητας).

Επειδή, όπως έχει παραπάνω ήδη αναφερθεί στην απόφασή μας, το ποσό των 301.276,09 ευρώ θεωρείται αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και προστίθεται ως διαφορά καθαρών κερδών της προσφεύγουσας, ενώ παράλληλα προσαυξάνει τα ακαθάριστα έσοδα της ελεγχόμενης επιχείρησης, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες, όπως σαφώς αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 3296/2004.

Επειδή, η προσφεύγουσα εταιρία υπάγεται, όσον αφορά τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα, στο ειδικό καθεστώς βιομηχανοποιημένων καπνών του άρθρου 44 του ν. 2859/2000 και παράλληλα ασκεί δραστηριότητες που υπάγονται στο κανονικό καθεστώς Φ. Π. Α., η διαφορά των 301.276,09 ευρώ ορθώς επιμερίστηκε από τον έλεγχο σε φορολογητέες εκροές και σε απαλλασσόμενες εκροές, ως ακολούθως:

ΑΝΑΛΥΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΚΡΟΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΤΆ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΦΠΑ 2015
 

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΤΟΣ 2015 ΣΥΝΤ. ΦΠΑ Εκροές φορολογητέες ανά συντελεστή ΦΠΑ βάσει βιβλίων σε ευρώ Εκροές φορολογητέες ανά συντελεστή ΦΠΑ Ελέγχου σε ευρώ Διαφορά Ποσοστό στο σύνολο των εκροών βάσει ελέγχου
  13% 187.362,38 190.371,21 3.008,83 0,9987%
  23% 295.088,79 299.827,59 4.738,80 1,5729%
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΚΡΟΩΝ   482.451,17 490.198,80 7.747,63  
ΕΚΡΟΕΣ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΜΕΝΕΣ & ΕΞ. ΧΩΡΙΣ ΔΙΚ ΕΚ   18.278.261,63 18.571.790,09 293.528,46 97,4284%
ΣΥΝΟΛΟ ΕΚΡΟΩΝ   18.760.712,80 19.061.988,89 301.276,09 100%


Επειδή η προσφεύγουσα επικαλείται νομολογία του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αντισυνταγματικότητα των διατάξεων των ν. 3296/2004, ωστόσο η κρίση περί συμμόρφωσης των διατάξεων του νόμου με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Διοίκησης, ενώ ο έλεγχος της συνταγματικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87 παρ. 2 και 93 παρ. 4 του Συντάγματος, ανήκει στη δικαιοδοσία των Δικαστηρίων και δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα των οργάνων της διοίκησης, τα οποία οφείλουν, σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας, να εφαρμόζουν το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο.

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΡΟΣΤΙΜΑ Κ.Φ.Α.Σ. – Κ.Φ.Δ.

Α. ΧΡΗΣΗ 2014


Επειδή η προσφεύγουσα, σχετικά με το πρόστιμο που της επιβλήθηκε για μη έκδοση φορολογικών στοιχείων συνολικού ποσού 266.634,97 ευρώ, ισχυρίζεται ότι δεν υφίσταται φοροδιαφυγή ούτε απόκρυψη συναλλαγής, αντίθετα υπήρχαν φορολογικά στοιχεία που δεν είχαν από προφανές σφάλμα καταχωρηθεί. Συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 55 παρ. 2 του ν. 4174/2013, ενώ σε κάθε περίπτωση πρέπει να εφαρμοστεί το ευνοϊκότερο καθεστώς το οποίο μεταφέρει στην κύρωση στο πεδίο της φορολογίας εισοδήματος με την επιβολή προστίμου για την προκύπτουσα ανακρίβεια.

Επειδή ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφεύγουσας έχει ήδη απορριφθεί με την απόφασή μας ως αβάσιμος στο πλαίσιο της φορολογίας εισοδήματος.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 4337/2015:

«3. Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992, Α’ 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (Ν. 4093/2012, Α’ 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 και 55 του Ν. 4174/2013 και κατά την κατάθεση του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.2523/1997 , αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:

στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.

5. Οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και για τις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 55 του Ν. 4174/2013 (Α ‘170)»

Επειδή η δημόσια διοίκηση δεσμεύεται από την αρχή της νομιμότητας, όπως αυτή καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 43, 50, 82, 83 και 95 & 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 8721/1992, 2987/1994), και η οποία συνεπάγεται ότι η διοίκηση οφείλει ή μπορεί να προβαίνει μόνο σε ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από τους κανόνες που θεσπίζουν το Σύνταγμα, οι νομοθετικές πράξεις, οι διοικητικές κανονιστικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, καθώς και από κάθε κανόνα ανώτερης ή ισοδύναμης προς αυτούς τυπικής ισχύος.

Στην υπό κρίση περίπτωση, η προσφεύγουσα κατά το φορολογικό έτος 2014 δεν εξέδωσε φορολογικά στοιχεία συνολικού ποσού 266.634,97 ευρώ κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 6 και 7 του ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.). Συνεπώς, ορθά και σύννομα επιβλήθηκαν οι προβλεπόμενες κυρώσεις του άρθρου 7 παρ. 3 περ. στ’ του ν.4337/2015 από τον έλεγχο και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη προστίμου του φορολογικού έτους 2014.

Β. ΧΡΗΣΗ 2015

Επειδή η προσφεύγουσα, σχετικά με το πρόστιμο που της επιβλήθηκε για την καταχώρηση στα βιβλία της ανύπαρκτων συναλλαγών συνολικού ποσού 315.680,44 ευρώ, ισχυρίζεται ότι πρόκειται για διπλή καταχώρηση τιμολογίων η οποία έγινε από τεχνικό σφάλμα και δεν σχετίζεται με σκοπό απόκρυψης φορολογητέας ύλης. Σε κάθε περίπτωση, κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης επιβολής προστίμου, η εφαρμοσθείσα διάταξη είχε καταργηθεί με το ν.4337/2015, και συνεπώς σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ, του Δικαστηρίου της ΕΕ και του ΕΔΔΑ, πρέπει να εφαρμοσθεί η ευνοϊκότερη διάταξη, εκείνη που καταργεί την κύρωση.

Επειδή ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφεύγουσας έχει ήδη απορριφθεί με την απόφασή μας ως αβάσιμος στο πλαίσιο της φορολογίας εισοδήματος.

Επειδή η δημόσια διοίκηση δεσμεύεται από την αρχή της νομιμότητας, όπως αυτή καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 43, 50, 82, 83 και 95 & 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 8721/1992, 2987/1994), και η οποία συνεπάγεται ότι η διοίκηση οφείλει ή μπορεί να προβαίνει μόνο σε ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από τους κανόνες που θεσπίζουν το Σύνταγμα, οι νομοθετικές πράξεις, οι διοικητικές κανονιστικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, καθώς και από κάθε κανόνα ανώτερης ή ισοδύναμης προς αυτούς τυπικής ισχύος.

Στην υπό κρίση περίπτωση, η προσφεύγουσα κατά το φορολογικό έτος 2015 καταχώρησε στα βιβλία της αγορές που δεν έχουνε πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο, κατά παράβαση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4308/2014. Συνεπώς, ορθά και σύννομα επιβλήθηκαν οι προβλεπόμενες κυρώσεις του άρθρου 7 παρ. 3 περ. β’ του ν.4337/2015 από τον έλεγχο και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη προστίμου του φορολογικού έτους 2015.

Επειδή οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στις από 26/11/2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., επί της οποίας εδράζονται οι προσβαλλόμενες πράξεις, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 11/01/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία , ΑΦΜ

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεης εταιρείας – καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση :

Α) Φορολογικό έτος 2014

– Πρόστιμο άρθρου 7 παρ. 3 και 5 ν. 4337/2015: 66.658,47 ευρώ

– Πρόστιμο άρθρου 54 ν. 4174/2013: 2.600,00 ευρώ

– Φορολογία Εισοδήματος
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ Ή ΖΗΜΙΑ 224.562,61 508.350,12 508.350,12 283.787,51
  Πιστωτικό ποσό        
ΦΟΡΟΣ Χρεωστικό ποσό 37.148,27 110.933,02 110.933,02 73.784,75
Προκαταβολή φόρου 32.112,45 32.112,45 32.112,45  
Τέλος Επιτηδεύματος ν. 3986/2011 800,00 800,00 800,00  
Πρόσθετος φόρος ανακρίβειας/μη υποβολής   36.892,38 36.892,38 36.892,38
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ 70.060,72 180.737,85 180.737,85 110.677,13


– Φορολογία Φ.Π.Α.
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Φ.Π.Α.
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΚΡΟΩΝ 539.378,68 539.378,68 539.378,68 615,44
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΙΣΡΟΩΝ 487.026,79 486.411,35 486.411,35  
ΦΟΡΟΣ ΕΚΡΟΩΝ 88.791,88 88.791,88 88.791,88  
ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΡΟΩΝ 88.791,88 88.707,82 88.707,82 84,06
ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ        
ΧΡΕΩΣΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ   84,06 84,06 84,06
ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ Άρθρου 49 παρ. 1 Ν.4509/2017        
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ   84,06 84,06 84,06


– Κ.Ν.Τ.Χ.
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΕΛΩΝ ΧΑΡΤΟΣΗΜΟΥ
Αξία υποκείμενη σε τέλη χαρτοσήμου ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
Αξία υποκείμενη στα τέλη Χαρτοσήμου   25.000,00 25.000,00 25.000,00
Τέλος Χαρτοσήμου   250,00 250,00 250,00
Εισφορά 20% υπέρ ΟΓΑ επί χαρτοσήμου   50,00 50,00 50,00
Πρόστιμο άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. χαρτοσήμου   125,00 125,00 125,00
Πρόστιμο άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. ΟΓΑ χαρτοσήμου   25,00 25,00 25,00
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗ   450,00 450,00 450,00


– ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΦΟΡΟΣ ΣΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ
 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ Δ.Ε.Δ. ΔΙΑΦΟΡΑ
ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΣ ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΣ ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΣ ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΣ
Εισόδημα από διανομή κερδών χρήσης 165.376,33 16.537,63 180.375,84 18.037,58 180.375,84 18.037,58 14.999,51 1.499,95
ΣΥΝΟΛΟ 165.376,33 16.537,63 180.375,84 18.037,58 180.375,84 18.037,58 14.999,51 1.499,95
Πρόστιμο άρθρου 59 Κ.Φ.Δ.               749,98
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ 2.249,93


Β) Φορολογικό έτος 2015

– Πρόστιμο άρθρου 7 παρ. 3 και 5 ν. 4337/2015: 126.272,18 ευρώ

– Πρόστιμο άρθρου 54 ν. 4174/2013: 100,00 ευρώ

– Φορολογία Εισοδήματος
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ Ή ΖΗΜΙΑ 198.812,69 837.352,49 837.352,49 638.539,80
ΦΟΡΟΣ Πιστωτικό ποσό        
Χρεωστικό ποσό 25.543,23 210.719,77 210.719,77 185.176,54
Προκαταβολή φόρου 42.535,11 42.535,11 42.535,11  
Τέλος Επιτηδεύματος ν. 3986/2011 800,00 800,00 800,00  
Πρόσθετος φόρος ανακρίβειας/μη υποβολής   92.588,27 92.588,27 92.588,27
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ 68.878,34 346.643,15 346.643,15 277.764,81


– Φορολογία Φ.Π.Α.
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΊΣΜΟΥ Φ.Π.Α.
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΚΡΟΩΝ 482.451,17 490.198,80 490.198,80 7.747,63
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΙΣΡΟΩΝ 370.425,52 363.946,06 363.946,06 6.479,46
ΦΟΡΟΣ ΕΚΡΟΩΝ 92.227,55 93.708,63 93.708,63 1.481,08
ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΡΟΩΝ 92.227,55 91.083,38 91.083,38 84,061.144,17
ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ        
ΧΡΕΩΣΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ   2.625,25 2.625,25 2.625,25
ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ Άρθρου 49 παρ. 1 Ν.4509/2017   745,73 745,73 745,73
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ   3.370,98 3.370,98 3.370,98


Γ) Φορολογικό έτος 2016
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ Ή ΖΗΜΙΑ 38.695,02 43.968,93 43.968,93 5.273,91
ΦΟΡΟΣ Πιστωτικό ποσό 31.313,55 29.784,12    
Χρεωστικό ποσό       1.529,43
Προκαταβολή φόρου 11.221,56 11.221,56 11.221,56  
Τέλος Επιτηδεύματος ν. 3986/2011 800,00 800,00 800,00  
Πρόσθετος φόρος ανακρίβειας/μη υποβολής        
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ 19.291,99 17.762,56 17.762,56  
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ       1.529,43


– Φορολογία Φ.Π.Α.
 

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Φ.Π.Α.
  ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1)   (2) (2)-(1)
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΚΡΟΩΝ 173.941,73 173.941,73 173.941,73  
ΑΞΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΕΙΣΡΟΩΝ 96.792,77 96.061,88 96.061,88 730,89
ΦΟΡΟΣ ΕΚΡΟΩΝ 39.953,60 39.953,60 39.953,60  
ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΡΟΩΝ 50.223,90 50.220,56 50.220,56 3,34
ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ 10.270,30 10.270,30 10.270,30  
ΧΡΕΩΣΤΙΚΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ   3,34 3,34 3,34
ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ Άρθρου 49 παρ. 1 Ν.4509/2017   1,67 1,67 1,67
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ     5,01 5,01
ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΕΚΠΤΩΣΗ 10.270,30 10.270,30 10.270,30  


Β) Φορολογικό έτος 2018

– Πρόστιμο άρθρου 56 ν. 4174/2013: 5.000,00 ευρώ

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.

ΠΗΓΗ: ΤΑΧHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΣτΕ 175/2019 Συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του ΝΔ 4600/1966

Με την υπ’ αριθμό 175/2019 απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την οικεία Αίτηση Αναίρεσης του αρμοδίου Προϊσταμένου ΔΟΥ.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πάγια νομολογία των Διοικητικών Δικαστηρίων, εφόσον ζητηθεί και επέλθει διοικητική επίλυση της διαφοράς, η οποία προέκυψε από την έκδοση πράξης προσδιορισμού ΦΠΑ, η σχετική δίκη καταργείται από το Δικαστήριο, χωρίς να ελέγχεται περαιτέρω, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, το κύρος της διοικητικής πράξης με την οποία έλαβε χώρα η διοικητική επίλυση της διαφοράς. Η πράξη δε αυτή, λόγω της οποίας επέρχεται η κατάργηση της δίκης, ισχύει εφεξής για τη συγκεκριμένη υπόθεση, αντί της σχετικής δικαστικής απόφασης.

Εν προκειμένω, το Συμβούλιο της Επικρατείας κατέληξε στην κρίση ότι το ζήτημα της ύπαρξης αντικειμένου διαφοράς, προηγείται της εξέτασης παντός άλλου ζητήματος που αφορά τη συνδρομή των προϋποθέσεων του παραδεκτού, σε σχέση με την άσκηση ενδίκου βοηθήματος/μέσου.

Επομένως, όπως κρίθηκε, νομίμως το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, αφού διαπίστωσε την έλλειψη φορολογικής διαφοράς – ακριβώς εξαιτίας επίτευξης συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων – κατήργησε την ενώπιόν του δίκη, δίχως να εξετάσει το εμπρόθεσμο και εν γένει παραδεκτό, της ασκηθείσας ενώπιόν του, Έφεσης.

Περαιτέρω, όπως υπογραμμίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα, δηλονότι, άλλωστε, δεν διευκρινίζεται ποιά βλάβη υφίσταται το Ελληνικό Δημόσιο από την κατάργηση της ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου δίκης, συνεπεία του συμβιβασμού, στον οποίο το ίδιο προέβη με τον φορολογούμενο.

Αριθμός 175/2019

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιανουαρίου 2019, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Σ. Βιτάλη, Αγ. Σδράκα, Σύμβουλοι, Β. Μόσχου, Μ. Σκανδάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.

Για να δικάσει την από 12 Δεκεμβρίου 2016 αίτηση:

του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών, ο οποίος παρέστη με την Δέσποινα Γάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά του …. του …, κατοίκου … (οδός ….), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο ……………………. (Α.Μ. … Δ.Σ. …………), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. ΠΚΔ 66/2016 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Β. Μόσχου.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο


1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, ζητείται η αναίρεση της ΠΚΔ 66/2016 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία κηρύχθηκε κατηργημένη η δίκη επί εφέσεως που είχε ασκήσει ο αναιρεσίβλητος κατά της 5280/2011 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση, κατόπιν εν μέρει αποδοχής προσφυγής του, είχε μεταρρυθμιστεί η …/23-9-2004 πράξη προσδιορισμού φ.π.α. διαχειριστικής περιόδου 1-1 έως 31-12-1995 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών και είχαν προσδιοριστεί οι φορολογητέες εκροές της επιχείρησής του σε 200.000.000 δραχμές.

2. Επειδή, η παράγραφος 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (A’ 8), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α’ 213) και, περαιτέρω, με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240/22.12.2016 – έναρξη ισχύος του άρθρου 15 από τη δημοσίευση του νόμου 4446/2016 στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 32 του νόμου αυτού), ορίζει, στο εδάφιο α΄, ότι «Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. […]» (η ως άνω διάταξη τέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010 και επαναλήφθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016). Επιπλέον, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, «Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ […]». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, προκειμένου να κριθεί παραδεκτή αίτηση αναιρέσεως, απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων και των δύο παραγράφων (βλ. ΣτΕ 1873/2012 7μ. κ.ά.). Ειδικότερα, η αίτηση αναιρέσεως ασκείται παραδεκτώς, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, όπως τροποποιήθηκε με την προπαρατεθείσα διάταξη του ν. 3900/2010, μόνον όταν προβάλλεται από το διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο, είτε ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας επί του συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, ήτοι επί ζητήματος ερμηνείας διατάξεως νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, η οποία (ερμηνεία) είναι κρίσιμη για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγομένης διαφοράς, είτε ότι η κρίση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως επί του συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, η επίλυση του οποίου ήταν αναγκαία για τη διάγνωση της οικείας υποθέσεως, έρχεται σε αντίθεση προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ 4163/2012 7μ., 2177/2011 7μ., 3719/2015 κ.ά.), ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος (βλ. ΣτΕ 4163/2012 7μ., 507/2014 κ.ά.).

3. Επειδή, όπως δέχεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το δικάσαν διοικητικό εφετείο “έλαβε υπόψη του την με ημερομηνία 22-3-2011 δήλωση του εκκαλούντος [ήδη αναιρεσιβλήτου] με την οποία επιθυμεί τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών, σύμφωνα με την αρ. Πρωτ. …./30-3-2011 πράξη αποδοχής, με την οποία αποδέχεται την παραπάνω δήλωση του εκκαλούντος και τη διαγραφή των καταλογισθέντων λόγω έλλειψης των εννοιολογικών στοιχείων παραγωγής (βλ. το υπογραφέν στις 22-3-2011 πρακτικό διοικητικής επίλυσης της διαφοράς) και προτείνει την κατάργηση της δίκης”. Ενόψει αυτών, το δικάσαν διοικητικό εφετείο κήρυξε τη δίκη κατηργημένη, λόγω συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966.

4. Επειδή, με το εισαγωγικό δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως προβάλλεται ότι κατά παράβαση του άρθρου 94 παρ. 2 του ν. 2717/1999 το δικάσαν διοικητικό εφετείο κήρυξε τη δίκη κατηργημένη λόγω συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966 παραλείποντας την προηγούμενη έρευνα περί του εμπροθέσμου και εν γένει παραδεκτού της ασκηθείσης εφέσεως, η οποία, κατά τα υποστηριζόμενα από το Δημόσιο με την κρινόμενη αίτηση, ήταν εκπρόθεσμη. Προς θεμελίωση του παραδεκτού της κρινομένης αιτήσεως, το ύψος του ποσού του αντικειμένου της οποίας ανέρχεται, σύμφωνα με το …/13-11-2018 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών, σε 358.098,31 ευρώ, προβάλλεται ότι με αυτήν τίθεται το νομικό ζήτημα “εάν η έρευνα από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της εμπρόθεσμης και εν γένει παραδεκτής άσκησης του ενδίκου μέσου της έφεσης προηγείται της κρίσης για τη συνδρομή των προϋποθέσεων κατάργησης της δίκης”, για το οποίο δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Λαμβανομένου υπόψη ότι επί του ζητήματος αυτού δεν υφίσταται, πράγματι, νομολογία του Δικαστηρίου, ο προς θεμελίωση του παραδεκτού ισχυρισμός προβάλλεται βασίμως, ο δε προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως είναι, περαιτέρω, εξεταστέος ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.

5. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 2753/1999 (Α΄ 249), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 11 του ν. 2954/2001 (Α΄ 255), ορίζεται ότι: «Δικαστικός συμβιβασμός κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.Δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 Α΄) … μπορεί να ενεργείται ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου και σε κάθε στάση της δίκης». Εξάλλου, στο άρθρο 1 του ν.δ. 4600/1966, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 6 του ν. 1882/1990 (Α΄ 43), ορίζεται ότι «Δικαστικός συμβιβασμός κατά το παρόν νομοθετικό διάταγμα είναι δυνατός σε όσες περιπτώσεις επιτρέπεται και όπως προβλέπεται διοικητική επίλυσις της διαφοράς. 2. Εν διεξαγομένη επ΄ ακροατηρίου συζητήσει ενώπιον οιουδήποτε φορολογικού δικαστηρίου και κατά πάσαν στάσιν της Δίκης, παρισταμένων αμφοτέρων των μερών, πας διάδικος δύναται να προτείνη την κατάργησιν της φορολογικής δίκης, επί τη καταθέσει δηλώσεως εις τον γραμματέα του Δικαστηρίου πέντε πλήρεις ημέρας προ της συζητήσεως. Η δήλωσις υπογραφομένη και υπό του αποδειχθέντος την πρότασιν και θεωρουμένη υπό του διευθύνοντος την συζήτησιν καταχωρίζεται ολόκληρος εις τα πρακτικά άτινα έχουν τ΄ αποτελέσματα αμετακλήτου αποφάσεως. 3. … 8. …». Τέλος, στο μεν άρθρο 52 του ν. 2859/2000 (Α΄ 248) προβλέπεται η δυνατότητα διοικητικής επίλυσης της διαφοράς στις περιπτώσεις εκδόσεως πράξεως επιβολής Φ.Π.Α. και των σχετικών προστίμων, στο δε άρθρο 53 παρ. 1 περ. γ αυτού ορίζεται ότι, μεταξύ άλλων, το πρακτικό δικαστικού συμβιβασμού αποτελεί τίτλο βεβαίωσης του φόρου. Περαιτέρω, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο συζητήσεως της εφέσεως ενώπιον του διοικητικού εφετείου, στο άρθρο 142 αυτού ορίζεται ότι: “1. Η δίκη καταργείται αν, πριν το πέρας της τελευταίας συζήτησης: α) εκλείψει το αντικείμενό της, ή β) … δ) … 2. Η κατάργηση διαπιστώνεται με απόφαση του δικαστηρίου … Ως προς την απόφαση αυτή, μπορούν να τύχουν ανάλογης εφαρμογής οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 189 και της παρ. 3 του άρθρου 193”, στο άρθρο 189 ότι “1. … 6. Οι αποφάσεις που αφορούν τη διεξαγωγή της συζήτησης, αν στον Κώδικα δεν ορίζεται διαφορετικά, λαμβάνονται στην έδρα, διατυπώνονται δε συνοπτικά στο πρακτικό και δημοσιεύονται σε δημόσια συνεδρίαση” και στο άρθρο 193 αυτού ότι “1. … 3. Στο πρακτικό της συζήτησης καταχωρούνται επίσης, οι κατά την παρ. 6 του άρθρου 189 αποφάσεις που αφορούν τη διεξαγωγή της συζήτησης. 4. … 8. …”. Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εφόσον ζητηθεί και επέλθει κατ’ εφαρμογήν τους διοικητική επίλυση διαφοράς, που προέκυψε από την έκδοση πράξης προσδιορισμού ΦΠΑ, η σχετική δίκη καταργείται από το δικαστήριο, χωρίς να ελέγχεται περαιτέρω, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, το κύρος της διοικητικής πράξεως, με την οποία εχώρησε η διοικητική επίλυση της διαφοράς. Η πράξη δε, αυτή, λόγω της οποίας επέρχεται η κατάργηση της δίκης, ισχύει εφεξής για τη συγκεκριμένη υπόθεση αντί της σχετικής δικαστικής αποφάσεως (ΣτΕ 281/2014, 3936/2004, πρβλ. 107-111/2016, 1199-1200/2015, 2297/2014 κ.ά.).

6. Επειδή, εν προκειμένω, όπως ανελέγκτως δέχεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και δεν αμφισβητείται από το Δημόσιο με την κρινόμενη αίτηση, με την προσκομισθείσα ενώπιον του δικάσαντος διοικητικού εφετείου κατ’ άρθρο 1 του ν.δ. 4600/1966 από 22-3-2011 δήλωση του ήδη αναιρεσιβλήτου, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών, σύμφωνα με την αρ. Πρωτ. …/30-3-2011 πράξη αποδοχής, επετεύχθη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, με συνέπεια, κατά το χρόνο εκδίκασης της ασκηθείσης από τον αναιρεσίβλητο εφέσεως (22-9-2016) κατά της πρωτοδίκου αποφάσεως, να μην υφίσταται φορολογική διαφορά προς επίλυση, από το διοικητικό εφετείο. Το ζήτημα δε αυτό, της υπάρξεως αντικειμένου διαφοράς, ως συναρτώμενο με την εξουσία του εκάστοτε δικάζοντος δικαστηρίου να τάμει μια διαφορά, προηγείται της εξετάσεως παντός άλλου ζητήματος αφορώντος τη συνδρομή των προϋποθέσεων του παραδεκτού σε σχέση με την άσκηση ενδίκου βοηθήματος-μέσου. Ως εκ τούτου, νομίμως το δικάσαν διοικητικό εφετείο, αφού, εν προκειμένω, διαπίστωσε την έλλειψη φορολογικής διαφοράς, κατήργησε την ενώπιόν του ανοιγείσα δίκη. Τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με το εισαγωγικό δικόγραφο σε συνδυασμό με το από 18.1.2019 υπόμνημα του αναιρεσείοντος Δημοσίου -με τα οποία, άλλωστε, δεν διευκρινίζεται ποιά βλάβη υφίσταται το Δημόσιο από την κατάργηση της ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου δίκης συνεπεία του συμβιβασμού, στον οποίο το ίδιο προέβη με τον αναιρεσίβλητο- είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέα ως αβάσιμα, καθώς και η κρινόμενη αίτηση.

Δ ι ά  τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη
ΕΣΠΑ Banner Αφίσα ESPA Banner